Σίμος Ανδρονίδης* |
Ένα από τα
«συμβάντα» των εκλογών που διεξήχθησαν την προηγούμενη Κυριακή είναι και η
εκλογική καθίζηση του κόμματος της Δημοκρατικής Αριστεράς. Συγκεκριμένα, το
κόμμα του Φώτη Κουβέλη έλαβε το 1,21% των ψήφων, κάτι που αποτελεί μία πολύ
χαμηλή εκλογική καταγραφή για ένα κόμμα που μέχρι πριν ένα χρόνο συμμετείχε
στην τρικομματική κυβέρνηση Σαμαρά. Μετά τις ευρωεκλογές και την πολιτική και
εκλογική καθίζηση του κόμματος, οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες. Ο Φώτης Κουβέλης έθεσε
την παραίτηση στη διάθεση των μελών της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος
αναλαμβάνοντας πλήρως την...
ευθύνη για το χαμηλό εκλογικό αποτέλεσμα. Το κόμμα
της Δημοκρατικής Αριστεράς είναι πολύ πιθανό να οδηγηθεί σε έκτακτο συνέδριο
που περισσότερο θα θυμίζει «σκηνικό ξεκαθαρίσματος εσωκομματικών λογαριασμών».
Ήδη στα εσωκομματικά όργανα ξεκίνησε η συζήτηση των αιτίων της εκλογικής ήττας
της Δημοκρατικής Αριστεράς.
Η
Δημοκρατική Αριστερά «πλήρωσε» εκλογικά πρωτίστως την συμμετοχή της στην τότε
τρικομματική κυβέρνηση και την εκ των πραγμάτων, συμμετοχή της στη λήψη και
εφαρμογή αντιλαϊκών-αντεργατικών μέτρων. Η συμμετοχή της στην κυβέρνηση, το
καλοκαίρι του 2012, λίγο μετά από την διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών του
Ιουνίου (2012), περιεβλήθη τον «μανδύα» της «υπεύθυνης», «σοβαρής» και
«κυβερνώσας» Αριστεράς, η οποία την κρίσιμη στιγμή δεν αποποιείται τις
κυβερνητικές της ευθύνες. Η πολιτική στρατηγική της οργανικής ένταξης στο
δεδομένο «πρότυπο» και πλαίσιο διακυβέρνησης ακολουθήθηκε έως τον Ιούνιο του 2013,
όταν το κλείσιμο της ΕΡΤ και το «μαύρο» στις τηλεοπτικές οθόνες πυροδότησαν
ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις που οδήγησαν στην αποχώρηση της ΔΗΜ.ΑΡ από το
κυβερνητικό σχήμα. Από τον Ιούνιο του 2013 και έπειτα το κόμμα «στροβιλίζεται»
στη δίνη της εσωκομματικής διαμάχης και διαπάλης. Εντός της πολιτικής
συσσωμάτωσης που ονομάζεται Δημοκρατική Αριστερά ενυπάρχει ένας δομικής δυϊσμός
που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την πορεία και την στρατηγική του κόμματος. Η
πλειοψηφία του κόμματος, συσπειρωμένη γύρω από τον πρόεδρο του κόμματος
επιθυμούσε την «αυτόνομη» πολιτική καταγραφή του κόμματος, αποκλείοντας την
στρατηγική συμπόρευση και ταύτιση με το ΠΑΣΟΚ. Η πλειοψηφία του κόμματος
θεώρησε πως η υπόθεσης της συγκρότησης και ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς
σχετίζεται κυρίως και πρωτίστως με την διεύρυνση της επιρροής του κόμματος. Από
την άλλη πλευρά, η μειοψηφία του κόμματος (Σπύρος Λυκούδης, Ανδρέας
Παπαδόπουλος, Γρηγόρης Ψαριανός) επιθυμούσαν την επί της ουσίας στρατηγική
συμπόρευση με το ΠΑΣΟΚ και άλλους πολιτικούς οργανισμούς που αναφέρονταν στον
χώρο της Κεντροαριστεράς, με στόχο την συγκρότηση της μεγάλης παράταξης της
Κεντροαριστεράς. Η αποκρυστάλλωση αυτής της πολιτικής διαπάλης στο εσωτερικό
του κόμματος επηρέασε «ποιοτικά» την πολιτική στρατηγική του κόμματος. Επίσης,
στο εσωτερικό «οργανόγραμμα» της ΔΗΜ.ΑΡ υπάρχει και η μικρή ομάδα του Αριστερού
Δικτύου που επιδιώκει την συμπόρευση με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η
εσωκομματική διελκυστίνδα επηρέασε και «θόλωσε» την πολιτική γραμμή του
κόμματος με αποτέλεσμα το κόμμα να μην έχει ένα ξεκάθαρο και διακριτό πολιτικό
και ιδεολογικό στίγμα. Η πλειοψηφία του κόμματος επικράτησε και έτσι η ΔΗΜ.ΑΡ
ακολούθησε τον πολιτικό «δρόμο» της «αυτόνομη» πολιτικής και εκλογικής
καταγραφής. Προωθήθηκε το πλαίσιο της πολιτικής συμμαχίας με πρώην υπουργούς
και βουλευτές του ΠΑΣΟΚ υπό την ονομασία ΔΗΜ.ΑΡ-Προοδευτική Συνεργασία. Αυτή η
πολιτική συμμαχία συνομολογήθηκε και συγκροτήθηκε «από τα πάνω», με αποτέλεσμα
να μην καταφέρει να αποκτήσει «γείωση» και έδραση μέσα στην κοινωνία. Αυτή η
πολιτική και όχι κοινωνική συμμαχία έμεινε μετέωρη στη «γωνία» του κομματικού
και πολιτικού συστήματος, χωρίς να καταφέρει να επηρεάσει έστω και στο ελάχιστο
τις πολιτικές εξελίξεις.
Η δράση
της ΔΗΜ.ΑΡ την τελευταία διετία ορίστηκε κυρίως μέσα από την συμμετοχή της στην
κυβέρνηση συνασπισμού. Η προσίδια αρχική μορφή του κόμματος μετασχηματίστηκε
και έλαβε τα χαρακτηριστικά ενός οιονεί «ημι-κρατικού» κόμματος και μάλιστα
μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Την περίοδο που η ΔΗΜ.ΑΡ αποτελούσε
συστατικό κομμάτι της τρικομματικής κυβέρνησης, συμμετείχε οργανικά θα λέγαμε
στη διαχείριση και στη νομή της εξουσίας, ενώ διάφορα στελέχη της έλαβαν θέσεις
σε κρατικούς οργανισμούς. Αυτή η ταχύτατη διαδικασία μετασχηματισμού της σε
«ημι-κρατικό» κόμμα όρισε και προσδιόρισε την πολιτική δραστηριοποίηση της
ΔΗΜ.ΑΡ. Η ΔΗΜ.ΑΡ ακολούθησε την πολιτική φορά της ενσωμάτωσης και της ένταξης
στο κράτος.
Ιστορικά
εξάλλου, αυτή είναι η πολιτική παράδοση της «ανανεωτικής» αριστεράς στην
Ελλάδα. Το ιδεολόγημα της «κυβερνώσας» αριστεράς οδηγεί απευθείας στις
φιλόξενες «αγκάλες» του αστικού κράτους. Η κομματική δομή αλλάζει,
μετασχηματίζεται και ορίζεται από τον περιώνυμο «κυβερνητισμό» και την «ανάγκη» ανάληψης κυβερνητικών ευθυνών. Η
ΔΗΜ.ΑΡ λειτούργησε ως το «αριστερό» λειτουργικό εξάρτημα του κυρίαρχου μπλοκ
εξουσίας, ακριβώς για να προσδώσει το «αναγκαίο» «αριστερό» άλλοθι στη
διαδικασία αναδιανομής και συσσώρευσης πλούτου προς όφελος φυσικά της κυρίαρχης
αστικής τάξης. Ένα κόμμα «γειωμένο» στο εσωτερικό του κράτους αποκόπτεται από την
πολιτική εκπροσώπηση των λαϊκών-κυριαρχούμενων τάξεων.
Η προσίδια
καταστατική συγκρότηση του κόμματος ενείχε και «κυοφόρησε» την εκλογική
συρρίκνωση του κόμματος. Πλέον, μιλάμε για ένα «κόμμα στον αέρα», για ένα κόμμα
που δεν έχει καμία επιρροή όχι μόνο στο μπλοκ των λαϊκών-κυριαρχούμενων τάξεων,
αλλά και στα μεσαία και μεσοαστικά κοινωνικά στρώματα. Εξάλλου, η καταστατική
συγκρότηση του κόμματος εκεί οδηγούσε. Στην πολιτική εκπροσώπηση μίας μερίδας
της μικροαστικής τάξης καθώς και του μπλοκ των μεσοαστικών κοινωνικών στρωμάτων
που έλκονται από το ιδεολόγημα της κοινωνικής και πολιτικής σταθερότητας.
Η ΔΗΜ.ΑΡ
βιώνει μία βαθιά αντίφαση. Την αντίφαση του κόμματος που το διαπνέει και το
διαπερνάει ένας περιώνυμος «αριστερός κυβερνητισμός» που επιδιώκει να αποκτήσει
γείωση και «δικτύωση» στο κοινωνικό πεδίο. Από την επίλυση αυτής της αντίφασης
εξαρτάται η μελλοντική πολιτική και εκλογική «επιβίωση» της ΔΗΜ.ΑΡ. Συνοπτικά,
η οργανική κυβερνητική σύμπραξη του κόμματος σε συνδυασμό με την απουσία
ξεκάθαρου πολιτικού, προγραμματικού και ιδεολογικού στίγματος ως απόρροια ενός
εσωτερικού δομικού δυϊσμού, οδήγησαν σε αυτή την πολύ χαμηλή εκλογική
καταγραφή.
*πολιτικός επιστήμονας, υποψήφιος διδάκτωρ ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου