Χρήστος Λάσκος |
Το ερώτημα που κυκλοφορεί, μεταξύ άλλων, μετά τις εκλογές είναι:
έχει πιάσει ο ΣΥΡΙΖΑ οροφή με το 27% ή υπάρχουν κι άλλα περιθώρια ενίσχυσης;
Να πω εξαρχής, λοιπόν, πως η άποψή μου είναι πως κάθε άλλο παρά
ισχύει κάτι τέτοιο. Αρκεί να επιλέξουμε τον σωστό τρόπο από εδώ και πέρα. Που
δεν είναι άλλος από τον τρόπο που μας έφερε ως εδώ. Πάει να πει, δηλαδή, αν
θέλουμε να το διατυπώσουμε σχηματικά, επιμονή στο σύνθημα «ή εμείς ή αυτοί»,
ανάδειξη του κοινωνικού χαρακτήρα της σύγκρουσης, διαρκής αναφορά στο ταξικό
επίδικο.
Ξέρω πως στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ δεν θεωρούν όλοι πως αυτή –ή,
τουλάχιστον, αυτή ακριβώς- είναι η σωστή «γραμμή».
Στο εξωτερικό (!), δε, του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως...
ανάμεσα σε
καθεστωτικούς δημοσιολόγους –και δημοσιογράφους, ενίοτε- κυριαρχεί η βεβαιότητα
πως «θα πρέπει να αλλάξουμε τακτική», «να αναπροσανατολιστούμε», «να ανοίξουμε
ως σκέψη και ως οργάνωση», «να το κάνουμε, όπως ο Ανδρέας» [1], αν…
θέλουμε να κυβερνήσουμε.
Θα ήθελα, λοιπόν, να πω δυό λόγια σχετικά προκειμένου να
διευκρινιστούν μερικά πράγματα, έστω κι αν τελικά δεν συμφωνήσουμε όλοι.
Το πρώτο είναι πως η επιμονή στο ταξικό δεν γίνεται λόγω άγνοιας
του σύνθετου χαρακτήρα της κοινωνικής πραγματικότητας, με τις ηθικές,
πολιτισμικές ή καθαρά (;) πολιτικές διατάσεις της. Πολύ περισσότερο, δεν
οφείλεται σε μανιακό οικονομισμό –συμμερίζομαι εξίσου με αρκετούς κριτικούς της
«ταξικής μονομέρειας» τόσο τις σχετικές αλτουσερικές επισημάνσεις όσο και τις
μπατλεριανές (εκ του Judith Butler) υπογραμμίσεις του πόσο προσεκτικοί θα
πρέπει να είμαστε σχετικά με τη διάκριση μεταξύ κύριων και δευτερευουσών
αντιθέσεων και άλλων τέτοιων δαιμονίων.
Θεωρώ, λοιπόν, πως αυτές οι κριτικές είναι εν πολλοίς άσχετες με
το θέμα μας.
Γιατί αυτό που μας απασχολεί είναι αν υπάρχουν προνομιακοί
κοινωνικοί αποδέκτες μιας ριζοσπαστικής αριστερής πρότασης ή αν είναι «όλη η
κοινωνία» γενικώς στην θέση αυτή. Κι ανάλογα με την απάντηση, ποια είναι η
κατάλληλη προγραμματική προτεραιότητα, η δέουσα ρητορική και ο αναγκαίος
δημόσιος λόγος.
Περί αυτού πρόκειται. Ε, λοιπόν, θεωρώ πως έχουμε χίλιους λόγους
να ισχυριζόμαστε πως οι άνεργοι, οι μισθωτοί του δημόσιου και του
καπιταλιστικού τομέα, οι κατεστραμμένοι επαγγελματίες, οι νέοι είναι οι
κατεξοχήν αναφορές και πως η ικανότητα του ΣΥΡΙΖΑ να τις «εκπροσωπήσει» είναι η
λυδία λίθος για την κατάκτηση της ηγεμονίας, πέρα και από την ανάληψη της
διακυβέρνησης. Επιπλέον, η συγκρότηση πολιτικά αυτού του πλειοψηφικού
κοινωνικού πυρήνα δίνει τη μοναδική ρεαλιστική δυνατότητα για την συγκρότηση
ευρύτερων συμμαχιών, που θα ενισχύσουν και άλλο το απελευθερωτικό εγχείρημα.
Αν είναι έτσι, το άμεσο πρόγραμμά μας θα πρέπει να ικανοποιεί
κατά απόλυτη προτεραιότητα τις ανάγκες αυτών των κατεξοχήν χαμένων της κρίσης
–γιατί, ως γνωστόν, δεν έχασαν όλοι στην κρίση και αυτοί που κέρδισαν δεν είναι
πέντε έξι όλοι κι όλοι [2]. Αντίθετα, αυτοί και τα υποστηρίγματά
τους συνιστούν κοινωνικό πόλο, που θα υπερασπιστεί τα προνόμιά του με νύχια και
με δόντια.
Που σημαίνει πως η ρητορική μας θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένη
σε αυτήν τη διαπίστωση –κάτι που καμιά πατριωτική αφήγηση όχι μόνο δεν μπορεί
να υπηρετήσει, αλλά, επιπλέον, στρεβλώνει ανεπανόρθωτα.
Για να το πω αλλιώς, δεν «θα το κάνουμε όπως ο Ανδρέας» γιατί
είναι άλλο αυτό που κάνουμε.
Δεν είναι μόνο πως ο Ανδρέας και οι μη προνομιούχοι του δεν
αρέσανε καθόλου –και όχι κυρίως για αισθητικούς λόγους- στους αριστερούς
–φτάνει να ξαναθυμηθούμε τον Άγγελο Ελεφάντη για λίγο. Δεν είναι μόνο που η
Εθνική Λαϊκή Ενότητα (sic) αποτελεί υπόδειγμα παπατζιλικιού, εφάμιλλο μόνο με
τις Βάσεις που… έφυγαν. Είναι, κυρίως, που η αδιαφοροποίητη έγκληση στο «λαό
της πατρίδας» είναι στρατηγικά η βασιλική οδός, για να συνεχίσουν να πληρώνουν
το λογαριασμό οι από κάτω.
Σε ό,τι αφορά, δε, τις εκκλήσεις περί νέων ανένδοτων ας μην
ξεχνάμε πως του πρώτου ανενδότου ήταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης που ηγήθηκε!
Δεν «θα το κάνουμε όπως ο Ανδρέας» γιατί άλλο θα κάνουμε. Και
γι’ αυτό στο δημόσιο λόγο μας πρέπει να εξηγούμε βαρετά κι επίμονα πως
Κυβέρνηση της Αριστεράς σημαίνει κανείς χωρίς εισόδημα, σημαίνει καθολική
πρόσβαση στην υγεία και στην παιδεία, σημαίνει επαναφορά των κατώτατων μισθών
και των εργασιακών δικαιωμάτων, σημαίνει πως για όλα αυτά και άλλα τόσα είναι
οι πλούσιοι που θα πληρώσουν.
Ένας τέτοιος λόγος μπορεί να μας εκτοξεύσει στην αυτοδυναμία, να
σπάσει «οροφές», να διαμορφώσει ηγεμονία.
Ένας τέτοιος προσανατολισμός είναι που κατεξοχήν μας επιτρέπει
να κάνουμε πολιτική.
Είναι απλός, πλούσιος, σαφής και ευκρινής. Ταξικός και γι’ αυτό
πολύ πολύ πολιτικός, ευρύς και ηγεμονικός. Γιατί, όπως ξέρουν κάποιοι από τους
κριτικούς της «ταξικής μονομέρειας», η ηγεμονία χτίζεται γύρω από κάποια
κεντρικά σημαίνοντα κι όχι ως τουρλουμπούκι, αδιακρίτως.
ΥΓ. Μεταξύ άλλων, τελευταία, από εξωτερικό παρατηρητή γράφτηκε:
«Στον ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν πολλές δυνάμεις, εκπροσωπούμενες στο εσωτερικό του
δυσανάλογα [...] που θεωρούν ότι οι αγώνες του 21ου αιώνα είναι μονοσήμαντα
κοινωνικοί». Επί της ουσίας, ό,τι ήταν να πω το είπα. Εκείνο το «δυσανάλογα»
δεν κατανοώ τι αφορά. Θα αρχίσουν φαίνεται τώρα, εκτός από τις απόψεις μας, να
κρίνουν και τις … αναλογίες στο εσωτερικό μας. Ας είναι. Φανερά έχουμε να δούμε
πολλά ακόμη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου