Γ. Σηφακάκης* |
Στην 2η Συνδιάσκεψή της η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποφάσισε να προτείνει
την «μετωπική πολιτική συμπόρευση» σε δυνάμεις και αγωνιστές της αριστεράς σαν
βήμα για την καλύτερη παρέμβαση στους αγώνες και την ενίσχυση της
αντικαπιταλιστικής αριστεράς.
Ήταν και εξακολουθεί
να είναι μια σωστή απόφαση. Η εργατική αντίσταση συνεχίζεται αμείωτη σε όλα τα
μέτωπα -παρά τις προσπάθειες κυβέρνησης και...
κυρίαρχης τάξης να την τσακίσουν με
επιστρατεύσεις, «ξαφνικούς θανάτους» κλπ- και τροφοδοτεί ένα μαζικό ρεύμα προς
τα Αριστερά. Μέσα σε αυτό το ρεύμα ολοένα και περισσότεροι αγωνιστές
αντιλαμβάνονται τα όρια και τις
προσαρμογές των ηγεσιών της κοινοβουλευτικής αριστεράς και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ
απευθύνεται σ’ αυτούς προτείνοντας κοινή δράση και συμπόρευση στη βάση του
μεταβατικού αντικαπιταλιστικού προγράμματος. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρότεινε να ξεκινήσει η
διαδικασία της συμπόρευσης στις μάχες για έξοδο από ευρώ-ΕΕ, ενάντια στις
επιστρατεύσεις, για κλιμάκωση και συντονισμό των εργατικών αντιστάσεων και στο
αντιρατσιστικό – αντιφασιστικό κίνημα, ξεκαθαρίζοντας ότι έτσι χτίζεται βήμα –
βήμα η δυνατότητα συνεργασίας.
Δυστυχώς, στη συνέχεια πολύ λίγα βήματα έγιναν σ’ αυτή την
κατεύθυνση περιορίζοντας την πρωτοβουλία σε έναν διάλογο αντιπροσωπειών. Και σ’
αυτό το επίπεδο όμως υπάρχουν δυσκολίες λόγω διαφωνιών σε κρίσιμα πολιτικά
ζητήματα.
Το Σχέδιο Β’ αρνείται
το στόχο της αποδέσμευσης από την ΕΕ και περιορίζεται στην έξοδο από το ευρώ ως
προϋπόθεση για μια «παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας» και έξοδο από την
κρίση. Ο Αλέκος Αλαβάνος χρησιμοποιεί τα παραδείγματα του Βενιζέλου και του
Ρούσβελτ το ’30, της Αργεντινής των Κίρχνερ, ακόμα και της σημερινής Ιαπωνίας
του Άμπε! Όμως, η ελεγχόμενη διολίσθηση του εθνικού νομίσματος δεν αποτελεί
φιλεργατική πολιτική, είναι εργαλείο τόνωσης της ανταγωνιστικότητας των
επιχειρήσεων. Το «πρότυπο» της Αργεντινής σήμανε μείωση των μισθών των εργατών
κατά 40% και σταδιακή αποπληρωμή του χρέους, όπως ανέλυσε ο σύντροφος από το
Μέτωπο Εργατών – Αριστεράς της Αργεντινής (FIT), Κριστιάν Καστίγιο, στην
πρόσφατη εκδήλωση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην Αθήνα. Γι αυτό η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν διεκδικεί
απλά εθνικό έλεγχο πάνω στο νόμισμα αλλά ταξικό έλεγχο των εργατών στις
τράπεζες, στις μεγάλες επιχειρήσεις, στα εργοστάσια που κλείνουν και σε
ολόκληρη την κοινωνία. Γι αυτό μιλάει για αντικαπιταλιστική ρήξη και
αποδέσμευση από ευρώ - ΕΕ και για εργατικό έλεγχο.
Η ρήξη πρέπει να είναι ταξική και διεθνιστική γιατί έχουμε
επιπλέον να συγκρουστούμε με ένα κάστρο του ρατσισμού, την Ευρώπη φρούριο της
Frontex που έχει μετατρέψει τη Μεσόγειο σε νεκροταφείο μεταναστών, από η
Λαμπεντούζα μέχρι το Φαρμακονήσι. Θέλουμε να τσακίσουμε τις Συνθήκες Σένγκεν
και Δουβλίνου όχι για να περιορίσουμε το μεταναστευτικό ρεύμα και να διώξουμε
τους μετανάστες από την Ελλάδα, αλλά αντίθετα να ανοίξουμε τα σύνορα για όλους
τους εργάτες. Διεκδικώντας νομιμοποίηση και πλήρη δικαιώματα για όλους τους
μετανάστες και τους πρόσφυγες, χωρίς τους δισταγμούς και τις προϋποθέσεις που
βάζουν, δυστυχώς, διάφορες απόψεις, κινδυνεύοντας να ξεχάσουν ότι οι μετανάστες
είναι ένα μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης που μπορεί να διευρύνει το μέτωπο
των αγώνων μας όταν τους έχουμε μαζί μας
και παλεύουμε κοινά.
Υπάρχουν, τέλος, διαφορές γύρω από το ποια δύναμη μπορεί να
υλοποιήσει το μεταβατικό πρόγραμμα και σε ποια κατεύθυνση. Για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ το
εργατικό κίνημα είναι ο πρωταγωνιστής που μπορεί να ανατρέψει την κυβέρνηση και
να ανοίξει το δρόμο για να περάσει ο πλούτος και η εξουσία στα χέρια των
εργαζομένων. Για πολλές δυνάμεις της αριστεράς αυτός ο στόχος είναι
«υπεραισιόδοξος» αν όχι ουτοπικός. Χρειάζεται, λένε, δημιουργία «πολιτικού μετώπου» που θα δώσει
ώθηση στις μάζες και θα διεκδικήσει και την κυβερνητική εξουσία. Αυτές οι
απόψεις όσο κι αν θέλουν να διαφοροποιηθούν από την λογική των ηγεσιών του
ΣΥΡΙΖΑ (και του ΚΚΕ) στο τέλος αναπαράγουν τα ίδια αδιέξοδα «ρεαλιστικής
διακυβέρνσης» στα πλαίσια του συστήματος. Επιπλέον οδηγούν κάποιες από τις
δυνάμεις της συμπόρευσης να πιέζουν για «μινιμάρισμα» των αντικαπιταλιστικών
αιχμών στο πρόγραμμα που προτείνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Η αντικαπιταλιστική ανατροπή δεν είναι ιδεολόγημα , είναι η
εργατική εναλλακτική στην περίοδο της πιο βαθιάς κρίσης του συστήματος. Ο
αντικαπιταλισμός δεν «στενεύει» την απεύθυνση, αντίθετα διευρύνει το ακροατήριο
της αριστεράς που θέλει να προχωρήσει πέρα από τα αδιέξοδα της ρεφορμιστικής
διαχείρισης. Όχι μόνο δεν πρέπει να εγκαταλειφτεί, αλλά αντίθετα να ριζώσει
περισσότερο στο εργατικό κίνημα.
Με ανοιχτά αυτά τα ζητήματα η διαδικασία της συμπόρευσης
πρέπει να επικεντρωθεί, μέσα στο κρίσιμο εξάμηνο της ελληνικής προεδρίας, στην
κοινή δράση για να κλιμακωθούν οι απεργίες και να προχωρήσουν οι συντονισμοί
από τα κάτω, στις μάχες ενάντια στο ρατσισμό και τους φασίστες κλπ. Για να μην
κινδυνέψει να εκφυλιστεί σε «κοπτοραπτική»
πλαισίων εκλογικής συνεργασίας χωρίς αρχές.
Γιάννης Σηφακάκης, μέλος ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΣΕΚ
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Πριν, Κυριακή 2/2/2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου