του Στ. Τζουμάκα |
από τμήματα των νεοφιλελεύθερων του ΠΑΣΟΚ, όσο και της Νέας Δημοκρατίας σε σύμπλευση με παράγοντες και κύκλους του Βερολίνου, των Βρυξελλών και του Παρισιού.
Είναι το πραγματικό κέντρο λήψης αποφάσεων και επιβολής τους πέρα, παρά και πάνω από τους δημοκρατικούς θεσμούς, από τη δημόσια πολιτική σφαίρα, το σχέδιο του οποίου έχει στρατηγικό βάθος και εκτυλίσσεται με πολλαπλές όψεις.
Το κατονόμασα ήδη από το 2000, ως τα «νέα Ανάκτορα». Η «νέα καμαρίλα», η οποία επιχειρεί τόσο τη κυριαρχία πάνω στη χώρα και στο παραγόμενο πλούτο της όσο και τη χειραγώγηση των πολιτών, προωθεί πλέον τη στρατηγική του «τιμωρητικού» νεοφιλελευθερισμού, της «ανατολικοευρωπαιοποίησης» της Ελλάδας, με την ίδια επιμονή που προωθούσε την προηγούμενη δεκαετία την οικονομία της φούσκας αλά ελληνικά. Τότε η επίκληση ήταν ο εκσυγχρονισμός. Σήμερα είναι ο μονόδρομος των εξωπραγματικών και αποτυχημένων μνημονίων.
Στην πραγματικότητα, ο στόχος ήταν πάντα και παραμένει η περαιτέρω κερδοφορία και ενίσχυση του ρόλου του παρασιτισμού και του μεταπρατισμού, ο οποίος ιστορικά κυριάρχησε στην ελληνική εθνική Οικονομία, εξ ου και διαχρονικά υφίστατο έλλειμμα παραγωγικής συγκρότησης και αστικό-δημοκρατικής ακόμα εξέλιξης. Οι μεταπολεμικές εξελίξεις ενίσχυσαν περαιτέρω το ρόλο του παρασιτισμού που διέθετε ως συμμάχους το στρατό, το παλάτι, τη δεξιά παράταξη και τμήματα του Κέντρου.
Στη μεταδικτατορική Ελλάδα, η απώλεια των δύο στηριγμάτων του κατεστημένου- στρατού και Βασιλείας- και η έλευση νέων δυνάμεων στη πολιτική μέσα από το ΠΑΣΟΚ, αποδυνάμωσε πρόσκαιρα την ισχύ του παρασιτικού κεφαλαίου. Ωστόσο, η ανικανότητα κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ να προωθήσουν την παραγωγική ανασυγκρότηση επαρκώς και να συγκρουστούν με τον πυρήνα του κατεστημένου, αντί μόνο με τον πολιτικό βραχίονά του καθώς και η προϊούσα αλλοτρίωση του ίδιου του ΠΑΣΟΚ και στελεχών του, επέτρεψε τον πλήρη έλεγχό των τηλεοπτικών αλλά και πολλών ραδιοφωνικών δικτύων από συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα.
Επίσης, συνέβαλε καθοριστικά και στη προώθηση πολιτικών-τηλεοπτικών προϊόντων που με τη στήριξη επιχειρηματιών και «καναλαρχών» αποτέλεσαν τους τηλε-βουλευτές, τηλε-υπουργούς και «τηλε-περσόνες» και επέτρεψαν τη κυριαρχία του διαπλεκόμενου τριγώνου: Τραπεζίτες, καναλάρχες, ελεγχόμενοι πολιτικοί.
Σε αυτό το σημείο είναι κρίσιμο να επισημάνουμε ότι είναι απαραίτητη η διάκριση ανάμεσα σε τράπεζες και σε τραπεζίτες. Είχαν κερδοφορία –τα τελευταία δέκα χρόνια– πλέον των 40 δις. Και τώρα εμφανίζουν κρίση ρευστότητας. Η Τράπεζα της Ελλάδος ασκούσε πλημμελή έλεγχο και ως προς το ότι –παρά τους κανόνες– παρέχονταν δάνεια στους μετόχους τους. Καθώς επίσης, και δάνεια σε προβληματικά ΜΜΕ, στα οποία πολλοί τραπεζίτες και εφοπλιστές είναι μέτοχοι ενώ ταυτοχρόνως είναι μέτοχοι και στις τράπεζες. Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα σχέσεων και συμφερόντων. Με εξαγωγή κεφαλαίων σε off-shore εταιρείες.
Η Ελλάδα διαθέτει τη μεγαλύτερη πυκνότητα σε ΜΜΕ ανά κάτοικο στην Ευρώπη. Εάν κανείς εξετάσει τα στοιχεία και τα δεδομένα, τότε θα διαπιστώσει ότι σχεδόν όλα τα ΜΜΕ είναι υπερχρεωμένα. Όλα σχεδόν είναι με ελλείμματα. Οι ιδιοκτήτες τους εξαργυρώνουν τα κέρδη σε άλλη μορφή (διαπλοκή-πολιτική επιρροή). Ενδεικτικά, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία υπάρχουν 22 ημερήσιες και κυριακάτικες εφημερίδες με έδρα την Αθήνα, 280 τοπικές εφημερίδες, 10 τηλεοπτικοί σταθμοί πανελλήνιας εμβέλειας και 135 τοπικοί. Επίσης, ορισμένοι δημοσιογράφοι που εργάζονται σε μεγάλες εφημερίδες και τηλεοπτικούς σταθμούς ταυτόχρονα προσφέρουν υπηρεσίες επ αμοιβή σε γραφεία τύπου κρατικών οργανισμών καθώς και σε τράπεζες, εταιρείες ή σε υπουργεία. Δεν είναι παράδοξο επομένως, το γεγονός ότι σύμφωνα με την οργάνωση «Διεθνής Διαφάνεια», οι Έλληνες θεωρούν τα ΜΜΕ το ίδιο διεφθαρμένα, όπως και τα πολιτικά κόμματα.
Το 1989, με μια απαράδεκτη πολιτική απόφαση, δόθηκαν προσωρινές άδειες στους «καναλάρχες» για να εκπέμπουν και έκτοτε -23 χρόνια τώρα- δεν τολμά καμία πολιτική ηγεσία να νομοθετήσει κανόνες. Επιπλέον, επετράπη στους ιδιωτικούς σταθμούς να έχουν και εφημερίδες. Επρόκειτο για μια απαράδεκτη απόφαση διότι έτσι δημιουργήθηκαν ανεξέλεγκτα μονοπώλια και κυρίως μονοπώλια, των οποίων τα συμφέροντα δεν είχαν, ούτε και έχουν κάποια σχέση με την ενημέρωση, τον τύπο ή τα ΜΜΕ.
Οι περισσότεροι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί στην Ελλάδα ανήκουν σε εταιρείες, οι οποίες δραστηριοποιούνται ταυτόχρονα στη ναυτιλία, στον τραπεζικό τομέα, στις τηλεπικοινωνίες, στη φαρμακοβιομηχανία ή στη βιομηχανία πετρελαίου. Εξυπηρετούν επομένως, τα συμφέροντα των εταιρειών τους ελέγχοντας εκτεταμένα τμήματα κυβερνητικών και πολιτικών δραστηριοτήτων.
Το ότι αυτή η διαπλοκή είναι τόσο προκλητική και δεν αφήνει κανένα περιθώριο σε κριτικές φωνές, δίδει σε κάθε δημοκρατικό άνθρωπο, το δικαίωμα να μιλά για «τηλεοπτική δικτατορία», για «τηλεοπτική χούντα», για χειραγώγηση μέχρις υστερίας, για εμπόριο φόβου και κινδυνολογίας και για φίμωση κάθε αντίθετης γνώμης.
Η εξέλιξη αυτή ανατρέχει 20 χρόνια και πλέον πίσω. Υπήρξαν φάσεις έντονης προσπάθειας ελέγχου της πολιτικής ζωής συνηθέστερα με στόχο το ΠΑΣΟΚ ως ηγεμονικό εκφραστή της πολιτικής εκείνη τη περίοδο. Από την προσπάθεια διάλυσής του το ‘89 έως τη μάχη άλωσής του εκ των έσω το 2007, το τριγωνικό αυτό σύστημα, η «νέα καμαρίλα» αξιολόγησαν ως βασική προϋπόθεση προώθησης των συμφερόντων τους, τον πλήρη έλεγχο του δικομματισμού και μάλιστα του ΠΑΣΟΚ.
Ειδικά σήμερα, που η στρατηγική του νεοφιλελευθερισμού όχι μόνο δε βγάζει την ελληνική κοινωνία, την οικονομία και τη χώρα από την κρίση αλλά με τις επιλογές αυτές οδηγεί στη διαιώνισή της, η προσπάθεια απολύτου ελέγχου της πολιτικής ζωής αποτελεί όρο ύπαρξης του συμπλέγματος αυτού, προκειμένου οι λαϊκές αντιδράσεις και η ριζοσπαστικοποίηση εκτεταμένων κοινωνικών στρωμάτων να μείνουν επιφανειακές και εν τέλει ακίνδυνες.
Σε αυτή τη στόχευση αποπροσανατολισμού των πολιτών εντάσσεται τόσο η πολιτική ελέγχου του δικομματισμού, υπό την οικονομική στήριξη των τραπεζιτών με δάνεια και διαφημιστικά πακέτα προς τα ΜΜΕ και με χορηγίες προς τους ελεγχόμενους πολιτικούς όσο και η εντεινόμενη προσπάθεια χειραγώγησης των πολιτών σχετικά και με τις επερχόμενες εκλογές και την ποδηγέτηση των μετεκλογικών εξελίξεων.
Οι δυνάμεις της συντήρησης βομβαρδίζουν το εκλογικό σώμα με μια ακατάσχετη προπαγάνδα καθότι το βράδυ της Κυριακής δεν θα υπάρξουν μονοκομματικές λύσεις. Το πρόβλημα των πολιτικών συμμαχιών και συνεργασιών θα αποτελέσει ζήτημα, για την επόμενη πολιτική περίοδο. Η αναμέτρηση θα γίνει ανάμεσα στον νεοφιλελευθερισμό και στις προοδευτικές θέσεις για την έξοδο της χώρας από την κρίση, κάτω από οποιουσδήποτε συσχετισμούς.
Στα ίδια πλαίσια χειραγώγησης όσον αφορά τις επερχόμενες εκλογές, εντάσσεται και η προσπάθεια αποπροσανατολισμού των πολιτών από τα κατεστημένα ΜΜΕ μέσω της μετατόπισης του πεδίου της πολιτικής αντιπαράθεσης από το κρίσιμο ζήτημα του αδιεξόδου στο οποίο έχει οδηγηθεί η χώρα από την ασκούμενη νεοφιλελεύθερη πολιτική των μνημονίων. Με μεταφυσικές επικλήσεις περί «χάους» και περί «νόμου και τάξης» -χαρακτηριστικά των κατ’ επάγγελμα κινδυνολόγων- με την ανάσυρση θεμάτων υπαρκτών μεν, αλλά ασύνδετων με το κυρίαρχο θέμα της κρίσης και της εξόδου από αυτήν, όπως το μεταναστευτικό, επιδιώκουν να διεγείρουν συντηρητικά αντανακλαστικά σε τμήματα των πολιτών. Καταδεικνύουν έτσι, σε τι εκτίμηση έχουν τόσο την ιδιότητα των πολιτών όσο και το δικαίωμα τους να δώσουν τη λύση που θα επιλέξουν οι ίδιοι.
Όσον αφορά το ΠΑΣΟΚ, βασική επιδίωξη αυτού του συμπλέγματος, είναι η λαφυραγώγηση του και το χτύπημα των προοδευτικών δυνάμεων του ΠΑΣΟΚ προκειμένου να εγκαταστήσουν σε αυτό πρόθυμες δυνάμεις για τη διαιώνιση μιας αποτυχημένης πολιτικής που θα επιτείνει το αδιέξοδο της χώρας.
Ο ρόλος των ΜΜΕ ήταν και είναι καθοριστικός τόσο στην απαξίωση της πολιτικής όσο και στην επέκταση της δημοσιονομικής υστερίας και της διαιώνισης της κρίσης. Συγκεκριμένα, αφού στο τέλος του 2009 και σχεδόν όλο το 2010 κανοναρχούσαν όλη την ελληνική κοινωνία ότι η χώρα θα βγει από το ευρώ, θα χρεοκοπήσει και το μνημόνιο είναι μονόδρομος, όψιμα άρχισαν να ανακαλύπτουν ότι όλη αυτή η πολιτική ήταν μια μεγάλη αποτυχία: οδήγησε στο φαύλο κύκλο της λιτότητας, της φτώχειας,, της ανεργίας και της ύφεσης,.
Είναι καθαρά υποκριτική η στάση τους, και αυτών και των πολιτικών υποστηρικτών τους. Ο μετ’ επιτάσεως ύμνος στον ιδιωτικό τομέα δεν είναι παρά μια νέα προσπάθεια λαφυραγώγησης των υποδομών του δημόσιου τομέα. Προκειμένου να δημιουργήσουν και νέα ιδιωτικά μονοπώλια. Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες τους στην Ελλάδα, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, αποβλέπουν σε άμεσο οικονομικό κέρδος χωρίς να έχουν επενδύσει σε στρατηγικού χαρακτήρα τομείς για την ανάπτυξη της χώρας.
Οι πολιτικές αυτές διαχρονικά οδήγησαν σε συρρίκνωση ή και σε διάλυση τη παραγωγική βάση της χώρας σε κλαδικό και περιφερειακό επίπεδο, στα πλαίσια μιας στρεβλής ανάπτυξης όπου η πραγματική οικονομία υποσκελίστηκε από τη χάρτινη μέσω μονοπωλιακών πρακτικών, με τα καρτέλ, με τις χαριστικές συμβάσεις, με τις ανομίες των προμηθειών του δημοσίου και τις πρωτοφανείς σπατάλες του δημοσίου, με τη συγκέντρωση πλούτου και πολιτικής δύναμης από μια παρασιτική ολιγαρχία που κατέχει τα ΜΜΕ και προβαίνει σε συστηματική χειραγώγηση και παραπληροφόρηση αναφορικά με τα πραγματικά προβλήματα της χώρας.
Το δομικό πρόβλημα της χαμηλής παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας δεν είναι οι αμοιβές που προτάσσει το σύμπλεγμα αυτό. Το καθοριστικό είναι ότι δεν αναπτύχθηκαν στη χώρα, κλάδοι παραγωγής με υψηλή προστιθέμενη αξία. Η επιχειρηματική τάξη της χώρας δεν θεωρούσε επικερδή μια τέτοια επιλογή. Ανάλογες ευθύνες είχαν και οι κυβερνήσεις που δεν ενίσχυσαν πολιτικές στη καινοτομία, στην έρευνα, στη ποιοτική παραγωγή και τις υπηρεσίες, στην ποιοτική αναβάθμιση των εκπαιδευτικών μονάδων, στη αξιοποίηση των φυσικών πόρων, για την «αξιοβίωτη» ανάπτυξη. Ταυτόχρονα με την καταπολέμηση των στρεβλώσεων της αγοράς και της ύπαρξης καρτέλ και ολιγοπωλίων σε όλους τους κομβικούς τομείς της οικονομίας που λειτουργούν με υψηλά περιθώρια κέρδους και με τη στήριξη και συνεργασία με το παραγωγικό κεφάλαιο της χώρας σε μια τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης και εξόδου από την κρίση.
Η κλασική συνταγή του νεοφιλελευθερισμού που οδηγεί στην καταστροφή ενός μεγάλου μέρους των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας, με περαιτέρω μείωση των εισοδημάτων των εργαζομένων, με συρρίκνωση των κοινωνικών και εργατικών τους δικαιωμάτων ή με την προώθηση ανασφαλούς και χαμηλά αμειβόμενης εργασίας, θα συνεχίζει να αναπαράγει τα αδιέξοδα στη χώρα. Πουθενά στον κόσμο η νεοφιλελεύθερη πολιτική δεν έδωσε λύσεις και διέξοδο. Χρειάζεται μια ουσιαστική, αναπτυξιακή αξιολόγηση της εθνικής οικονομίας ανά κλάδο και περιφέρεια με στόχο να ενισχυθούν οι βιώσιμοι κλάδοι της εθνικής οικονομίας και οι δυνατότητες ενίσχυσής τους, στο πλαίσιο μεσοπρόθεσμου, δημοκρατικού σχεδιασμού.
Σήμερα, η παραδοσιακή ολιγαρχία, το παρασιτικό κεφάλαιο και γνωστά τμήματα της κλεπτοκρατίας και της λαφυραγώγησης των παραγωγικών πόρων της χώρας, σε συμπόρευση με τους δανειστές και με το πρόσχημα ενός δήθεν «εθνικού» ενδιαφέροντος για το δημόσιο χρέος της χώρας, επιχειρούν να καθορίσουν την πορεία και την εξέλιξη της κρίσης με βάση τα δικά τους συμφέροντα, προκειμένου τον λογαριασμό να εξακολουθήσει να τον πληρώνει η ελληνική κοινωνία με μέτρα λιτότητας , ανεργίας και ύφεσης.
Με τον έλεγχο των ΜΜΕ, αναγάγουν ως αυτονόητο τον καθημερινό εκβιασμό των πολιτικών δυνάμεων της χώρας από κύκλους της Ε.Ε. και διαμορφώνουν επίσης, μια πρωτοφανή επιχείρηση υποκατάστασης της πολιτικής ζωής της χώρας καθότι ήδη με τις αποφάσεις του Eurogroup, προωθείται η υποσκέλιση τομέων της δημόσιας διοίκησης από την επιτόπια επιτήρηση της τρόικας και της «ομάδας κρούσης».
Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα οικονομικό-πολιτικής εξουσίας το οποίο πίσω από το χρέος και τους δανειστές, επιχειρεί την εκ νέου προώθηση και διασφάλιση των συμφερόντων του, τη διαιώνιση του νεοφιλελεύθερου σχεδίου και την ποδηγέτηση της πολιτικής ζωής της χώρας.
Καθοριστική στρατηγική που μπορεί να ενώσει το λαό και το πολύ-διασπασμένο ΠΑΣΟΚ και γενικότερα το δημοκρατικό και προοδευτικό χώρο, είναι: Μια Νέα πολιτική και οικονομική συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με βασικές επιλογές :
Πρώτον: Τη σύνταξη ενός νέου –οικονομικά και κοινωνικά βιώσιμου-δημοσιονομικού προγράμματος σταθερότητας από κοινού με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και όχι από τη διακυβερνητική, στα πλαίσια της ανάκτησης της πολιτικής ισοτιμίας της χώρας.
Δεύτερο: Σύνταξη από κοινού με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενός έκτακτου προγράμματος χρηματοδότησης αναπτυξιακών δράσεων κατά κλάδο και περιφέρεια, με συμμετοχή και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων στα πλαίσια και της αποκατάστασης της βλάβης στην ελληνική οικονομία που επέφεραν τα αποτυχημένα και βίαια μέτρα κατά της χώρας από τις αποφάσεις της διακυβερνητικής της Ε.Ε αλλά και άλλων οργάνων της.
Τρίτο: Απαγκίστρωση της χώρας τόσο από το από το ΔΝΤ όσο και από την επιβολή της τρόικα, ακύρωση των μνημονίων και ανάκτηση της πολιτικής αυτονομίας της χώρας.
Τέταρτο: Πολιτικές και νομοθετικές πρωτοβουλίες για την επανάκτηση δικαιωμάτων των δυνάμεων της εργασίας και της παραγωγής και τη δίκαιη συμμετοχή τόσο για την έξοδο από τη κρίση όσο και για την αναδιανομή του ΑΕΠ της χώρας.
Πέμπτο: Τη προώθηση για συνολική λύση της ευρωπαϊκής κρίσης.
Για τις δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις ο δημοκρατικός δρόμος δεν μπορεί να είναι μια στρατηγική προστατευτισμού έξω από την Ε.Ε και το ευρώ. Αυτή η στρατηγική είναι άλμα στο κενό γιατί παραγνωρίζει το πραγματικό πρόβλημα της χώρας που δεν είναι η κρίση στο ευρώ αλλά η ίδια η καπιταλιστική αναδιάρθρωση και η διάλυση της παραγωγικής βάσης της χώρας. Χώρα που δεν παράγει, δεν τη σώζει το νόμισμα. Χωρά που δε φορολογεί, δεν τη σώζει το νόμισμα.
Για τις δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις ο δημοκρατικός δρόμος δεν είναι άλλος παρά η ανασύνταξη τους, έξω από τις επιλογές και τα συμφέροντα του νέου αυτού συμπλέγματος, της «νέα καμαρίλας», η συγκρότηση προοδευτικού, κυβερνητικού μπλοκ δυνάμεων στη βάση προγραμματικής σύγκλισης, η οργάνωση κινημάτων αλληλεγγύης και αντίστασης στο νεοφιλελευθερισμό και η επαναφορά της πολιτικής δραστηριότητας από την ιδιωτική, περίκλειστη σφαίρα της «νέας καμαρίλας», στη δημόσια, δημοκρατικά ελεγχόμενη σφαίρα. Οφείλουμε να συμβάλλουμε στην ανασυγκρότηση της ελληνικής κοινωνίας και της οικονομίας, στην προοδευτική έξοδο της χώρας από την κρίση και στην αλλαγή πλεύσης για μια κυβερνητική λύση με βάση αξίες όπως η Δημοκρατία, η Δικαιοσύνη, οι ελευθερίες, η εργασία, η παραγωγή, η δημιουργία και ο πολιτισμός, με βάση αρχές όπως η αρχή της πολιτικής ισοτιμίας και η αδιαπραγμάτευτη συμμετοχή μας στην Ε.Ε., στην Ευρωζώνη και στο ευρώ.
πηγή: http://stefanostzoumakas.blogspot.com/2012/04/9-2012.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου