Ιστορικό
Προκειμένου να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος του ζητήματος που έχει ανοίξει εδώ και λίγο καιρό με τη δημιουργία του νέου ΧΥΤΑ στην Κερατέα, και όχι μόνο, χρειάζεται να κάνει μια αναδρομή αρκετά χρόνια πίσω, στην περίοδο που ακόμα ήταν νόμιμη η απόθεση των απορριμμάτων σε ΧΥΤΑ.....Το 1997 ως διαχείριση απορριμμάτων στην Ελλάδα νοείται η ταφή τους σε ΧΥΤΑ [2], το οποίο, ωστόσο, δεν ισχύει και για την ευρωπαϊκή ένωση. Η ΕΕ όταν αναφέρεται σε ΧΥΤΑ εννοεί τον τρόπο διαχείρισης του εδάφους.
Το 1999 η ΕΕ θεσπίζει την πρώτη νομοθεσία [6], όπου εξαιρείται ολικά η έννοια ΧΥΤΑ ως διαχείριση των απορριμμάτων και επιβάλλει την επεξεργασία των απορριμμάτων πριν την εναπόθεσή τους στο χώρο ταφής. Έτσι γεννιούνται οι ΧΥΤΥ. Με την οδηγία αυτή καθίσταται σαφές ότι άλλο πράγμα είναι η απόθεση των απορριμμάτων και άλλο η επεξεργασία τους. Η προθεσμία για τη μεταφορά της Οδηγίας στο εθνικό δίκαιο των κρατών – μελών είναι η 16/07/2001.
Το 2002 η Ελλάδα, με εμφανή καθυστέρηση, θεσπίζει (νομικά) τον τρόπο κατασκευής και λειτουργίας των ΧΥΤΑ [3], μη λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη την Οδηγία του 1999.
Το 2003 η χώρα, υποχρεωμένη να εναρμονιστεί με την ευρωπαϊκή νομοθεσία (1999/31/ΕΚ), προσδιορίζει τους ΧΥΤΑ ως μέθοδο απόθεσης (και όχι επεξεργασίας), την οποία και απαγορεύει [5]… Με καθυστέρηση ετών η χώρα ανακαλύπτει τους ΧΥΤΥ!
Το ίδιο έτος ξεκινά η σύνταξη των Περιφερειακών Σχεδιασμών (ΠεΣΔΑ), οι οποίοι συντάσσονται μέχρι το Δεκέμβριο του 2005, ημερομηνία που είχε επιβληθεί ως διορία από την ΕΕ. Ωστόσο, κανένας από τους 13 ΠεΣΔΑ που συντάσσονται δε λαμβάνει υπόψη τη νομοθεσία του 2003. Είναι όλοι προεκτάσεις ή αντιγραφή των παλιών νομαρχιακών σχεδιασμών, στους οποίους θεωρείται ως επεξεργασία η ταφή σε ΧΥΤΑ.
Περαιτέρω, την ίδια χρονιά, η ΕΕ προχωράει ένα ακόμα βήμα στη διαχείριση των απορριμμάτων και θεσπίζει κανόνες εργαστηριακών δοκιμών και ελέγχων για τα απορρίμματα που μετά την επεξεργασία καταλήγουν σε ΧΥΤΥ [8]. Παράλληλα διευκρινίζει ότι η ανακύκλωση από μόνη της δεν αποτελεί μέθοδο διαχείρισης και συνεπώς τα απορρίμματα από δήμους που κάνουν ανακύκλωση δεν μπορούν να νοηθούν ως υπόλειμμα (και άρα να δικαιολογήσουν το -Υ- στους ΧΥΤ..).
Το 2005 η Ελλάδα, λειτουργώντας ετεροχρονισμένα σε σχέση με τις ευρωπαϊκές απαιτήσεις για τη διαχείριση των απορριμμάτων, καταδικάζεται από το ΔΕΚ για τις παράνομες χωματερές [12], αλλά και την αποδοχή των ΧΥΤΑ ως μέθοδο διαχείρισης των απορριμμάτων. Και επειδή ούτε και τότε «βάζουμε μυαλό» και συνεχίζεται η ετεροχρονισμένη μελέτη και κατασκευή των ΧΥΤΑ, η ΕΕ διακόπτει τις χρηματοδοτήσεις όλων των σχετικών έργων, αφήνοντας έτσι τη συνέχισή τους στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων – ΠΔΕ (ήτοι χρήματα Ελλήνων πολιτών).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Για λόγους ιστορικούς αναφέρεται ότι η κατασκευή 45 ΧΥΤΑ στην Ελλάδα, είχε ενταχθεί στο Β΄ ΚΠΣ, χωρίς, ωστόσο, να προλάβουν να ολοκληρωθούν τα έργα. Τότε οι χρηματοδοτήσεις δίνονταν χωρίς να διενεργείται έλεγχος από την ΕΕ. Η πολιτεία κατάφερε να πάρει παράταση στο Β΄ ΚΠΣ για αυτά και για διάφορα άλλα έργα (κυρίως Εγκαταστάσεις Επεξεργασίας Λυμάτων – ΕΕΛ) και να περάσει τα κονδύλια στο Γ΄ ΚΠΣ (έργα – γέφυρες), όπου όμως ξεκίνησαν να γίνονται έλεγχοι! Όλα τα υπόλοιπα έργα πλην των ΧΥΤΑ εγκρίθηκαν. Η Ευρώπη δήλωσε ρητά ότι δε χρηματοδοτεί ΧΥΤΑ και τα σχετικά έργα εντάχθηκαν στο ΠΔΕ.
ΧΥΤΑ / ΧΥΤΥ
Ποια η διαφορά του ΧΥΤΑ από το ΧΥΤΥ; Στην κατασκευή τους καμία. Η διαφορά έγκειται στο τι πετάμε μέσα σε αυτούς. Ως ΧΥΤΥ νοείται η υποδομή που πληροί τις προδιαγραφόμενες στη νομοθεσία κατασκευαστικές και λειτουργικές προϋποθέσεις [3],[6] και στην οποία απορρίπτονται τα υπολείμματα της επεξεργασίας των απορριμμάτων.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινιστεί τι συνιστά επεξεργασία των απορριμμάτων, καθώς υπάρχει μεγάλη -και πιθανότατα σκόπιμα συντηρούμενη- σύγχυση γύρω από αυτό.
Ας κάνουμε την υπόθεση ότι έξω από το σπίτι μας υπάρχει ένας μόνο κάδος και μέσα σε αυτόν πετάμε ό,τι είναι άχρηστο για μας. Αυτό είναι το πρωτογενές υλικό που χαρακτηρίζουμε γενικώς ως «σκουπίδια». Αν από αυτό αφαιρέσουμε χαρτί, γυαλί, πλαστικό, αλουμίνιο τότε μένουν τα υπόλοιπα σκουπίδια (και ΟΧΙ το υπόλειμμα των σκουπιδιών). Σε αυτά σκουπίδια εφαρμόζεται η επεξεργασία, η οποία προσδιορίζεται ως εργασίες διάθεσης και αξιοποίησης. Μετά από τη διαχείριση αυτή μένει το υπόλειμμα, το οποίο μπορεί να οδηγείται σε ΧΥΤΥ. Με βάση την 2003/33 δε, τίθεται η υποχρέωση για εργαστηριακές αναλύσεις και χαρακτηρισμό των υπολειμμάτων που καταλήγουν σε ΧΥΤΥ.
Τα παραπάνω καταρρίπτουν την αιτίαση ότι «από τη στιγμή που κάνουμε ανακύκλωση, το υπόλοιπο των απορριμμάτων μπορεί να διατεθεί σε χώρο υγειονομικής ταφής και άρα αυτός είναι ΧΥΤΥ και όχι ΧΥΤΑ».
Βιοαέριο και παραγωγή ενέργειας
Η παραγωγή ενέργειας από την καύση του βιοαερίου που παράγεται στους ΧΥΤΥ είναι μια δευτερογενής διαδικασία, προκειμένου να αξιοποιηθεί το παραγόμενο βιοαέριο. Η γενικότερη κατεύθυνση σε σχέση με την ταφή των απορριμμάτων είναι μια κατάσταση στην οποία δε θα παράγεται ή θα παράγεται ελάχιστο μεθάνιο, λόγω της βελτιωμένης σύστασης και ελαττωμένης ποσότητας των αποβλήτων που θα καταλήγουν στους ΧΥΤΑ και όχι η διαιώνιση της υφιστάμενης κατάστασης.
Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι τα υλικά που παράγουν το βιοαέριο ευθύνονται και για την παραγωγή και άλλων αερίων, καθώς και στραγγισμάτων, τα οποία είναι ανεπιθύμητα. Το ευκταίο, με βάση την ευρωπαϊκή στρατηγική διαχείρισης των απορριμμάτων είναι η απομάκρυνση και αξιοποίηση / διάθεση με άλλους τρόπους των αποβλήτων αυτών. Αυτό αποτυπώνεται σαφώς στην Οδηγία 1999/31/ΕΚ, «[...] μια από τις βασικές διατάξεις της οποίας περιλαμβάνει στόχους για τη σταδιακή εγκατάλειψη της υγειονομικής ταφής ως τρόπου διάθεσης των βιοαποδομήσιμων αστικών αποβλήτων, ώστε να μειωθούν οι εκπομπές μεθανίου.» [11]
Βιοξήρανση / Καύση
Η βιοξήρανση είναι μια τεχνολογία, η οποία δε συνιστά επεξεργασία απορριμμάτων από μόνη της, καθώς θα πρέπει να υπάρχει κάποιος τρόπος διάθεσης του τελικού προϊόντος, δηλαδή του SRF. Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν εγκαταστάσεις, στις οποίες να μπορεί να χρησιμοποιηθεί το υλικό αυτό ως καύσιμο. Οι τσιμεντοβιομηχανίες, οι οποίες χρησιμοποιούνται παραδοσιακά για αυτό το σκοπό, μπορούν να απορροφήσουν ένα ελάχιστο ποσοστό, της τάξης του 10%. Η ΔΕΗ έχει κάνει ήδη πειράματα για καύση RDF στους κλιβάνους της, χωρίς όμως θετικά αποτελέσματα.
Το υλικό αυτό θεωρείται ως υποστηρικτικό υλικό για συναποτέφρωση με άλλη καύσιμη ύλη (πχ κλαδέματα, βιομάζα κλπ) και δε δύναται να συντηρήσει από μόνο του ένα ολόκληρο εργοστάσιο. Το εργοστάσιο «θέλει τάισμα!»
Όσον αφορά στην πρόταση της βιοξήρανσης που εξετάζεται ως τεχνολογία επεξεργασίας των απορριμμάτων η πιο εύγλωττη επιστημονική διατύπωση σε σχέση με την αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητά της διατυπώνεται στο [13] ως εξής:
[...] Η βιολογική ξήρανση αποτελεί μέθοδο προεπεξεργασίας που στόχο έχει τη μετατροπή των απορριμμάτων σε SRF, ένα είδος καυσίμου, προκειμένου να μπορέσει να αξιοποιηθεί το τελευταίο από μονάδες αεριοποίησης . Επειδή όμως η αεριοποίηση δεν έχει ακόμα αναπτυχθεί διεθνώς και η εναλλακτική αξιοποίηση SRF από την τσιμεντοβιομηχανία υπόκειται σε σοβαρούς περιορισμούς, καθίσταται αναγκαία είτε η στοιχειομετρική καύση του SRF, είτε η διάθεσή του σε ΧΥΤΑ. Ο συνδυασμός όμως, βιολογικής ξήρανσης και στοιχειομετρικής καύσης του SRF ενέχει πολλαπλάσιο κόστος από την απ΄ ευθείας στοιχειομετρική καύση των ΑΣΑ (αστικών σύμμεικτων απορριμμάτων) και δεν προσφέρει εμφανή περιβαλλοντικά πλεονεκτήματα. Για τους παραπάνω λόγους συνηθέστερη είναι η διάθεση του SRF σε ΧΥΤΑ. Τούτο συμβαίνει με το 67% του SRF που παράγεται στην Ευρώπη και το ίδιο προβλέπεται από τις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) των Ολοκληρωμένων Εγκαταστάσεων Διαχείρισης Απορριμμάτων (ΟΕΔΑ) Γραμματικού και Κερατέας. Υπό αυτές τις συνθήκες, όμως, το SRF διαχωρίζεται από τα άχρηστα για να διατεθεί μαζί τους στο ΧΥΤΑ, όπου σύντομα θα ανακτήσει την υγρασία που έχασε. Έτσι, και παρά το μεγάλο κόστος της προεπεξεργασίας, το μόνο ουσιαστικό όφελος είναι η περιορισμένη μείωση των εύκολα βιοδιασπάσιμων υλικών και η ανάκτηση μετάλλων. Συμπερασματικά η βιολογική ξήρανση από μόνη της ούτε μειώνει ουσιαστικά τις ανάγκες τελικής διάθεσης των ΑΣΑ, ούτε συμβάλλει σημαντικά στην επίτευξη των στόχων των Οδηγιών 99/31/EC (περί μείωσης των οργανικών που οδηγούνται σε ταφή) και 2004/12/EC (περί ανακύκλωσης υλικών συσκευασίας).
[...] Υπό τις σημερινές συνθήκες, ο συνδυασμός βιολογικής ξήρανσης και θερμικής επεξεργασίας εισάγει, εκτός από την αβεβαιότητα των τεχνολογικών εξελίξεων στο σκέλος της θερμικής επεξεργασίας, και μια ξεχωριστή διάσταση στο κόστος επεξεργασίας των απορριμμάτων. Ακόμα και αν ήταν διαθέσιμη η τεχνολογία αεριοποίησης του RDF , θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να τεκμηριωθεί, με επιστημονικά αποδεκτό τρόπο, η σκοπιμότητα της τόσο μεγάλης διαφοράς κόστους του συνδυασμού βιολογικής ξήρανσης και αεριοποίησης σε σύγκριση με άλλες τεχνολογίες, όπως την αερόβια Μηχανική Βιολογική Επεξεργασία (ΜΒΕ) με ανάκτηση υλικών, ή ακόμα και τη στοιχειομετρική καύση.
Γιατί, λοιπόν, προτείνεται ως βέλτιστη μέθοδος επεξεργασίας από την Περιφέρεια Αττικής μια τόσο αμφιλεγόμενη διαδικασία; Η απάντηση βρίσκεται στα οικονομικά μεγέθη. Το αρχικό -υψηλό- κόστος επένδυσης για την κατασκευή των υποδομών δεν αποτελεί εμπόδιο για τον επενδυτή (κοινοπραξία), καθώς ο ίδιος θα συνεισφέρει -όπως είθισται στα έργα με ΣΔΙΤ- ένα πολύ μικρό ποσοστό. Τα υπόλοιπα θα μπουν από ως συμμετοχή του δημοσίου και ως δάνειο (με κρατικές -βεβαίως, βεβαίως- εγγυήσεις) .
Κόστος
Από τη στιγμή που θα υλοποιηθεί το έργο, οι Δήμοι θα είναι υποχρεωμένοι να συνεισφέρουν το αντίτιμο που τους αντιστοιχεί στο Φορέα Διαχείρισης. Όπως αναφέρεται στο νόμο [1]:
Η ετήσια εισφορά δήμων και κοινοτήτων προς τους Φορείς Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (Φο.Δ.Σ.Α.) [...] καθορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου των Φο.Δ.ΣΑ, με βάση το κόστος των παρεχόμενων προς τους δήμους και κοινότητες υπηρεσιών, ήτοι ευρώ ανά τόνο, και ανάλογα με τις ποσότητες στερεών αποβλήτων που αντιστοιχούν σε κάθε δήμο ή κοινότητα, συμπεριλαμβανομένων και των αντίστοιχων υπολειμμάτων τους από τα Κέντρα Διαλογής Ανακυκλώσιμων Υλικών (Κ.Δ.Α.Υ.).
Βάσει της κοινοτικής και εθνικής νομοθεσίας το κόστος διαχείρισης των απορριμμάτων διαμορφώνεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η οικονομική βιωσιμότητα της συνολικής επένδυσης (αποκομιδή, προσωρινή αποθήκευση, επεξεργασία, διάθεση), καθώς και της μεταφροντίδας του χώρου μετά το κλείσιμό του (αποκατάσταση χώρου, παρακολούθηση / επεξεργασία αερίων και υγρών ρύπων κλπ). Αυτό σημαίνει με απλά λόγια ότι η επένδυση θα πρέπει να “βγάλει τα λεφτά της” (εννοείται από τους Δήμους). Συνεπώς, ακόμα και αν μειώνεται η ποσότητα των απορριμμάτων που στέλνουν οι δήμοι προς επεξεργασία και τελική διάθεση, αυτό δε σημαίνει απαραίτητα ότι το συνολικό ετήσιο κόστος θα μειωθεί. Απλούστατα, μπορεί να ανεβαίνει το κόστος ανά τόνο, προκειμένου να συνεχίσει να είναι βιώσιμη η επένδυση!
Απέναντι σε αυτό, ένα από τα βασικά αιτήματα σε σχέση με τη διαχείριση των απορριμμάτων θα πρέπει να είναι η σταθερή χρέωση ανά τόνο απορριμμάτων.
Για τη σχεδιαζόμενη από την Περιφέρεια Αττικής διαχείριση, το αντίτιμο εκτιμάται σε 180 € / τόνο [15]. Αν εκτιμήσει κανείς ότι η μέση ετήσια κατά κεφαλήν παραγωγή απορριμμάτων σήμερα ανέρχεται σε 443 kg συμπεραίνει ότι η κάθε οικογένεια θα κληθεί να πληρώσει περίπου 320€ / έτος σε δημοτικούς φόρους, μόνο για τα σκουπίδια της!
Φυσικά, το κέρδος της παραπάνω κοινοπραξίας δεν εξαντλείται στο «τέλος εισόδου» που θα πληρώνουν οι Δήμοι. Από την καύση των απορριμμάτων θα παράγεται ενέργεια, την οποία θα υποχρεούται να αγοράζει η ΔΕΗ ως «καθαρή», σύμφωνα με το ν. 3468/2006 για τις ΑΠΕ!
Η παραπάνω, λοιπόν, διαχείριση θα οδηγήσει:
● στην παραγωγή και απελευθέρωση στην ατμόσφαιρα διοξινών από την καύση του SRF,
● στην παραγωγή τοξικής τέφρας, η οποία θα πρέπει να υποστεί διαχείριση ως επικίνδυνο απόβλητο (στην Ελλάδα δε διαθέτουμε ακόμα χώρους διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων),
● στην παρεμπόδιση της διαδικασίας ανακύκλωσης, καθώς η βιοξήρανση και το εργοστάσιο θα απαιτούν υλικό για να λειτουργήσουν και να παράγουν το κέρδος του ιδιώτη και άρα δε θα τους συμφέρει η διεύρυνση και ενίσχυση της ανακύκλωσης υλικών. Αν αφαιρείται το χαρτί και το πλαστικό από τα απορρίμματα, αυτό που μένει έχει πολύ μικρή θερμογόνο δύναμη για να μπορεί να καίγεται και να αφήνει κέρδος.
● στην επιπλέον οικονομική επιβάρυνση του πολίτη, για την αγορά από τη ΔΕΗ του παραγόμενου ρεύματος από το εργοστάσιο καύσης (!), μέσω του τέλους ΑΠΕ
Το παράδειγμα του δήμου Ελευσίνας
Γιατί αναφέρουμε σε αυτό το σημείο το Δήμο Ελευσίνας, ως παράδειγμα; Η απάντηση συνίσταται σε τρία βασικά σημεία: (1) πρόκειται για ένα εφαρμοσμένο και βιώσιμο εγχείρημα, το οποίο δύναται να αναπαραχθεί σε επίπεδο δήμων ανά τη χώρα, (2) εφαρμόζει ήπιες μορφές διαχείρισης των απορριμμάτων, με βασική παράμετρο τη συμμετοχή των πολιτών, και (3) έχει θετικά αποτελέσματα, για όσο διάστημα έχει εφαρμοστεί, και μακροπρόθεσμη στόχευση για περαιτέρω μείωση της κατά κεφαλήν παραγωγής απορριμμάτων.
Το πρόγραμμα διαχείρισης που εφαρμόζει ο δήμος περιλαμβάνει διαλογή στην πηγή (ΔσΠ) και ξεχωριστή συλλογή ανακυκλώσιμων υλικών. Ο Δήμος διαθέτει απορριμματοφόρα οχήματα για τη συλλογή των οικιακών βιοαποδομήσιμων υλικών, κέντρα τεμαχισμού / ανακύκλωσης για τα ογκώδη, τα υλικά συσκευασίας και τις ανακυκλώσεις μέσω συστημάτων (πχ ηλεκτρικές/ηλεκτρονικές συσκευές, ελαστικά κλπ) και ξεχωριστή εγκατάσταση για το χαρτόνι και το έντυπο υλικό.
Μέσω της διανομής κάδων οικιακής κομποστοποίησης στους δημότες ενθαρρύνει τη συγκεκριμένη πρακτική, ευαισθητοποιώντας παράλληλα τους πολίτες προς μια συμμετοχική κατεύθυνση. Παράλληλα ο Δήμος εφαρμόζει κομποστοποίηση στα δημοτικά κλαδέματα, από την οποία παρήγαγε και διένειμε δωρεάν στους κατοίκους 3.000 συσκευασμένα τσουβάλια κατά το 2008.
Ένα από τα σημαντικά αποτελέσματα της διαχείρισης απορριμμάτων που εφαρμόζει ο Δήμος Ελευσίνας είναι η μείωση των απορριμμάτων που καταλήγουν σε ΧΥΤΑ. Συγκεκριμένα έχει επιτευχθεί μείωση της ανά κάτοικο μέσης παραγόμενης ποσότητας απορριμμάτων από 1,63 kg σε 1,37 kg, σε χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών (2006-2010). Η συνολική μέση ετήσια παραγόμενη ποσότητα απορριμμάτων μειώθηκε από 28.000 tn σε 18.000 tn κατά την ίδια χρονική περίοδο, κυρίως μέσω διαχείρισης των αδρανών. Μέχρι σήμερα έχει επιτευχθεί μείωση κατά 50% του κόστους διαχείρισης των απορριμμάτων, μείωση του τελικού κόστους διάθεσης κατά 300.000€/έτος, εξοικονόμηση 2 εκ τόνων αξιοποιήσιμων υλικών, μείωση των αερίων θερμοκηπίου κατά 44.600 tn ισοδύναμου CO2.
Η ίδια διαχείριση των ανακυκλώσιμων υλικών από το Δήμο, δύναται να αποφέρει σημαντικά έσοδα. Ενδεικτικές τιμές είναι [18]:
● Γυαλί: 37 – 47€ / τόνο
● Χαρτί: 86 – 130 € / τόνο
● Πλαστικό: 240 – 310 € / τόνο
Ο μεσοπρόθεσμος στόχος που έχει θέσει ο δήμος για τη διαχείριση των ΑΣΑ συνίσταται στην αξιοποίηση του 92% των απορριμμάτων και στη διάθεση μόνο 8% σε ΧΥΤΥ.
Σημειώσεις
1. Άρα εκτροπή των ανακυκλώσιμων (χαρτί, γυαλί, πλαστικό, αλουμίνιο) από τα σύμμεικτα
2. Χώρος Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων
3. Ορίζονται αρχικά με την 1991/156/ΕΟΚ. Σήμερα ισχύει η 2006/12/ΕΕ [9]
4. σ.τ.ε. βλ. «καύση»
5. στμ Καύσιμο που παράγεται από ΑΣΑ, αντίστοιχο με SRF, με λιγότερη αναλογία πλαστικού και χαρτιού
6. βλ. περίπτωση γέφυρας του Ρίο: ο επενδυτής (κοινοπραξία) έβαλε εν τέλει το 10% της επένδυσης! Τα υπόλοιπα ήταν η συμμετοχή του δημοσίου (40%) και το δάνειο (50%) από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα με κρατικές εγγυήσεις! (που σημαίνει ότι αν στραβώσει η δουλειά η τράπεζα θα πάρει τα λεφτά από το κράτος, δηλ. από εμάς).
7. άρθρο 10, Οδηγία 1999/31/ΕΚ
8. άρθρο 12, ΥΑ 29407/3508/2002
9. η νομοθεσία αντιτίθεται ως προς αυτή την προοπτική, καθώς ορίζει ότι η διαχείριση των απορριμμάτων θα γίνεται σε Περιφερειακό επίπεδο (άρθρο 7 του [5] και άρθρο 107 ν. 3852/2010 – Καλλικράτης). Ωστόσο, η πράξη και η εμπειρία που έχει αποκτηθεί στο Δήμο Ελευσίνας δείχνει ότι μπορεί να λειτουργήσει με πολύ θετικά αποτελέσματα και σε επίπεδο ΟΤΑ πρώτου βαθμού.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
[1] Άρθρο 9, ν. 3854/2010 (ΦΕΚ Α 94/23.06.2010)
[2] Υ.Α. 113944 (ΦΕΚ Β 1016) 1997, «Εθνικός σχεδιασμός διαχείρισης στερεών αποβλήτων (Γενικές κατευθύνσεις της πολιτικής διαχείρισης των στερεών αποβλήτων).»
[3] ΥΑ Η.Π. 29407/3508 (ΦΕΚ Β 1572) 2002: Μέτρα και όροι για την υγειονομική ταφή των αποβλήτων.
[4] Άρθρο 33, ν. 3164/2003
[5] ΥΑ Η.Π. 50910/2727 (ΦΕΚ Β 1909) 2003: Μέτρα-Οροι για τη Διαχείριση Στερεών Αποβλήτων. Εθνικός και Περιφερειακός Σχεδ. Διαχείρισης
[6] Οδηγία 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου της 26ης Απριλίου 1999 περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων, http://bit.ly/einRbN
[7] Οδηγία 1991/156/ΕΟΚ για την τροποποίηση της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ περί των στερεών αποβλήτων, http://bit.ly/gj8Vm7
[8] Απόφαση 2003/33/ΕΚ για τον καθορισμό κριτηρίων και διαδικασιών αποδοχής των αποβλήτων στους χώρους υγειονομικής ταφής σύμφωνα με το άρθρο 16 και το παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 1999/31/ΕΚ, http://bit.ly/i4LYGX
[9] Οδηγία 2006/12/ΕΕ περί των στερεών αποβλήτων, http://bit.ly/gxSoNj
[10] Οδηγία 2008/98 για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών, http://bit.ly/i2ZUdD
[11] COM(2009) 633 τελικό, Έκθεση της Επιτροπής της 20ης Νοεμβρίου 2009 σχετικά με την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας για τα απόβλητα, http://bit.ly/gl8o8g
[12] C-502/03, Καταδικαστική Απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (Παράβαση κράτους μέλους – Περιβάλλον – Διαχείριση στερεών αποβλήτων – Οδηγία 75/442/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 91/156/ΕΟΚ – Άρθρα 4, 8 και 9), http://bit.ly/h1E2hk
[13] Οικονομόπουλος, Α. Π. (2007). «Διαχείριση οικιακού τύπου απορριμμάτων / Προβλήματα Εθνικού Σχεδιασμού και ορθολογικές λύσεις», Έκδοση Πολυτεχνείου Κρήτης, http://bit.ly/hI6e4U
[14] Προγραμματική Σύμβαση μεταξύ ΕΣΔΚΝΑ και Περιφέρειας Αττικής, http://bit.ly/fNNNDm
[15] Συνέντευξη Α. Οικονομόπουλου στον Γ. Ελαφρό της Καθημερινής, 16.01.2011 http://bit.ly/h3pxiT
[16] europa.eu: Municipal waste generation per capita in Western Europe (EU-15), New Member States (EU-12), EU countries (EU-27) and total in Europe (EU-27 + Turkey, Croatia, Nor-way, Iceland, Switzerland), 2010, http://bit.ly/hYrQXB
[17] 13.01.2011, Απόφαση του ΣτΕ «Ολοκληρωμένη Εγκατάσταση Διαχείρισης Αποβλήτων Νοτιοανατολικής Αττικής», http://bit.ly/eccxXh
[18] Environmental data centre on waste, Price indicator on waste materials, http://bit.ly/eFPeCg
*Μηχανικός Περιβάλλοντος
kokkino.org
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου