Η ΔΕΑ (Διεθνιστική Εργατική Αριστερά), η συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ που μέσα σε εύλογο χρόνο θα αυτοδιαλυθεί (sic), έτσι αποφάσισε το πρόσφατο συνέδριο, συνεδρίασε και κατέληξε σε μια πολιτική απόφαση που το κύριο χαρακτηριστικό της είναι το "ναι μεν αλλά".
Η ΔΕΑ λοιπόν ενώ επισημαίνει τους...
κινδύνους της πάλαι ποτέ "πληθυντικής αριστεράς" και ότι η χώρα και ο λαός χρειάζεται ανατροπές και όχι διαχείριση δεν τολμάει να πει τα πράγματα με το όνομα τους.
Η πολιτική απόφαση της ΔΕΑ είναι:
1. Το βάθεμα και η παράταση της κρίσης του καπιταλισμού διεθνώς,
συνδυάζονται με την πολιτική κρίση του συστήματος στην Ελλάδα και δημιουργούν
συνθήκες ραγδαίας κοινωνικοπολιτικής πόλωσης και την προοπτική μεγάλης
επιτάχυνσης των εξελίξεων.
α. Ο κόσμος των από πάνω, δεν μπορεί πλέον να
κυβερνά όπως πριν.
Το success story των Σαμαρά-Στουρνάρα έχει ήδη καταρρεύσει. Η μόνη
«υπόσχεση» που μπορεί να δώσει το αστικό μπλοκ είναι μια μακρόχρονη παράταση
της άγριας λιτότητας, μια μακρόχρονη παράταση πρωτοφανούς ανεργίας και κανένα
«φως» προοπτικής:
Παρά τις αιματηρές «θυσίες», το χρέος εκτινάσσεται σε υψηλότερα από το 2009 επίπεδα (317 δισ. ευρώ, το 2ο τρίμηνο του 2013!) και κάνει όλο και πιθανότερα νέα μνημόνια
και ακόμα πιο βάρβαρα μέτρα λιτότητας.
Στο πολιτικό πεδίο, η ΝΔ δεν μπορεί να δώσει απάντηση στο κενό ηγεσίας
της αστικής πολιτικής. Παρά τη σκανδαλώδη υποστήριξη από τις καθεστωτικές
δυνάμεις (ΜΜΕ και όμιλοι καπιταλιστών, διεθνή κέντρα), παραμένει σε χαμηλά
επίπεδα επιρροής, κινδυνεύοντας να χάσει τις εκλογές, όποτε αυτές γίνουν. Η
ακροδεξιά στροφή του Σαμαρά, δημιουργώντας περισσότερα προβλήματα απ’ όσα
λύνει, συναντά πλέον «αντιπολιτεύσεις» ακόμα και μέσα στη ΝΔ. Έτσι, ακόμα και
οι Δένδιας και Βορίδης υποχρεώνονται –παρά τη μέχρι χθες πολιτική τους- να «κλαδέψουν»
τη ΧΑ, για να διατηρήσει η ΝΔ έναν κάποιο έλεγχο στις εξελίξεις και ζωντανή την
ελπίδα για την 1η θέση στις κάλπες.
Η κεντροαριστερά, η παραδοσιακή δύναμη οργάνωσης των συναινέσεων και
καθοδήγησης των αντιμεταρρυθμίσεων, μοιάζει πλέον με ζόμπι. Συγκεντρώνοντας την
οργή της κοινωνικής βάσης που κάποτε εκπροσωπούσε, η σοσιαλδημοκρατία στην
Ελλάδα θρυμματίζεται με πρωτοφανή για τα ευρωπαϊκά δεδομένα ρυθμό: το ΠΑΣΟΚ του
Βενιζέλου προσεγγίζει το όριο κοινοβουλευτικής επιβίωσης, ενώ τα άλλα κομμάτια
και θρύψαλα έχουν μπει σε μια μάταιη αναζήτηση μιας «ανασύνθεσης», μιας
ελληνικής εκδοχής της ιταλικής «Ελιάς». Κάθε νέα δύναμη (πχ ΔΗΜΑΡ) που
προσχωρεί σε αυτόν το βάλτο, μπαίνει σχεδόν ακαριαία στην κρεατομηχανή των
κρίσεων-διασπάσεων, που προκαλεί η εργατική και λαϊκή οργή.
Η ανασύνταξη της σοσιαλδημοκρατίας είναι αδύνατη για όσο διάστημα θα
είναι αδύνατη για την κυρίαρχη τάξη μια πολιτική στοιχειωδών παραχωρήσεων και
κοινωνικής διαπραγμάτευσης.
Μέσα σε αυτό το κενό ηγεσίας και προοπτικής από την πλευρά των
παραδοσιακών αστικών πολιτικών δυνάμεων, αναδεικνύεται ο κίνδυνος του
αυταρχισμού, της αντιδημοκρατικής στροφής στο ισχυρό κράτος και στις πολιτικές
πυγμής, ενδεχόμενο για το οποίο προειδοποιούσε και προειδοποιεί η (με
σκανδαλώδη κρατική στήριξη) ανάπτυξη των νεοναζί της ΧΑ. Απέναντι σε αυτό το
ενδεχόμενο, μοναδική ασπίδα προστασίας ήταν και είναι η δύναμη του εργατικού
και λαϊκού κινήματος στην Ελλάδα, η δύναμη που στήριξε την εκτόξευση της
Αριστεράς (και κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ), η δύναμη που επέβαλλε το πρώτο χτύπημα στη
ΧΑ μετά τη δολοφονία του Π. Φύσσα, η μόνη δύναμη που μπορεί να συντρίψει
ολοκληρωτικά τους νεοναζί και να υπερασπίσει τα δημοκρατικά δικαιώματα και
ελευθερίες.
β. Οι από κάτω, δεν θέλουν πλέον να κυβερνώνται
όπως πριν
Απέναντι στις μνημονιακές πολιτικές, η εργατική τάξη και ο κόσμος στην Ελλάδα αντέταξαν μια παρατεταμένη και σκληρή αντίσταση, σε κορυφαίο επίπεδο σε όλη την Ευρώπη.
Στην εποχή των μνημονίων, οι καθεστωτικές δυνάμεις πολλές φορές (πχ στις
μέρες μετά την Μαρφίν) εκτίμησαν ότι ξόφλησαν με τον παράγοντα της αντίστασης.
Όμως, στην επόμενη στροφή βρήκαν ξανά μπροστά τους, ακόμα πιο μαζικές και
οργισμένες, τις εργατικές και λαϊκές κινητοποιήσεις. Αυτή είναι και η απάντηση
σε όσους σήμερα μας δηλώνουν ότι «δεν τραβάει ο κόσμος», επιχειρώντας –κυρίως
οι της συνδικαλιστικής ηγεσίας- να φορτώσουν τις δικές τους ανικανότητες ή
προδοσίες στην ευθύνη του κόσμου.
Η ευθύνη των συνδικαλιστικών ηγεσιών –κυρίως της σοσιαλδημοκρατίας-
είναι ιστορική. Αποδεχόμενοι τα μνημόνια, προσπαθώντας να διασώσουν τους
συνδικαλιστικούς μηχανισμούς αλλά όχι τα εργατικά και κοινωνικά δικαιώματα,
οδήγησαν τα συνδικάτα –σε περίοδο μαζικών εργατικών αγώνων!- σε ιστορική κρίση.
Σε συνδυασμό με την καθυστέρηση στην ανάπτυξη άλλων κοινωνικών οργανώσεων, το
αποτέλεσμα είναι
να λείπει από τον κόσμο της εργασίας ένα κρίσιμο εργαλείο για την υπεράσπιση του εαυτού του σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο.
να λείπει από τον κόσμο της εργασίας ένα κρίσιμο εργαλείο για την υπεράσπιση του εαυτού του σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο.
Ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων δημιουργεί μια στρεβλή εικόνα: Από τη
μια, η εργατική τάξη να εμφανίζεται ότι δεν μπορεί να αντιγυρίσει τα χτυπήματα,
να ανατρέψει, άμεσα, τα μνημόνια και τις πολιτικές λιτότητας. Από την άλλη, να
δίνει ο κόσμος μια πρωτοφανή δύναμη στην Αριστερά, να στηρίζει μια πολιτική
λύση (κυβέρνηση Αριστεράς) που αντέχει, παρόλο που εναντίον της ενώθηκαν όλα τα
«σφυριά» του συστήματος.
2. Η κυβέρνηση της Αριστεράς
Σε συνθήκες αυτού του πολιτικού αδιεξόδου και σε αυτήν την ακραία πόλωση μεταξύ των βασικών κοινωνικών δυνάμεων, η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν μπορεί να υπάρξει στην Ελλάδα σαν μια ειρηνική επανάληψη των κυβερνήσεων της (κεντρο)αριστεράς στην Ευρώπη τα τελευταία 20 χρόνια (πληθυντική Αριστερά στη Γαλλία, κυβέρνηση Πρόντι στην Ιταλία), ή να έχει τη δυναμική και τη βιωσιμότητα των παλαιότερων κυβερνήσεων της Αριστεράς στη Λατινική Αμερική (πχ της πολυετούς διακυβέρνησης του Λούλα στη Βραζιλία, με την ανοχή της αστικής τάξης).
Όσοι, μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, σκέφτονται έτσι, σκέφτονται για απόλυτα ουτοπικά
σενάρια.
Η κυβέρνηση της Αριστεράς, μέσα στην τόσο βαθιά κρίση στην Ελλάδα
σήμερα, θα έχει ακραία περιπετειώδη χαρακτήρα: ή θα υποχρεωθεί να προδώσει
σχεδόν άμεσα τις εργατικές-λαϊκές διαθέσεις, με αποτέλεσμα την τραγική ή κωμική
κατάρρευσή της.
Ή θα υποχρεωθεί να πάρει μέτρα κατεδάφισης κρίσιμων καθεστωτικών
επιλογών, καλώντας «επί σκηνής» την κινητοποιημένη κοινωνία και ανοίγοντας το
δρόμο για ανατροπές ευρύτερες από την κοινοβουλευτική κατάκτηση της
κυβερνητικής «εξουσίας».
Για αυτά τα διλλήματα και για αγώνες σε αυτό το επίπεδο οφείλουμε να
προετοιμαζόμαστε.
Θα παλέψουμε για την ανατροπή του Σαμαρά, για την ανατροπή των μνημονίων
και της λιτότητας, για το ολοκληρωτικό τσάκισμα των ναζί, για μια κυβέρνηση της
Αριστεράς. Θα χρειαστεί να δώσουμε μάχη -με μη δεδομένη έκβαση- για την
προγραμματική και πολιτική κατεύθυνση αυτής της κυβέρνησης, για την ταξική της
αναφορά. Θα οφείλουμε να την υπερασπίζουμε από τις επιθέσεις από δεξιά, αλλά
και να υπερασπίζουμε την εργατική τάξη και τον κόσμο από τις δικές της
ανεπάρκειες, ταλαντεύσεις ή και στροφές δεξιά που είναι κάθε άλλο από απίθανες.
Επαναλαμβάνουμε την εκτίμηση ότι για εμάς η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν είναι ο
τελικός σταθμός (που μπορεί, τάχα, να σώσει το λαό, τη χώρα κλπ), αλλά,
αντίθετα, ένας «μεταβατικός» σταθμός που, είτε θα ανοίξει το δρόμο προς τη
γενικότερη σοσιαλιστική απελευθέρωση, είτε θα καταρρεύσει μέσα από μια
ατιμωτική ήττα.
Σε αυτές τις συνθήκες γίνεται φανερό ότι οι εξελίξεις στο εσωτερικό του
ΣΥΡΙΖΑ είναι παράγοντας αποφασιστικής σημασίας. Η Συνδιάσκεψη εγκρίνει και
επιβεβαιώνει τις πρωτοβουλίες της απερχόμενης ΚΕ για τη συγκρότηση
ριζοσπαστικής-αριστερής πτέρυγας στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, με τη μορφή του
συμμαχικού σχήματος της Αριστερής Πλατφόρμας. Στις μέρες που έρχονται η ΔΕΑ θα
στηρίζει την πιο προωθημένη δυνατή συγκρότηση της ΑΠ σε επίπεδο οργανωτικό,
προγραμματικό, πολιτικής τακτικής.
Με βάση τις εκτιμήσεις μας, τα διλλήματα που έρχονται θα έχουν όλο και
πιο σκληρό και διχαστικό χαρακτήρα. Γι’ αυτό, η έμφασή μας θα είναι στην
ανεξάρτητη συγκρότηση του Κόκκινου Δίκτυου και στη στήριξη του Rp ως «οργάνου»
αυτής της δικτύωσης. Θα πρέπει, επειγόντως, να συσπειρώσουμε γύρω μας έναν
κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ που μπορεί να κινηθεί με βάση τη δική μας τακτική, άποψη και
ρυθμό.
3. Λαϊκές Επιτροπές
Η επιλογή των Λαϊκών Επιτροπών –που μέσα από πρόταση της ΑΠ έχει τυπικά γίνει αποδεκτή από τον ΣΥΡΙΖΑ- είναι κρίσιμης σημασίας.
Απαντά στο ζήτημα ότι οι σχέσεις μας δεν πρέπει να περιορίζονται μόνο
μέσα στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ.
Απαντά, με τον πιο ουσιαστικό τρόπο, στο ερώτημα τι μορφή μπορεί να
πάρει η ενότητα δράσης όλης της Αριστεράς, με δεδομένη τη σεχταριστική τακτική
του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, στον κόσμο του, στην αριστερά
του.
Απαντά στο ερώτημα του πού και πώς πρέπει να συνενώνεται ο ευρύτερος
κοινωνικός-αντιμνημονιακός αγώνας με την αναγκαία αντιφασιστική πάλη.
Κυρίως, όμως, αποτελεί την αρχή της απάντησης σε ένα καθοριστικό ζήτημα:
στην καθυστέρηση της ανάπτυξης κοινωνικών οργανώσεων όπου ο ίδιος ο κόσμος
διαμορφώνει αιτήματα, τακτικές διεκδίκησης, μόνιμη συμμετοχή και
πολιτικοποίηση. Τις Λ.Ε. τις βλέπουμε με έναν πιο μόνιμο και στρατηγικό
χαρακτήρα: Θα θέλαμε να αναδειχθούν σαν εργαλεία μάχης για την ανατροπή του
Σαμαρά, αλλά και σαν «έμβρυα» ανεξάρτητης οργάνωσης του εργατικού-λαϊκού
παράγοντα ενόψει των προκλήσεων που μπορεί να αντιμετωπίσει με μια κυβέρνηση
της Αριστεράς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου