Δύο είναι τα κρισιμότερα συμπεράσματα που μπορεί να εξάγει κανείς από την επανεμφάνιση των εργατικών αγώνων όπως εμφανίζονται το τελευταίο διάστημα, με σημαντικότερο, φυσικά, το παράδειγμα των εργατών της Χαλυβουργικής στον Ασπρόπυργο.
Το πρώτο είναι πως μετά από μια αρκετά μεγάλη... περίοδο έκφρασης στο δρόμο μιας αριστερής, αστικής και ενσωματώσημης, κριτικής στα "κακώς κείμενα" του συστήματος, όπως αυτή κυριάρχησε στο "κίνημα των πλατειών", φαίνεται πως με αργά αλλά υπαρκτά βήματα καταλαμβάνουν το προσκήνιο οι εργατικοί, ταξικοί αγώνες. Δείχνει να παραμερίζει, με λιγότερο θόρυβο απ' ότι ξεκίνησε, η λογική των "αγανακτισμένων" πολιτών και ότι αυτή συμπαρασύρει μαζί της. Την διαταξική σύσταση με κυριαρχία των μικροαστικών στρωμάτων (διόλου αμελητέα ποσότητα στην ελληνική κοινωνία), την κατακραυγή για το "ανέντιμο" χαρακτήρα των πολιτικών που ακολουθούνται, την ουτοπία των νοικοκυραίων για μια καλύτερη, δικαιότερη αλλά σίγουρα καπιταλιστική οικονομία και δημοκρατία. Σε αυτό συνετέλεσε η απάντηση του συστήματος στη διαμαρτυρία των πλατειών με την επιβολή της μπότας της κοινοβουλευτικής δικτατορίας του Λ.Παπαδήμου και των συνοδοιπόρων του. Το αστικό μπλοκ εξουσίας έκανε σαφές και διακριτό, πως οι παράγοντες "πολιτικό κόστος", "αστική νομιμότητα και συνταγματικότητα", μπαίνουν στην άκρη όταν ριζικές και αναγκαίες λύσεις απαιτούνται για το κεφάλαιο. Κάθε άλλη πρόταση, είτε σοσιαλδημοκρατική, είτε επαναστατική, θα πρέπει πλέον να πάρει υπ'όψιν της αυτό το δεδομένο. Η ταξική σύγκρουση θα είναι σφοδρή, ολομέτωπη και σίγουρα υλική και πραγματική.
Φυσικά, όλα αυτά τα μικροαστικά στοιχεία δεν εξαφανίζονται στους εργατικούς αγώνες που ζούμε σήμερα. Η αμυντική έκφραση των αγώνων, η προσπάθεια "διάσωσης" των κατακτήσεων του παρελθόντος, η αντίσταση και όχι η αντεπίθεση είναι αυτό που τους χαρακτηρίζει. Μαζί συνυπάρχουν και μια σειρά από ιδεολογήματα, προίκα της κυριαρχίας των μικροαστικών στρωμάτων στην καθεστωτική Αριστερά. Παρόλαυτα οι αυτοί οι εργατικοί αγώνες έχουν ένα ποιοτικό στοιχείο που τους αναβαθμίζει. Η αντιπαράθεση και η αναμέτρηση τους γίνονται στη σφαίρα του πραγματικού. Των πραγματικών κερδοφοριών των καπιταλιστών, των υλικών προϋποθέσεων διαβίωσης της εργατικής τάξης, στο περιβάλλον της πραγματικής παραγωγής και αναδιανομής. Μόνο σε αυτό το πλαίσιο, ακόμη και ο αμυντικός αγώνας, μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να αποκτήσει επαναστατικά χαρακτηριστικά. Και μόνο σε αυτό το περιβάλλον, μπορεί να ευδοκιμήσει και να απαντηθεί το ερώτημα της παραγωγικής βάσης της κομμουνιστικής κοινωνίας, τα ερωτήματα του πόσο,τι, για ποιόν και γιατί παράγουμε και διανέμουμε. Οι απεργοί χαλυβουργοί, αλλά και οι άλλοι εργαζόμενοι κι εργάτες των πρόσφατων εργατικών κινητοποιήσεων σε αντίθεση με τις κυρίαρχες τάσεις στις πλατείες, ποντάρουν τη ζωή τους και το μέλλον τους, στη προσπάθεια τους να γίνουν άμμος στο γρανάζι που πρέπει να σπάσουμε, εάν εννοούμε πραγματικά το αντικαπιταλιστικό και επαναστατικό μας πρόσημο.
Το δεύτερο κρίσιμο συμπέρασμα, είναι πως αυτό οι εργατικοί αγώνες αποκτούν, εξ ανάγκης, τοπικό επιχειρησιακό χαρακτήρα. Απέναντι τους έχουν μεμονωμένους κεφαλαιοκράτες, που παρόλο την συνολική στήριξη που μπορεί ανά περίπτωση να τύχουν από το κράτος ή ενώσεις αφεντικών, αποτελούν τους άμεσους εργατικούς αντιπάλους και στόχους. Η διασπορά αυτών των εργατικών εκρήξεων, από το 2011 των πανεργατικών απεργιών, οφείλεται κατ΄αρχήν στην υλοποίηση στη βάση της οικονομίας των νόμων που ψήφισε η κυβέρνηση μέσα στο προηγούμενο έτος. Όμως υπάρχει ακόμη ένας σημαντικός λόγος. Η κραυγαλέα πια, "αδυναμία" της ΓΣΕΕ και της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας που τη στηρίζει να αποτελέσει συνδετικό συντονιστικό κρίκο, ενοποίησης των εργατικών αγώνων. Αδυναμία που φυσικά δεν εξαντλείται στα μέλη της πλειοψηφίας της διοίκησης της, αλλά είναι δομικό της χαρακτηριστικό που οφείλεται στον κρατικό συνδικαλισμό που σήμερα, πια, δεν υπάρχει λόγος να υπάρχει ούτε για τους "πάνω", ούτε για τους "κάτω". Αυτή τη δομική αδυναμία, ειναι επιλογή του ΠΑΜΕ να μην την απαντήσει. Παρόλες τις αντι-ΓΣΕΕ κορώνες, στην ουσία της πρότασης του, μετατοπίζει το ερώτημα, σε ερώτημα διακυβέρνησης από το ΚΚΕ, της οικονομίας της χώρας. Ανταλλάσσει, λοιπόν, το πρόβλημα επιβίωσης κι αγώνα που αντιμετωπίζει η εργατική τάξη, με ένα πρόβλημα που θεωρεί πως μπορεί να λύσει. Το πρόβλημα της επιλογής κόμματος από την επίσημη πολιτική σκακιέρα.
Αντιθέτως, αυτό που έχουμε πραγματικά ανάγκη είναι να διασφαλίσουμε τουλάχιστον την οριζόντια επικοινωνία των εργατικών αντιστάσεων και την ανάπτυξη ενός αποφασιστικου μορφώματος στα χέρια των εργαζομένων, όπου τα όποια συμπεράσματα και αναζητήσεις να μπορούν να παράγουν πολιτική πράξη, εργατική ανεξάρτητη και επαναστατική. Μια διαδικασία που πολιτικοποιεί τους εργατικούς αγώνες, στο βαθμό που, ταυτόχρονα μετατοπίζει τη ματιά ολόκληρης της κοινωνίας, από τη βιωσιμότητα της κυβέρνησης Παπαδήμου και τις δημοσκοπήσεις, στη υλική σφαιρα ανατροπής της καπιταλιστικής κοινωνίας. Η βάση των όποιων αναζητήσεων, τόσο στη μορφή, όσο και στο περιεχόμενο της επαναστατικής διαδικασίας, δεν μπορεί παρά είναι η αναγκαιότητα οικοδόμησης αυτού του μορφώματος. Η έναρξη και το αναγκαίο πρώτο βήμα της.
avanti_maestro
1 σχόλιο:
Ευχαριστούμε για την αναδημοσίευση.
Δημοσίευση σχολίου