|
του Σίμου Ανδρονίδη* |
«Κάποιος που με
περίμενε ανάμεσα στα βιολιά, βρήκε έναν κόσμο σα θαμμένο πύργο με μπηγμένη τη
σπείρα του κάτω απ’ όλα τα μουντά θειαφόχρωμα φύλλα. Πιο κάτω, μες στο χρυσάφι
της γεωλογίας, σα σπαθί τυλιγμένο σε μετέωρα
βύθισα το ανήσυχο και τρυφερό χέρι στο πιο γεννητικό απ’ τα γήινα. Έβαλα
το μέτωπο ανάμεσα στα βαθιά κύματα,
κατέβηκα σα σταγόνα μέσα στη θειαφένια ειρήνη και, σα τυφλός, γύρισα στο.....
γιασεμί της φθαρμένης ανθρώπινης άνοιξης» (Pablo Neruda, ‘Υψώματα του
Μάτσου Πίτσου’).
Το χθεσινό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος αποτελεί
ποιοτικό κριτήριο για την στάση και την
παρουσία των πολιτικών κομμάτων της χώρας. Πιο συγκεκριμένα, το ‘ΟΧΙ’
στην πρόταση των δανειστών συγκέντρωσε το 61,31%, ενώ το ‘ΝΑΙ’ έλαβε το 38,69%
των ψήφων. Η απόφαση του πρωθυπουργού για προσφυγή σε δημοψήφισμα μετέβαλλε τα
ίδια τα προσίδια χαρακτηριστικά του διαπραγματευτικού παιγνίου, καθότι ήρε το
πλαίσιο της διαρκούς ευρωπαϊκής «πίεσης» πάνω στην κυβέρνηση. Με αυτόν τον
τρόπο, το ίδιο το δημοψήφισμα ενσωματώθηκε οργανικά και αρμονικά στη
διαπραγματευτική στρατηγική της κυβέρνησης του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής
Αριστεράς.
Η βραχύβια «προεκλογική» εκστρατεία[1] που προηγήθηκε
ανέδειξε τις εγκάρσιες τομές και ρήξεις που προκάλεσε η εφαρμογή των πολιτικών
λιτότητας και σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας. Η κίνηση των κοινωνικών τάξεων
περιστράφηκε γύρω από το μείζον διακύβευμα του δημοψηφίσματος, προκαλώντας μία
«ανασυγκρότηση» των κοινωνικών μπλοκ.
Έτσι, για ένα μεγάλο τμήμα του άρχοντος αστικού
συγκροτήματος εξουσίας το ‘Ναι’ στο δημοψήφισμα ισοδυναμούσε με το συμβολικό
όσο και «βαθιά» πολιτικό ‘Ναι’ στον αναγκαίο και απαραίτητο εκσυγχρονισμό και
εξευρωπαϊσμό της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Γύρω από αυτόν τον
κεντρικό άξονα συγκροτήθηκαν παράλληλες θεματικές που τέμνουν το ελληνικό
κοινωνικό γίγνεσθαι: το ‘Ναι’ ως στάση και ως μείζον πολιτική έκφραση
ανανοηματοδότησε την κίνηση και τις ιδεολογικές προσλαμβάνουσες της άρχουσας
τάξης.
Σε αυτό το πλαίσιο αναδείχθηκαν διάφορες παράλληλες
θεματικές που ενσωματώθηκαν στον κεντρικό άξονα εκσυγχρονισμού της ελληνικής
κοινωνίας και οικονομίας. Το ‘Ναι’ στο δημοψήφισμα ισούται με το ‘Ναι’ στην
απόρριψη του στείρου συντεχνιασμού-συνδικαλισμού, με την απόρριψη του αντιπαραγωγικού δημοσίου[2], καθώς και με την
απόρριψη του «επάρατου» λαϊκισμού που
διαβρώνει τα ίδια τα «θεμέλια» συγκρότησης της δημοκρατίας. Πάνω στον κεντρικό άξονα καθώς και στις παράλληλες
θεματικές επιχειρήθηκε η συγκρότηση μίας διευρυμένης κοινωνικής συμμαχίας που
θα στήριζε το ‘Ναι’ στο δημοψήφισμα.
Επίσης θα πρέπει να σημειώσουμε ότι επ’αφορμή του
δημοψηφίσματος αναδύθηκε η διαιρετική τομή Δύση/Ανατολή, μία διαιρετική τομή
που μετασχηματίζει τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά σε πολιτικά. Οι υπέρμαχοι του
‘Ναι’ κατ’ επανάληψη τόνιζαν ότι τυχόν επικράτηση του ‘Όχι’ στο δημοψήφισμα της
5ης Ιουλίου θα οδηγήσει την χώρα εκτός Ευρώπης, εκτός του
προνομιακού δυτικού πολιτικού μπλοκ. Φυσική συνέπεια αυτού αποτελεί η πρόσδεση
του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού στο ανατολικό πολιτικό μπλοκ. Το
πολιτικό επίδικο του δημοψηφίσματος συνέβαλλε και σε μία τύποις «νέα»
συνάρθρωση και εκπροσώπηση κοινωνικών συμφερόντων.
Δεδομένης της προσίδιας πολιτικής αδυναμίας των πάλαι
ποτέ ισχυρών κομμάτων εξουσίας (Ν.Δ & ΠΑΣΟΚ), διάφορα ιδιωτικά-συστημικά
ΜΜΕ ανέλαβαν την τηλεοπτική-πολιτική συνάρθρωση συγκεκριμένων (αστικών)
κοινωνικών συμφερόντων. Πραγματικά, τα ΜΜΕ έδρασαν ως ένα οιονεί «τηλεοπτικό
κόμμα» το οποίο «φίλτραρε» ιδεολογικά
και διαμεσολαβούσε κοινωνικά την πολιτική στάση του αστικού συγκροτήματος
εξουσίας. Αυτοί οι ιδιωτικοί ιδεολογικοί μηχανισμοί ενσωματώθηκαν στο πλαίσιο
της δράσης της άρχουσας τάξης, προσλαμβάνοντας τα χαρακτηριστικά της πολιτικής
συμβολοποίησης και «εργαλειοποίησης».
Από την άλλη πλευρά υπήρχε το μπλοκ των λαϊκών-υποτελών
τάξεων, το οποίο, όπως κατέδειξε και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος τάχθηκε
αναφανδόν υπέρ του ‘Όχι’. Και ακριβώς το ‘Όχι’ στο δημοψήφισμα ενείχε την στάση
της απόρριψης της μνημονιακής κοινωνικής και οικονομικής «κανονικότητας», την
στάση της απόρριψης του μνημονιακού κανονιστικού πλαισίου ως προτύπου χάραξης
πολιτικής στρατηγικής. Η «δομικοποίηση»
του Μνημονίου αποτέλεσε τον οδικό «χάρτη» ανασύνθεσης και ανανοηματοδότησης του
κοινωνικού και πολιτικού πεδίου.
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος κατέδειξε ακριβώς μία
αντιτιθέμενη κοινωνική υλικότητα. Σταχυολογούμε συγκεκριμένα: «Ενδεικτικά, το
ΟΧΙ έλαβε στο δήμο Ασπροπύργου 79,20%, στη Φυλή 77,22%, στο Πέραμα 76,64%, στις
Αχαρνές 75,25%, στο δήμο Κερατσινίου-Δραπετσώνας 72,84%, στο δήμο Νίκαιας-Αγ.
Ιωάννη Ρέντη 72,61%, στην Αγία Βαρβάρα 72,75%, στην Ελευσίνα 71,88%, στη
Λαυρεωτική 71,81%, στον Ταύρο 71,28%, στο Αιγάλεω 70,68% και στο Περιστέρι
70,31%. Αντιθέτως σε περιοχές των βορείων και νοτίων προαστίων υψηλά ποσοστά
εμφανίζει το ΝΑΙ, όπως στην Εκάλη (84,62%), στο Διόνυσο (69,78%), στη
Βουλιαγμένη (66,27%), στην Κηφισιά (64,59%), στη Δροσιά (65,42%) και στη Βούλα
(63,88%).[3]
Και ακριβώς αυτή η αντιτιθέμενη κοινωνική-ταξική
υλικότητα εκφράστηκε με την πολιτική στάση στο δημοψήφισμα.[4] Η διάσταση της
ταξικής ψήφου (class vote) αποκρυσταλλώθηκε δομικά στην ψήφο και στο περιεχόμενο της ψήφου. Η
συγκρότηση δύο αντιτιθέμενων κοινωνικών μπλοκ επενεργεί στο άμεσο πολιτικό
γίγνεσθαι, επηρεάζοντας και την κατεύθυνση των πολιτικών κομμάτων. Το μείζον
διακύβευμα του δημοψηφίσματος ανέδειξε τις εγκάρσιες τομές που έχουν αποκρυσταλλωθεί
στο πεδίο του κοινωνικού.
Διακηρυγμένος στόχος και πρόθεση της κυβέρνησης είναι να
χρησιμοποιήσει το συντριπτικό ποσοστό υπέρ του ‘Όχι’ ως ισχυρό διαπραγματευτικό
χαρτί. Όμως, η υποχώρηση από το πλαίσιο των περίφημων κόκκινων γραμμών έχει ήδη
ναρκοθετήσει το πεδίο συγκρότησης του διαπραγματευτικού παιγνίου. Το
λαϊκό-εργατικό μπλοκ οφείλει να επαγρυπνεί. Η τωρινή συγκυρία είναι ιδιαίτερα
κρίσιμη. Όπως ανέφερε ο Νίκος Πουλαντζάς: Έτσι, η συγκυρία, αντικείμενο της
πολιτικής πρακτικής και προνομιούχος τόπος όπου αντανακλάται η πάντα μοναδική
ιστορική ατομικότητα ενός σχηματισμού, είναι η συγκεκριμένη κατάσταση της
ταξικής πολιτικής πάλης».[5]
Η σημερινή συγκυρία (πολιτικές εξελίξεις &
δημοψήφισμα), συσχετίζει την «ιστορική μοναδικότητα» ενός σχηματισμού με τα
προτάγματα και τα διακυβεύματα της ταξικής πολιτικής πάλης, ήτοι με την
εισχώρηση της ταξικής πολιτικής πάλης στο πεδίο του κράτους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου