του Σ. Ανδρονίδη* |
«Ισημερινοί, Ό,τι
επιθυμήσαμε Και δεν ανταμώθηκαν Χρώματα χάθηκαν Χώματα υψώθηκαν Πλάτες γύρισαν
Παράλληλοι, Από την άλλη Ό,τι συναντήσαμε Μήκη και πλάτη Εμείς δήθεν πλάτες
γυρίσαμε Αργεί ο κόσμος πουλί μου ταξιδιάρικο Πόσο αργεί πουλιά μου
αταξίδευτα». (Ηλίας Τσέχος, ‘Αργεί ο Κόσμος’, 2012).
Ο σημερινός αστικός «χώρος» τέμνεται και ανατέμνεται από την
διαχείριση των τρεχουσών «ροών» της βαθιάς οικονομικής κρίσης. Η «κρισιακή»
κατίσχυση του άρχοντος αστικού συγκροτήματος εξουσίας ορίζει και
«υπερπροσδιορίζει» συνάμα τα όρια του σημερινού αστικού «χώρου». Η «χωρική»
κατανομή και το πλαίσιο δράσης του αστικού συγκροτήματος εξουσίας ανάγονται στο
«όλον» της πόλεως, παράγοντας τους όρους και τις προϋποθέσεις για την....
«δομική»
της αναδιαμόρφωση και «ανασυγκρότηση».
Ουσιαστικά, η «ολική» δράση και δραστηριοποίηση του άρχοντος
αστικού συγκροτήματος εξουσίας εγγράφεται στα χαρακτηριστικά εκείνα που
προσδιορίζουν «ποιοτικά» τον «κρισιακό» τύπο της πόλεως, εκεί όπου πλέον η
χρηματική «κίνηση» της κυρίαρχης τάξης φορτίζεται θετικά, ενώ, την ίδια στιγμή,
η «αμυντική» κίνηση του μπλοκ των λαϊκών-κυριαρχούμενων τάξεων «ανασημαίνεται»
ως αρνητική, ως κατεξοχήν κίνηση που υποσκάπτει τα θεμέλια της οικονομικής και
εμπορικής δραστηριότητας της πόλης. Η εγχάραξη και η αποκρυστάλλωση ιδεολογικών
τομών στην αστική «ολότητα» συμφύεται οργανικά με την απρόσκοπτη και
εμπροσθοβαρή χρηματική «κίνηση» μερίδων του αστικού συνασπισμού εξουσίας.
Η «χωρική» και ταξική κατανομή της «κρισιακής» πόλης δύναται
να προσλάβει τα χαρακτηριστικά μίας
επέκτασης, αν μιλήσουμε με αστικούς-γεωγραφικούς όρους. Όμως, εδώ
ακριβώς υποκρύπτεται μία βασική όψη της νέας «κρισιακής» πόλεως: η τύποις
γεωγραφική επέκταση περιλαμβάνει και ενσωματώνει τις ταξικές, οικονομικές και
εισοδηματικές «ροές». Πέρα και πάνω από την μορφή που λαμβάνει η γεωγραφική
άρθρωση της πόλης, είναι η κοινωνική-οικονομική ισχύς και «ενέργεια» που
προσδιορίζει «ποιοτικά» την «κρισιακή» πόλη.
Η συγκεκριμένη και «φορτισμένη» συγκρότηση των αστικών
περιοχών εγκιβωτίζει στο σύνολο αστικό πεδίο στάσεις, αξίες και νοήματα που
αφενός μεν διαχέονται στον αστικό «χώρο», αφετέρου δε κανοναρχούν μία νέα
αντίληψη που ισούται με έναν «μοντέρνο εκσυγχρονισμό» που «συγκροτεί»
φαντασιακά και αντιμετωπίζει την πόλη ως χώρο άσκησης δραστηριοτήτων που
σχετίζονται με το «τολμηρό» επιχειρείν. Οι αστικές περιοχές αποτελούν τον
«χώρο» του «ποιοτικού υπερπροσδιορισμού» της κυρίαρχης οικονομικά και πολιτικά,
τάξης. Η έμφαση στη γεωγραφική επέκταση υποκρύπτει το προσίδιο κοινωνικό «όλον»
που φέρουν και διαθέτουν οι αστικές περιοχές.
Τα νέα και μοντέρνα κτίρια που φέρουν την υπογραφή μεγάλων
και σημαντικών αρχιτεκτόνων νοηματοδοτούν το όλο αστικό πλαίσιο, εγγράφοντας τα
μείζονα χαρακτηριστικά μίας εγκάρσιας κοινωνικής τομής και ρήξης. Και τι
ακριβώς σημαίνει αυτό το γεγονός; Σημαίνει ότι η προσίδια αρχιτεκτονική
πρόσληψη των νέων και σύγχρονων αρχιτεκτονικών-αστικών μορφών μετασχηματίζεται
σε κοινωνική «πρόσληψη», ήτοι σε πρόσληψη που φέρει στην «προμετωπίδα» της την
χρηματική «κίνηση» του άρχοντος αστικού συγκροτήματος εξουσίας. Πολλές φορές
διάφοροι ιδιωτικοί φορείς, διάφοροι επιχειρηματίες χρηματοδοτούν την κατασκευή
κτιρίων που φέρουν την υπογραφή σημαντικών αρχιτεκτόνων.
Μιλώντας με κοινωνιολογικούς όρους, θα λέγαμε πως η κυρίαρχη
τάξη αφενός μεν χρηματοδοτεί, αφετέρου δε κανοναρχεί και προτάσσει την
κατασκευή κτιρίων ως κίνηση και μορφή που ταυτίζεται με την «νέα» τύπο της
πόλης, στο βαθμό που οι συγκεκριμένες αρχιτεκτονικές κατασκευές όχι μόνο
«θωρακίζουν» ιδεολογικά την ταξική κυριαρχία επί του πεδίου της πόλης, αλλά
κύρια «εγχαράζουν» την προσίδια μορφή που θα λάβει η νέα «κρισιακή» πόλη.
Οι δημοτικές παρατάξεις συγκροτούν κοινωνικές συμμαχίες με
άξονα την δομική-αρχιτεκτονική «ανακατασκευή» της πόλης. Οπότε μεταβαίνουμε σε
μία «νέα» μορφή αστικής «υλικότητας». Η πλέρια ανανοηματοδότηση του «κρισιακού»
αστικού χώρου ενσωματώνει και την βίαιη κίνηση και παρέμβαση των καταπιεστικών
μηχανισμών του κράτους. Η κρατική-κατασταλτική βία, βία λεκτική και σωματική,
εγγράφεται στην μορφή και στον τύπο της «κρισιακής» πόλης.
Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πως, την δεδομένη στιγμή,
επιτελείται η λειτουργία της διπλής κατασταλτικής «κίνησης»: Από
την μία πλευρά στο εσωτερικό των καταπιεστικών μηχανισμών του κράτους, (βλ.
σώματα ασφαλείας) συντελείται η προσίδια αναπαραγωγή μέρους της
φασιστικής-ρατσιστικής ιδεολογίας, κάτι που μεταβάλλει ριζικά τις δομές και τον
τρόπο της δράσης των συγκρεκριμένων μηχανισμών κρατικού καταναγκασμού. Από την
άλλη πλευρά, η δράση και η παρέμβαση των κατασταλτικών μηχανισμών στο πεδίο του
αστικού-κοινωνικού «χώρου» αποκρυσταλλώνει την τυπική και ουσιαστική μορφή της
«κρισιακής» πόλεως, ήτοι εκείνης της πόλης που «αποτάσσει» και απομακρύνει
εκείνες τις συσσωματώσεις που επιδιώκουν την συγκρότηση μίας «αντιηγεμονίας», ή
αλλιώς την συγκρότηση ενός ριζικά διαφορετικού αστικού υποδείγματος.
Η διπλή κατασταλτική «κίνηση» αποτελεί μία βασική όψη του
«κρισιακού» αστικού «χώρου». «Μ’ αυτό το νόημα, το καπιταλιστικό Κράτος κατέχει
το μονοπώλιο της νόμιμης δύναμης,
καθορίζοντας και τους μετασχηματισμούς της νομιμότητας».[1] Παραφράζοντας τον Νίκο
Πουλαντζά, θα λέγαμε πως η κυρίαρχη κοινωνική συσσωμάτωση, καθορίζει τους
«μετασχηματισμούς της «χωρικής» νομιμότητας, ήτοι της νομιμότητας της πόλης.
Και οι συγκεκριμένοι μετασχηματισμοί της νομιμότητας της πόλης «εγγίζουν» και
το πεδίο παρέμβασης και δράσης των κυριαρχούμενων τάξεων.
«Μια νέα αρχιτεκτονική και μια νέα πολεοδομία θα όριζαν ένα
νέο χτισμένο πλαίσιο ζωής. Θα μπορούσε να προκύψει, έτσι, μια Πόλη της Εργασίας
στα σπλάχνα της Πόλης του Κεφαλαίου, μια πόλη που θα διοχέτευε στα κανάλια της
όλες τις ροές που θα δημιουργούσε ο κοινωνικός τρόπος οργάνωσης της παραγωγής
δημόσιων, συλλογικών αγαθών, και θα άρδευε έτσι τα χωράφια της κόκκινης
αλληλεγγύης, όπου ένας και μοναδικός συλλογικός εργαζόμενος θα πάλευε να
απαλλαγεί από την Πόλη του Κεφαλαίου και από το τέρας που της δίνει μορφή».[2]
Με τα λόγια του David Harvey, «το δικαίωμα στην πόλη είναι το
δικαίωμα του να αλλάξουμε τους εαυτούς μας αλλάζοντας την πόλη».[3]
[1]
Βλ.σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική Εξουσία
και Κοινωνικές Τάξεις’, τόμος β’, γ’ έκδοση, Μετάφραση: Χατζηπροδρομίδης Λ.,
Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1982, σελ. 68.
[2]
Βλ.σχετικά, Ιωακείμογλου Ηλίας, ‘Από την Πόλη
του Κεφαλαίου στην Πόλη της Εργασίας’, Θέσεις, Τεύχος 128, Ιούνιος-Σεπτέμβριος
2014, σελ.95.
[3] Βλ.σχετικά, Harvey David, ‘The Right to the City’, New Left
Review 53, September-October 2008, newleftreview.org
*πολιτικός επιστήμονας, υποψήφιος διδάκτωρ ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου