Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2012

ΑΡΘΡΟ- Η κρίση φθείρει

του
Άλεξ Καλλίνικος

Ο κόσμος εισέρχεται στο 2012 όντας ακόμα στο έλεος της οικονομικής κρίσης, που με αυξανόμενη κοινή παραδοχή, είναι χωρίς προηγούμενο από τη δεκαετία του 1930. Τα βασικά του περιγράμματα έχουν αλλάξει από τότε που τα οριοθετήσαμε στο τελευταίο μας τεύχος. Από τη μία πλευρά, οι τράπεζες κι οι καταναλωτές στο μεγαλύτερο μέρος των...
δύο κύριων ζωνών του αναπτυγμένου καπιταλισμού (τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση) είναι ακόμα φορτωμένοι με το χρέος που έχει συσσωρευθεί κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής έκρηξης των μέσων της δεκαετίας του ’00 και (στην περίπτωση των τραπεζών) με πολλές απ’ τις ζημιές που υπέστησαν όταν αυτή η έκρηξη κατέρρευσε το 2007-8. Από την άλλη πλευρά, οι πολιτικές ελίτ των ΗΠΑ και της ΕΕ έχουν παραλύσει από τις εσωτερικές τους διαιρέσεις, οι οποίες προέρχονται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο από την αύξηση του δημοσίου χρέους παραγόμενου από την κρίση και από τις επιχειρήσεις διάσωσης των τραπεζώνκαι τα φορολογικά κίνητραπου σημάδεψαν την αρχική απάντηση των κυβερνήσεων στο μεγάλο οικονομικό επεισόδιο το φθινόπωρο του 2008. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν αφεθεί, ανεπαρκώς, να συμπληρώσουν το κενό πολιτικής.

Η πιο σημαντική εξέλιξη των τελευταίων μηνών ήταν η εξάπλωση της τελευταίας φάσης της κρίσης από τα κέντρα-ξεσπάσματος στις ΗΠΑ και την Ευρώπη στον υπόλοιπο κόσμο. Το Νοέμβριο, ο WangQishan, ο Κινέζος αντιπρόεδρος της κυβέρνησης που είναι υπεύθυνος του οικονομικού τομέα, έστειλε ένα πολύ διαφορετικό μήνυμααπό τους ένθερμους υποστηρικτές που ισχυρίζονται ότι η Κίνα μπορεί να υπερβεί την κρίση. Προειδοποίησε ότι «Αυτή τη στιγμή η παγκόσμια οικονομική κατάσταση είναι υπερβολικά σοβαρή και σε μια εποχή αβεβαιότητας το μόνο πράγμα για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι είναι ότι η παγκόσμια οικονομική ύφεση που προκλήθηκε από τη διεθνή κρίση θα διαρκέσει πολύ»1.

Σε αυτό το τεύχος, έχουμε ένα κύριο άρθρο από τους Jane Hardy και Adrian Budd που αναλύει σχολαστικά τις εντάσεις που πάλλουν την κινεζική οικονομία και κοινωνία. Βλέπουμε τώρα την κατάρρευση της έκρηξης που προκλήθηκε από την εισροή φθηνών δανείων που έφεραν την ύφεση του 2008-9 σε μια απότομη διακοπή. Ο δείκτης αγορών των μάνατζερ του Νοεμβρίου κατέγραψε μια πτώση στην κινεζική μεταποιητική παραγωγή. Οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς ανέφεραν στις αρχές Δεκέμβρη: “Εκατομμύρια εργοστάσια…συμπιέζονται από όλες τις πλευρές από τα αυξημένα κόστη, την έλλειψη εργασίας, τα σμικρούμενα περιθώρια (margins) και μια κατάρρευση στις νέες παραγγελίες από το εξωτερικό”.2 Άλλες αναδυόμενες οικονομικές αγορές επηρεάστηκαν επίσης: αφού αναπτύχθηκε κατά 7.5 τοις εκατό το 2010, η Βραζιλία έμεινε στάσιμη στο τρίτο τέταρτο του 2011.3

Ένα νέο απεργιακό κύμα έχει χτυπήσει τη νότια Κίνα, όπου οι εργάτες βλέπουν τις υπερωρίες τους να κόβονται εξαιτίας της πτώσης των παραγγελιών για εξαγωγές, κυρίως από την ευρωζώνη. Οι κινεζικές αρχές,απασχολημένες ως τώρα με το να επιβραδύνουν μία πληθωριστική έκρηξη που έμοιαζε επικίνδυνo να ξεφύγει απ’ τον έλεγχό τους, έχουν αρχίσει να χαλαρώνουν αυτές τις πολιτικές – μάλλον σε σύμπνοια με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, η οποία επιχειρούσε στα τέλη Νοέμβρη να στηρίξει το ευρωπαϊκό οικονομικό σύστημα κόβοντας τα επιτόκια που χρεώνει για τα δάνεια δολλαρίου στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).

Η πρωτοβουλία της Fed, συντονισμένη με άλλες κυρίαρχες κεντρικές τράπεζες, ήταν μια απάντηση σε αυτό που ο Mervyn King, διευθυντής της Τράπεζας της Αγγλίας, αποκάλεσε “πρώιμα σημάδια μιας πιστωτικής κρίσης” όπως εκείνη που σημάδεψε την πρώτη φάση της κρίσης του 2007-8. Σύμφωνα με τους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς:


Καθώς οι φόβοι της συνοχής της Ευρωζώνης έχουν βαθύνει, οι Ευρωπαϊκές τράπεζες το βρίσκουν ακριβό, δύσκολο ή σε κάποιες περιπτώσεις αδύνατο να βρουν πόρους στις αγορές ομολόγων. Ως τώρα έχουν καλύψει τα 2/3 σχεδόν του ποσού των εκκρεμών χρηματοδοτήσεων που αφορούν το 2011. Για τις περισσότερες τράπεζες, οι αγορές ομολόγων έχουν κλείσει για μήνες.

4

Οι Ευρωπαϊκές τράπεζες, τρύπιες από τις μαζικές απώλειες που υπέστησαν το 2007-8 και καλύπτοντάς τες σε συμπαιγνία με τις εθνικές κυβερνήσεις και τις αρχές της ΕΕ, ρουφάνε άλλα μέρη του οικονομικού συστήματος στη δίνη. Μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις ήδη έχουν δυσκολία πρόσβασης σε δάνεια, αλλά οι Ευρωπαϊκές τράπεζες, δείχνοντας πολύ πρόθυμες να μειώσουν την μόχλευσή (leverage) τους (την αναλογία μεταξύ του κεφαλαίου και των δανείων τους), αποτραβιούνται από άλλες περιοχές όπως η χρηματοδότηση του εμπορίου, οι αναδυόμενες αγορές και οι συγχωνεύσεις και εξαγορές.


Στο πρόσωπο αυτής της κατάστασης απόγνωσης, η παράλυση της πολιτικής έχει μια μεγάλη εξαίρεση. Η πορεία προς την λιτότητα συνεχίζεται, είτε καθοδηγείται από τους Θατσεριστές που κυριαρχούν στην βρετανική Συντηρητικο-Φιλελεύθερη συμμαχία είτε από κυβερνήσεις “τεχνοκρατών” που έχουν επιβληθεί σε Ελλάδα και Ιταλία από τη μη-εκλεγμένη και χωρίς λογοδοσία “Ομάδα της Φρανκφούρτης” (η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, η Κριστίν Λαγκάρντ, διευθύνων σύμβουλος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ο Μάριο Ντράγκι, νέος πρόεδρος της ΕΚΤ, ο Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο και ο Όλι Ρεν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο Χέρμαν Βαν Ρομπί, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κι ο Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ, προεδρεύων του Eurogroup) που τώρα διοικεί την ευρωζώνη.

5 Οι προτάσεις της Μέρκελ και του Σαρκοζί να βαθύνει η νομισματική ενοποίηση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων δεν αναπαριστούν μια κίνηση προς μια γνήσια πολιτική ένωση βασισμένη ακόμα και στην περιορισμένη μορφή της λαϊκής κυριαρχίας όπως εκφράζεται από την αστική δημοκρατία.

Όπως το θέτει ο σχολιαστής Wolfgang Munchau, “Σε αντίθεση με αυτά που αναφέρονται, η κυριά Μέρκελ δεν προτείνει μια νομισματική ένωση. Προτείνει ένα κλαμπ λιτότητας, ένα σύμφωνο σταθερότητας πάνω σε στεροειδή. Ο στόχος είναι να ενισχύσει τη δια βίου λιτότητα, με ισορροπημένους κανόνες προϋπολογισμού κατοχυρωμένους από κάθε εθνικό σύνταγμα”.

6 Η εκδοχή του Σαρκοζί είναι κάπως διαφορετική επειδή αυτός θέλει η λιτότητα να θεσμοθετείται από τις εθνικές κυβερνήσεις παρά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, όπως θέλει η Μέρκελ. Η συμφωνία τους στις αρχές του Δεκέμβρη ωφέλησε αυτήν παρά τον Σαρκοζί, αντανακλώντας την ισορροπία ισχύος μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας. Αν εφαρμοστεί, θα θεσμοθετήσειτην κυριαρχία της Ομάδας της Φρανκφούρτης. Η ιδέα ότι οι δικαστές θα πρέπει να εξετάζουν και αξιολογούν τους εθνικούς προϋπολογισμούς είναι μια προέκταση της νεοφιλελεύθερης προσταγής να απομακρυνθεί ο έλεγχος της οικονομικής πολιτικής από τους εκλεγμένους πολιτικούς και να μεταφερθεί σε “ειδικούς” (το να κάνουν τις κεντρικές τράπεζες ανεξάρτητες ήταν ένα προηγούμενο στάδιο της ίδιας διαδικασίας).

Η σύνοδος της ΕΕ που αποδέχτηκε αυτό το πακέτο στις 8-9 Δεκέμβρη κυριαρχήθηκε από το “βέτο” του David Cameron, το οποίο σημαίνει ότι το νέο νομισματικό καθεστώς θα έχει εφαρμογή στις κυβερνήσεις της υπάρχουσας ευρωζώνης συν τα κράτη που θέλουν να συνυπογράψουν, παρά, όπως ήθελε η Μέρκελ, στην ΕΕ ως τέτοια. Η κρίση του ευρώ κι οι κινήσεις προς τη μεγαλύτερη ολοκλήρωση της ευρωζώνης έχουν ξαναξυπνήσει μέσα στο κόμμα των Tory το τοξικό ζήτημα της Ευρώπης, το οποίο κατέστρεψε τις κυβερνήσεις της Μάργκαρετ Θάτσερ και του Τζον Μέγιορ στη διάρκεια της δεκαετίας του ’90. Ο Κάμερον έπραξε έτσι ώστε να αποτρέψει μια μεγάλη ομαδική ανταρσία βουλευτών, αλλά άφησε τη Βρετανία απομονωμένη μες στην ΕΕ. Ο Kelvin MacKenzie, αρχισυντάκτης της εφημερίδας Sun την εποχή της Θάτσερ, μπορεί να “χορεύει με χαρά”, όπως είπε στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, αλλά οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες συνεταίροι του Κάμερον είναι αναστατωμένοι -παρόλο που ακόμα φοβούνται πολύ μια εκλογική καταστροφή που θα ρίξει την κυβέρνηση.

Όμως η πραγματικότητα είναι ότι οι αλλαγές που βρίσκονται σε εξέλιξη στην ευρωζώνη σε κάθε περίπτωση θα είχαν καταστήσει μη διατηρήσιμη την άνετα ημί-ανεξάρτητηθέση που ο βρετανικός καπιταλισμός απολάμβανε στην ΕΕ από τότε που ο Μέγιορ διαπραγματεύτηκε τα δικαιώματα μη-εφαρμογής κοινοτικών πολιτικών γιατη Βρετανία το 1991 στη Συνθήκη του Μάαστριχτ κι ο Γκόρντον Μπράουν μπλόκαρε τη βρετανική συμμετοχή στο ευρώ το 1997. Η Βρετανία διατήρησε τη λίρα (pound), καθιστώντας το ευκολότερο να απορροφήσει τα μεγάλα κύματα-σοκ της κρίσης, αλλά είχε πρόσβαση στην κοινή αγορά, ενώ η πόλη του Λονδίνου δρούσε ως παγκόσμια πλατφόρμα για τις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες. Είναι σημαντικό ότι το σημείο ρήξης στις διαπραγματεύσεις του Κάμερον με τη Μέρκελ και τον Σαρκοζί επήλθε σχετικά με τον κανονισμό/ρύθμισητου City. Αυτό δεν δείχνει μόνο το πόσο κούφιεςήταν οι υποσχέσεις της συμμαχίας να “επανισορροπήσουν” τη βρετανική οικονομία μακριά από τη χρηματοδότηση. Η Μέρκελ κι ο Σαρκοζί θέλουν το σημείο δύο της ευρωζώνης να έχει τα οικονομικά του κέντρα στη Φρανκφούρτη και το Παρίσι παρά στο Λονδίνο. Όμως τέτοια μακροπρόθεσμα ζητήματα είναι αμφισβητήσιμα, αφού είναι εντελώς νεφελώδες αν η υπόσχεση για μια μεγαλύτερη νομισματική πειθαρχία στο μέλλον θα είναι αρκετή για να σταματήσει της οικονομικές αγορές απ’ το να αναγκάζουν τα πιο αδύναμα κράτη της ευρωζώνης σε παραβάσεις. Οι προβλέψεις ότι και η Βρετανία και η ευρωζώνη θα συρρικνωθούν φέτος πολλαπλασιάζονται.

Πολλοί οικονομολόγοι του κυρίαρχου ρεύματος έχουν υποδείξει την απουσία λογικής της λιτότητας κι έχουν υπογραμμίσει διάφορες τεχνικές μεθόδους που θα μπορούσαν να σταθεροποιήσουν το οικονομικό σύστημα και να ξεκινήσουν να ανεβάζουν το επίπεδο της αποτελεσματικής ζήτησης.7 Αλλά αυτές οι κριτικές κι οι προτάσεις δεν αγγίζουν τις πολιτικές ελίτ. Η στάση που τήρησε ο καγκελάριος του θησαυροφυλακίουτων Τόρυ, George Osborn, στην Φθινοπωρινή του Δήλωση στις 29 Νοέμβρη είναι απολύτως τυπική. Αντιμέτωπος με τα στοιχεία ότι, αρκετά προβλέψιμα, η λιτότητα επιβραδύνει την οικονομία και έτσι αυξάνει τον δανεισμό της κυβέρνησης, κάνοντάς το αδύνατο γι’ αυτόν ώστε να εκπληρώσει τον στόχο της απάλειψης εκείνου του μέρους του ελλείμματος του προϋπολογισμού που δεν προκαλείται από την ύφεσηως το 2015, ο Όσμπορν όχι μόνο αρνήθηκε να αλλάξει πορεία αλλά προκαλώντας εφάρμοσε ακόμα μεγαλύτερο περιορισμόστις αμοιβές του δημοσίου τομέα.

Το να κλειδώνεις τη δημόσια πολιτική στη λιτότητα δεν μπορεί να εξηγηθεί απλώς ως ένα διανοητικό λάθος ή ακόμα κι ως ένα προϊόν της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας. Είναι μια επιβολή της ταξικής ισχύος. Αντιμέτωπη με την οικονομική αβεβαιότητα που υπογραμμίστηκε από τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Wang, η νεοφιλελεύθερη συμμαχία που έχει κυριαρχήσει στα Δυτικά καπιταλιστικά κράτη την προηγούμενη γενιά είναι αποφασισμένη ότι, οτιδήποτε άλλο και να συμβεί, δεν θα πληρώσει για την κρίση. Η εντυπωσιακά στρεβλή διανομή του πλούτου και του εισοδήματος που έχει αναπτυχθεί στη νεοφιλελεύθερη εποχή θα διατηρηθεί. Τα κόστη μιας οικονομικής καταστροφής που δεν δείχνει σημάδια τέλους θα πληρωθεί από τους εργαζόμενους και τους φτωχούς.

πηγή: Η ΛΕΣΧΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: