Του
Ανέστη Ταρπάγκου
Τόσο η εδώ και μια τριετία κρίση καπιταλιστικής υπερσυσσώρευσης, όσο και η κρίση του δημόσιου χρέους, που συνδέονται οργανικά μεταξύ τους, έτσι ώστε η μία να τροφοδοτεί την άλλη, μακράν του να είναι «ουδέτερες» και πέραν των κοινωνικών προσδιορισμών, έχουν σαφές ταξικό πρόσημο, τόσο ως προς τα αίτια και το περιεχόμενο, όσο και ως προς την πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, και συνολικά ο αστικός πολιτικός κόσμος, για την αντιμετώπισή τους.Η υπερδιόγκωση του δημόσιου χρέους και των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, τόσο στην...ελληνική οικονομία όσο και στο σύνολο των καπιταλιστικών οικονομιών, προέρχεται με βάση όλα τα διαθέσιμα στοιχεία και αναλύσεις: Αφενός από τη σταδιακή ταπείνωση της φορολόγησης των κερδών της επιχειρηματικής δραστηριότητας από το επίπεδο του 45% σʼ εκείνο του 20% και προοπτικά στο 15%, πράγμα που στερεί τον κρατικό προϋπολογισμό από σημαντικά φορολογικά έσοδα.
Αφετέρου από τις αδιάλειπτες επιδοτήσεις που παρέχει το αστικό κράτος προς τις επιχειρήσεις και ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία προς το τραπεζικό σύστημα, γεγονός που οδηγεί συστηματικά στη διόγκωση των δημοσιονομικών δαπανών.
Τέλος, από το εξαιρετικά υψηλό επίπεδο των αμυντικών δαπανών, των δαπανών για τη λειτουργία των μηχανισμών αστυνομικής καταστολής καθώς και εκείνων που αφορούν στην κατασπατάληση δημόσιων πόρων σε έργα βιτρίνας όπως ήταν η πραγματοποίηση των Ολυμπιακών Αγώνων κ.λπ.
Κατά συνέπεια το δημόσιο χρέος δεν προκύπτει από φαινόμενα υπερκατανάλωσης των λαϊκών νοικοκυριών ούτε από την αύξηση των κοινωνικών δαπανών του κράτους, αλλά απεναντίας από μια αστική οικονομική πολιτική που κυρίαρχο σκοπό έχει τη διασφάλιση των φορολογικών, επενδυτικών και κοινωνικών όρων για την κερδοφόρα αναπαραγωγή του κεφαλαίου, και μάλιστα με όρους υπερβολικούς σε μια περίοδο όπως η σημερινή που χαρακτηρίζεται από έντονα υφεσιακά φαινόμενα (ρυθμός μείωσης του ΑΕΠ στο υπερμέγεθες 7% για το 2011).
Από την άλλη πλευρά η κρίση καπιταλιστικής υπερσυσσώρευσης, που επανέκαμψε δριμύτερη στο δεύτερο εξάμηνο του 2008 και εντείνεται στη σημερινή συγκυρία όπως δείχνουν οι διεθνείς οικονομικοί δείκτες (πτώση των χρηματιστηριακών αξιών, υποχώρηση της παραγωγικής δραστηριότητας κ.λπ.) σηματοδοτείται από:
Κατ' αρχήν την ευρύτατη καταστροφή επενδυμένου παγίου κεφαλαίου, ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις που αδυνατούν να ανταποκριθούν στον οξύ ανταγωνισμό μέσα σε συνθήκες διεθνούς κρίσης. Κατόπιν, την υπερδιόγκωση της ανεργίας της εργατικής τάξης (αλλά και τμημάτων των μικροαστικών τάξεων), με τα σημερινά επίπεδα του 17% και των 820 χιλιάδων ανέργων. Τέλος την κατακόρυφη μείωση των φορολογικών εσόδων, τη στέρηση σημαντικών πόρων και εσόδων για την κοινωνική ασφάλιση κ.ά.
Και σʼ αυτή την περίπτωση ο χαρακτήρας της κρίσης και των συνεπειών της είναι βαθιά ταξικός εφόσον το κεφάλαιο, μη μπορώντας να βρει κερδοφόρες διεξόδους στην κοινωνική παραγωγή και αντιμετωπίζοντας δυσμενείς συνθήκες υπεραξίωσής του, στερεί την απασχόληση και τις ευκαιρίες εργασίας από ένα σημαντικό τμήμα του συνολικού εργατικού δυναμικού που οδηγείται στην κοινωνική καταστροφή.
Η πολιτική επικέντρωση στην καπιταλιστική κερδοφορία
Απέναντι σʼ αυτή την κατάσταση οικονομικού ολέθρου που έχει προκύψει για την εργαζόμενη πλειοψηφία, η απάντηση των αστικών πολιτικών δυνάμεων που διαχειρίζονται τη διπλή κρίση (χρέους και παραγωγής) εντοπίζεται στην εφαρμογή ακόμη πιο έντονης νεοφιλελεύθερης πολιτικής, δηλαδή στην όξυνση του αστικού ταξικού της χαρακτήρα.
Αυτό γίνεται με τη μετακύλιση του βάρους του δημόσιου χρέους (=επιδοτήσεις + φοροαπαλλαγές των επιχειρήσεων) στους ώμους των εργαζομένων και αυτοαπασχολουμένων με τα μέτρα λαϊκής υπερφορολόγησης και με την αποψίλωση των μισθών, παροχών, ασφαλιστικών δικαιωμάτων και ελευθεριών της μισθωτής εργασίας, εξίσου στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα της οικονομίας.
Και βέβαια αυτή η ωμή αστική ταξική πολιτική επιχειρεί να εμφανίζεται στο πολιτικό και ιδεολογικό εποικοδόμημα ως «σωτηρία του έθνους», ως «διάσωση της πατρίδας», τη στιγμή που το μοναδικό της περιεχόμενο είναι η κοινωνική καταστροφή των λαϊκών τάξεων.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα σε ό,τι αφορά τον ταξικό χαρακτήρα της διπλής κρίσης και της ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής, ευνόητα προκύπτει ότι ταξική, δηλαδή με βάση τα συμφέροντα των λαϊκών τάξεων, οφείλει να είναι η απάντηση του αριστερού πολιτικού και εργατικού κινήματος.
Εφόσον στο επίκεντρο της κρίσης είναι η διασφάλιση των όρων κερδοφορίας του κεφαλαίου από την πλευρά των αστικών δυνάμεων, έτσι και η ριζοσπαστική οικονομική πολιτική δεν μπορεί παρά να επικεντρώνεται στην ικανοποίηση των λαϊκών εργατικών αναγκών σε ανταγωνισμό με τους όρους πραγματοποίησης, νομής και κυριαρχίας αυτής της κεφαλαιοκρατικής υπεραξίωσης.
Σʼ αυτό το πρόταγμα είχε ανταποκριθεί ιστορικά το μεταβατικό ριζοσπαστικό πρόγραμμα των «15 Σημείων Στόχων Πάλης» του ΣΥΡΙΖΑ, ενταγμένων στην προοπτική της επικαιρότητας του σοσιαλισμού.
Τομές στις σχέσεις παραγωγής ή κλαδική αναδιάρθρωση;
Απεναντίας η αντίληψη που αντιλαμβάνεται τη σημερινή κρίση ως συνέπεια του «στρεβλού» χαρακτήρα της καπιταλιστικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, υπαρκτή τόσο στο πλαίσιο της ριζοσπαστικής αριστεράς όσο και έξω από αυτά (οικονομία του «τσιμέντου και της ασφάλτου», «εξαρτημένη» από τα ξένα μονοπώλια και διεθνείς εξωτερικές δυνάμεις κ.λπ.), αδυνατεί εκ των πραγμάτων να αντιληφθεί την ταξικότητα της κρίσης και της αστικής πολιτικής αντιμετώπισής της.
Γιʼ αυτόν ακριβώς τον λόγο προβάλλει ως αριστερή απάντηση στη διπλή κρίση (χρέους και παραγωγής), αφού προφανώς επιτευχθεί η παύση πληρωμών του χρέους ή του «επαχθούς» μέρους του, και η συνακόλουθη εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, την επιδίωξη της «παραγωγικής αναδιάρθρωσης» ως κεντρικού στόχου της οικονομικής πολιτικής, δηλαδή την αντιμετώπιση της «στρεβλότητας» και την «ορθολογικοποίηση» της ελληνικής (καπιταλιστικής) παραγωγικής συγκρότησης.
Μʼ αυτή την έννοια οι ριζοσπαστικές τομές και ρήξεις στις ίδιες τις σχέσεις παραγωγής στην προοπτική του μετασχηματισμού τους σε σοσιαλιστική κατεύθυνση, που είναι η πεμπτουσία της ταξικής απάντησης στην κρίση από τη σκοπιά των εργαζομένων δυνάμεων, παρακάμπτεται ως πρωταρχική προτεραιότητα και γίνεται προοπτική που παραπέμπεται στο ιστορικό «υπερπέραν», αν δεν ταυτίζεται με αυτό τούτο το περιεχόμενο της «παραγωγικής αναδιάρθρωσης».
Η προώθηση των μορφών κοινωνικοποίησης της καπιταλιστικής παραγωγής και όχι η «ανασυγκρότηση» των δομών της είναι η σημερινή αναγκαιότητα που αναβλύζει από όλους τους αρμούς της κρίσης χρέους και παραγωγής. Σʼ αυτή την κατεύθυνση εντάσσονται ως μεταβατικοί ριζοσπαστικοί στόχοι η ριζική αύξηση της φορολόγησης των καπιταλιστικών κερδών, η αποκατάσταση των εργατικών μισθών, ασφαλιστικών δικαιωμάτων και κοινωνικών ελευθεριών, η εμπέδωση της κοινωνικής κρατικής πολιτικής κ.λπ
ΠΗΓΗ: ΑΥΓΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου