του Παν. Σωτήρη* |
αδικημένους κλάδους ότι θα επαναπροσληφθούν, αλλά η ηγεσία θα δίνει «υπεύθυνες απαντήσεις», για να μην αποξενωθεί από τους ενδιάμεσους ψηφοφόρους.
Αυτοί οι ενδιάμεσοι ψηφοφόροι υποτίθεται ότι δεν θέλουν τη λιτότητα, αλλά δεν πολυσυμπαθούν τους δημοσίους υπαλλήλους,εξεγείρονται για την ΕΡΤ αλλά διαφωνούν για τις απεργίες, βλέπουν τα πράγματα να πηγαίνουν προς τα χειρότερο αλλά δεν τους εμπνέει κανένας πολιτικός.
Όμως αυτή η γραμμή απλώς δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα. Ούτε ο μέσος ψηφοφόρος υπάρχει, ούτε μπορεί να κατασκευαστεί με βάση τους στατιστικούς μέσους όρους των δημοσκοπήσεων!
Άλλωστε, πώς μπορεί κανείς να φαντασιώνεται ένα «μεσαίο χώρο» σε μια χώρα όπου η κεντροδεξιά κάνει ακροδεξιά στροφή, το ΠΑΣΟΚ έχει διαλυθεί, και η ανερχόμενη δύναμη είναι η Χρυσή Αυγή;
Στην πραγματικότητα, η ελληνική κοινωνία έχει μπει σε μια φάση βαθιάς κοινωνικής και πολιτικής πόλωσης, σε έναν εμφύλιο πόλεμο, που τροφοδοτείται από την κοινωνική καταστροφή των λαϊκών τάξεων και την κυνική και αυταρχική αναδίπλωση του συνασπισμού εξουσίας.
Σε μία τέτοια συνθήκη πόλωσης, κερδίζει όποιος αποφασίζει να πάει όντως στα άκρα, να πολώσει τα πράγματα προς την κατεύθυνση που κρίνει θεμιτή. Όταν δεν υπάρχει υλικό περιθώριο για διαταξικές και συναινετικές «μεγάλες αφηγήσεις», τότε κερδίζει όποιος αναγνωρίζει τους πραγματικούς όρους της σύγκρουσης και σπεύδει να οχυρώσει το δικό του στρατόπεδο. Αυτό κάνει σήμερα το συστημικό μπλοκ, μέσα από το διαγκωνισμό ανάμεσα στην ακροδεξιά (και ακραία νεοφιλελεύθερη) στροφή της ΝΔ και τη Χρυσή Αυγή. Αντίθετα, πολλοί στην Αριστερά φαντασιώνονται ότι θα παίξουν το ρόλο της ομαλής εναλλαγής και την ήρεμη δύναμη.
Γι’ αυτό η Χρυσή Αυγή ανεβαίνει, εκπροσωπώντας ταυτόχρονα ένα τμήμα της κοινωνικής απελπισίας αλλά και τη συσσωρευμένη λούμπεν διαφθορά που εξέθρεψαν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, γι’ αυτό οχυρώνει το μπλοκ της η ΝΔ, γι’αυτό φαντάζει καθηλωμένος ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν φταίει ο Μουρούτης και οι «μονταζιέρες»,αλλά η αναπόδραστη δυναμική του ταξικού ανταγωνισμού και της πολιτικής κρίσης.
Παρ’ όλα αυτά, σε αυτή τη συγκυρία η Αριστερά μπορεί να κερδίσει. Όχι εάν «τους βομβαρδίσει με νομιμότητα», αλλά εάν δείξει ότι είναι αποφασισμένη να παίξει, μέχρι τέλους, το ρόλο του άκρου. Εάν συμβάλλει στη μέγιστη αναταραχή και στη μέγιστη αυτοπεποίθηση των λαϊκών μαζών ως συλλογικού υποκειμένου και όχι ως «εκλογικού σώματος». Εάν αδιαπραγμάτευτα στρατευτεί στη σύγκρουση μέχρι τέλους, διαλέγοντας πρακτικές έμπρακτης ανυπακοής, παρακώλυσης δημοσιών λειτουργιών, πολιτικής του δρόμου. Εάν απαρνηθεί τον κοινοβουλευτικό καθωσπρεπισμό και υποσχεθεί την τιμωρία των ενόχων όχι με όρους θεσμικής εξισορρόπησης αλλά πραγματικού τιμήματος για την καταστροφή. Εάν επεξεργαστεί όχι μια γραμμή διαπραγμάτευσης αλλά ρήξης με την ΕΕ και το χρέος και δεσμευτεί για ανατροπές πέραν των ορίων της σημερινής νομιμότητας. Εάν αναμετρηθεί με κάθε τρόπο – και στο δρόμο – με τις θρασύδειλες συμμορίες των νεοφασιστών. Μόνο έτσι θα γείρει αμετάκλητα προς τα αριστερά ο συσχετισμός δύναμης στον ακήρυχτο εμφύλιο πόλεμο που είναι σε εξέλιξη.
Όσοι από την Αριστερά εξακολουθούν να πιστεύουν ότι ούτως ή άλλως η ακραία «φτωχοποίηση», θα μεταφραστεί σε ριζοσπαστικοποίηση και εκλογική δυναμική, παραβλέπουν ότι η ίδια συνθήκη, εάν δεν υπάρξει η κατάλληλη πολιτική παρέμβαση, μπορεί να οδηγήσει στον εξατομικευμένο επιβιωτισμό ή ακόμη και στη συσπείρωση γύρω από αυταρχικές ή κοινωνικά κανιβαλικές ιδεολογίες.
Ο μόνος εφικτός ρεαλισμός για την Αριστερά σήμερα είναι η αναγκαία πολιτική ακρότητα. Διαφορετικά, η τωρινή αμηχανία και το μούδιασμα θα μετατραπούν σε παγιωμένη συλλογική αποκαρδίωση, οι κυρίαρχες δυνάμεις θα διατηρήσουν την πρωτοβουλία των κινήσεων και ο κόσμος που επένδυσε στην Αριστερά θα πληρώσει το τίμημα: σε φτώχεια, σε βία, σε απελπισία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου