Πολλοί μύθοι κυκλοφορούν για τη ζωή στην Κούβα: για τη φτώχεια και την απελπισία του κόσμου, τον ουτοπιστικό ρομαντισμό του Τσε Γκεβάρα· την αντοχή του Φιντέλ Κάστρο που πέθανε ή πεθαίνει, που επιμένει να διοικεί ενώ δεν τον θέλει ο λαός· τα σπίτια τους που καταρρέουν γιατί δεν έχουν χρήματα να τα διορθώσουν ή να...
χτίσουν καινούργια· τα αυτοκίνητά τους που είναι παμπάλαια γιατί δεν μπορούν να αγοράσουν καινούργια λόγω φτώχειας και εξαιτίας του αποκλεισμού που έχει επιβάλει από τη δεκαετία του ’60 στη χώρα η Βόρειος Αμερική, όπως αποκαλούν όλοι οι Νοτιοαμερικανοί τις ΗΠΑ· και για το ότι όπου να ‘ναι το καθεστώς θα πέσει.
Μια επίσκεψη όμως στην Κούβα, όχι απλά τουριστική, δίνει μιαν άλλη γεύση της πραγματικότητας. Προ καιρού την επισκέφθηκα μαζί με καθηγητές από τη Βρετανία, την Ισπανία, τη Βραζιλία και το Περού στα πλαίσια του ευρωπαϊκού προγράμματος Alpha, ενός προγράμματος συνεργασίας πανεπιστημίων της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Βρετανία, Ισπανία, Ελλάδα) και της Λατινικής Αμερικής (Βραζιλία, Περού, Κούβα). Στο τέλος των 20 ημερών που μείναμε εκεί όλοι είχαμε αποφασίσει να στείλουμε στην Κούβα υποψήφιους διδάκτορές μας με υποτροφίες 10 μηνών τις οποίες προσφέρει το πρόγραμμα για να μελετήσουν το εθνικό σύστημα υγείας της χώρας, το οποίο θεωρήσαμε ότι είναι ίσως το καλύτερο στον κόσμο και για το οποίο ελάχιστα έχουν γραφεί.
Σύμφωνα με τους συναδέλφους μας κουβανούς καθηγητές με τους οποίους συνεργαστήκαμε, οι δύο κεντρικοί στόχοι, μετά την επικράτηση της επανάστασης, το 1959, ήταν και εξακολουθούν να είναι η παιδεία και η υγεία. Ετσι διαβάζουμε σήμερα σε ένα πανό έξω από την κωμόπολη San Jose: «Χωρίς παιδεία δεν γίνεται επανάσταση, χωρίς παιδεία δεν γίνεται σοσιαλισμός» καθώς διαφημίζουν την ιδεολογία τους όπως συνηθίζουν και όχι την οδοντόπαστά τους.
Θα περιορισθώ όμως εδώ στο Εθνικό Σύστημα Υγείας της Κούβας γιατί αυτό μελετήσαμε. Είναι, όπως θα δούμε, ένα σύστημα πρόληψης, γι’ αυτό και η περίθαλψη είναι πολύ φθηνότερη από το δικό μας ή άλλων χωρών της Δύσης.
Η Κούβα ακολούθησε κατά κύριο λόγο το βρετανικό σύστημα υγείας της πρώτης περιόδου εφαρμογής του με τον «γενικό γιατρό» (general practitioner). Το βελτίωσε όμως καθιερώνοντας στις αρχές της δεκαετίας του ’80 τον «οικογενειακό γιατρό» ο οποίος έχει κυρίως κοινοτικό προσανατολισμό πρόληψης.
Περίπου 80% των φοιτητών της Ιατρικής Σχολής εκπαιδεύονται ως οικογενειακοί γιατροί και η μεγάλη πλειονότητά τους είναι γυναίκες, όχι γιατί τους το επιβάλλουν αλλά γιατί το προτιμούν. Η πανεπιστημιακή παιδεία τους είναι έξι χρόνια βασική εκπαίδευση, ένας χρόνος άσκηση και τρία χρόνια στην ειδικότητα της οικογενειακής γιατρού, κυρίως με άσκηση μέσα σε κοινότητα. Είναι προσανατολισμένη προς τη διατήρηση της υγείας και λιγότερο στην αντιμετώπιση της νόσου στην οικογένεια και στην κοινότητα.
Επισκεφθήκαμε δύο «πολυκλινικές» όπου εργάζονται οι οικογενειακοί γιατροί: μια περιφερειακή, στη γειτονιά Plaza de la Revolution της Αβάνας, και μια κεντρική στην κωμόπολη San Jose, μερικά χιλιόμετρα έξω από την Αβάνα. Η πολυκλινική της Αβάνας, πάνω στην παραλία, έμοιαζε περισσότερο με αθλητικό κέντρο υγείας. Είχε πισίνα όπου είδαμε παιδιά να κολυμπούν και γυμναστήριο το οποίο εκείνη τη στιγμή φιλοξενούσε μεσήλικους άνδρες και γυναίκες. Εκαναν αθλητική ψυχοθεραπεία, ένα αντικείμενο που αναπτύσσει ιδιαίτερα η Σχολή Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Αβάνας.
Η οικογενειακή γιατρός η οποία είναι και διευθύντρια της πολυκλινικής επικουρείται στο έργο της από μια ομάδα ειδικών που αποτελείται από έναν επόπτη γενικό γιατρό, μια νοσοκόμα, μια κοινωνική λειτουργό, ένα φυσιοθεραπευτή, έναν παιδαγωγό και έναν αθλητικό θεραπευτή. Μας πληροφόρησε ότι το κράτος τής προσφέρει κατοικία στη γειτονιά που βρίσκονται οι περίπου 200 οικογένειες τις οποίες έχει χρεωθεί και τις οποίες επισκέφθηκε τις πρώτες δύο εβδομάδες του διορισμού της. Η μελέτη των φακέλων της κάθε οικογένειας της έδωσε τη δυνατότητα να επιλέξει ποιες οικογένειες θα εξακολουθήσει να επισκέπτεται διότι έκρινε ότι το είχαν ανάγκη, με τη συγκατάθεσή τους βέβαια. Τα απογεύματα κάνει τις επισκέψεις της σε οικογένειες ενώ το πρωί είναι στο ιατρείο της με τα άτομα που θέλουν να την επισκεφθούν εκτάκτως. Εχει συγχρόνως τη δυνατότητα να καλέσει από μια κεντρική πολυκλινική που διαθέτει τον ειδικό που κρίνει ότι έχει ανάγκη να συμβουλευθεί κάθε φορά, όπως γυναικολόγο, ψυχολόγο, ενδοκρινολόγο κλπ. Π.χ., ένας ψυχολόγος είναι χρεωμένος ως τέσσερις οικογενειακούς γιατρούς τους οποίους συμβουλεύει στην αντιμετώπιση των ψυχολογικών προβλημάτων μιας οικογένειας ή της κοινότητας. Η οικογενειακή γιατρός δεν έχει ωράριο. Η οικογένεια μπορεί να την καλέσει όποτε αισθανθεί την ανάγκη.
Ανάλογα με τις ανάγκες της κοινότητας όπου εργάζεται, δημιουργεί νέες δραστηριότητες. Π.χ., με τη βοήθεια του ψυχολόγου λειτούργησε μια λέσχη νέων όπου γίνονται ειδικές συζητήσεις, αθλητικές δραστηριότητες κλπ. ενώ η κοινωνική λειτουργός ασχολείται ειδικότερα με νεαρά κορίτσια που έχουν καταφύγει στην πορνεία με τα οποία συζητεί εναλλακτικές δυνατότητες εργασίας, προφυλακτικές τακτικές και τη συχνότητα των εξετάσεων.
Στην πολυκλινική του San Jose, η οποία είναι κεντρική γιατί έχει κάτω από την εποπτεία της 25 οικογενειακούς γιατρούς, μας επεσήμαναν ότι η προληπτική περίθαλψη που ασκούν μπορεί να επέμβει γενικότερα και δραστικά στο ευρύτερο περιβάλλον. Οταν, λ.χ., αυξήθηκαν τα περιστατικά άσθματος στα παιδιά της περιοχής τους, με την υπόδειξη των οικογενειακών γιατρών τους οποίους καλούν κάθε τόσο σε σύσκεψη, υποχρέωσαν το εργοστάσιο κατασκευής λαστίχων που είχε πρόσφατα αρχίσει να λειτουργεί κοντά στην πόλη να χρησιμοποιήσει τα κατάλληλα φίλτρα. Μειώθηκε έτσι αισθητά η συχνότητα εμφάνισης τέτοιων περιστατικών χωρίς να χρειασθεί να καταφύγουν σε μακρόχρονη θεραπευτική αγωγή. Αλλωστε σε περιόδους έξαρσης κάποιας νόσου όπως κατά την «περίοδο κρίσης», όταν ο πληθυσμός των πόλεων είχε πεινάσει, εφαρμόστηκαν ειδικά προγράμματα για την προληπτική αντιμετώπιση της φυματίωσης.
Επομένως θα μπορούσε να πει κανείς ότι η οικογενειακή γιατρός έχει εκπαιδευθεί για να «προλαβαίνει» το άτομο προτού ζητήσει τη βοήθειά της γιατί γνωρίζει το ιστορικό της οικογένειας. Την αντιμετωπίζει ως σύνολο γιατί έχει εκπαιδευθεί για να προβλέπει και να αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις που έχει το οργανικό ή το ψυχολογικό πρόβλημα ενός ατόμου στα άλλα μέλη της οικογένειάς του, ανάλογα με την ηλικία του καθενός, τη θέση του στην οικογένεια και την κοινότητα. Βλέπει την οικογένεια ως μέρος ενός συνόλου, της κοινότητας και του ευρύτερου κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντος με τα οποία βρίσκεται σε συνεχή αλληλεπίδραση. Ετσι δημιουργεί κοινοτικά προγράμματα για την αντιμετώπιση ψυχοκοινωνικών προβλημάτων πληθυσμιακών ομάδων υψηλού κινδύνου και προκαλεί άμεσες ευρύτερες παρεμβάσεις όταν χρειασθεί.
Εύλογη είναι η ερώτηση γιατί δεν εφαρμόζουμε ένα παρόμοιο σύστημα στη Δύση. Διότι υπάρχουν τα διαπλεκόμενα συμφέροντα των μεγάλων και μικρών νοσοκομείων, έρχεται η άμεση και ορθή απάντηση. Ισως όμως αναγκασθούμε σύντομα να ακολουθήσουμε το σύστημα του οικογενειακού γιατρού. Θα μας αναγκάσουν οι ασφαλιστικές εταιρείες να το κάνουμε καθώς θα αρνούνται να πληρώνουν το υψηλό κόστος της νοσοκομειακής περίθαλψης στην οποία καταφεύγουν οι άνθρωποι όταν είναι πια πολύ αργά. Σε αυτό το ελπιδοφόρο συμπέρασμα καταλήξαμε οι συνάδελφοι πανεπιστημιακοί που επισκεφθήκαμε την Κούβα.
Η κυρία Μίκα Χαρίτου-Φατούρου είναι καθηγήτρια της Ψυχολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Αναδημοσίευση από “Εργατικός Αγώνα“
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου