Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

Οι επαναστατικές ιδέες του Λένιν / Π. Γκαργκάνας

του Πάνου Γκαργκάνα
Συνολική εικόνα για τον παγκόσμιο καπιταλισμό, στρατηγική επιμονή στην κεντρικότητα της εργατικής τάξης και ανεξάρτητη οργάνωση της επαναστατικής πρωτοπορίας: αυτό είναι ένα τρίπτυχο του Λένιν που παραμένει πολύτιμο για την Αριστερά σήμερα, υποστηρίζει ο Πάνος Γκαργκάνας.

Έχει νόημα σήμερα μια προσπάθεια να ξαναθυμηθούμε τις επαναστατικές ιδέες του Λένιν; Από πολλές πλευρές η απάντηση έρχεται αρνητική.

Σύμφωνα με ορισμένους, η ενασχόληση με τον Λένιν μπορεί και...
να παίζει το ΠΑΙΧΝΊΔΙ  της δεξιάς. Ζούμε σε μια μακρόσυρτη προεκλογική περίοδο όπου οι Σαμαράδες και οι Καρατζαφέρηδες μιλούν ανοιχτά για την ανάγκη ενός μετώπου που θα αποτρέψει μια νίκη της Αριστεράς γιατί «είτε θα αντισταθούμε σε αυτό το ενδεχόμενο να έρθουν οι κομμουνιστές, είτε θα παραδοθούμε…».1
Εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ, η άποψη ότι η θέση του Λένιν είναι στο μουσείο ήταν πάντοτε κυρίαρχη, αλλά τώρα αυτή η άποψη μπορεί να επικαλείται και τις εκλογικές ανάγκες: ας μην ρίχνουμε νερό στον μύλο της ακροδεξιάς κινδυνολογίας θυμίζοντας λενινισμούς και επαναστάσεις την ώρα που πρέπει να κερδίσουμε τους ταλαντευόμενους ψηφοφόρους. 

Για την ακρίβεια, από την εποχή όπου ο ΣΥΡΙΖΑ καλούσε το ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε κοινό μέτωπο για μια κυβέρνηση της Αριστεράς, έχουμε περάσει στην εποχή όπου πυκνώνουν οι επικρίσεις σε βάρος της υπόλοιπης αριστεράς που παραμένει «κολλημένη στην αναμονή της Δευτέρας Παρουσίας», σύμφωνα με ένα πολυχρησιμοποιημένο κλισέ. Η υπόλοιπη αριστερά καλά θα κάνει να μην μιλάει για τον Λένιν και ίσως θα έπρεπε να μην μιλάει καθόλου (παρά μόνο αν μπει στον ΣΥΡΙΖΑ): αυτό μοιάζει να είναι το απόσταγμα της σοφίας αυτών των τάσεων.

Ωστόσο, οι αντιρρήσεις δεν περιορίζονται εκεί. Και στο χώρο τής πέρα από το ΣΥΡΙΖΑ αριστεράς υπάρχουν φωνές που ανησυχούν όταν η συζήτηση φτάνει στον Λένιν. «Θέλουμε να πάμε μόνο για την «ανόθευτη» επανάσταση α λα 1917;» είναι ένα ερώτημα που μπαίνει. Αυτό που τίθεται είναι ότι η συζήτηση πρέπει να εκσυγχρονιστεί, όχι μόνο γιατί έχουν μεσολαβήσει σχεδόν εκατό χρόνια, αλλά και γιατί η κατάσταση σήμερα δεν είναι επαναστατική. Ο Λένιν είναι ίσως χρήσιμος όταν θα φτάσουμε στην ώρα της επανάστασης, πιο πριν είναι καλύτερα να αναζητούμε άλλες, «πρωτότυπες» απαντήσεις.
Ωστόσο, αυτή η αντιμετώπιση χάνει από την αρχή το νόημα της συζήτησης. Ο Λένιν δεν ήταν ο θεωρητικός της στιγμής της επανάστασης. Ήταν ο μαρξιστής που ανέδειξε πώς η ιστορική επικαιρότητα της εργατικής επανάστασης καθορίζει τη δράση της αριστεράς ακόμη και έξω από επαναστατικές καταστάσεις. 

Ο Λούκατς2 υπογραμμίζει αυτή τη διάσταση:

«Η επικαιρότητα της επανάστασης δίνει τον τόνο μιας ολόκληρης εποχής. Οι επιμέρους δράσεις μπορούν να κρίνονται ως επαναστατικές ή αντεπαναστατικές όταν συνδέονται με το κεντρικό ζήτημα της επανάστασης, το οποίο μπορεί να εντοπιστεί μόνο με μια ανάλυση ακριβείας του κοινωνικο-ιστορικού συνόλου. …
Έτσι, η εξέλιξη που γνώρισε ο Μαρξισμός χάρη στον Λένιν έγκειται απλά – απλά! – στην αυξανόμενη κατανόησή του για τις στενές, ορατές και συνταρακτικές συνδέσεις ανάμεσα στις επιμέρους δράσεις και τον γενικό προορισμό – τον επαναστατικό προορισμό ολόκληρης της εργατικής τάξης». … «Ο Λένιν ήταν ο μόνος που έκανε αυτό το βήμα στην κατεύθυνση της μετατροπής του Μαρξισμού σήμερα σε πρακτική, χειροπιαστή δύναμη. Γι’ αυτό είναι από κοσμοϊστορική άποψη ο μόνος ισάξιος με τον Μαρξ θεωρητικός που έχει προκύψει από την πάλη για την απελευθέρωση του προλεταριάτου».
Ας επιχειρήσουμε, λοιπόν, να σταθούμε σε αυτά τα «απλά» επιτεύγματα του Λένιν που μπορεί να βοηθήσουν την αριστερά να προσανατολιστεί επαναστατικά και σήμερα.

Από τον κατακερματισμό στο σύνολο
Στις αρχές του εικοστού αιώνα ο κόσμος έμοιαζε να είναι κομματιασμένος από την ίδια την ανάπτυξη του καπιταλισμού. Υπήρχαν αντίπαλες αυτοκρατορίες που είχαν στο κέντρο τους αναπτυγμένες καπιταλιστικές μητροπόλεις και απλώνονταν σε ένα πλήθος από αποικίες ή μισοαποικίες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Και ανάμεσα στις μητροπόλεις υπήρχαν κάποιες πιο αναπτυγμένες και κάποιες όπου η απολυταρχική κληρονομιά της φεουδαρχίας έπαιζε μεγαλύτερο ρόλο.

Μέσα σε ένα τέτοιο μωσαϊκό, ήταν δυνατόν να βρεθεί κάποιο νήμα που να συνδέει τα καθήκοντα της εργατικής τάξης και της αριστεράς παντού;
Η απάντηση που έδωσε η παλιά αριστερά της Β’ Διεθνούς στην πράξη ήταν αρνητική. Το καθήκον των εργατών στη Γερμανία ήταν να πολεμήσουν για να σώσουν την Ευρώπη από την απειλή του Τσαρισμού, το καθήκον των εργατών στη Γαλλία ήταν να σώσουν τη δημοκρατία από την απειλή του Κάιζερ, το καθήκον των εργατών στις βρετανικές αποικίες ήταν να καταπιούν την απέχθειά τους για τους αποικιοκράτες και να πολεμήσουν στο πλευρό της Βρετανίας στον πόλεμο που θα έβαζε τέρμα σε όλους τους πολέμους.
Σε επίπεδο ρητορικής, η παλιά αριστερά ήταν «διεθνιστική». Όλα τα κόμματά της ανήκαν στην ίδια Διεθνή. Στην πράξη οι «εθνικές ιδιαιτερότητες» είχαν την πρωτοκαθεδρία.

Αυτό δεν είναι ένα πρόβλημα μιας «άλλης εποχής». Οι αντιλήψεις που βλέπουν τον κόσμο σαν ένα άθροισμα από επιμέρους «κοινωνικούς σχηματισμούς» που ο καθένας έχει τις ιδιαιτερότητές του και τα καθήκοντα της αριστεράς προκύπτουν στον καθένα ξεχωριστά απλά και μόνο μέσα από την «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης» φτάνουν μέχρι τις μέρες μας.
Για τον Λένιν αυτή η προσέγγιση δεν ήταν αρκετή. Ο κόσμος δεν είναι σαν ένα σακί από πατάτες. Άλλες πιο μεγάλες, άλλες πιο μικρές, άλλες σάπιες και άλλες άγουρες, που όταν το σακί σπάσει (όπως έσπασε στο ξέσπασμα του παγκόσμιου πόλεμου) σκορπίζουν από δω κι από κει.3 

Η ανάλυση του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό σαν το πιο πρόσφατο στάδιο του καπιταλισμού έλυσε αυτό το πρόβλημα δίνοντας συνοχή στην προσέγγιση της παγκόσμιας κατάστασης για την αριστερά και τους εργάτες παντού. Όχι με την έννοια ότι η συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης περιττεύει, αλλά διαμορφώνοντας ένα συνεκτικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται οι κατά τόπους αγώνες και πρωτοβουλίες. Η συγκρότηση της Τρίτης Διεθνής μετά την κατάρρευση της Δεύτερης δεν ήταν απλή οργανωτική πρωτοβουλία, ούτε απλή συνέχεια. Ήταν τομή και το υπόβαθρό της ήταν η νέα ανάλυση για την εικόνα του παγκόσμιου καπιταλισμού.
Αυτό είναι δεμένο με το συνολικότερο ζήτημα της μεθοδολογικής προσέγγισης. Στην εποχή του Λένιν η αμφισβήτηση για τη διαλεκτική προσέγγιση που συνδέει τα μέρη με το σύνολο είχε εκφραστεί από τον Μπερνστάιν με το σύνθημα Kant against cant (ο Καντ ενάντια στη μπουρδολογία).4 

Ο Μπερνστάιν ήταν ο μεγάλος αναθεωρητής που είχε δεχθεί τα πυρά της Ρόζας για τις ανοιχτά ρεφορμιστικές απόψεις του. Κομμάτι του αναθεωρητισμού του ήταν οι προτροπές προς τους σοσιαλιστές να είναι «επιστημονικά αμερόληπτοι», να «παραδέχονται τα λάθη τους και να αναγνωρίζουν νέα δεδομένα» και να μπορούν να πείθουν για τη μελλοντική σοσιαλιστική κοινωνία με «ηθικά επιχειρήματα».
Η αντίληψη ότι τα ηθικοπλαστικά κηρύγματα μπορούν να συγκαλύψουν τον κατακερματισμό της πραγματικότητας σε άθροισμα «δεδομένων» και ότι αυτό μπορεί να γίνεται με τον σεμνότυφο μανδύα της «αυτοκριτικής» δεν ήταν αποκλειστικό προνόμιο του Μπερνστάιν. Συνοδεύει τις ρεφορμιστικές τάσεις μέχρι τις μέρες μας. Ο Λένιν χρειάστηκε να γυρίσει πίσω στη μελέτη του Χέγκελ και να ασχοληθεί με τις φιλοσοφικές μελέτες του για να επιμείνει στη μαρξιστική προσέγγιση και να αποφύγει αυτές τις πιέσεις.

Η κεντρικότητα της εργατικής τάξης 
Ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που από την ίδια του τη φύση προκαλεί ανακατατάξεις στην παραγωγή και κατά προέκταση στην ίδια την εργατική τάξη. Η πιο εύκολη διαπίστωση που μπορεί να κάνει κάποιος είναι ότι «η εργατική τάξη σήμερα δεν είναι ίδια όπως στον καιρό του Μαρξ». Ασφαλώς και δεν είναι. Ούτε στον καιρό του Λένιν ήταν. Ίσως μάλιστα οι αλλαγές από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ου να ήταν πιο ριζικές από αυτές που ακολούθησαν.
Αυτό ισχύει σίγουρα αριθμητικά. Η εργατική τάξη είχε μεγαλώσει και απλωθεί γεωγραφικά καθώς το πρώτο κύμα «παγκοσμιοποίησης» είχε συνδέσει όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη: σιδηρόδρομοι, τηλέγραφος, ναυτιλία, χρηματιστήρια, τράπεζες ένωναν αχανείς αυτοκρατορίες.

Παράλληλα, η εργατική τάξη αποκτούσε εργάτες και εργάτριες δεύτερης και τρίτης γενιάς. Έπαυε να αποτελείται από εσωτερικούς μετανάστες παρατημένους όπως-όπως στις παρυφές των πόλεων και εντασσόταν σε δομές που αφορούσαν τη ζωή της σε κάθε βήμα: συνδικάτα και πολιτικά κόμματα αλλά και αθλητικούς όμιλους και σχολές μαθητείας που φρόντιζαν για τον ελεύθερο χρόνο της και την αναπαραγωγή της πέρα από τα εκκλησιαστικά και άλλα φιλανθρωπικά ιδρύματα.

Η μαρξιστική θέση ότι «η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας» και ότι «οι προλετάριοι δεν έχουν τίποτε να χάσουν παρά μόνο τις αλυσίδες τους» απαιτούσε νέους προσδιορισμούς για το περιεχόμενό της μέσα στις νέες συνθήκες.

Εδώ έχουμε ένα δεύτερο τομέα των «απλών» επιτευγμάτων του Λένιν. Την υποστήριξη της κεντρικότητας της εργατικής τάξης, της ικανότητάς της να δώσει δικές της λύσεις στα προβλήματα της κοινωνίας του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού και να σταθεί σαν απελευθερώτρια απέναντι σε όλους τους καταπιεσμένους της γης.
Αυτό είναι ένα σταθερό κόκκινο νήμα της σκέψης και της δράσης του και στη Ρωσία και σε διεθνή κλίμακα.

Η εργατική τάξη στη Ρωσία ήταν μια μικρή μειοψηφία μέσα σε μια θάλασσα αγροτικού πληθυσμού. Χωρίς ακλόνητο προσανατολισμό στον πρωτοπόρο ρόλο της εργατικής τάξης θα ήταν πολύ εύκολο να αναζητηθούν υποκατάστατα σε κάθε κατεύθυνση (όπως άλλωστε προσπάθησαν να κάνουν κάθε απόχρωσης ρεφορμιστικές ή σεχταριστικές τάσεις). Ο Λένιν φρόντισε να παραμείνει στο κέντρο ο προσανατολισμός στην εργατική τάξη σε όλη την πορεία από την ηττημένη επανάσταση του 1905 μέχρι τις «Θέσεις του Απρίλη» και το «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» του 1917.

Ένα παράδειγμα για το πόσο η λενινιστική επιμονή στον εργατικό έλεγχο δεν ξεπετάχτηκε ξαφνικά όταν οι συνθήκες έγιναν επαναστατικές μπορούμε να δούμε στην καμπάνια των Μπολσεβίκων για τα ασφαλιστικά ταμεία το 1912. Τότε, η αστυνομία του Τσάρου είχε σκεφτεί ότι μέτρα πρόνοιας για τους εργάτες μπορεί να τους αποσπάσουν από την επιρροή των επαναστατικών ιδεών. Και η τσαρική κυβέρνηση προχώρησε στην ίδρυση ασφαλιστικών ταμείων που κάλυπταν ένα τμήμα των εργατών σε περιπτώσεις ατυχημάτων ή ασθένειας.

Η αντίδραση του Λένιν ήταν μια καμπάνια για τον έλεγχο αυτών των ταμείων από τους ίδιους τους εργάτες, προωθώντας αιτήματα για τη διεύρυνση της κάλυψης σε όλους τους εργάτες, για την κατάργηση των εργατικών εισφορών και κάλυψη του κόστους από τους εργοδότες και το κράτος και βέβαια για την αυτοδιοίκηση των ταμείων από τους ασφαλισμένους. Αυτή η εκστρατεία έχτισε ένα ολόκληρο δίκτυο των Μπολσεβίκων μέσα στους εργατικούς χώρους.
Για τον Λένιν «το κίνημα του προλεταριάτου εξαιτίας των πιο βασικών ιδιομορφιών που απορρέουν από τη θέση αυτής της τάξης μέσα στον καπιταλισμό, έχει την ακλόνητη τάση να μετατρέπεται σε αποφασιστικό υπέρ πάντων αγώνα, σε έναν αγώνα για την πλήρη νίκη ενάντια σε κάθε τι το σκοτεινό, το εκμεταλλευτικό, το καταπιεστικό».5

Το ίδιο ισχύει σε διεθνή κλίμακα. Δεν ήταν καθόλου αυτονόητο, παραδείγματος χάρη, ότι οι εργάτες των αποικιών θα έπρεπε να οργανωθούν σε δικά τους κομμουνιστικά κόμματα και να μην απορροφηθούν σε κάθε λογής αντιαποικιακά μέτωπα. Ο Λένιν στο δεύτερο συνέδριο της τρίτης Διεθνούς ήταν κατηγορηματικός: «Η Κομμουνιστική Διεθνής πρέπει να έρχεται σε προσωρινή συμφωνία ακόμα και να συμμαχεί με τα επαναστατικά κινήματα των αποικιών και των καθυστερημένων χωρών, αλλά ποτέ δεν πρέπει να συγχωνεύεται με αυτά. Πρέπει να διατηρεί απόλυτα άθικτο τον αυτόνομο χαρακτήρα του προλεταριακού κινήματος, έστω κι αν αυτό βρίσκεται σε εμβρυακή κατάσταση».6

Άμα σκεφτούμε πόσες φορές υπέκυψαν στον πειρασμό της «συγχώνευσης» αριστερές ηγεσίες στην περίοδο μετά τον Λένιν κατανοούμε πιο καθαρά το μέγεθος της δικής του συμβολής στην ανάδειξη της κεντρικότητας της εργατικής τάξης στη σύγχρονη εποχή.

Το κλειδί για αυτό το επίτευγμα βρίσκεται στη διαμόρφωση της έννοιας της εργατικής πρωτοπορίας από τον Λένιν.7

Δεν πρόκειται για κάποιο εγκεφαλικό κατασκεύασμα, αλλά για εντοπισμό της πραγματικής ανομοιογένειας που δημιουργείται μέσα στην τάξη από τις αντίρροπες τάσεις που προκαλεί η ίδια η θέση της: η θέση της στην παραγωγή και η εμπειρία της εκμετάλλευσης δίνει συλλογικότητα και αυθόρμητη αντίσταση ενάντια στις άρχουσες τάξεις, αλλά η θέση της εργατικής τάξης ως κυριαρχούμενης σε αυτή την κοινωνία δίνει προβάδισμα στις ιδέες της άρχουσας τάξης. Αυτή η αντιφατικότητα στη συνείδηση υπάρχει μέσα στην τάξη.
Ο Λένιν δεν περιορίζεται σε αυτή τη διαπίστωση, αλλά εντοπίζει τα πολιτικά χαρακτηριστικά των εργατικών πρωτοποριών. Συνειδητοποιημένος εργάτης δεν είναι απλά ο μαχητικός συνδικαλιστής, αλλά εκείνος που αντιδρά στην καταπίεση ακόμη και όταν αφορά άλλα κοινωνικά στρώματα και όλες τις μορφές καταπίεσης: λόγω φύλου, εθνικής καταγωγής, θρησκείας ή σεξουαλικής προτίμησης. Με αυτή την έννοια η συνείδηση έρχεται «απ’ έξω», από το πρωτοπόρο τμήμα της τάξης που έχει μάθει να αντιδρά από εργατική σκοπιά στις σχέσεις του με όλες τις άλλες τάξεις.

Έτσι ο απελευθερωτικός ρόλος της εργατικής τάξης αποκτάει ερείσματα μέσα στην ίδια την τάξη και εμφανίζεται ως ελευθερώτρια δύναμη απέναντι στους κατατρεγμένους όπου κι αν βρίσκονται. 
Βήμα-βήμα η σκέψη του Λένιν ξεδιπλώνεται από το «Τι να κάνουμε», όπου ξεκαθαρίζει τη σχέση των επαναστατών με την εργατική πρωτοπορία, για να φτάσει στις Θέσεις του Λένιν στο Πρώτο Συνέδριο της Τρίτης Διεθνούς με θέμα «Αστική Δημοκρατία και Προλεταριακή Δικτατορία», ένα κείμενο που αποκρυσταλλώνει την ανωτερότητα της εργατικής δημοκρατίας απέναντι σε όλο τον αστικό πολιτισμό. Η συλλογική δύναμη της εργατικής τάξης είναι αυτή που δίνει ουσιαστικό περιεχόμενο στις κενές διακηρύξεις της αστικής δημοκρατίας για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες (δικαίωμα συγκεντρώσεων, ελευθερία του τύπου, ισότητα χωρίς διακρίσεις λόγω φύλου, φυλής, θρησκείας κλπ).8

Η οργανωτική έκφραση
Είναι συνηθισμένο μέσα στην Αριστερά να λέμε ότι το οργανωτικό συμπυκνώνει το ιδεολογικό και το πολιτικό. Η αφετηρία γι’ αυτό βρίσκεται στον Λένιν. Ο Λούκατς στο έργο του «Ιστορία και ταξική συνείδηση» το τοποθετεί ρητά:
 «Η οργάνωση είναι η μορφή που διαμεσολαβεί τη θεωρία με την πράξη. Και όπως σε κάθε διαλεκτική σχέση, οι όροι της σχέσης αποκτούν συγκεκριμένο χαρακτήρα και πραγματικότητα μόνο μέσα από και χάρη σε αυτή τη διαμεσολάβηση. (…) Στο επίπεδο της καθαρής θεωρίας οι πιο διαφορετικές απόψεις και τάσεις μπορούν να συνυπάρχουν ειρηνικά, οι ανταγωνισμοί εκφράζονται μόνο με τη μορφή συζητήσεων που μπορούν να εμπεριέχονται στα πλαίσια ενός και του ίδιου οργανισμού χωρίς να τον διαταράσσουν. Αλλά μόλις τα ίδια αυτά ζητήματα αποκτήσουν οργανωτική μορφή, τότε γίνονται έντονα αντιθετικά, ακόμη και ασυμβίβαστα».9

Είναι γεγονός ότι ο Λένιν ήταν αυτός που έδωσε οργανωτική σάρκα και οστά στην επαναστατική αριστερά της εποχής του οδηγώντας τους Μπολσεβίκους σε ρήξη με τον ρεφορμισμό μέσα στη Ρωσία αρχικά και αργότερα σε διεθνή κλίμακα. Για την ακρίβεια, αυτό είναι το κατ’ εξοχήν ζήτημα που κάνει τον Λένιν να ξεχωρίζει από τους άλλους μεγάλους επαναστάτες της εποχής του, τον Τρότσκι, τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, τον Γκράμσι. 

Επιφανειακά, η διάσπαση Μπολσεβίκων-Μενσεβίκων έγινε για ένα θέμα που πολλοί δεν θα θεωρούσαν σημαντικό: για το ποιος είναι μέλος. Αν δηλαδή αρκεί κάποιος ή κάποια να δηλώνει πίστη στις αρχές του κόμματος για να είναι μέλος ή απαιτείται μια πιο ενεργητική συμμετοχή στις γραμμές του κάτω από τον έλεγχο των συλλογικών οργάνων του.

Ο Τόνι Κλιφ στη βιογραφία του Λένιν θυμίζει ότι ένα αγαπημένο παράδειγμά του προερχόταν από τον Τολστόι:
«Κάποτε καθώς περπατούσε ο Λεόν Τολστόι παρατήρησε σε κάποια απόσταση μια ανθρώπινη φιγούρα που έκανε περίεργες κινήσεις και χειρονομίες. Σκέφτηκε ότι θα ήταν κάποιος τρελός, αλλά όταν πήγε πιο κοντά διαπίστωσε πως ο άνθρωπος αυτός δούλευε τροχίζοντας ένα μαχαίρι πάνω σ’ ένα βράχο».10

Αυτό που έμοιαζε «τρέλα» το 1903, η διάσπαση ανάμεσα σε ρεφορμιστές και επαναστάτες, αποδείχθηκε πρωτοπόρο βήμα καθώς χιλιάδες εργάτες ριζοσπαστικοποιήθηκαν τα επόμενα χρόνια στη Ρωσία και εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο πλησίασαν πιο κοντά στην επαναστατική αριστερά του Λένιν. Από τότε, βέβαια, η απόσταση μεγάλωσε ξανά και οι αντιλήψεις ότι η ανεξάρτητη οργάνωση των επαναστατών είναι «τρέλα» επιστρέφουν.

Πάνε πάνω από δέκα χρόνια από τότε που ο ηγέτης της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης στην Ιταλία Φάουστο Μπερτινότι χρησιμοποιούσε το επιχείρημα ότι «ούτε οι ρεφορμιστές έφεραν μεταρρυθμίσεις, ούτε οι επαναστάτες την επανάσταση» για να υποστηρίξει ότι χρειάζονται νέες προσεγγίσεις χωρίς διαχωριστικές γραμμές μπροστά στο ακροατήριο του κινήματος της Γένοβας και της Φλωρεντίας. Η συνέχεια είναι γνωστή: η Επανίδρυση και συνολικά η αριστερά πλήρωσε ακριβά τη συμμετοχή της στην κυβέρνηση Πρόντι.
Τότε ο Μπερτινότι ήταν επικεφαλής του κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Σήμερα, η φιγούρα που συσπειρώνει αυτόν το χώρο είναι ο Τσίπρας. Στην Ιταλία έφτασαν να υιοθετήσουν ακόμη και το όνομα του για να ξανασυσπειρωθούν ως «Λίστα Τσίπρας». Άραγε το εγχείρημα θα έχει καλύτερη τύχη με το νέο του πρόσωπο; Δεν είναι δύσκολο να διακρίνουμε από τώρα ότι από πολλές απόψεις ο Τσίπρας βρίσκεται στα δεξιά του Μπερτινότι. Η αναγκαιότητα της ανεξάρτητης οργάνωσης της επαναστατικής αριστεράς είναι σήμερα μεγαλύτερη.
Πώς μπορούν οι ιδέες του Λένιν να μας βοηθήσουν να καλύψουμε αυτή την ανάγκη; Είδαμε ήδη τη σημασία της ανάλυσης του καπιταλισμού ως παγκόσμιο σύστημα και την στρατηγική αξία της επιμονής στην κεντρικότητα της εργατικής τάξης. Για την οργανωτική συγκρότηση, είναι βοηθητικό να θυμηθούμε τη στάση του Λένιν για τη σχέση των επαναστατών με την τάξη.

Είναι γνωστό ότι ο Λένιν πρότεινε την έκδοση και διακίνηση της επαναστατικής εργατικής εφημερίδας σαν «συλλογικό οργανωτή». Μέσα από αυτήν οι κύκλοι της επαναστατικής αριστεράς αποκτούν δεσμούς με τους πρωτοπόρους εργάτες και ομοιογένεια στην αντιμετώπιση των πολιτικών ζητημάτων. Συγκροτούνται ως πολιτική δύναμη με πραγματικά κοινωνικά ερείσματα και ενιαία στάση απέναντι στις προκλήσεις των εξελίξεων. Αυτό δίνει ώθηση στις εργατικές πρωτοπορίες μέσα στους χώρους, σπάει την αίσθηση της απομόνωσης ή αδυναμίας και ανεβάζει την αυτοπεποίθηση.
Η αξία αυτής της προσέγγισης, όμως, δεν περιορίζεται μόνο στο τι προσφέρει με αυτόν τον τρόπο η επαναστατική αριστερά στην τάξη, αλλά καθορίζει και την πολιτική συγκρότηση των ίδιων των επαναστατών.

Η εφημερίδα ενός επαναστατικού κόμματος σύμφωνα με την αντίληψη του Λένιν, δεν μεταφέρει μόνο τις μαχητικές εμπειρίες από το ένα τμήμα της τάξης στο άλλο. Μεταφέρει επίσης τις μάχες ενάντια στο ρατσισμό, ενάντια στο σοβινισμό, ενάντια στο σεξισμό, ενάντια σε όλες τις βρόμικες αστικές πρωτοβουλίες για διάσπαση και αποπροσανατολισμό των εργατών. Ο κάθε διακινητής της είναι ένας κήρυκας της απελευθέρωσης όλων των καταπιεσμένων.
Αυτό είναι ασπίδα ενάντια στους πειρασμούς της προσαρμογής. Αν διακινείς μια τέτοια εφημερίδα χέρι με χέρι, πρόσωπο με πρόσωπο μέσα στο χώρο σου, τότε δεν μπορείς να «ξεχάσεις» τι λέει η επαναστατική αριστερά π.χ. για τους μετανάστες για να μην ρισκάρεις πόσο δημοφιλής είσαι σαν συνδικαλιστής στο χώρο σου.
Η ρεφορμιστική αριστερά, ακόμη και όταν έχει τυπικά σωστές θέσεις για όλα αυτά τα ζητήματα, έχει την τάση να λειτουργεί «πλουραλιστικά» ή «πολυσυλλεκτικά», δηλαδή να χωράει στους κόλπους της και μαχητικούς εργάτες και εργάτριες αλλά και στοιχεία που μπερδεύονται ή ταλαντεύονται. Αυτή η τάση ξεκινάει από την προσπάθεια εκπροσώπησης της τάξης συνολικά όπως είναι και λειτουργεί ως θερμοκήπιο φαινομένων προσαρμογής. 

Η λενινιστική αναζήτηση της επαναστατικής αριστεράς ως κόμματος του πρωτοπόρου τμήματος της τάξης λειτουργεί ως αντίδοτο. Ίσως η πιο συμπυκνωμένη εκδοχή αυτής της αντίληψης εκφράστηκε στο κείμενο για τους όρους εισδοχής κομμάτων στην Τρίτη Διεθνή, ένα κείμενο που αποκλείει ρητά τα περιθώρια για συνδικαλιστικούς, κοινοβουλευτικούς ή δημοσιογραφικούς παράγοντες να έχουν την αυτονομία τους απέναντι στα «απλά» μέλη του κόμματος.

Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι μπορούμε να βρούμε στον Λένιν έτοιμες αναλύσεις, επιλογές και φόρμουλες. Ο ίδιος άλλωστε χαρακτηρίστηκε από διαρκείς τομές, ρήξεις και άλματα και στη θεωρία και στην πράξη. Σημαίνουν, όμως, ότι άφησε μια πολύτιμη κληρονομιά που μπορούμε να αξιοποιήσουμε σαν αφετηρία για τις σημερινές αναγκαίες ρήξεις και ανατροπές

Δεν υπάρχουν σχόλια: