Πριν
από ένα χρόνο, στην πρώτη του εμφάνιση
ως επικεφαλής του δικομματικού πλέον
κυβερνητικού σχήματος ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, ο
Αντώνης Σαμαράς είχε δηλώσει πως με τα
μέτρα που θα εφάρμοζε η κυβέρνησή του
«θα έκανε την Ελλάδα αγνώριστη». Είναι
από τις ελάχιστες δηλώσεις του πρωθυπουργού
που, με μια έννοια τουλάχιστον,
ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ποιός
μπορεί να αμφισβητήσει ότι η Ελλάδα του
2014 είναι όντως «αγνώριστη» σε σχέση
με αυτό που ήταν προ πενταετίας; Δεν θα
επεκταθούμε εδώ στο προφανές, δηλαδή
ότι για την κοινωνική πλειοψηφία αυτή
η ανατροπή μόνο με κατακλυσμό μπορεί
να...
συγκριθεί. Αυτό που θέλουμε να
τονίσουμε είναι το εξής: ηανατροπή έχει
ήδη συντελεσθεί.
Εδώ
βρίσκεται ακριβώς και το «μυστικό»
της επιβίωσης ενός τμήματος του
χρεοκοπημένου παλαιού πολιτικού
προσωπικού αλλά και της απαρχής της
εμφάνισης ενός καινούργιου,με τη μορφή
της αδιαμεσολάβητης διαχείρισης εξουσίας
από επιχειρηματίες: στην κατανόηση ότι
η Μνημονιακή περίοδοςσυνιστά τομή,
που εγκαθιδρύει μια νέα τάξη πραγμάτων
και καθιστά απλά αδύνατη κάθε επαναφορά
στην προηγούμενη κατάσταση. Αυτό εξηγεί
και την αποφασιστικότητα με την οποία
εφαρμόζεται η ακολουθούμενη πολιτική:
σ'αυτή τη νέα τάξη υπάρχουν χαμένοι,
οι πολλοί, στους οποίους θα πρέπει όμως
να προσφέρεται η προσδοκία της
ατομικής επιβίωσης μέσω της υποταγής
(ή, στην αντίθετη περίπτωση, η αλύπητη
καταστολή) και κερδισμένοι, οι λίγοι,
που θα προσφέρουν τα αναγκαία στηρίγματα
και δίκτυα ιχύος που απαιτεί η αναπαραγωγή
της νέας κοινωνικής συνθήκης.
Η βιαιότητα της συντελεσθείσας
ανατροπής είναι αυτή που εξηγεί και
την «αντικειμενική» ανάγκη ριζοσπαστικότητας
που αναδύεται εδώ και τέσσερα χρόνια
από την ελληνική κοινωνία. Μια ανάγκη
που εκφράστηκε από τις πρωτοφανείς σε
ένταση και μαζικότητα κινητοποιήσεις
της διετίας 2010-2012, στη διάλυση του
προηγούμενου δικομματισμού και στη
διαμόρφωση ενός νέου πολιτικού σκηνικού,
με την εκτόξευση του Σύριζα αλλά και με
την άνοδο του νεοναζισμού. Ο Σύριζα
ειδικότερα κατάφερε να πολλαπλασιάσει
τα ποσοστά του γιατί με την πρότασή του
για «κυβέρνηση της Αριστεράς» με
στόχο την κατάργηση των Μνημονίων φάνηκε
να είναι σε θέση να δώσει πολιτική
διέξοδο προς όφελος της κοινωνικής
πλειοψηφίας και να αντιπροσωπεύει τη
μόνη υπολογίσιμη απειλή στην εξουσία του
εγχώριων και ξένων κυρίαρχων δυνάμεων.
Τα
αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών
δείχνουν ότι οι βασικές τάσεις που
διαμορφώθηκαν προ διετίας παραμένουν
ενεργές: η αποσάθρωση των μνημονιακών
δυνάμεων συνεχίζεται, ο νεοναζισμός αναδεικνύεται
σε τρίτη πολιτική δύναμη, η αποχή σπάει
ρεκόρ, ο Σύριζα διατηρεί τις
δυνάμεις του σε ένα υψηλό επίπεδο, χωρίς
όμως να τις διευρύνει αποφασιστικά, ενώ
η υπόλοιπη Αριστερά καθηλώνεται σε έναν
περιθωριακό ρόλο. Ο Σύριζα συνεχίζει
λοιπόν να αποτελεί το μοναδικό χαρτί
στα χέρια των εργαζόμενων τάξεων αλλά δεν
δημιουργεί τη δυναμική που θα
οδηγούσε στην αποφασιστική επιτάχυνση
των εξελίξεων, σαν να έχει χαθεί κάτι
από την ορμή της άνοιξης της 2012. Και
αυτό το κάτι δεν μπορεί να μη σχετίζεται
με τον τρόπο που κινήθηκε ο ίδιος από
τότε που έγινε αξιωματική αντιπολίτευση.
Αυτό
που έγινε αντιληπτό από την κοινωνία
είναι πράγματι κάτι που το έχουμε ξαναδεί
κατ'επανάληψη κάθε φορά που κόμμα με
αναφορές στον κοινωνικό ριζοσπαστισμό
πλησίασε την κυβερνητική εξουσία σε
κοινοβουλευτικά πλαίσια: στρογγύλεμα των
θέσεων, πολυσυλλεκτικός λόγος και
άνοιγμα «προς το κέντρο» για να
προσεταιρισθούν οι πιο «μετριοπαθείς»
ψηφοφόροι, γραμμή κατευνασμού προς τα
κέντρα εξουσίας, με στόχο την άμβλυνση
των αντιστάσεών τους στην προοπτική
κυβερνητικής αλλαγής, τάση ενσωμάτωσης
στους κυριάρχους κανόνες του «πολιτικού
παιχνιδιού» , με τα βλέμματα στραμμένα
στις δημοσκοπήσεις και τα επικοινωνικά
παιχνίδια και όχι στις κοινωνικές
διεργασίες, μοντέλο κόμματος εκλογικού
μηχανισμού με αυτονομημένες λειτουργίες
στην κορυφή. Παρά τα κάποια κέρδη που
θα μπορούσαν να της πιστωθούν (όπως η
άνοδος σε συντηρητικά της υπαίθρου όπου
υστερούσε ως τώρα), οι απώλειες που
προκάλεσε αυτή η στροφή υπερτερούν. Ενώ
το εθνικό ποσοστό του Σύριζα παραμένει
στο επίπεδο του 2012, υποχωρεί στις
εργατικές και λαϊκές περιοχές που
αποτελούν την «καρδιά» της εκλογικής
του βάσης και συνολικά παραμένει
στάσιμος. Η αναδίπλωση και η αμφισημίες
προκάλεσαν σκεπτικισμό, έθεσαν σε
δοκιμασία την εμπιστοσύνη, καθησύχασαν
ίσως εν μέρει τους πιο κουμπωμένους
αλλά δεν μπόρεσαν να εμπνεύσουν τους
θυμωμένους και τους τσακισμένους.
Υπάρχει
λοιπόν μια ασυμετρία ανάμεσα στην
αποφασιστικότητα και την ριζοσπαστικότητα
που επιδεικνύουν τα πιο δυναμικά τμήματα
του μνημονιακού μπλοκ, που είναι
αποφασισμένα να φέρουν σε πέρας την
δική τους ανατροπή, και στη γραμμή που
αποτελούν το αντίπαλο δέος και τη
μοναδική ελπίδα ανόρθωσης για την
κοινωνική πλειοψηφία. Σε μια συγκυρία
όπου το σύστημα δεν διστάζει να αλλάξει
τα πάντα προκειμένου να διατηρήσει τα
βασικά, όπου διαλύονται όλες οι ισορροπίες
και κυριαρχεί η πιο άγρια πόλωση,
οι «συνηθισμένοι» κανόνες της
πολιτικής παύουν να ισχύουν. Ο ρεαλισμός είναι
εδώ με το μέρος της ριζοσπαστικότητας
και της ανατροπής. Οσοι δεν το κατανοήσουν
επαρκώς θα χάσουν τη μάχη. Αν μάλιστα
είναι αριστεροί κινδυνεύουν να χάσουν
και την ψυχή τους.
*Δημοσιεύθηκε
στην "Ελευθεροτυπία" (19/6/14) via ISKRA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου