«Φανταστική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ! Καλωσήρθες, θαρραλέε Ελληνα ψηφοφόρε, να δώσεις ένα χτύπημα στη λιτότητα και να ενισχύσεις όσους αγωνίζονται εναντίον της και στη Βρετανία»! Με αυτό τον τρόπο υποδέχτηκε τη νίκη της ελληνικής ριζοσπαστικής Αριστεράς ένας μάλλον απροσδόκητος σύντροφος: Ο βουλευτής των Βρετανών Εργατικών Πίτερ Χέιν, επί σειρά ετών υπουργός στις κυβερνήσεις του Τόνι Μπλερ και του...
Γκόρντον Μπράουν, ένας από τους σταθερότερους υποστηρικτές του σημερινού ηγέτη του κόμματος –και πιθανού αυριανού πρωθυπουργού, μετά τις γενικές εκλογές του Μαΐου– Εντ Μίλιμπαντ.
Δεν ήταν ο μόνος. Πολλοί βουλευτές από την αριστερή πτέρυγα των Εργατικών κάλεσαν τον Μίλιμπαντ να πορευτεί σε «γραμμή Τσίπρα», αμφισβητώντας την οικονομική ορθοδοξία. «Αντλούμε έμπνευση από την τεράστια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ», δήλωσε και η Καρολάιν Λούκας, εκπρόσωπος των Πρασίνων, μιας ανερχόμενης δύναμης που μπορεί να διαδραματίσει ρυθμιστικό ρόλο για τον σχηματισμό της επόμενης βρετανικής κυβέρνησης, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Παραδόξως, σε παραπλήσιο μήκος κύματος κινήθηκε το διαμετρικά αντίθετο άκρο του πολιτικού φάσματος, το αντιευρωπαϊκό, ξενοφοβικό Κόμμα της Ανεξαρτησίας (UKIP). Ο ηγέτης του εν λόγω κόμματος, Νάιτζελ Φάρατζ, μίλησε για «κραυγή απόγνωσης του λαού της Ελλάδας, όπου εκατομμύρια άνθρωποι φτωχοποιήθηκαν από το πείραμα του ευρώ».
Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στην απέναντι πλευρά της Μάγχης. «Χθες “ήμαστε όλοι Σαρλί”, σήμερα... είμαστε όλοι ΣΥΡΙΖΑ», διαπίστωνε σκωπτικά στο κύριο άρθρο της η κεντροδεξιά γαλλική εφημερίδα Le Figaro, την περασμένη Τετάρτη. «Από τον (ηγέτη του Αριστερού Μετώπου) Ζαν- Λικ Μελανσόν μέχρι τον (ομοϊδεάτη του Πάνου Καμμένου) Νικολά Ντιπόν- Ενιάν, από την (ηγέτιδα των Πρασίνων) Σεσίλ Ντιφλό μέχρι τη Μαρίν Λεπέν, από τους αντιρρησίες των Σοσιαλιστών μέχρι την “πατριωτική” πτέρυγα του κεντροδεξιού UMP, όλοι διαγωνίζονται ποιος θα σηκώσει πιο ψηλά την πικέτα που γράφει “Είμαι κι εγώ ΣΥΡΙΖΑ”», σημείωνε ο αρθρογράφος της ίδιας εφημερίδας, Γκιγιόμ Ταμπάρ.
Η σύγκλιση με τους ΑΝΕΛ
Θα ήταν εύκολο να μιλήσει κανείς για «διεθνοποίηση» της σύγκλισης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και να αναμασήσει τη γνωστή τσιχλόφουσκα περί «συνάντησης των άκρων». Η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Η πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα δεν προκάλεσε, ούτε πρόκειται να προκαλέσει από μόνη της ένα ανάλογο τσουνάμι ανατροπών στην Ευρώπη. Λειτουργεί απλώς ως καταλύτης για την επιτάχυνση των ανακατατάξεων που είχαν ήδη δρομολογηθεί, όπως έδειξαν και οι ευρωεκλογές της περασμένης άνοιξης. Σε αυτό το φόντο, συναντιούνται, μάλλον πρόσκαιρα, σε μια συχνά αμφίβολη «συμπάθεια» προς τη νέα ελληνική κυβέρνηση πολύ διαφορετικές δυνάμεις, με πολύ διαφορετικά κίνητρα.
Για τις «παρά φύσιν» εκδηλώσεις ικανοποίησης από την ξενοφοβική, εθνικιστική Δεξιά το πράγμα είναι προφανές: Πολιτικοί σαν τη Μαρίν Λεπέν, η οποία μίλησε για «ηχηρό ράπισμα του ελληνικού λαού στην Ε.Ε.», επιχειρούν να διώξουν τη ρετσινιά του ακροδεξιού και να αλιεύσουν ψήφους από το σύνολο του πολιτικού φάσματος, στην προσπάθειά τους να μετατρέψουν τα κόμματά τους από ρεύματα οργισμένης διαμαρτυρίας σε δυνάμεις εξουσίας.
Οι μόνοι που είχαν ειλικρινείς λόγους να πανηγυρίζουν ήταν οι εκπρόσωποι της ευρωπαϊκής Αριστεράς – συμπεριλαμβανομένων όλων των Κομμουνιστικών Κομμάτων, πλην του ΚΚΕ. Πρώτος απ’ όλους, ο Πάμπλο Ιγκλέσιας, ο χαρισματικός ηγέτης των Podemos, το οποίο διεκδικεί με αξιώσεις –σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις– την πρώτη θέση στις γενικές εκλογές του Νοεμβρίου και φιλοδοξεί να σχηματίσει κυβέρνηση με την Ενωμένη Αριστερά (Κ.Κ. και συνεργαζόμενοι). Ευφορία επικρατεί και στην αρκετά ισχυρή Αριστερά της Πορτογαλίας (Κ.Κ. και Αριστερό Μπλοκ), η οποία βαδίζει επίσης προς κρίσιμες εκλογές αυτήν τη χρονιά, ενώ έχουν αρχίσει ήδη οι ζυμώσεις για τη δημιουργία νέου κόμματος υπό τον τίτλο Juntos Podemos (Μαζί Mπορούμε) στο πρότυπο των ΣΥΡΙΖΑ-Podemos. Ούριο αισθάνονται τον άνεμο στα πανιά τους και το Αριστερό Μέτωπο του Μελανσόν στη Γαλλία, η SEL του Νίκι Βέντολα στην Ιταλία και το Σιν Φέιν του Τζέρι Ανταμς στην Ιρλανδία.
Αν όλα αυτά ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενα, δεν συμβαίνει το ίδιο με τις ενδιαφέρουσες διεργασίες στην Κεντροαριστερά. Ο πρώτος γραμματέας του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, Ζαν-Κριστόφ Καμπαντελίς, προσπέρασε τη συντριβή του «αδελφού κόμματος» ΠΑΣΟΚ, εκφράζοντας την ικανοποίησή του για τον θρίαμβο του ΣΥΡΙΖΑ καθώς, όπως είπε, «η νίκη ενός αριστερού κόμματος είναι πάντα καλά νέα για τους Γάλλους Σοσιαλιστές». «Σεβασμό της ελληνικής δημοκρατίας» ζήτησε από τους εταίρους του ο κεντροαριστερός υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας Πάολο Τζεντιλόνι, προσθέτοντας ότι η νίκη Τσίπρα θα ενισχύσει τις κοινές προσπάθειες Γαλλίας και Ιταλίας «να πιέσουν τη Γερμανία προς μια πιο ευέλικτη, αναπτυξιακή πολιτική».
Περισσότερο ενθουσιώδης ο ηγέτης του (αντιπολιτευόμενου) Σοσιαλιστικού Κόμματος Πορτογαλίας, Αντόνιο Κόστα, δήλωσε ότι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ήταν «μήνυμα για αλλαγή σε ολόκληρη την Ευρώπη». Αλλά και για τον σοσιαλδημοκράτη υπουργό Εξωτερικών της Φινλανδίας, Ερικ Τουομιόγια, η ετυμηγορία του ελληνικού λαού ήταν «ράπισμα εναντίον αυτού που θεωρώ ως μια πολύ δεξιά οικονομική πολιτική στην Ευρώπη». Ανάλογη ήταν η θέση και του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου της Αυστρίας, Βέρνερ Φάιμαν: «Συμμερίζομαι τον προβληματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με τη δυνατότητα να επέλθει ανάκαμψη με περικοπές και λιτότητα. Είναι κοινή η θέση μας ότι οι ιδιωτικοποιήσεις κρατικής περιουσίας είναι λάθος δρόμος».
Τα διλήμματα Ολάντ και Ρέντσι απέναντι στη νέα κυβέρνηση της Αθήνας
Οι κρίσιμοι «άγνωστοι Χ» για τα περιθώρια οικοδόμησης συμμαχιών του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα είναι οι κεντροαριστεροί ηγέτες της Γαλλίας και της Ιταλίας, Φρανσουά Ολάντ και Ματέο Ρέντσι. Αμφότεροι έχουν λόγους να χρησιμοποιήσουν την Ελλάδα ως μοχλό πίεσης στην Αγκελα Μέρκελ για χαλάρωση της λιτότητας. Πολύ περισσότερο που και οι δύο απειλούνται από τη δημιουργία νέων αριστερών συνασπισμών, οι οποίοι θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τα κυβερνητικά κόμματα.
Ωστόσο, είναι άκρως απίθανο να στηρίξουν τις πιο ριζοσπαστικές διεκδικήσεις του Ελληνα πρωθυπουργού και ιδίως το αίτημα για διαγραφή χρέους. Αλλωστε, οι γαλλικές τράπεζες θα επωμιστούν πολύ μεγάλο μερίδιο των απωλειών σε μία τέτοια περίπτωση – το 40% των συνολικών απωλειών, έναντι 56% των γερμανικών.
Σε κάθε περίπτωση, οι πρώτοι μήνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ θα επηρεάσουν καθοριστικά τις δυνάμεις που έσπευσαν να συνδέσουν τις τύχες τους μαζί του. Αν η νέα κυβέρνηση σταθεροποιηθεί και βρει έναν πολιτικά αποδεκτό συμβιβασμό στο ζήτημα του χρέους, θα ευεργετήσει τις αριστερές δυνάμεις που βαδίζουν σε εκλογές εντός του 2015 (Βρετανία, Ισπανία, Πορτογαλία, Δανία, Φινλανδία, Ιρλανδία). Αν, αντίθετα, οδηγηθεί σε ρήξη με το ευρωσύστημα, η Ελλάδα θα βρίσκεται στο πιο δύσκολο σημείο της –ακόμη κι αν τελικά καταφέρει να ορθοποδήσει– τη στιγμή που θα διεξάγονται οι κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
ΠΗΓΗ: Εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Γκόρντον Μπράουν, ένας από τους σταθερότερους υποστηρικτές του σημερινού ηγέτη του κόμματος –και πιθανού αυριανού πρωθυπουργού, μετά τις γενικές εκλογές του Μαΐου– Εντ Μίλιμπαντ.
Δεν ήταν ο μόνος. Πολλοί βουλευτές από την αριστερή πτέρυγα των Εργατικών κάλεσαν τον Μίλιμπαντ να πορευτεί σε «γραμμή Τσίπρα», αμφισβητώντας την οικονομική ορθοδοξία. «Αντλούμε έμπνευση από την τεράστια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ», δήλωσε και η Καρολάιν Λούκας, εκπρόσωπος των Πρασίνων, μιας ανερχόμενης δύναμης που μπορεί να διαδραματίσει ρυθμιστικό ρόλο για τον σχηματισμό της επόμενης βρετανικής κυβέρνησης, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Παραδόξως, σε παραπλήσιο μήκος κύματος κινήθηκε το διαμετρικά αντίθετο άκρο του πολιτικού φάσματος, το αντιευρωπαϊκό, ξενοφοβικό Κόμμα της Ανεξαρτησίας (UKIP). Ο ηγέτης του εν λόγω κόμματος, Νάιτζελ Φάρατζ, μίλησε για «κραυγή απόγνωσης του λαού της Ελλάδας, όπου εκατομμύρια άνθρωποι φτωχοποιήθηκαν από το πείραμα του ευρώ».
Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στην απέναντι πλευρά της Μάγχης. «Χθες “ήμαστε όλοι Σαρλί”, σήμερα... είμαστε όλοι ΣΥΡΙΖΑ», διαπίστωνε σκωπτικά στο κύριο άρθρο της η κεντροδεξιά γαλλική εφημερίδα Le Figaro, την περασμένη Τετάρτη. «Από τον (ηγέτη του Αριστερού Μετώπου) Ζαν- Λικ Μελανσόν μέχρι τον (ομοϊδεάτη του Πάνου Καμμένου) Νικολά Ντιπόν- Ενιάν, από την (ηγέτιδα των Πρασίνων) Σεσίλ Ντιφλό μέχρι τη Μαρίν Λεπέν, από τους αντιρρησίες των Σοσιαλιστών μέχρι την “πατριωτική” πτέρυγα του κεντροδεξιού UMP, όλοι διαγωνίζονται ποιος θα σηκώσει πιο ψηλά την πικέτα που γράφει “Είμαι κι εγώ ΣΥΡΙΖΑ”», σημείωνε ο αρθρογράφος της ίδιας εφημερίδας, Γκιγιόμ Ταμπάρ.
Η σύγκλιση με τους ΑΝΕΛ
Θα ήταν εύκολο να μιλήσει κανείς για «διεθνοποίηση» της σύγκλισης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και να αναμασήσει τη γνωστή τσιχλόφουσκα περί «συνάντησης των άκρων». Η πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη. Η πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα δεν προκάλεσε, ούτε πρόκειται να προκαλέσει από μόνη της ένα ανάλογο τσουνάμι ανατροπών στην Ευρώπη. Λειτουργεί απλώς ως καταλύτης για την επιτάχυνση των ανακατατάξεων που είχαν ήδη δρομολογηθεί, όπως έδειξαν και οι ευρωεκλογές της περασμένης άνοιξης. Σε αυτό το φόντο, συναντιούνται, μάλλον πρόσκαιρα, σε μια συχνά αμφίβολη «συμπάθεια» προς τη νέα ελληνική κυβέρνηση πολύ διαφορετικές δυνάμεις, με πολύ διαφορετικά κίνητρα.
Για τις «παρά φύσιν» εκδηλώσεις ικανοποίησης από την ξενοφοβική, εθνικιστική Δεξιά το πράγμα είναι προφανές: Πολιτικοί σαν τη Μαρίν Λεπέν, η οποία μίλησε για «ηχηρό ράπισμα του ελληνικού λαού στην Ε.Ε.», επιχειρούν να διώξουν τη ρετσινιά του ακροδεξιού και να αλιεύσουν ψήφους από το σύνολο του πολιτικού φάσματος, στην προσπάθειά τους να μετατρέψουν τα κόμματά τους από ρεύματα οργισμένης διαμαρτυρίας σε δυνάμεις εξουσίας.
Οι μόνοι που είχαν ειλικρινείς λόγους να πανηγυρίζουν ήταν οι εκπρόσωποι της ευρωπαϊκής Αριστεράς – συμπεριλαμβανομένων όλων των Κομμουνιστικών Κομμάτων, πλην του ΚΚΕ. Πρώτος απ’ όλους, ο Πάμπλο Ιγκλέσιας, ο χαρισματικός ηγέτης των Podemos, το οποίο διεκδικεί με αξιώσεις –σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις– την πρώτη θέση στις γενικές εκλογές του Νοεμβρίου και φιλοδοξεί να σχηματίσει κυβέρνηση με την Ενωμένη Αριστερά (Κ.Κ. και συνεργαζόμενοι). Ευφορία επικρατεί και στην αρκετά ισχυρή Αριστερά της Πορτογαλίας (Κ.Κ. και Αριστερό Μπλοκ), η οποία βαδίζει επίσης προς κρίσιμες εκλογές αυτήν τη χρονιά, ενώ έχουν αρχίσει ήδη οι ζυμώσεις για τη δημιουργία νέου κόμματος υπό τον τίτλο Juntos Podemos (Μαζί Mπορούμε) στο πρότυπο των ΣΥΡΙΖΑ-Podemos. Ούριο αισθάνονται τον άνεμο στα πανιά τους και το Αριστερό Μέτωπο του Μελανσόν στη Γαλλία, η SEL του Νίκι Βέντολα στην Ιταλία και το Σιν Φέιν του Τζέρι Ανταμς στην Ιρλανδία.
Αν όλα αυτά ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενα, δεν συμβαίνει το ίδιο με τις ενδιαφέρουσες διεργασίες στην Κεντροαριστερά. Ο πρώτος γραμματέας του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, Ζαν-Κριστόφ Καμπαντελίς, προσπέρασε τη συντριβή του «αδελφού κόμματος» ΠΑΣΟΚ, εκφράζοντας την ικανοποίησή του για τον θρίαμβο του ΣΥΡΙΖΑ καθώς, όπως είπε, «η νίκη ενός αριστερού κόμματος είναι πάντα καλά νέα για τους Γάλλους Σοσιαλιστές». «Σεβασμό της ελληνικής δημοκρατίας» ζήτησε από τους εταίρους του ο κεντροαριστερός υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας Πάολο Τζεντιλόνι, προσθέτοντας ότι η νίκη Τσίπρα θα ενισχύσει τις κοινές προσπάθειες Γαλλίας και Ιταλίας «να πιέσουν τη Γερμανία προς μια πιο ευέλικτη, αναπτυξιακή πολιτική».
Περισσότερο ενθουσιώδης ο ηγέτης του (αντιπολιτευόμενου) Σοσιαλιστικού Κόμματος Πορτογαλίας, Αντόνιο Κόστα, δήλωσε ότι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ήταν «μήνυμα για αλλαγή σε ολόκληρη την Ευρώπη». Αλλά και για τον σοσιαλδημοκράτη υπουργό Εξωτερικών της Φινλανδίας, Ερικ Τουομιόγια, η ετυμηγορία του ελληνικού λαού ήταν «ράπισμα εναντίον αυτού που θεωρώ ως μια πολύ δεξιά οικονομική πολιτική στην Ευρώπη». Ανάλογη ήταν η θέση και του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου της Αυστρίας, Βέρνερ Φάιμαν: «Συμμερίζομαι τον προβληματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με τη δυνατότητα να επέλθει ανάκαμψη με περικοπές και λιτότητα. Είναι κοινή η θέση μας ότι οι ιδιωτικοποιήσεις κρατικής περιουσίας είναι λάθος δρόμος».
Τα διλήμματα Ολάντ και Ρέντσι απέναντι στη νέα κυβέρνηση της Αθήνας
Οι κρίσιμοι «άγνωστοι Χ» για τα περιθώρια οικοδόμησης συμμαχιών του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα είναι οι κεντροαριστεροί ηγέτες της Γαλλίας και της Ιταλίας, Φρανσουά Ολάντ και Ματέο Ρέντσι. Αμφότεροι έχουν λόγους να χρησιμοποιήσουν την Ελλάδα ως μοχλό πίεσης στην Αγκελα Μέρκελ για χαλάρωση της λιτότητας. Πολύ περισσότερο που και οι δύο απειλούνται από τη δημιουργία νέων αριστερών συνασπισμών, οι οποίοι θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν τα κυβερνητικά κόμματα.
Ωστόσο, είναι άκρως απίθανο να στηρίξουν τις πιο ριζοσπαστικές διεκδικήσεις του Ελληνα πρωθυπουργού και ιδίως το αίτημα για διαγραφή χρέους. Αλλωστε, οι γαλλικές τράπεζες θα επωμιστούν πολύ μεγάλο μερίδιο των απωλειών σε μία τέτοια περίπτωση – το 40% των συνολικών απωλειών, έναντι 56% των γερμανικών.
Σε κάθε περίπτωση, οι πρώτοι μήνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ θα επηρεάσουν καθοριστικά τις δυνάμεις που έσπευσαν να συνδέσουν τις τύχες τους μαζί του. Αν η νέα κυβέρνηση σταθεροποιηθεί και βρει έναν πολιτικά αποδεκτό συμβιβασμό στο ζήτημα του χρέους, θα ευεργετήσει τις αριστερές δυνάμεις που βαδίζουν σε εκλογές εντός του 2015 (Βρετανία, Ισπανία, Πορτογαλία, Δανία, Φινλανδία, Ιρλανδία). Αν, αντίθετα, οδηγηθεί σε ρήξη με το ευρωσύστημα, η Ελλάδα θα βρίσκεται στο πιο δύσκολο σημείο της –ακόμη κι αν τελικά καταφέρει να ορθοποδήσει– τη στιγμή που θα διεξάγονται οι κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
ΠΗΓΗ: Εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου