Είναι γενικά αποδεκτό, ότι η Ευρωπαϊκή κοινότητα πολιτών [1] βρίσκεται σε τέλμα, πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό. Η Νεοφιλελεύθερη πολιτική που εφαρμόστηκε τα τελευταία χρόνια στις χώρες της Ευρώπης, προτάσσοντας την υπερκατανάλωση, τον πολιτισμικό μηδενισμό, την άφεση της δημιουργικότητας στα χέρια των “ειδικών” και τον περιορισμό βασικών δημοκρατικών (κυρίως εργασιακών) δικαιωμάτων μας...
οδήγησε στις πύλες του κοινωνικού χάους. Παρ’ ότι μπορεί κάποιος να ισχυριστεί πως η διόγκωση του χρέους, η ολοένα και αυξανόμενη ανεργία (με συνέπεια την εξαθλίωση) έχουν σχεδιαστεί από τις ελίτ, είτε ώστε να ανταγωνιστούν το τέρας της Κίνας και της Ινδίας, (με τη μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος) είτε ώστε να περάσουν όλα τα μέσα παραγωγής στους ιδιώτες, η πραγματικότητα φαίνεται πως είναι διαφορετική. Φαίνεται πως οι παγκόσμιες ελίτ αυτοτραυματίζονται (σκοτώνοντας μέρος του υπόλοιπου πληθυσμού φυσικά) από το ίδιο τους το δημιούργημα, το Νεοφιλελευθερισμό ή νεοσυντηρισμό, που καθώς απελευθερώνει από όλους τους περιορισμούς που μπορεί να θέσει το κράτος αφήνεται στην κερδοσκοπική ασυδοσία των εταιριών, μετατρέποντας το κουρδισμένο καπιταλιστικό σύστημα, στο σημερινό οικονομικό καζίνο.
Η σημερινή κατάσταση, βέβαια, δεν θα αφεθεί στην τύχη της για μεγάλο διάστημα. Ήδη το ενδιαφέρον των οικονομικών αναλυτών επικεντρώνεται στις μεθόδους που μπορεί το τεράστιο εταιρικό κέρδος να νομιμοποιείται κοινωνικά, μέσα από την επέκταση του τεχνάσματος της εταιρικής ευθύνης. Δηλαδή, καθώς οι βασικοί πυλώνες της κοινωνίας περνούν ολοένα και περισσότερο μέσα από την ιδιωτική πρωτοβουλία, ο πολίτης δεν διεκδικεί από το κράτος, το οποίο όσο απρόσωπο κι αν είναι έχει ως εκφραστές του τους θεσμούς του, αλλά ευχαριστείται ή δυσαρεστείται από την “κοινωνική προσφορά”, έναντι φοροαπαλλαγών βέβαια, της εκάστοτε εταιρίας, χωρίς να έχει τη δυνατότητα παρέμβασης αφού ούτε αντιπρόσωπο στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρίας εκλέγει, ούτε να την καταστρέψει μπορεί (καθώς εξαρτά άμεσα την επιβίωση του απ’ αυτή).
Το αποτέλεσμα της σημερινής οικονομικής κρίσης, αν συνεχίσουμε να κλείνουμε τα μάτια κλεισμένοι στο καβούκι της απογοήτευσης, θα είναι πράγματι η σταθερότητα, και η ανάπτυξη την οποία επικαλούνται οι θιασώτες του φιλελευθερισμού, όπως ο Α.Σαμαράς, ο Ε.Βενιζέλος και οι διάφοροι σαλτιμπάγκοι θιασώτες του θατσερισμού Τζήμερος και Μάνος. Για ποιά ανάπτυξη όμως μιλάνε; Πρόκειται για την ανάπτυξη που έχει γνωρίσει η Κίνα, με το βιοτικό επίπεδο των πολιτών να βρίσκεται σε σημείο που οι περισσότεροι/ες δεν μπορούμε να διανοηθούμε ακόμη. Η ανάπτυξη που επιτυγχάνεται με κριτήριο όρους της αγοράς και όχι δείκτες ουσιαστικής ανθρώπινης ευημερίας. Σε αυτή την ανάπτυξη εμείς απαντούμε με την αποανάπτυξη. Ποιά είναι η σταθερότητα που προτάσσουν; Η σταθερότητα της ανέχειας, της εξαθλίωσης για το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας και σταθεροποίηση, αν όχι αύξηση, των κερδών για τους λίγους προνομιούχους και η “επιβολή της τάξης” μέσω της άμεσης καταπάτησης του δικαιώματος της διαμαρτυρίας (ήδη στις Η.Π.Α, στον Καναδά, στην Βρετανία και στην Γερμανία γίνεται λόγος για την θέσπιση νέων νόμων που θα περιορίζουν τις διαδηλώσεις, πράγμα που ούτε λίγο ούτε πολύ υποστήριξε και ο δήμαρχος της Αθήνας Γ.Καμίνης). Είναι άλλωστε λογικό! Προκειμένου να επιτευχθούν τα κέρδη απαιτείται είτε κοινωνική ειρήνη (εξ ου και η “εταιρική ευθύνη”) είτε βίαιη καταστολή οποιασδήποτε αντίδρασης. Η συρρίκνωση αυτή βασικών πολιτικών δικαιωμάτων οδηγεί, με αργό αλλά σταθερό ρυθμό, – χωρίς να το αντιληφθούμε – σε ένα κοινωνικά νομιμοποιημένο αυταρχικό καθεστώς (με τον ψευδεπίγραφο τίτλο της δημοκρατίας), κατά το οποίο οι κατασταλτικοί μηχανισμοί θα μπορούν να επεμβαίνουν διαλύοντας οποιαδήποτε κοινωνική δημιουργία, βαφτίζοντας την άμεσα ως “τρομοκρατική” ενέργεια ή εσωτερικό εχθρό. Όσο αφήνουμε έννοιες, όπως “στρατόπεδα συγκέντρωσης”, “πολιτοφυλακή”, “υγειονομικές βόμβες” να εισέρχονται στην καθημερινότητα μας, τόσο θα συνηθίζουμε στην ιδέα της σταθερής μας υποταγής. Σε αυτή τη σταθερότητα εμείς απαντούμε με την αναταραχή.
Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει σοβαρός ιδεολογικός αντίπαλος στο νεοφιλελευθερισμό που να υποστηρίζεται από μαζικά κινήματα και να έχει εφαρμοστεί επιτυχώς στην πράξη. Καθώς τα “κομμουνιστικά” κράτη, στην πραγματικότητα υπήρξαν αποτρόπαια ολοκληρωτικά καθεστώτα, τα οποία αντί να στηριχτούν στην ισότητα, τη δημοκρατία και την αυτονομία δημιούργησαν γραφειοκρατίες ανάλογες με την καπιταλιστική αστική τάξη, βύθισαν πληθυσμούς ολόκληρους στο ζόφο και την εξαθλίωση, προκάλεσαν γενοκτονίες και άφησαν πίσω τους εκατομμύρια νεκρούς. Στον Δυτικό κόσμο, η κατάρρευση του Μαρξισμού στα τέλη της δεκαετίας του 80 συνέβαλε ριζικά στην καταρράκωση κάθε ελπίδας για κοινωνική αλλαγή, κληροδότησε την απόλυτη κυριαρχία της μαζικής αποχαύνωσης, του θεάματος, κάτω από την απόλυτη κυριαρχία των κατευθυνόμενων Μέσων Επικοινωνίας. «Οι άνθρωποι στη Δύση λένε: «αυτός είναι ο σοσιαλισμός, άλλος δεν υπάρχει, συνεπώς οι κοινωνίες μας, με όλα τα κουσούρια τους είναι οι καλύτερες ανθρώπινες δυνατές»» αναφέρει ο Κορνήλιος Καστοριάδης [«Είμαστε Υπεύθυνοι για την Ιστορία μας» (1998-99, σελ.16)]. Τα πάντα πλέον καθορίζονται από την «ανωτερότητα» του φιλελεύθερου καπιταλισμού (ντετερμινισμός) που «επειδή σαν κοινωνικό-πολιτικό-οικονομικό σύστημα υπερέχει όλων των άλλων θα πρέπει να αποτελεί σημείο αναφοράς». Δηλαδή, ο «θρίαμβος» του ενάντια στον Σταλινικό ολοκληρωτισμό, τον καθιστά ως «το καλύτερο που θα μπορούσε να επιτευχθεί», το τέλος της ιστορίας «δεν υπάρχει κανένα εναλλακτικό σύστημα. Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα και θα πρέπει να την αποδεχτούμε».Οι σταλινικές διώξεις ήταν το μεγαλύτερο έγκλημα κατά της υπόθεσης του κομμουνισμού και αυτό που τελικά τον δυσφήμισε στα μάτια δισεκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη. Τις συνέπειες αυτής της δυσφήμησης αντικειμενικά ακόμα και σήμερα το χειραφετησιακό κίνημα πληρώνει. Έτσι λοιπόν, γεννιέται το εξής ερώτημα: Υπάρχει επαναστατικό πρόταγμα σήμερα; Υπάρχει διέξοδος από την καπιταλιστική βαρβαρότητα; Στα ερωτήματα αυτά έχουμε ήδη απαντήσει παραπάνω, θέτοντας το πρόταγμα της αποανάπτυξης εντός των πλαισίων της συλλογικής και ατομικής αυτονομίας.
«Το πρόταγμα της αυτονομίας είναι μια δημιουργία της ιστορίας μας. [...] Το πρόταγμα της αυτονομίας δεν είναι μια πολιτική επιχείρηση σαν οποιαδήποτε άλλη. Δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο δια μέσου της αυτόνομης δραστηριότητας του κόσμου. Η δραματική απουσία αυτής ακριβώς της αυτόνομης δραστηριότητας είναι αυτό που χαρακτηρίζει τη σημερινή πραγματικότητα. [Α]…Στόχος της πολιτικής δεν είναι η ευτυχία, αλλά η ελευθερία. Την πραγματική ελευθερία (δεν ασχολούμαι εδώ με τη φιλοσοφική “ελευθερία”) την αποκαλώ αυτονομία. Η αυτονομία της κοινότητας, που μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τη ρητή αυτοθέσμιση και αυτοκυβέρνηση, είναι αδιανόητη χωρίς την πραγματική αυτονομία των ατόμων που απαρτίζουν την κοινότητα. Η συγκεκριμένη κοινωνία, που ζει και λειτουργεί, δεν είναι τίποτε άλλο απ’ τα συγκεκριμένα,δρώντα,”πραγματικά” άτομα [Β] .
[Α] Κορνήλιος Καστοριάδης, Ο Θρυμματισμένος κόσμος
[Β] Κορνήλιος Καστοριάδης, Η Δημοκρατία ως Διαδικασία και ως Καθεστώς, Η Άνοδος της Ασημαντότητας.
[Β] Κορνήλιος Καστοριάδης, Η Δημοκρατία ως Διαδικασία και ως Καθεστώς, Η Άνοδος της Ασημαντότητας.
Πρόκειται για το μόνο πρόταγμα που μπορεί να σταθεί σοβαρά απέναντι στην εταιρική κουλτούρα. Ήδη εδώ και έναν χρόνο, βλέπουμε κινήματα μη ιεραρχικά να ξεπηδούν. Από τους αγανακτισμένους της Ισπανίας και της πλατείας Συντάγματος μέχρι το Occupy Wall Street που ραγδαία εξαπλώθηκε και σε άλλες πολιτείες της Αμερικής, και τέλος το κίνημα των φοιτητών στο Κεμπέκ και Μόντρεαλ του Καναδά, για τα οποία ελάχιστη έως μηδενική αναφορά γίνεται στα Ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης. Κάποτε ο Κορνήλιος Καστοριάδης είχε πει πως οι λαοί θα την βρουν την λύση. Η λύση είναι μπροστά μας λοιπόν. Η νέα ελπίδα γεννιέται στους δρόμους και τις πλατείες. Το μόνο που χρειάζεται είναι η δική μας προσπάθεια και θέληση για μια κοινωνία ανθρώπινη και δίκαιη. Όσο περιμένουμε να επαναληφθεί η περσινή λαοθάλασσα του Συντάγματος ή μαζικές καταλήψεις τύπου Μάη 68, ή να βιώσουμε ένα νέο φοιητικό κίνημα ανάλογο με αυτό του Μόντρεαλ, τόσο η πραγματικότητα θα μας απογοητεύει. Χωρίς να έχουμε αυτοσκοπό τη μαζικότητα, χωρίς να θέτουμε κριτήρια επαναστατικότητας, το ζητούμενο είναι όσοι νιώθουμε ακόμη ζωντανοί, όσοι διψάμε για δημιουργία, να βρεθούμε στους δρόμους, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για κοινωνική επανάσταση.
[1] Αντιμετωπίζουμε τις κοινωνίες της Ευρώπης όχι ως μια ομοιογενή ολότητα, αλλά ως μία σύνθεση διαφορετικών κοινωνιών που συνυπάρχουν σε μια οικονομική και πολιτική ένωση εδώ και αρκετά χρόνια, και ως αποτέλεσμα αντιμετωπίζουν περίπου κοινά προβλήματα και ακολουθούν παρόμοιες κατευθύνσεις (χωρίς να αγνοούμε φυσικά τις διαφοροποιήσεις που θα συναντήσει κανείς φυσικά στο φαντασιακό των σύγχρονων πχ Γερμανών και Ισπανών).
Συνδιαμόρφωση από Efor, Michael Th
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου