Θεωρούνται μια από τις...
πιο καλά ενσωματωμένες εθνικότητες στη Γερμανία. Τα παιδιά τους και τα παιδιά των παιδιών τους, από τα οποία δεν είναι λίγα αυτά που έχουν διαλέξει Γερμανούς συντρόφους στη ζωή τους, διακρίνονται για την σχετικά καλή σχολική τους μόρφωση, κατέχουν διευθυντικές θέσεις στη χώρα που ζουν, και γενικά δύσκολα μπορεί να φαντασθεί κανείς αρκετούς τομείς στην τέχνη και τον πολιτισμό χωρίς την παρουσία τους.
«Δεν αναρωτηθήκαμε για την ποιότητα της εργασίας, αν ήταν δύσκολη ή εύκολη, αυτό ήταν δευτερεύουσας σημασίας για μας. Η βασική μας έγνοια ήταν να έχουμε δουλειά για να ζήσουμε εμείς και για να στείλουμε λίγα χρήματα στην οικογένεια, ώστε να μπορέσουν κι αυτοί να ζήσουν κάπως καλύτερα», έτσι περιγράφει ο Κώστας Αλεξανδρίδης στο Ακουστικό Αρχείο Μετανάστευσης τον λόγο που τον έκανε να ακολουθήσει σε πολύ νεαρή ηλικία τον αδελφό του στη Γερμανία. Ήταν το έτος 1961, ένα χρόνο μετά την υπογραφή του συμφώνου προσέλκυσης εργατών από την Ελλάδα -η τρίτη του είδους της-, μια συμφωνία που είχε συνάψει η Γερμανία στην περίοδο του οικονομικού της θαύματος, όταν έπρεπε να καλύψει τις ανάγκες της σε εργατικό δυναμικό, με την ελληνική κυβέρνηση. Στις 30 Μαρτίου 2010 εορτάσθηκε η πεντηκοστή επέτειος αυτής της συμφωνίας.
Ένας στους δέκα μετανάστευσε

Δεν γίνονταν όμως πάντα δεκτοί με ανοιχτές αγκάλες όλοι εκείνοι που αναζητούσαν μια καλύτερη τύχη στη Γερμανία. Μεγάλο εμπόδιο αποδείχτηκε για πολλούς, στην αρχή ήδη της διαδικασίας, η υποχρεωτική απόκτηση της πράσινης κάρτας που ήταν συνδεδεμένη με την ιατρική εξέταση. Από τη βουβωνοκήλη μέχρι μια θεραπευμένη φυματίωση, η εξέταση αυτή έπρεπε να φέρει στο φως κάθε μικρή ή μεγάλη αναπηρία και πάθηση που θα μπορούσαν ενδεχομένως να εμποδίσουν τον υποψήφιο εργάτη να φέρει σε πέρας τη σκληρή σωματική εργασία για την οποία τον προόριζαν, στην κυλιόμενη ταινία παραγωγής στο εργοστάσιο, στην υψικάμινο του μεταλλείου ή στην οικοδομή. Αντιθέτως η έλλειψη εξειδικευμένων γνώσεων ή η γλωσσική ανεπάρκεια δεν φαίνεται να έπαιζαν κανένα ρόλο. Εκτιμάται ότι ένα εκατομμύριο άνθρωποι, σχεδόν ένας στους δέκα Έλληνες, επιχείρησαν με την πάροδο του χρόνου με τον τρόπο αυτό το ταξίδι προς το άγνωστο, προς μια χώρα με τους κατοίκους της οποίας δεν τους συνέδεε καμιά επαφή και εμπειρία, παρά μόνο ίσως ό,τι είχαν βιώσει ως παιδιά στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, κατά τη διάρκεια της κατοχής της Ελλάδας από το γερμανικό στρατό.
Ερημωμένα χωριά

Η ελληνική εργατική αποδημία χαρακτηρίζονταν από ισχυρή εθνική συνοχή και αλυσιδωτή μετανάστευση. Δεν ήταν σπάνια περίπτωση οι μετανάστες ολόκληρων πόλεων στη Γερμανία να κατάγονται από την ίδια περιοχή. Υπήρχαν χωριά στην Ελλάδα που έχασαν το μισό τους πληθυσμό. Πίσω παρέμειναν μόνο οι γέροι και οι άρρωστοι ή οι πολύ μικροί σε ηλικία, οι οποίοι δεν θα μπορούσαν να εργασθούν στην ξενιτιά. «Πολλές οικογένειες έχουν διαλυθεί», κατήγγελλε το 1971 ο πρόεδρος κοινότητας Σάββας Δεληγιαννίδης στο πλαίσιο ενός ρεπορτάζ του ειδησεογραφικού περιοδικού Der Spiegel. Η ελληνική εφημερίδα «Το Βήμα» συνέκρινε τις συνέπειες της μαζικής εξόδου με τα χειρότερα δεινά του πολέμου: «Ολόκληρα χωριά έχουν ερημώσει, τα χωράφια εγκαταλείπονται ακαλλιέργητα, οι πλουτοπαραγωγικές πηγές μένουν ανεκμετάλλευτες.»
Άνω του μέσου όρου καλά ενσωματωμένοι οι Έλληνες μετανάστες

Με 354.000 άτομα οι ελληνικής καταγωγής πολίτες της Γερμανίας αποτελούν σήμερα την τέταρτη σε μέγεθος μεταναστευτική ομάδα του πληθυσμού. Έχοντας κατά μέσο όρο είκοσι έτη παραμονής στη χώρα, βρίσκονται, αν λάβουμε υπόψη και διεθνείς συγκρίσεις, στην κορυφή. Ένα τρίτο των Ελλήνων ζει στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, πάνω από 107.000 είναι εγκατεστημένοι στη Βάδη-Βυρτεμβέργη, περίπου 80.000 στη Βαυαρία. Παρά την εξαιρετικά επιτυχημένη ενσωμάτωση και της καινούριας γενιάς, οι παλαιότεροι – 45.000 των Ελλήνων που διαμένουν στη Γερμανία είναι άνω των 60 ετών – προσπαθούν να διατηρήσουν τις αξίες που είχαν φέρει κάποτε μαζί τους από την παλιά τους πατρίδα. Η προσπάθεια αυτή αντανακλάται στην ύπαρξη και λειτουργία μιας ζωντανής παράδοσης εκκλησιαστικών, αθλητικών και πολιτιστικών συλλόγων. Σε όλη τη Γερμανία υπάρχουν 144 ελληνικές κοινότητες με 60.000 μέλη. Αποτελούν απομεινάρια μιας άλλης εποχής, όταν οι Έλληνες μετανάστες άρρωστοι από νοσταλγία για τον τόπο τους και ελλείψει χρημάτων και εναλλακτικών δυνατοτήτων συναντιόντουσαν στον ελεύθερο χρόνο τους στους σιδηροδρομικούς σταθμούς, όπου βυθίζονταν γλυκά στις αναμνήσεις τους και με καημό παρατηρούσαν τα τρένα που έφευγαν για την πατρίδα.
Ο Roland Detsch
εργάζεται ως ελεύθερος συντάκτης, δημοσιογράφος και συγγραφέας στο Μόναχο και στο Landshut
Copyright: Goethe-Institut e.V., Online-Redaktion
Νοέμβριος 2010
Μετάφραση: Αικατερίνη Στεφανάκη
http://www.goethe.de/ins/gr/lp/kul/dug/gid/el6748690.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου