Του Ν. Βούτση |
Οργή, οριακή αμφισβήτηση, θυμός, απόρριψη στερεοτύπων και...πολιτικών συνηθειών, αναζήτηση νέων συλλογικών δράσεων, συνυπάρχουν με τον φόβο, με την προϊούσα κατάθλιψη, με το δέος της αίσθησης του αδιεξόδου, με τη δήλωση μιας στάσης αποχής προς την πολιτική εν γένει. Δεν είναι μόνο, ούτε κυρίως, η αίσθηση της ήττας, της μη αποτελεσματικότητας των έντονων αγώνων που προηγήθηκαν, αυτό το στοιχείο που οδηγεί σ' ένα ιδιότυπο «μούδιασμα» τον κόσμο. Είναι, επίσης, η δύσκολα αποκρυπτόμενη, μέσα από πολιτικούς βερμπαλισμούς, πραγματικότητα της αδυναμίας, της άρνησης, της απουσίας εν τέλει αυτών των ενωτικών πολιτικών συγκλήσεων στον ευρύτερο χώρο της αριστεράς και των μαζικών αποδεσμεύσεων από το σημερινό ΠΑΣΟΚ. Η απουσία, δηλαδή, των πολιτικών διεργασιών που θα είχαν οδηγήσει ήδη ή θα ωρίμαζαν αποφασιστικά μια ριζοσπαστική ανατροπή του πολιτικού σκηνικού.
Λείπει, δηλαδή, η αυθεντική αντιστοίχηση των αναγκαίων πολιτικών διεργασιών για την ανατροπή των πολιτικών και της κυβέρνησης που τις έχει συνομολογήσει με την Ε.Ε. και το ΔΝΤ, με τις έντονες και μαζικές κοινωνικές διεργασίες που αναζωογονήθηκαν μέσα από τις πρωτόγνωρες συγκεντρώσεις των πλατειών και που σήμερα εκφράζονται κινηματικά με μαζικούς αγώνες και καταλήψεις στους επιμέρους χώρους.
Στην ανοιχτή πρόσκληση για συγκλήσεις, κοινή δράση μέσα στα κινήματα και για πολιτική συνεργασία με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης στο πλαίσιο μιας ευρείας αριστερής αντιμνημονιακής και αντινεοφιλελεύθερης συνάντησης όλων των δυνάμεων, συγκροτημένων και μη, της αριστεράς και της οικολογίας, υπήρξαν δημόσιες απαντήσεις και ενστάσεις που σίγουρα δεν αντιστοιχούν στην κρισιμότητα των προβλημάτων, στις ανάγκες της κοινωνίας και τις ευθύνες που δημιουργεί στην αριστερά η ιστορική περίοδος που διανύουμε. Ο απίστευτος και άκρως ενοχλητικός υποκειμενισμός, μαζί με ιδεολογικές εμμονές που ανάγουν την καθαρότητα της γραμμής σε ευαγγέλιο για τη συσπείρωση των αριστερών, είναι και πάλι, δυστυχώς, συμπτώματα παρόντα. Αντιλήψεις που εμποδίζουν την ενότητα, αλλά, κυρίως, απογοητεύουν και αποθαρρύνουν εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών που αναζητούν τη δικιά τους συμμετοχή μέσα σ' έναν ευρύ, πολυσυλλεκτικό και ανατρεπτικό πόλο των συνεργαζόμενων δυνάμεων της αριστεράς.
Είναι απολύτως θεμιτό, π.χ. για την ηγεσία της ΔΗΜ.ΑΡ., να θεωρεί ότι υπάρχει ένα μεγάλο κενό, λόγω των πολιτικών που ασκούν το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο η ίδια θα μπορούσε να καλύψει προσελκύοντας και δυνάμεις από την ευρύτερη κεντροαριστερά. Αυτή η εκτίμηση, σωστή ή λάθος θα το δείξει η Ιστορία, αφορά, προφανώς και μόνο, την ανάγκη επιβεβαίωσης και διακριτότητας, τη θεμιτή εμμονή και στράτευση για να υπάρξει το κόμμα αυτό αυτόνομα στην πολιτική σκηνή. Γιατί, όμως, αντιστρατεύεται αυτή η θεώρηση την προφανή ανάγκη για τη σύγκληση και την ενωτική δράση των δυνάμεων της αριστεράς, ώστε να ανατραπεί η κυβέρνηση και να προκύψει μέσα από εκλογές, που τις ζητάει και η ΔΗΜ.ΑΡ., ένας άλλος συσχετισμός, μια προοδευτική εναλλακτική λύση που θα αποδομήσει την πολιτική των μνημονίων και θα ακυρώσει τώρα τις βαριές, πιθανά ανεπίστρεπτες και χρονικά διευρυμένες συνέπειες που διαλύουν την κοινωνία μας;
Ομοίως, από άλλη σκοπιά δογματικής εμμονής σ' έναν λογικά ακατανόητο μοναχικό δρόμο, που βοηθάει, βεβαίως, πρακτικά, τη διαχείριση της παρούσας κυβέρνησης και την προπαγάνδα για «έλλειψη εναλλακτικής πρότασης» και «απουσία εναλλακτικού μπλοκ εξουσίας», η ηγεσία του ΚΚΕ κοροϊδεύει ανοικτά, με διάφορα ευφυολογήματα, τις προτάσεις για πλατιά ενότητα των δυνάμεων της αριστεράς. Εμμένει στο επιχείρημα ότι αν δεν ηττηθούν τα μονοπώλια και δεν βλαστήσουν οι δομές της λαϊκής εξουσίας, δεν θα έχει καμιά σημασία η όποια κυβερνητική αλλαγή που θα βασίζεται σ' ένα αριστερό πρόγραμμα, αν αυτό, μάλιστα, δεν ταυτίζεται απολύτως με το πρόγραμμα του ΚΚΕ, δηλαδή αντί της διαλεκτικής στη στρατηγική και της ευελιξίας στις συμμαχίες, επιλέγει την ανορθολογική «αυτοεκπλήρωση των προφητειών».
Δεν παραγνωρίζουμε, όπως είναι εύλογο, ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης, ότι η πλουραλιστική αριστερά, οι διάφορες αριστερές με τη δικιά τους διαδρομή και στρατηγική, ότι η «συνάντηση» των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ με όλο το εύρος των δυνάμεων που συγκροτεί το φάσμα από τους αριστερούς σοσιαλιστές μέχρι την πολιτική ριζοσπαστική οικολογία και την ιστορική εξωκοινοβουλευτική αριστερά, θα αποδέχεται και θα γονιμοποιεί έναν δημόσιο χώρο διαλόγου και δράσης με την κατάθεση και καταγραφή των αναγκαίων πιο προωθημένων κοινών τόπων. Βεβαίως, όμως, και των διαφορετικών απόψεων, που υπάρχουν έτσι κι αλλιώς μέσα στα επιμέρους κόμματα και στους ψηφοφόρους τους, για σοβαρά ζητήματα τακτικής και στρατηγικής που αφορούν π.χ. θέματα, όπως η στάση πληρωμών και η έξοδος από το ευρώ και την Ε.Ε., όπως επίσης, πλευρές που αφορούν τα λεγόμενα «εθνικά ζητήματα» ή και μεγάλα σύγχρονα θέματα της ελληνικής κοινωνίας, όπως π.χ. το μεταναστευτικό ή ακόμα και η αντιμετώπιση των ναρκωτικών.
Αυτά όλα είναι δεδομένα, ιδιαίτερα για τον ΣΥΝ και τις άλλες δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, που έχουν έμπρακτα διαμορφώσει την κουλτούρα των ενωτικών ανασυνθέσεων. Οι αναγκαίες προσεγγίσεις και συνθέσεις, ακόμη και πάνω σ' αυτά τα ζητήματα, στρατηγικής και τακτικής, θα ευνοούνται μέσα στη συνύπαρξη, τον διάλογο, την κοινή δράση και την κοινή απεύθυνση σε μια δοκιμαζόμενη κοινωνία.
Διαφορετικά η πρόταξή τους ως «προαπαιτούμενα» μιας επιλεκτικής σύγκλησης δυνάμεων της αριστεράς οδηγεί σε ανόητες και δογματικές οχυρώσεις. Διχάζουν, στο όνομα της ενότητας, την αριστερά, την αποσπούν από την κοινωνία και την αποδυναμώνουν σημαντικά στην αναγκαία σύγκληση με όσες δυνάμεις της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας συμμετέχουν στους σημερινούς ταξικούς και πολιτικούς αγώνες για την ανατροπή της κυβέρνησης και των πολιτικών που αυτή ασκεί.
ΑΥΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου