Aνύπαρκτο θέμα» χαρακτηρίζει η ΕΤΕ τα περί απαιτήσεων «μετόχων της Τράπεζας της Ανατολής» σε βάρος της Εθνικής, με αφορμή πρόσφατη ανακίνηση του ζητήματος.
Σε σχετική της ανακοίνωση η ΕΤΕ τονίζει ότι μετά την εξαγορά της Τράπεζας της Ανατολής το 1932 από την Εθνική οι μετοχές της ακυρώθηκαν και οι απαιτήσεις τους «ουσιαστικά εκμηδενίστηκαν».
Αναλυτικότερα, όπως διευκρινίζεται...«μετά την εξαγορά, όλες οι μετοχές της Τράπεζας Ανατολής ακυρώθηκαν και οι όποιοι νόμιμοι δικαιούχοι τους είχαν πλέον μόνο χρηματική απαίτηση από την ΕΤΕ, να λάβουν το ανωτέρω τίμημα των 200 δρχ. ανά μετοχή».
«Αυτές οι απαιτήσεις, όπως και κάθε άλλη χρηματική απαίτηση, υπήχθησαν στο καθεστώς του Ν.18/1944 (Νόμος Σβώλου), με τον οποίο ορίστηκε σχέση ανταλλαγής 1 νέας δρχ. για κάθε 50 δισ. προϋφιστάμενες δραχμές και, έτσι, ουσιαστικά εκμηδενίστηκαν. Επιπλέον, σε κάθε περίπτωση οι απαιτήσεις εκείνες έχουν παραγραφτεί», συμπληρώνει η τράπεζα.
Το πλήρες κείμενο της επιστολής έχει ως εξής:
Το έτος 1932 υπεγράφη σύμβαση συγχώνευσης δι’ εξαγοράς της Τράπεζας Ανατολής από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Η σύμβαση αυτή εγκρίθηκε με την υπουργική απόφαση 72186/5-11-1932.
Σύμφωνα με το περιεχόμενο της σύμβασης συγχώνευσης (η οποία είχε εγκριθεί από τις Γενικές Συνελεύσεις των μετόχων των δύο τραπεζών), η Εθνική Τράπεζα ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει στους μετόχους της Τράπεζας Ανατολής ως τίμημα εξαγοράς το ποσό των 200 δραχμών (και όχι σε οποιοδήποτε άλλο νόμισμα) ανά μετοχή. Από το ποσό αυτό, οι 50 δρχ. ήταν το τίμημα εξαγοράς της πελατείας της Τράπεζας της Ανατολής (goodwill) και οι 150 δρχ. ήταν προκαταβολή έναντι του προϊόντος της ειδικής εκκαθάρισης της Τράπεζας της Ανατολής. Η ειδική εκκαθάριση ολοκληρώθηκε το Δεκέμβριο 1936 και το αποτέλεσμά της όχι μόνο δεν κάλυψε τις προκαταβληθείσες 150 δρχ. ανά μετοχή, αλλά άφησε και υψηλόποσο «άνοιγμα» σε βάρος της Εθνικής Τράπεζας. Έτσι, πέραν των αρχικώς καταβληθεισών 200 δρχ. ανά μετοχή, καμία άλλη καταβολή δεν έγινε, ούτε θα γινόταν στο μέλλον προς τους τέως μετόχους Τράπεζας της Ανατολής (άρθρα VI και VIII σύμβασης συγχώνευσης).
Συνακόλουθα, μετά την εξαγορά, όλες οι μετοχές της Τράπεζας Ανατολής ακυρώθηκαν και οι όποιοι νόμιμοι δικαιούχοι τους είχαν πλέον μόνο χρηματική απαίτηση από την ΕΤΕ, να λάβουν το ανωτέρω τίμημα των 200 δρχ. ανά μετοχή. Αυτές οι απαιτήσεις, όπως και κάθε άλλη χρηματική απαίτηση, υπήχθησαν στο καθεστώς του Ν.18/1944 (Νόμος Σβώλου), με τον οποίο ορίστηκε σχέση ανταλλαγής 1 νέας δρχ. για κάθε 50 δισ. προϋφιστάμενες δραχμές και, έτσι, ουσιαστικά εκμηδενίστηκαν. Επιπλέον, σε κάθε περίπτωση οι απαιτήσεις εκείνες έχουν παραγραφτεί.
Για όλα τα ανωτέρω (την ακύρωση των εν λόγω τίτλων από έτους 1932 και την εντεύθεν έλλειψη οποιασδήποτε αξίωσης κατά της Τράπεζάς μας) έχει επανειλημμένα ενημερωθεί εγγράφως από την Τράπεζα ο ενδιαφερόμενος κ. Σώρρας και ο πληρεξούσιος δικηγόρος του. Επίσης, σχετική απάντηση έχει δοθεί σε ερώτημα της ΔΟΥ Πατρών.
1 σχόλιο:
Οπου υπαρχει καπνος υπαρχει και φωτια.
Εδω παιζονται πολλα.
Δημοσίευση σχολίου