Παρά την αντίθετη φιλολογία, οι προγραμματισμένες εκλογές γίνονται σε μια περίοδο ιδιαίτερα αρνητική για τον λαό και την εργατική τάξη της χώρας μας. Και γίνονται, ακριβώς, για να μπορέσουν τα κέντρα εξουσίας, από ακόμα καλύτερες θέσεις, να προωθήσουν τον νέο γύρο βάρβαρων αντιλαϊκών μέτρων που είναι στα σκαριά. Αλλά και για να αποτυπωθούν (πάνω στα κουφάρια ασφαλώς των λαϊκών δικαιωμάτων) οι απαιτούμενες ισορροπίες της διπλής εξάρτησης της χώρας από τον ευρωενωσιακό και τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό.
Τα 2,5 χρόνια που πέρασαν από τις εκλογές του 2012, ο συσχετισμός σε ....
βάρος του λαϊκού παράγοντα έγινε δυσμενέστερος. Η αστική τάξη της χώρας, όλο και πιο βαθιά εξαρτημένη και σε συνεχείς υποβιβασμούς από τα ιμπεριαλιστικά αφεντικά, καθοδηγημένη και στηριγμένη από τα αφεντικά αυτά, κλιμάκωσε με ένταση την επίθεση απέναντι στα λαϊκά στρώματα.
Η κυβέρνηση Σαμαρά (που για κάποιους είχε τρεις με τέσσερις μήνες ζωής) αποδείχτηκε ιδιαίτερα αποτελεσματική απέναντι στον εχθρό λαό σε σχέση με την αναίρεση βασικών δικαιωμάτων στη δουλειά, στις κοινωνικές παροχές και στις ελευθερίες. Η εργατική τάξη και οι ευρύτερες λαϊκές μάζες -με εξαίρεση κάποιες ομάδες εργαζομένων που προσπάθησαν να βγουν στο αγωνιστικό προσκήνιο- παρακολούθησαν από το περιθώριο την ίδια τους τη σφαγή. Ακόμα και η εμπλοκή με την εκλογή προέδρου δεν ήταν αποτέλεσμα αντανάκλασης πίεσης του λαϊκού παράγοντα αλλά της όξυνσης των ανταγωνισμών των μεγάλων ιμπεριαλιστικών αφεντικών. Η κυβερνητική «πρωτοβουλία» για απόσυρση του ΔΝΤ από τη χώρα έθεσε σε λειτουργία την όξυνση αυτή και οδήγησε στη γνωστή κωλοτούμπα τους κυβερνητικούς εταίρους.
Ιδιαίτερες ευθύνες γι’ αυτή την αντιδραστική εξέλιξη της περιθωριοποίησης της αγωνιστικής προοπτικής είχε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος έκρινε (και σωστά από την πλευρά του) ότι με τον λαό στο περιθώριο ήταν πλήρως απελευθερωμένος να προχωρήσει στις απαραίτητες προσαρμογές -χωρίς τα βαρίδια των δεσμεύσεων απέναντι στον λαό-, ώστε να αποτελέσει μια δύναμη την οποία μπορούν να επιλέξουν -ή έστω να ανεχθούν- τα κέντρα εξουσίας του συστήματος μέσα και έξω από τη χώρα. Απελευθερωμένος να υπόσχεται φρενάρισμα της επίθεσης και να ορκίζεται ταυτόχρονα πίστη στο ΝΑΤΟ, στην ΕΕ και στο καπιταλιστικό κέρδος.
Ευνοημένο από την κατάσταση αυτή και το ρεφορμιστικό ΚΚΕ, το οποίο -με τον λαό στο περιθώριο- μπορεί ελεύθερα να εξακοντίζει αντεπιθέσεις και επαναστάσεις χωρίς να αναμετριέται με καμία πραγματικότητα, χωρίς να χρειάζεται να εκτίθεται καταγγέλλοντας τους «απεργούς που εκβιάζουν την κυβέρνηση».
Από αυτή τη βαθιά δεξιά στροφή όλου του πολιτικού σκηνικού δεν εξαιρείται και η εξωκοινοβουλευτική αριστερά ή εν πάση περιπτώσει το μεγαλύτερο τμήμα απ’ ό,τι έχει απομείνει οργανωτικά εκτός ΣΥΡΙΖΑ. Οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μέσω της γραμμής του μεταβατικού προγράμματος, λειτουργούν αντικειμενικά σε μια γραμμή «αριστερού» ελέγχου και αντίστοιχης πίεσης στην αποτελεσματική εκδοχή της «κυβερνώσας αριστεράς», δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ.
Η απόφασή μας για συμμετοχή στις εκλογές
Τα τελευταία χρόνια έχουν ουσιαστικά ανοίξει προς συζήτηση (άλλες στιγμές με την παρουσία των μαζών και άλλες όχι) ΟΛΑ τα ζητήματα: το ζήτημα της προοπτικής του ιμπεριαλιστικού-καπιταλιστικού συστήματος, το ζήτημα της εξάρτησης, το ζήτημα του άλλου δρόμου, το ζήτημα (ουσιαστικά) μεταρρύθμιση ή επανάσταση, το ζήτημα της ταξικής συγκρότησης, το ζήτημα των «πεπραγμένων» του συστήματος αλλά και των διάφορων εκδοχών της αριστεράς. Τα ζητήματα αυτά τίθενται εκ των πραγμάτων (με την ηγεμονία του συστήματος) και μπροστά σε αυτές τις εκλογές.
Με αυτό το δεδομένο, η οργάνωσή μας αποφάσισε να συμμετέχει στις εκλογές αυτές προβάλλοντας την αγωνιστική κατεύθυνση και την ανάγκη της εργατικής και λαϊκής συγκρότησης ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση και την καπιταλιστική βαρβαρότητα, ενάντια στις αστικές και ρεφορμιστικές διαχειριστικές εκδοχές, ενάντια στις εκλογικές αυταπάτες. Κρίναμε ότι στις συνθήκες αυτές, η συμμετοχή στις εκλογές υπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο την προβολή αυτής της άποψης και θεωρήσαμε αναγκαίο αυτή η προβολή να συνοδεύεται από κάλεσμα στον λαό να γυρίσει την πλάτη του στους εκβιασμούς και στα ψεύτικα διλήμματα, υποστηρίζοντας εκλογικά τον συνδυασμό μας.
Θεωρήσαμε λάθος να διευκολυνθεί η διολίσθηση έστω και ενός αγωνιστή που συμφωνεί με τη θεώρησή μας στην εκλογική υποστήριξη των διάφορων εκδοχών του ρεφορμισμού και της αριστεράς της ήττας και της υποταγής. Θεωρήσαμε υποχώρηση μια ενδεχόμενη απουσία από τον (έστω εκλογικό) πολιτικό χάρτη της οργάνωσής μας και την παραχώρηση του πεδίου σε κάθε λογής ρεφορμιστικά και οπορτουνιστικά ρεύματα.
Κρίναμε, επίσης, ότι παρά τις δύσκολες συνθήκες (και ίσως εξαιτίας αυτών), οι σχέσεις που μπορούν να οικοδομηθούν με κάποιους αγωνιστές τις λίγες αυτές μέρες μπορούν με έναν σχετικά στέρεο τρόπο να τεθούν στην υπηρεσία των αναγκών του κινήματος την αμέσως επόμενη, κρίσιμη περίοδο.
Γνωρίζουμε τις δυσκολίες: στην διαχρονική πραγματικότητα που λέει ότι έτσι κι αλλιώς η κομμουνιστική αριστερά βρίσκεται εκτός έδρας στο γήπεδο των αστικών εκλογών, προστίθεται η κινηματική αδράνεια του τελευταίου διαστήματος που επιτρέπει στον οπορτουνισμό να χρησιμοποιεί ακριβώς αυτήν την κινηματική αδράνεια (για την οποία έχει τη βασική ευθύνη) για να βεβαιώσει ότι «δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τις εκλογές», για να κεφαλαιοποιήσει τη λαϊκή απελπισία χωρίς μάλιστα να δημιουργεί και υψηλές προσδοκίες.
Ταυτόχρονα, αυτή η κινηματική αδράνεια θολώνει τις πολιτικές διαφοροποιήσεις καθώς οι διαφορετικές γραμμές δεν είναι στον έλεγχο των μαζών, με αποτέλεσμα από ένα σημείο και μετά να μπορεί οποιοσδήποτε πολιτικός φορέας να ντύνεται όπως θέλει και να πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες.
Σε αυτά προστίθεται και ο εξαιρετικά σύντομος χρόνος της προεκλογικής εκστρατείας, ένας σύντομος χρόνος ο οποίος δίνει ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα στη διαμεσολαβημένη από τα αστικά ΜΜΕ παρέμβαση, πιέζοντας ακόμα περισσότερο οργανώσεις σαν τη δική μας, η οποία ως βασικό όπλο έχει την άμεση απεύθυνση των μελών και φίλων της σε εξορμήσεις στον λαό.
Τέλος, τέτοιες εποχές που ο λαός στενάζει από την ανέχεια και τη φτώχεια, είναι λογικό ότι οι λαϊκές οργανώσεις (που αιμοδοτούνται οικονομικά από τις συνδρομές μελών και φίλων αποκλειστικά) δέχονται το αντίστοιχο οικονομικό στρίμωγμα, που οξύνεται από την κοστοβόρο εκλογική συμμετοχή. Δεν είναι καθόλου δευτερεύον πρόβλημα για μας, έστω και αν το αναφέρουμε τελευταίο, με την έννοια ότι οι τεχνικές δυσκολίες έπονται των πολιτικών.
Παρά, λοιπόν, τις προαναφερόμενες δυσκολίες, η οργάνωσή μας συμμετέχει με αποφασιστικότητα στην εκλογική μάχη. Και με την ίδια αποφασιστικότητα θα ζητήσει από τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες τη «δέσμευσή» τους μέσω της εκλογικής τους στήριξης. Δεν μας αρκεί η αναγνώριση ότι έχουμε δίκιο, δεν θέλουμε άνθρωποι με αγωνιστικές περγαμηνές να τσακιστούν στις υφάλους των αυταπατών και της απελπισίας. Το καθήκον της πολιτικής, ιδεολογικής και οργανωτικής ταξικής συγκρότησης, το καθήκον της σύγκρουσης με τον ιμπεριαλισμό-καπιταλισμό θα απαιτήσει έτσι κι αλλιώς πολύ μεγαλύτερες θυσίες από αυτή της αντοχής σε ψεύτικα διλήμματα.
Για την εκλογική συνεργασία
Η οργάνωσή μας αποτιμώντας τόσο την εκλογική συνεργασία το 2012 όσο και (ακόμα περισσότερο) τα βήματα κοινών παρεμβάσεων με το Μ-Λ ΚΚΕ στο πλαίσιο της Λαϊκής Αντίστασης – ΑΑΣ, επέλεξε και πάλι ως όχημα παρέμβασης στις εκλογές το σχήμα της εκλογικής συνεργασίας των δύο οργανώσεων. Μια ενδεχόμενη αυτοδύναμη εκλογική κάθοδος θα έδινε βέβαια τη δυνατότητα στην οργάνωσή μας να ξεδιπλώσει το σύνολο της άποψής της, αλλά θα αποτελούσε πισωγύρισμα από το κατακτημένο επίπεδο κοινής δράσης και συνεργασίας, μια κοινή δράση και συνεργασία την οποία θεωρούμε ότι μπορεί να ανοίξει δρόμους στο κίνημα.
Είναι αλήθεια ότι θα θέλαμε η Λαϊκή Αντίσταση – ΑΑΣ να έχει κάνει πιο αποφασιστικά βήματα διεύρυνσης, να έχει αγκαλιαστεί και να έχει πλαισιωθεί πιο ενεργητικά από ένα ευρύτερο κύκλο αγωνιστριών και αγωνιστών, να τροφοδοτεί και να τροφοδοτείται τόσο από την εσωτερική της λειτουργία όσο και από την καθημερινή της παρέμβαση στα πεδία της ταξικής πάλης. Μόνο τότε -αν δηλαδή είχε ξεπεράσει ολοκληρωτικά το στάδιο της συνεργασίας των δύο οργανώσεων- θα μπορούσε, εκτιμάμε, να τεθεί στις εσωτερικές της διαδικασίες και στα μέλη της το ερώτημα της εκλογικής της συμμετοχής. Εκτιμάμε, επίσης, ότι η κατακτημένη για την ώρα ωριμότητα και ανάπτυξη του εγχειρήματος της Λαϊκής Αντίστασης – ΑΑΣ δεν πρέπει να θεωρείται ότι έχει πιάσει τα όριά της και άρα δεν πρέπει να γίνεται οτιδήποτε παγιοποιεί αυτά τα σημερινά όρια.
Με βάση τα παραπάνω, η οργάνωσή μας καλεί τα μέλη και τους φίλους της να δώσουν με ένταση την εκλογική μάχη. Για να ακουστούν πιο δυνατά οι θέσεις της εκλογικής συνεργασίας του ΚΚΕ(μ-λ) με το Μ-Λ ΚΚΕ, για να ακουστεί πιο δυνατά η ανάγκη του αγώνα ενάντια στην ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα και στην καπιταλιστική επίθεση, για να αποκαλυφθεί πλατιά ότι η γραμμή της «διαπραγμάτευσης» με τον ιμπεριαλισμό είναι γραμμή υποταγής σε αυτόν, για να μη χαριστούν αγωνιστές θυσία στον εκλογικό βωμό του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού, για να αποκαλυφθεί όσο το δυνατόν καλύτερα ότι τη λύση δεν τη δίνουν οι εκλογές και τα μείγματα διαχείρισης, αλλά η συγκρότηση των αγώνων του λαού και της εργατικής τάξης.
Προλεταριακή Σημαία - http://www.kkeml.gr/
Τα 2,5 χρόνια που πέρασαν από τις εκλογές του 2012, ο συσχετισμός σε ....
βάρος του λαϊκού παράγοντα έγινε δυσμενέστερος. Η αστική τάξη της χώρας, όλο και πιο βαθιά εξαρτημένη και σε συνεχείς υποβιβασμούς από τα ιμπεριαλιστικά αφεντικά, καθοδηγημένη και στηριγμένη από τα αφεντικά αυτά, κλιμάκωσε με ένταση την επίθεση απέναντι στα λαϊκά στρώματα.
Η κυβέρνηση Σαμαρά (που για κάποιους είχε τρεις με τέσσερις μήνες ζωής) αποδείχτηκε ιδιαίτερα αποτελεσματική απέναντι στον εχθρό λαό σε σχέση με την αναίρεση βασικών δικαιωμάτων στη δουλειά, στις κοινωνικές παροχές και στις ελευθερίες. Η εργατική τάξη και οι ευρύτερες λαϊκές μάζες -με εξαίρεση κάποιες ομάδες εργαζομένων που προσπάθησαν να βγουν στο αγωνιστικό προσκήνιο- παρακολούθησαν από το περιθώριο την ίδια τους τη σφαγή. Ακόμα και η εμπλοκή με την εκλογή προέδρου δεν ήταν αποτέλεσμα αντανάκλασης πίεσης του λαϊκού παράγοντα αλλά της όξυνσης των ανταγωνισμών των μεγάλων ιμπεριαλιστικών αφεντικών. Η κυβερνητική «πρωτοβουλία» για απόσυρση του ΔΝΤ από τη χώρα έθεσε σε λειτουργία την όξυνση αυτή και οδήγησε στη γνωστή κωλοτούμπα τους κυβερνητικούς εταίρους.
Ιδιαίτερες ευθύνες γι’ αυτή την αντιδραστική εξέλιξη της περιθωριοποίησης της αγωνιστικής προοπτικής είχε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος έκρινε (και σωστά από την πλευρά του) ότι με τον λαό στο περιθώριο ήταν πλήρως απελευθερωμένος να προχωρήσει στις απαραίτητες προσαρμογές -χωρίς τα βαρίδια των δεσμεύσεων απέναντι στον λαό-, ώστε να αποτελέσει μια δύναμη την οποία μπορούν να επιλέξουν -ή έστω να ανεχθούν- τα κέντρα εξουσίας του συστήματος μέσα και έξω από τη χώρα. Απελευθερωμένος να υπόσχεται φρενάρισμα της επίθεσης και να ορκίζεται ταυτόχρονα πίστη στο ΝΑΤΟ, στην ΕΕ και στο καπιταλιστικό κέρδος.
Ευνοημένο από την κατάσταση αυτή και το ρεφορμιστικό ΚΚΕ, το οποίο -με τον λαό στο περιθώριο- μπορεί ελεύθερα να εξακοντίζει αντεπιθέσεις και επαναστάσεις χωρίς να αναμετριέται με καμία πραγματικότητα, χωρίς να χρειάζεται να εκτίθεται καταγγέλλοντας τους «απεργούς που εκβιάζουν την κυβέρνηση».
Από αυτή τη βαθιά δεξιά στροφή όλου του πολιτικού σκηνικού δεν εξαιρείται και η εξωκοινοβουλευτική αριστερά ή εν πάση περιπτώσει το μεγαλύτερο τμήμα απ’ ό,τι έχει απομείνει οργανωτικά εκτός ΣΥΡΙΖΑ. Οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μέσω της γραμμής του μεταβατικού προγράμματος, λειτουργούν αντικειμενικά σε μια γραμμή «αριστερού» ελέγχου και αντίστοιχης πίεσης στην αποτελεσματική εκδοχή της «κυβερνώσας αριστεράς», δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ.
Η απόφασή μας για συμμετοχή στις εκλογές
Τα τελευταία χρόνια έχουν ουσιαστικά ανοίξει προς συζήτηση (άλλες στιγμές με την παρουσία των μαζών και άλλες όχι) ΟΛΑ τα ζητήματα: το ζήτημα της προοπτικής του ιμπεριαλιστικού-καπιταλιστικού συστήματος, το ζήτημα της εξάρτησης, το ζήτημα του άλλου δρόμου, το ζήτημα (ουσιαστικά) μεταρρύθμιση ή επανάσταση, το ζήτημα της ταξικής συγκρότησης, το ζήτημα των «πεπραγμένων» του συστήματος αλλά και των διάφορων εκδοχών της αριστεράς. Τα ζητήματα αυτά τίθενται εκ των πραγμάτων (με την ηγεμονία του συστήματος) και μπροστά σε αυτές τις εκλογές.
Με αυτό το δεδομένο, η οργάνωσή μας αποφάσισε να συμμετέχει στις εκλογές αυτές προβάλλοντας την αγωνιστική κατεύθυνση και την ανάγκη της εργατικής και λαϊκής συγκρότησης ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση και την καπιταλιστική βαρβαρότητα, ενάντια στις αστικές και ρεφορμιστικές διαχειριστικές εκδοχές, ενάντια στις εκλογικές αυταπάτες. Κρίναμε ότι στις συνθήκες αυτές, η συμμετοχή στις εκλογές υπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο την προβολή αυτής της άποψης και θεωρήσαμε αναγκαίο αυτή η προβολή να συνοδεύεται από κάλεσμα στον λαό να γυρίσει την πλάτη του στους εκβιασμούς και στα ψεύτικα διλήμματα, υποστηρίζοντας εκλογικά τον συνδυασμό μας.
Θεωρήσαμε λάθος να διευκολυνθεί η διολίσθηση έστω και ενός αγωνιστή που συμφωνεί με τη θεώρησή μας στην εκλογική υποστήριξη των διάφορων εκδοχών του ρεφορμισμού και της αριστεράς της ήττας και της υποταγής. Θεωρήσαμε υποχώρηση μια ενδεχόμενη απουσία από τον (έστω εκλογικό) πολιτικό χάρτη της οργάνωσής μας και την παραχώρηση του πεδίου σε κάθε λογής ρεφορμιστικά και οπορτουνιστικά ρεύματα.
Κρίναμε, επίσης, ότι παρά τις δύσκολες συνθήκες (και ίσως εξαιτίας αυτών), οι σχέσεις που μπορούν να οικοδομηθούν με κάποιους αγωνιστές τις λίγες αυτές μέρες μπορούν με έναν σχετικά στέρεο τρόπο να τεθούν στην υπηρεσία των αναγκών του κινήματος την αμέσως επόμενη, κρίσιμη περίοδο.
Γνωρίζουμε τις δυσκολίες: στην διαχρονική πραγματικότητα που λέει ότι έτσι κι αλλιώς η κομμουνιστική αριστερά βρίσκεται εκτός έδρας στο γήπεδο των αστικών εκλογών, προστίθεται η κινηματική αδράνεια του τελευταίου διαστήματος που επιτρέπει στον οπορτουνισμό να χρησιμοποιεί ακριβώς αυτήν την κινηματική αδράνεια (για την οποία έχει τη βασική ευθύνη) για να βεβαιώσει ότι «δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τις εκλογές», για να κεφαλαιοποιήσει τη λαϊκή απελπισία χωρίς μάλιστα να δημιουργεί και υψηλές προσδοκίες.
Ταυτόχρονα, αυτή η κινηματική αδράνεια θολώνει τις πολιτικές διαφοροποιήσεις καθώς οι διαφορετικές γραμμές δεν είναι στον έλεγχο των μαζών, με αποτέλεσμα από ένα σημείο και μετά να μπορεί οποιοσδήποτε πολιτικός φορέας να ντύνεται όπως θέλει και να πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες.
Σε αυτά προστίθεται και ο εξαιρετικά σύντομος χρόνος της προεκλογικής εκστρατείας, ένας σύντομος χρόνος ο οποίος δίνει ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα στη διαμεσολαβημένη από τα αστικά ΜΜΕ παρέμβαση, πιέζοντας ακόμα περισσότερο οργανώσεις σαν τη δική μας, η οποία ως βασικό όπλο έχει την άμεση απεύθυνση των μελών και φίλων της σε εξορμήσεις στον λαό.
Τέλος, τέτοιες εποχές που ο λαός στενάζει από την ανέχεια και τη φτώχεια, είναι λογικό ότι οι λαϊκές οργανώσεις (που αιμοδοτούνται οικονομικά από τις συνδρομές μελών και φίλων αποκλειστικά) δέχονται το αντίστοιχο οικονομικό στρίμωγμα, που οξύνεται από την κοστοβόρο εκλογική συμμετοχή. Δεν είναι καθόλου δευτερεύον πρόβλημα για μας, έστω και αν το αναφέρουμε τελευταίο, με την έννοια ότι οι τεχνικές δυσκολίες έπονται των πολιτικών.
Παρά, λοιπόν, τις προαναφερόμενες δυσκολίες, η οργάνωσή μας συμμετέχει με αποφασιστικότητα στην εκλογική μάχη. Και με την ίδια αποφασιστικότητα θα ζητήσει από τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες τη «δέσμευσή» τους μέσω της εκλογικής τους στήριξης. Δεν μας αρκεί η αναγνώριση ότι έχουμε δίκιο, δεν θέλουμε άνθρωποι με αγωνιστικές περγαμηνές να τσακιστούν στις υφάλους των αυταπατών και της απελπισίας. Το καθήκον της πολιτικής, ιδεολογικής και οργανωτικής ταξικής συγκρότησης, το καθήκον της σύγκρουσης με τον ιμπεριαλισμό-καπιταλισμό θα απαιτήσει έτσι κι αλλιώς πολύ μεγαλύτερες θυσίες από αυτή της αντοχής σε ψεύτικα διλήμματα.
Για την εκλογική συνεργασία
Η οργάνωσή μας αποτιμώντας τόσο την εκλογική συνεργασία το 2012 όσο και (ακόμα περισσότερο) τα βήματα κοινών παρεμβάσεων με το Μ-Λ ΚΚΕ στο πλαίσιο της Λαϊκής Αντίστασης – ΑΑΣ, επέλεξε και πάλι ως όχημα παρέμβασης στις εκλογές το σχήμα της εκλογικής συνεργασίας των δύο οργανώσεων. Μια ενδεχόμενη αυτοδύναμη εκλογική κάθοδος θα έδινε βέβαια τη δυνατότητα στην οργάνωσή μας να ξεδιπλώσει το σύνολο της άποψής της, αλλά θα αποτελούσε πισωγύρισμα από το κατακτημένο επίπεδο κοινής δράσης και συνεργασίας, μια κοινή δράση και συνεργασία την οποία θεωρούμε ότι μπορεί να ανοίξει δρόμους στο κίνημα.
Είναι αλήθεια ότι θα θέλαμε η Λαϊκή Αντίσταση – ΑΑΣ να έχει κάνει πιο αποφασιστικά βήματα διεύρυνσης, να έχει αγκαλιαστεί και να έχει πλαισιωθεί πιο ενεργητικά από ένα ευρύτερο κύκλο αγωνιστριών και αγωνιστών, να τροφοδοτεί και να τροφοδοτείται τόσο από την εσωτερική της λειτουργία όσο και από την καθημερινή της παρέμβαση στα πεδία της ταξικής πάλης. Μόνο τότε -αν δηλαδή είχε ξεπεράσει ολοκληρωτικά το στάδιο της συνεργασίας των δύο οργανώσεων- θα μπορούσε, εκτιμάμε, να τεθεί στις εσωτερικές της διαδικασίες και στα μέλη της το ερώτημα της εκλογικής της συμμετοχής. Εκτιμάμε, επίσης, ότι η κατακτημένη για την ώρα ωριμότητα και ανάπτυξη του εγχειρήματος της Λαϊκής Αντίστασης – ΑΑΣ δεν πρέπει να θεωρείται ότι έχει πιάσει τα όριά της και άρα δεν πρέπει να γίνεται οτιδήποτε παγιοποιεί αυτά τα σημερινά όρια.
Με βάση τα παραπάνω, η οργάνωσή μας καλεί τα μέλη και τους φίλους της να δώσουν με ένταση την εκλογική μάχη. Για να ακουστούν πιο δυνατά οι θέσεις της εκλογικής συνεργασίας του ΚΚΕ(μ-λ) με το Μ-Λ ΚΚΕ, για να ακουστεί πιο δυνατά η ανάγκη του αγώνα ενάντια στην ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα και στην καπιταλιστική επίθεση, για να αποκαλυφθεί πλατιά ότι η γραμμή της «διαπραγμάτευσης» με τον ιμπεριαλισμό είναι γραμμή υποταγής σε αυτόν, για να μη χαριστούν αγωνιστές θυσία στον εκλογικό βωμό του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού, για να αποκαλυφθεί όσο το δυνατόν καλύτερα ότι τη λύση δεν τη δίνουν οι εκλογές και τα μείγματα διαχείρισης, αλλά η συγκρότηση των αγώνων του λαού και της εργατικής τάξης.
Προλεταριακή Σημαία - http://www.kkeml.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου