του
Μ. Λαμτζίδη
Το «καθεστώς» σήμερα, στην Ελλάδα, δεν συμβιβάζεται με την ιδέα ότι η ελληνική δικαιοσύνη μπορεί να είναι ανεξάρτητη. Κορυφαία στελέχη του (πολιτικά, οικονομικά) έχουν εμπλοκές σε μικρά ή μεγάλα σκάνδαλα. Πράξεις ή παραλείψεις τους έχουν τεθεί κάτω από το μικροσκόπιο των δικαστικών και εισαγγελικών αρχών.
Η πραξικοπηματική απόπειρα «παραίτησης» των δύο οικονομικών εισαγγελέων, που έχουν επιφορτιστεί με την ποινική διερεύνηση διάφορων υποθέσεων με όψη σκανδάλου και ό,τι ακολούθησε, είναι η κορυφή του παγόβουνου. Το «καθεστώς» έχει ανοιχτούς λογαριασμούς με τη Δικαιοσύνη. Δεκάδες σοβαρές προσφυγές για θέματα που άπτονται της οικονομικής και περιβαλλοντικής του πολιτικής εκκρεμούν στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Για το τέλος επιτηδεύματος, το ειδικό τέλος ακινήτων (βλ. «χαράτσι» της ΔΕΗ κ.λπ.), την έγκριση της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για την εγκατάσταση μεταλλείων χρυσού στη Β.Α. Χαλκιδική κ.ά.
Αν ευδοκιμήσουν, η «κάλτσα» αρχίζει να ξηλώνεται. Ήδη, θαρραλέοι δικαστές των πολιτικών δικαστηρίων σε όλη την ελληνική επικράτεια, με προσωρινές διαταγές που εκδίδουν υπέρ των πολιτών, αναστέλλουν τη διαδικασία διακοπής της ηλεκτροδότησης νοικοκυριών και επιχειρήσεων αψηφώντας την «ντιρεκτίβα» του υπουργού Οικονομικών ότι για τις διαφορές για το «χαράτσι των ακινήτων» πρέπει να επιλαμβάνονται μόνο τα φορολογικά-διοικητικά δικαστήρια. Έτσι, σταδιακά αποδομήθηκε η πολιτική της κυβέρνησης για το «χαράτσι». Το όπλο των κυβερνώντων, ο φόβος και η ανασφάλεια των πολιτών έπαψε να είναι αποτελεσματικό. Και έπεται συνέχεια... Το «καθεστώς» και οι εκπρόσωποί του τρέμουν στην ιδέα ότι οι πολιτικές τους μπορεί να ανατραπούν και δικαστικά.
Από την άλλη, η «τρόικα» αδιαφορεί επιδεικτικά για την ουσιαστική απονομή δικαιοσύνης στην Ελλάδα και την πρόσβαση σε αυτήν, αν είναι θεμελιώδες συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα των Ελλήνων πολιτών. Με τη σύμπραξη πρόθυμων «εγχώριων συνταγογράφων» της, η τρόικα υπαγορεύει αλλαγές που μετατρέπουν τους μηχανισμούς της δικαιοσύνης σε απλούς εισπρακτικούς μηχανισμούς του κράτους. Η πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία που επιγράφεται «σχέδιο νόμου για τη δίκαιη δίκη και την αντιμετώπιση φαινομένων αρνησιδικίας» εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο και αυτόν τον σκοπό υπηρετεί βασικά. Αν αυτές οι ρυθμίσεις ψηφιστούν όπως είναι και στο σύνολό τους, θα συμβεί ακριβώς το αντίθετο από αυτό που είναι ο επίσημα διακηρυγμένος στόχος!
Και σε μόνιμη βάση παραβίαση της αρχής της δίκαιης δίκης θα έχουμε, και επίταση της «αρνησιδικίας» με άλλη μορφή βέβαια. Διότι, η μία μορφή της «αρνησιδικίας», είναι η κλασική, η σημαντική καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης. Η άλλη όμως είναι η έκδοση πλήρως «φαστ-φουντ» αναιτιολόγητων τύπου αποφάσεων και η επιβολή επαχθών οικονομικών εμποδίων στην πρόσβαση του απλού πολίτη στη Δικαιοσύνη, όπως π.χ. η αναγκαστική πληρωμή παραβόλου ύψους διακοσίων ευρώ για κατάθεση έφεσης στις πολιτικές υποθέσεις (ακόμα και στις εργατικές, στις οικογενειακές διαφορές κ.λπ.).
Καταλήγοντας, σε αυτό το σχέδιο νόμου επισημαίνονται τρεις κατηγορίες ρυθμίσεων: Α. Οι αδιάφορες για την επιτάχυνση των δικών.
Β. Οι καταρχήν θετικές, οι οποίες όμως είναι ελάχιστες, δεν μεταβάλλουν τη γενική εικόνα και οι περισσότερες είναι ανεφάρμοστες λόγω έλλειψης στοιχειώδους υποδομής (δικαστικά μέγαρα, ανύπαρκτος ή απαρχαιωμένος εξοπλισμός κ.λπ.) και προσωπικού (κενές οργανικές θέσεις δικαστών-εισαγγελέων και δικαστικών υπαλλήλων κ.λπ.).
Γ. Οι επικίνδυνες για το κράτος δικαίου και τα δικαιώματα των πολιτών, που αποτελούν την «απόλυτη πλειοψηφία» στο σώμα του νομοσχεδίου και προδίδουν τελικά την αληθινή πρόθεση του νομοθέτη, που είναι να μετατρέψει τα δικαστήρια - αφού «διώξει» υποθέσεις από αυτά περιορίζοντας και παρεμποδίζοντας την πρόσβαση των πολιτών στα δικαστήρια - σε καθαρό μηχανισμό είσπραξης δημοσίων εσόδων για χάρη των δανειστών μας και μόνο!
Η αριστερά απέναντι σε αυτή την πολιτική οφείλει να αντιτάξει μια άλλη στρατηγική που να περιλαμβάνει: Α. Διασφάλιση επαρκών πόρων για τις λειτουργίες της δικαιοσύνης.
Β. Θεσμική θωράκιση της ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών από κάθε απόπειρα κατάλυσής της.
Γ. Δημιουργία ενός μετώπου για μία Δικαιοσύνη ανεξάρτητη και αποτελεσματική, στο οποίο θα συμπράξουν ισότιμα όλοι οι παράγοντες δικηγόροι, δικαστές, εισαγγελείς, δικαστικοί υπάλληλοι με σκοπό να εμποδίσουν τον «εκτροχιασμό» του θεσμού από το συνταγματικό του πλαίσιο και να συνδιαμορφώσουν ένα σύγχρονο πλαίσιο λειτουργίας του θεσμού συνολικά.
Δ. Τη διασφάλιση του χαρακτήρα του θεσμού ως εγγυητικού των θεμελιωδών πολιτικών και κοινωνικών συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των πολιτών και της δυνατότητας απόλαυσης και πρόσβασής τους στα συλλογικά δημόσια αγαθά (περιβάλλον, εργασία, υγεία κ.λπ.).
Το αμέσως επόμενο διάστημα, λόγω της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης, εξοντωτικής για τους εργαζόμενους και τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα, οι λαϊκές και κοινωνικές αντιδράσεις θα ενταθούν. Αναγκαστικά όλα αυτά διέρχονται μέσα από τον δίαυλο της Δικαιοσύνης, γιατί τα μέτρα που λήφθηκαν, αλλά και τα μέτρα που θα ληφθούν, προσκρούουν σε ανυπέρβλητα συνταγματικά εμπόδια. Ο τρόπος λειτουργίας της δικαιοσύνης και η τύχη που επιφυλάσσει η κυβέρνηση στον θεσμό προκειμένου να εξυπηρετήσει τη «μνημονιακή» της πολιτική αποτελεί για την αριστερά ένα πεδίο σημαντικής αντιπαράθεσης με το «καθεστώς».
Προκειμένου η Δικαιοσύνη να εκπληρώσει τον ρόλο της ως πολιτειακής λειτουργίας ισότιμης με την εκτελεστική και τη νομοθετική και όχι ως «θεραπαινίδα» τους, πρέπει να διαρραγεί το ασφυκτικό πλαίσιο της «μνημονιακής» πολιτικής που ακολουθείται σήμερα. Και αυτό, όπως όλοι αντιλαμβάνονται, είναι ένα μείζον πολιτικό ζήτημα, για το οποίο η αριστερά δεν δικαιούται να εφησυχάζει, ούτε να το αγνοεί.
* Ο Μανόλης Λαμτζιδης είναι δικηγόρος, μέλος του Δ.Σ. και πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης
Δημοσιεύτηκε στην ΑΥΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου