του Σ. Ανδρονίδη* |
Σε συνθήκες βαθιάς και οξυμένης
οικονομικής-καπιταλιστικής κρίσης η κοινωνική, πολιτική και εκλογική
σταθεροποίηση του νεοναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής γεννάει έντονο
προβληματισμό. Στις Ευρωεκλογές που διεξήχθησαν στις 25 Μαΐου 2014, η Χρυσή
Αυγή έλαβε το 9,4% των ψήφων καταλαμβάνοντας την Τρίτη θέση, πίσω από τον
ΣΥΡΙΖΑ και την Ν.Δ. Και αυτή η εκλογική επιτυχία του νεοναζιστικού μορφώματος
πρέπει να ιδωθεί υπό το πρίσμα των δικαστικών διώξεων και της....
προφυλάκισης
ηγετικών στελεχών του. Η κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης που αποδίδεται
στη Χρυσή Αυγή, δεν φάνηκε να επηρεάζει τις διαθέσεις μίας σημαντικής μερίδας
ψηφοφόρων οι οποίοι έσπευσαν να την
«ενισχύσουν» εκλογικά. Μία πολύ
σημαντική πτυχή της δράσης και της παρουσίας της Χρυσής Αυγής σχετίζεται με την
οργανική της σύμφυση με τον αστικό συνασπισμό εξουσίας.
Και
ακριβώς αυτή η οργανική όσο και δομική της σύμφυση με το αστικό μπλοκ εξουσίας
καταρρίπτει τον μύθο της περίφημης «αντισυστημικότητας» του νεοναζιστικού
μορφώματος. Το «αντισυστημικό» περίβλημα που «σπάει», αποκαλύπτει τον διάχυτο συστημισμό
της Χρυσής Αυγής. Σε κρίσιμες και
«κρισιακές» στιγμές της προηγούμενης περιόδου, η Χρυσή Αυγή λειτούργησε ως
μόρφωμα αφενός μεν υπεράσπισης των οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων της
κυρίαρχης τάξης, αφετέρου δε συμφύθηκε οργανικά με συγκεκριμένες μερίδες της
κυρίαρχης αστικής τάξης (βλ. εφοπλιστικό κεφάλαιο).
Σε
αυτό το πλαίσιο η «ολότητα» υπεράσπισης των συμφερόντων της αστικής τάξης,
μετατρέπεται και μετασχηματίζεται σε μία συγκεκριμένη «επιλεκτικότητα»
πρόσδεσης με μερίδες της κυρίαρχης τάξης, χωρίς όμως αυτή η «επιλεκτικότητα» να
αναιρεί το «όλο» πλαίσιο της υπεράσπισης των συμφερόντων του αστικού
συνασπισμού εξουσίας. Η προσπάθεια «εμπλοκής» της Χρυσής Αυγής στον δεδομένο
καταμερισμό εργασίας μεταξύ αστικής και εργατικής τάξης αναδιατάσσει το «όλο»
πλέγμα της κοινωνικής σφαίρας με στρατηγικό στόχο την οικονομική και πολιτική «θωράκιση»
της άρχουσας τάξης.
Η
οργανική και στρατηγική της σύμφυση με μερίδες της κυρίαρχης τάξης (εφοπλιστικό
κεφάλαιο) γίνεται ακριβώς σε συνθήκες ενδοαστικής διαπάλης και κατίσχυσης του
εφοπλιστικού κεφαλαίου στο εσωτερικό της κυρίαρχης τάξης. Έτσι, το εφοπλιστικό
κεφάλαιο καθίσταται ηγεμονικό, επιβάλει τους δικούς του στόχους, και ορίζεται
άμεσα από την σύνδεση του με την κρατική-κυβερνητική εξουσία.
Όπως αναφέρει ο Νίκος Πουλαντζάς, «οι
σχέσεις ανάμεσα στην ανοιχτή δράση της ηγεμονικής μερίδας και του συνασπισμού
εξουσίας, όπως και η οργάνωση της ηγεμονίας τους απέναντι στο λαό-έθνος, δένονται
ήδη στο εσωτερικό ενός και του ιδίου κόμματος, ή στο εσωτερικό των δύο κομμάτων
που καταλαμβάνουν εναλλακτικά το πολιτικό προσκήνιο».[1]
«Επεκτείνοντας» την σκέψη του Νίκου Πουλαντζά θα μπορούσαμε να πούμε πως η «οργάνωση της ηγεμονίας της ηγεμονικής μερίδας και του συνασπισμού εξουσίας» φιλτράρεται και διαμεσολαβείται μέσω της παρουσίας και της δράσης της Χρυσής Αυγής, πέρα από την δράση των κλασικών κυβερνητικών «αστικών» κομμάτων (Ν.Δ-ΠΑΣΟΚ). Ενώ όμως τα δύο «αστικά» κόμματα συμβάλλουν στην διαιώνιση της ηγεμονίας του συνασπισμού εξουσίας σε κυβερνητικό-κρατικό επίπεδο, το νεοναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής, εναλλάσσει τις μορφές διείσδυσης στους μηχανισμούς του κράτους και της παρέμβασης στο κοινωνικό πεδίο.
«Επεκτείνοντας» την σκέψη του Νίκου Πουλαντζά θα μπορούσαμε να πούμε πως η «οργάνωση της ηγεμονίας της ηγεμονικής μερίδας και του συνασπισμού εξουσίας» φιλτράρεται και διαμεσολαβείται μέσω της παρουσίας και της δράσης της Χρυσής Αυγής, πέρα από την δράση των κλασικών κυβερνητικών «αστικών» κομμάτων (Ν.Δ-ΠΑΣΟΚ). Ενώ όμως τα δύο «αστικά» κόμματα συμβάλλουν στην διαιώνιση της ηγεμονίας του συνασπισμού εξουσίας σε κυβερνητικό-κρατικό επίπεδο, το νεοναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής, εναλλάσσει τις μορφές διείσδυσης στους μηχανισμούς του κράτους και της παρέμβασης στο κοινωνικό πεδίο.
Έτσι,
μέσω της εναλλαγής και αλληλοσυμπλήρωσης τρόπων και μορφών υπεράσπισης των
συμφερόντων του ευρύτερου συνασπισμού εξουσίας, τέμνει και ανατέμνει την δράση
της στο χώρο του κοινωνικού, επιδιώκοντας να μπλοκάρει τις ενεργητικές «ροές»
εναντίωσης στην τρέχουσα διαχείριση της οικονομικής-καπιταλιστικής κρίσης.
Αυτή
η εναλλαγή των μορφών υπεράσπισης συγκεκριμένων ταξικών συμφερόντων, (κατάθεση
ερωτήσεων στη Βουλή υπέρ συγκεκριμένων επιχειρηματικών-ιδιωτικών συμφερόντων, (εφοπλιστές), επιδίωξη ίδρυσης
και συγκρότησης ‘εργοδοτικών σωματείων, υιοθέτηση ανοιχτά εχθρικής στάσης
απέναντι στις εργατικές διεκδικήσεις, {βλ. την στάση της Χρυσής Αυγής προς τις
καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών},
ανοιχτή συνεργασία με τα σώματα ασφαλείας,) λαμβάνει τα χαρακτηριστικά
της «ολικής» υπεράσπισης των συμφερόντων και του αστικού συνασπισμού εξουσίας
αλλά και συγκεκριμένων μερίδων του αστικού συνασπισμού εξουσίας. (εφοπλιστικό
κεφάλαιο). Η αποκρυστάλλωση της δράσης και της παρουσίας της Χρυσής Αυγής στο
κοινωνικό πεδίο ενέχει τα στοιχεία της άσκησης λεκτικής και σωματικής βίας.
Μίας λεκτικής και σωματικής βίας που «στοχεύει» αφενός μεν τα «γυμνά σώματα» των μεταναστών αφετέρου δε
τις «σφαίρες» και τους εργατικούς
«πόλους» διεκδίκησης και εναντίωσης στην διαχείριση της οικονομικής κρίσης
προς όφελος συγκεκριμένων ταξικών συμφερόντων.
Η
οργανική της σύμφυση με τους καταπιεστικούς μηχανισμούς του αστικού κράτους
(αστυνομία) δημιουργεί το περίγραμμα αυτής της «στόχευσης». Οι από κοινού
κατασταλτικές επιχειρήσεις σωμάτων της αστυνομίας και της Χρυσής Αυγής τείνουν
να αποκόψουν από το «ζωντανό» κοινωνικό πεδίο τις εργατικές συνδηλώσεις της
διεκδίκησης και της εναντίωσης στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής. Η
«αδυναμία» οργάνωσης της αστικής ηγεμονίας σε συνθήκες βαθιάς οικονομικής
κρίσης, «εμπλέκει» την Χρυσή Αυγή στον δεδομένο καταμερισμό εργασίας μεταξύ
αστικής και εργατικής τάξης.
Η
οργανική και δομική της σύμφυση με τμήματα του κρατικού μηχανισμού
αποκρυσταλλώνει ρητά και απροκάλυπτα τον φιλοεργοδοτικό της χαρακτήρα,
καταρρίπτοντας ταυτόχρονα την εικόνα της περιβόητης και περίφημης
«αντισυστημικότητας» του νεοναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής, που με τόσο
«κόπο» προσπάθησε να φιλοτεχνήσει η ηγεσία της.
Το
εργατικό-ταξικό αντιφασιστικό κίνημα οφείλει και πρέπει να εμποδίσει την
περαιτέρω διάχυση του φασιστικού, ρατσιστικού και φιλοεργοδοτικού «δηλητηρίου»
της Χρυσής Αυγής. Χρειάζεται συστηματική και «από τα κάτω» δραστηριοποίηση και
κινητοποίηση με οργάνωση της πάλης και της δράσης στις λαϊκές γειτονιές, στα
σχολεία και στους χώρους εργασίας. Χρειάζεται να ενεργοποιηθούν τα
αντιφασιστικά αντανακλαστικά των εργαζομένων. Η αποκάλυψη της εγκληματικής
δράσης του μορφώματος μπορεί να συμβάλλει στην αντιφασιστική δραστηριοποίηση
και κινητοποίηση.
Σε
αυτό το ευρύτερο κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο σημαντικό ρόλο καλούνται να
διαδραματίσουν οι μετανάστες οι οποίοι είναι αυτοί που δέχονται καθημερινά την
βία της Χρυσής Αυγής. Η ευρύτερη κοινωνική απεύθυνση και πολιτική στρατηγική
του μετώπου δύναται να αποκόψει το νεοναζιστικό μόρφωμα από τις ακόμη «ενεργές»
κοινωνικές και πολιτικές του ρίζες. Στις σημερινές συνθήκες, η αναπαραγωγή της
λειτουργίας της Χρυσής Αυγής συντελείται και «από τα άνω» αλλά και «από τα
κάτω». Η αποκοπή της «από τα κάτω» νομιμοποίησης θα διαμορφώσει τους όρους για
την κοινωνική και πολιτική «εξαφάνιση» του νεοναζιστικού μορφώματος.
[1] Βλ σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική Εξουσία και
Κοινωνικές Τάξεις’, τόμος β΄, γ’ έκδοση, Μετάφραση Χατζηπροδρομίδης Λ. Εκδόσεις
Θεμέλιο, Αθήνα, 1982, σελ. 202.
*πολιτικός επιστήμονας, υποψήφιος διδάκτωρ ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου