Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

«Κεντροαριστερά» πίσω από δέντρα και στο βάθος «ΝΔ»; / Γ. Τσαμουργκέλης

Τσαμουργκέλης Ι.
Η κοινωνία βιώνει κρίση εξουθενωτικής διάρκειας, με τεράστιες οικονομικές επιπτώσεις και κατάπτωση του βιοτικού επιπέδου. Κρίση που αποκαλύπτει σαθρές ιδεολογίες, ανεπαρκείς πολιτικές και ένοχους πολιτικούς, που αποκαθηλώνει το παρελθόν, διακόπτει τη συνέχεια της καθημερινότητας και μέσα από μια χαοτική και αποκλίνουσα αναδιάταξη, φέρνει τους μισούς νέους και το ένα τρίτο των πολιτών μπροστά σε ένα απροσπέλαστο τοίχο χωρίς ...
προοπτική, χωρίς ελπίδα. Ζούμε μια μοναδική ανακατανομή του πλούτου με ταξικά χαρακτηριστικά, που αναβιώνει, αποκαθιστά και ενδυναμώνει το ολιγαρχικό σύστημα που δημιούργησε την κρίση. Απέναντι σε αυτήν την κρίση και τη διαχείρισή της, συζητήσεις για τον επαναπροσδιορισμό της πορείας της χώρας, για την ανασυγκρότηση τού τώρα και τού αύριο, δεν μπορεί να γίνονται με το πνεύμα του εκκλησιασμού, όπου πρώτα συγκεντρώνονται οι πιστοί και μετά αποφασίζουν οι αρχιερείς πού θα κατευθύνουν τους εκκλησιαζόμενους. Γιατί τότε, οι εκκλησιαζόμενοι είναι όντως «πελάτες» που προσέρχονται για τα πλουμιστά άμφια των αρχιερέων και τα στολίδια της τελετής – και διόλου «πολίτες» που καλούνται να κρίνουν και να αποφασίσουν επί των θέσεων και των προτάσεων της «νέας» εκκλησίας.

Η ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς, μεσούσης της ολιστικής κρίσης του μεταπολιτευτικού εποικοδομήματος, δεν μπορεί να γίνει με ευχές ή με ωραία λόγια που εγείρουν το συναίσθημα των «πιστών». Η κρίση έχει αιτίες και η υπέρβασή της απαιτεί την αντιμετώπισή τους. Η κρίση έχει αποτελέσματα, μεγαλύτερα και μικρότερα θύματα, όσο και αυτούς που την εκμεταλλεύονται προς ίδιον όφελος. Η κρίση ενέχεται και ενέχει κοινωνική αδικία, που ουδόλως θεραπεύεται από την ασκούμενη πολιτική της τρόικας ή της κυβέρνησης. Επί αυτών πρέπει να τοποθετηθεί η προς ανασυγκρότηση κεντροαριστερά. Χωρίς υπεκφυγές, υπονοούμενα και σιωπές.

Στη σύγχρονη προοδευτική σκέψη, οι αιτίες της κρίσης είναι γνωστές. Είναι το πελατειακό πολιτικό σύστημα, που επί δεκαετίες κατηύθυνε τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου στη βάση των εξυπηρετήσεων και των γνωριμιών και όχι στη βάση των δεξιοτήτων και της αριστείας. Είναι το οικονομικό σύστημα της κρατικοδίαιτης ανάπτυξης, που έφερνε επιχειρήσεις να αναδεικνύονται εξαιτίας της σχέσης των επιχειρηματιών με τους πολιτικούς και τους γραφειοκράτες του δημοσίου, μέσα από ένα σύστημα διαφθοράς. Είναι το χρηματοπιστωτικό σύστημα, που μέσω του ολιγοπωλίου των τραπεζών κατένειμε τις καταθέσεις του κόσμου, χρηματοδοτώντας το πελατειακό κράτος και τις εξαρτημένες από αυτό επιχειρήσεις, ενώ διοχέτευε ρευστότητα και ψευδεπίγραφη ευμάρεια με κάρτες, καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια, μοιράζοντας λεφτά σε κάθε παραοικονομική δραστηριότητα, τροφοδοτώντας τη φούσκα της ονομαστικής ανάπτυξης. Είναι η κατάρρευση του κράτους με την σύμπραξη του κομματισμού και η ιδεολογικοποίηση της μετριοκρατείας,  της αρπαχτής και του νεοπλουτισμού.

Για όλα αυτά πρέπει να μιλήσει η προς ανασυγκρότηση κεντροαριστερά, προτείνοντας σαφείς και ευδιάκριτες πολιτικές που,
  • ·ακυρώνουν και καταργούν τις πελατειακές πολιτικές σχέσεις μέσω του ανασχεδιασμού του πολιτικού συστήματος,
  • ·συγκροτούν μια νέα οικονομία με ανοικτές αγορές χωρίς εμπόδια στην επιχειρηματικότητα, με ίσες ευκαιρίες για όλους,
  • ·οικοδομούν ένα νέο χρηματοπιστωτικό σύστημα, απεγκλωβισμένο από το τραπεζικό ολιγοπώλιο, με ανταγωνισμό, πολλές τράπεζες, φθηνό και προσβάσιμο χρήμα,
  • ·διαμορφώνουν ένα πραγματικά διαφορετικό κράτος, που ρυθμίζει, εποπτεύει και προνοεί για την οικονομική ευμάρεια των πολιτών,
  • ·αναδεικνύουν την ιδεολογική φόρτιση των θεσμών σε κατευθύνσεις που υπηρετούν το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τη δημοκρατία, τη δημιουργικότητα και τη συνεισφορά.
Μόνο με την ειλικρίνεια και την καθαρότητα των θέσεων και των επιδιώξεών της, η προς ανασυγκρότηση κεντροαριστερά θα έχει το δικαίωμα να αποτανθεί σε κάθε πολίτη ξεχωριστά και να τον καλέσει να συμμετάσχει στην υλοποίηση ενός Εθνικού Προοδευτικού Σχεδίου που οδηγεί σε ένα άλλο μέλλον, στην υλοποίηση ενός ριζοσπαστικού αλλά φερέγγυου και ρεαλιστικού οράματος. Και τότε θα ξέρει και να διαχειριστεί το όποιο «μνημόνιο», επιλέγοντας στο πλαίσιο της εθνικής πολιτικής ευθύνης (και όχι της διεθνικής συμβατικής υποχρέωσης), αυτά που συμφωνεί και αυτά που διαφωνεί, αυτά που θα κρατήσει και αυτά που θα αλλάξει ή θα συμπληρώσει.

Η προσέγγιση που οικοδομεί τη φυσιογνωμία των κομμάτων από επιμέρους προτάσεις που δεν απαντούν στα δομικά αίτια της κρίσης και υπεκφεύγει, διαχειριζόμενη αλλά μη επιλύοντας τα αδιέξοδα των πολιτών, δεν αφορά στην προσπάθεια για ένα ευρύ ευρωπαϊκό δημοκρατικό αριστερό κόμμα, δεν είναι καν προσπάθεια για έναν κεντροαριστερό πολιτικό φορέα, αλλά απλώς για έναν «ενδιάμεσο» πολιτικό φορέα. Είναι μια καθόλα συστημική πρόταση, που δεν θίγει τις δομές και τις διαρθρώσεις, αλλά το επιφαινόμενο, με την υπόσχεση ότι θα το κάνει καλύτερα. Όχι αλλιώς. Εκχωρεί έτσι τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό και την λαϊκή απαίτηση για τη μεγάλη αλλαγή στους αδιέξοδους χειρισμούς του λαϊκιστικού ΣΥΡΙΖΑ, που διεκδικεί την παλινόρθωση του συστήματος για να διεκπεραιώσει τα συμφέροντα των μικροπρονομιούχων του παρελθόντος. Στηρίζει την κυβερνητική σύμπραξη ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, που κάθε μέρα ανασυγκροτεί την ολιγαρχική διάταξη των μεγάλων προνομιούχων του παρελθόντος, με εγγυήσεις έναντι της ΕΕ για  μια «μετανιωμένη», χρηστή και μη εκτροχιάζουσα (όπως παλιά) διοίκηση. Είναι μια πολιτική πρόταση που κρύβει την αλήθεια των προθέσεών της πίσω από «δέντρα», για να αποκαλυφθεί την κρίσιμη ώρα, στοιχιζόμενη με τις δυνάμεις της αναπαραγωγής του συστήματος που έφερε την κρίση, υπό το γνωστό πρόσχημα των «κρίσιμων στιγμών για τον τόπο» και της «αίσθησης έναντι της ιστορίας»… Όμως, η κεντροαριστερά, η ευρεία ευρωπαϊκή δημοκρατική παράταξη με προοδευτικές καταβολές και σοσιαλιστική ιδεολογία, δεν έχει λόγο να αναγεννηθεί με το βάρος του συστήματος της κρίσης και των αδιέξοδων χειρισμών. Η κυβέρνηση και τα κυβερνητικά κόμματα, είναι κυβέρνηση και κυβερνητικά κόμματα, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ΣΥΡΙΖΑ… και η κεντροαριστερά, κεντροαριστερά.

Όταν οι κρίσιμες στιγμές και η αίσθηση της ιστορίας δείχνουν το δάσος των μεγάλων αλλαγών, εμείς δεν πρέπει να κοιτάμε τα «δέντρα» που θα χαρίσουν στους πρωταγωνιστές της κρίσης το προπέτασμα απόκρυψης ευθυνών και ανεπάρκειας. Το πολιτικό στοίχημα των καιρών και αυτό που έχει ανάγκη ο τόπος (ακόμα μία φορά), δεν είναι η συστέγαση των «πολιτικά άστεγων» που θα συνεισφέρουν τους μηχανισμούς τους, διαπραγματευόμενοι για τις θέσεις με το κριτήριο των ειδικών συμφερόντων τους, σε μια χαλαρή ή χαλαρότερη ένωση του μεσαίου χώρου. Το στοίχημα είναι οι προτάσεις και οι θέσεις που θα αλλάξουν τη χώρα. Σε αυτές τις προτάσεις, στην ειλικρίνεια και την προοδευτική προοπτική τους, θα συσπειρωθούν οι πολίτες. Και σε αυτές ας έρθουν να προσαρμοστούν οι «επώνυμοι», θυσιάζοντας μέρος από τις προθέσεις και τις απόψεις τους, καταβάλλοντας τη δική τους προσφορά και τη δική τους θυσία.

Κυβέρνηση πώς, με ποιον;
Το δεδομένο του σχηματισμού κυβερνήσεων συνεργασίας, εγείρει το ερώτημα με ποιον και πώς. Η απάντηση δεν είναι δυνατό να δίνεται εκ προοιμίου. Δεν μπορεί να προσδιορίζει η κυβερνητική συνεργασία τη φυσιογνωμία και το περιεχόμενο ενός κόμματος. Στην περίπτωση αυτή, ακυρώνεται η σχέση εμπιστοσύνης των πολιτών στους κομματικούς σχηματισμούς και εν τέλει στην ίδια τη δημοκρατία. Αντίθετα, είναι οι αρχές και οι πολιτικές των κομμάτων που διαμορφώνουν το περιεχόμενο της κυβερνητικής πολιτικής. Και τότε, η όποια κυβερνητική συνεργασία, θα σηματοδοτείται από την αναζήτηση ενός αμοιβαία αποδεκτού προγράμματος ενεργειών που καλύπτει τις κοινές προτεραιότητες των συνεργαζομένων κομμάτων, χωρίς ωστόσο να παραβιάζει τις αρχές και τη φυσιογνωμία κανενός. Αυτό είναι το μήνυμα και η ουσία της δημοκρατίας και η φυσική απεικόνισή της στο σχηματισμό πολυκομματικών κυβερνήσεων. Οι κυβερνήσεις συνεργασίας, δεν μπορεί να είναι το αποτέλεσμα εκβίασης, ή προειλημμένης εν κρυπτώ συμφωνίας. Η ερμηνεία των πολυκομματικών κυβερνήσεων ως η συνέχεια του διπολισμού του παρελθόντος, είναι ανίκανη να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, ενώ υπηρετεί ιδεολογικές και πολιτικές αντιλήψεις της μεταπολιτευτικής περιόδου, που ωστόσο, όλοι αναγνωρίζουμε ότι κατέρρευσε.

Ο Γιάννης Τσαμουργκέλης είναι διδάκτωρ της Οξφόρδης και Επίκουρος Καθηγητής της Διεθνούς Οικονομικής στο Παν/μιο του Αιγαίου. 

Email:i.tsam@aegean.gr, blog: tsamourgelis.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: