Ο βραβευμένος δήμαρχος Ντομένικο Λουτσάνο, γνωστός και ως «Γκάντι της εποχής μας», αξιοποίησε το μεταναστευτικό ρεύμα για να αναζωογονήσει το σχεδόν εγκαταλε-λειμμένο χωριό του...
Μπορεί να ακούγεται τετριμμένο και ρομαντικό, αλλά πράγματι «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός». Για του λόγου το αληθές, αρκεί μια ματιά στο χωριό Ριάτσε της Καλαβρίας (Νότιας Ιταλίας), εκεί όπου οι μετανάστες γίνονται δεκτοί με ανοιχτές αγκάλες και αντιμετωπίζονται όχι ως απειλή αλλά ως πνοή αναζωογόνησης και ανάπτυξης.
Οπως το «γαλατικό χωριό» των Γκοσινί και Ουντερζό αντιστάθηκε στους Ρωμαίους, έτσι και το ιταλικό χωριό Ριάτσε αποφάσισε, υπό την καθοδήγηση του δημάρχου Ντομένικο Λουτσάνο, να αντισταθεί στο συντηρητικό ιταλικό κατεστημένο (κυβέρνηση Μπερλουσκόνι, Λέγκα του Βορρά, ιταλική μαφία κ.ά.).
Κινούμενος αντίθετα στους ξενοφοβικούς ανέμους που σαρώνουν από άκρη σε άκρη τη Γηραιά Ηπειρο, ο 52χρονος δήμαρχος δοκίμασε και κατάφερε να αναστήσει το χωριό του με τη βοήθεια μεταναστών (από το Αφγανιστάν, το Ιράκ, το Κουρδιστάν, τη Σομαλία, την Παλαιστίνη, τον Λίβανο, την Ερυθραία κ.ά.).
Πόλη-φάντασμα
Αλλοτε γεμάτο ζωντάνια, το Ριάτσε είχε φτάσει τη δεκαετία του 1990 στο σημείο να κινδυνεύει να μετατραπεί σε μια πόλη-φάντασμα. Ας όψεται το φαινόμενο της αστυφιλίας, στο πλαίσιο της οποίας ένα μεγάλο μέρος του ντόπιου πληθυσμού είχε αρχίσει, ήδη από το 1960, να εγκαταλείπει την περιοχή με κατεύθυνση τα ιταλικά αστικά κέντρα (Μιλάνο, Γένοβα, Τορίνο) ή το εξωτερικό (Γερμανία, ΗΠΑ).
Μάλιστα, η ερήμωση ήταν τέτοια, που σε κάποια φάση στην περιοχή δεν λειτουργούσε ούτε ένα κρεοπωλείο (για μπαρ και εστιατόρια, ούτε λόγος), ενώ ακόμη και το σχολείο κινδύνευε να μείνει χωρίς μαθητές.
Ωσπου ξαφνικά, τον Ιούλιο του 1998, 300 ψυχές (Κούρδοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά) ξεβράστηκαν από τη θάλασσα σε μια παραλία κοντά στο χωριό, στο ίδιο σημείο όπου παλαιότερα, το 1972, είχαν εντοπιστεί δύο σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα (δύο ελληνικά μπρούντζινα αγάλματα).
Το ουτοπικό όραμα έγινε και ταινία
Δάσκαλος εκείνη την περίοδο στο χωριό, ο Ντομένικο Λουτσάνο καλωσόρισε τους νεοφερμένους και προχώρησε στη σύσταση ενός συλλόγου με το μεγαλεπήβολο όνομα «Πόλη του Μέλλοντος» και άρχισε, σε συνεργασία με την Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, να προσφέρει στους μετανάστες δωρεάν στέγη, νερό και ηλεκτρικό. Σε αντάλλαγμα, εκείνοι εργάζονταν, οι άνδρες στις οικοδομές (ανακαινίζοντας σπίτια τα οποία ενοικιάζονταν σε τουρίστες) και οι γυναίκες στη χειροτεχνία φτιάχνοντας τουριστικά σουβενίρ.
«Ενας άνθρωπος είναι άνθρωπος, είτε διαθέτει νόμιμα έγγραφα είτε όχι. Οι φτωχότεροι των φτωχών θα σώσουν το Ριάτσε και σε αντάλλαγμα, θα σωθούν και οι ίδιοι από αυτό», διακήρυττε ο Λουτσάνο, ο οποίος με αυτό σύνθημα κατόρθωσε να κερδίσει ως ανεξάρτητος υποψήφιος τις εκλογές του 2004 και να εκλεγεί δήμαρχος (επανεξελέγη τον Ιούνιο του 2009). Μάλιστα, το 2010 ανακηρύχθηκε τρίτος καλύτερος δήμαρχος στον κόσμο από τη διεθνή δεξαμενή σκέψης «City Mayors Foundation».
Ωστόσο, παρά τη διεθνή του αναγνώριση, ο Λουτσάνο, «ο Μαχάτμα Γκάντι της εποχής μας», όπως τον αποκαλούν οι φίλοι του, εξακολουθεί να έχει το ίδιο απλό και λιτό γραφείο απ' όπου ξεκίνησε την καριέρα του, με τις αφίσες του Τσε Γκεβάρα και των Ζαπατίστας, ενώ αγαπημένη του λέξη συνεχίζει να είναι η λέξη «ουτοπία».
Οσο για το Ριάτσε, το χωριό της Καλαβρίας με τους 1.726 κατοίκους (από τους οποίους, οι 250 είναι μετανάστες) αποτελεί πρότυπο ανάπτυξης (με αποτέλεσμα να επιστρέφουν σε αυτό ακόμη και όσοι το είχαν εγκαταλείψει). Το παράδειγμά του έχουν αρχίσει να το ακολουθούν και κάποια διπλανά χωριά, ενώ μέχρι τη Νότια Ιταλία ταξίδεψε πρόσφατα και ο σκηνοθέτης Βιμ Βέντερς, προκειμένου να ζήσει από κοντά την «πραγματική ουτοπία» του Ριάτσε και να την κάνει ταινία με την ονομασία «Η Πτήση».
ethnos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου