του Ηρ. Οικονόμου* |
Η προσκόλληση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στη θέση της Ελλάδας μέσα σε αυτήν ως αναγκαία συνθήκη ενός προοδευτικού κοινωνικού μετασχηματισμού στη χώρα μας είναι γνωστή με τον νεολογισμό “αριστερός ευρωπαϊσμός“. Τις περισσότερες φορές αυτή η προσκόλληση θεωρείται δεδομένη και φυσική, και όσοι δεν τη συμμερίζονται παρουσιάζονται ως μεσαιωνικά απομεινάρια ενός συντηρητικού και...
ανιστόρητου αντιευρωπαϊσμού ή «εθνολαϊκισμού».1
Κάποιες άλλες φορές, χρησιμοποιείται μια πιο εκλεπτυσμένη επιχειρηματολογία, με αναφορές στο πεδίο του μαρξισμού και της ταξικής ανάλυσης. Μια σαφής έκφραση αυτής της επιχειρηματολογίας αποτυπώνεται, λ.χ., στο ακόλουθο απόσπασμα:
“Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα δεν αποτελεί “εργαλείο στα χέρια των καπιταλιστών”, αλλά πεδίο που επικαθορίζεται από την εξέλιξη της ταξικής πάλης και, επομένως, είναι δυνατό να συγκροτηθούν εντός του διαφορετικοί ιδεολογικοί και πολιτικοί συσχετισμοί, υπέρ των υπάλληλων τάξεων, εφόσον αμφισβητηθεί αποτελεσματικά η ιδεολογική ηγεμονία του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού“.2
Τι λέει αυτή η συλλογιστική; Ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ένα σύνολο δομών με ταξικά ορισμένο περιεχόμενο και προσανατολισμό, αλλά πεδίο καθοριζόμενο από την ταξική πάλη. Σε αυτό το πεδίο, συνεχίζει η αφήγηση, είναι δυνατή η άρθρωση και η ηγεμονία των συμφερόντων των εκμεταλλευομένων τάξεων, “εφόσον αμφισβητηθεί αποτελεσματικά η ιδεολογική ηγεμονία του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού“. Πέρα από τον άκρατο φιλοσοφικό ιδεαλισμό που περιέχει αυτή η διατύπωση, καθώς διαβάζοντας ανάποδα τον Γκράμσι ανάγει στη σφαίρα της ιδεολογίας διαδικασίες που εκκινούν από τη σφαίρα της υλικής παραγωγής, αυτή η επιχειρηματολογία επιχειρεί να εφαρμόσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση μια πουλαντζιανή θεώρηση του αστικού κράτους.
Είναι γνωστή η τομή που επέφερε ο Νίκος Πουλαντζάς στη μαρξιστική θεωρία του κράτους, ακολουθώντας τις καλύτερες παραδόσεις των κλασικών, υποστηρίζοντας ότι το αστικό κράτος δεν είναι απλώς ένα εργαλείο για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της άρχουσας τάξης, αλλά συνιστά πεδίο που συμπυκνώνει ταξικούς συσχετισμούς, εντός του οποίου συγκροτούνται και δρουν ανταγωνιστικές κοινωνικές δυνάμεις.
Κρίσιμη λεπτομέρεια, βέβαια, είναι το γεγονός ότι ο Πουλαντζάς δεν αρνήθηκε ποτέ τον ταξικό ρόλο και προσανατολισμό του κράτους και δεν το παρουσίασε ποτέ ως απλή προσθαφαίρεση ιδεολογικών και πολιτικών συσχετισμών, ακόμα και όταν μίλησε για τη σχετική αυτονομία του έναντι των συμφερόντων των κυρίαρχων τάξεων. Ας παραβλέψουμε όμως αυτή τη λεπτομέρεια. Αλλού είναι το πρόβλημα: ότι η θέαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως πεδίου παίρνει αυτή την, κατά βάση ορθή, θεώρηση του αστικού κράτους από τον Πουλαντζά και την εφαρμόζει σαν καλούπι σε ένα τελείως διαφορετικό ιστορικά και θεσμικά φαινόμενο, την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Είναι όμως κάτι τέτοιο φιλοσοφικά νόμιμο και εφικτό;
Ο ΠΟΥΛΑΝΤΖΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Το ερώτημα θα επιδεχόταν απλώς εικασίες, αν δεν είχε –ευτυχώς– ο ίδιος ο Νίκος Πουλαντζάς απαντήσει σε αυτό, στο βιβλίο του “Οι κοινωνικές τάξεις στον σύγχρονο καπιταλισμό”.3 Συγκεκριμένα, ένα ολόκληρο κεφάλαιο του βιβλίου (“Η διεθνοποίηση των καπιταλιστικών σχέσεων και το έθνος-κράτος”) είναι αφιερωμένο στη σχέση ανάμεσα στην οικονομική διεθνοποίηση, την εξουσία του αστικού κράτους και την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Η συγκεκριμένη μακροσκελής ανάλυση είναι σαφής ένδειξη ότι ο ίδιος ο Πουλαντζάς μόνο αυτόματη και δεδομένη δεν θεωρούσε την εφαρμογή της θεωρίας του για το κράτος πάνω στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Αλλιώς, προφανώς και δεν θα είχε κάτσει ο ίδιος να συγγράψει μια εξολοκλήρου διαφορετική και πρωτότυπη θεώρηση αυτού του οικοδομήματος!
Αφετηρία της ανάλυσης του Πουλαντζά δεν είναι η ηγεμονία ή οι ιδεολογικοί συσχετισμοί, αλλά ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής και η ακόλουθη θέση:
“Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής χαρακτηρίζεται –κατά τη διευρυμένη αναπαραγωγή του– από μια διπλή τάση, που οι δύο όψεις της ξετυλίγονται ταυτόχρονα: από την αναπαραγωγή του μέσα σ’ έναν κοινωνικό σχηματισμό όπου ‘εδραιώνεται’ και εγκαθιστά την κυριαρχία του και από την επέκταση της κυριαρχίας του έξω απ’ αυτόν τον σχηματισμό” (σελ. 51).
Η πρωταρχική διαδικασία πάνω στην οποία βασίζει τη θεώρηση της Ευρώπης είναι η εξαγωγή παραγωγικού κεφαλαίου, συμπορευόμενος με τις επεξεργασίες των κλασικών θεωριών περί ιμπεριαλισμού. Ο Πουλαντζάς προειδοποιεί ότι:
“η λενινιστική θεωρία του ιμπεριαλισμού, και μάλιστα σ’ ό,τι αφορά τον ρόλο της εξαγωγής των κεφαλαίων, βασίζεται στον καθοριστικό ρόλο του κύκλου του παραγωγικού κεφαλαίου. Τούτο άλλωστε εξηγεί την εξέχουσα θέση που της δίνεται εδώ μέσα στην ανάλυση των μεταβολών της σημερινής φάσης του ιμπεριαλισμού” (σελ. 66).
Ο μαρξιστής θεωρητικός δεν μένει όμως στον ιμπεριαλισμό ως γενική φάση του καπιταλισμού, αλλά εντάσσει το ευρωπαϊκό μόρφωμα ως ενεργό δρώντα μέσα σε αυτή τη φάση. Χαρακτηριστικά, μιλάει για την Ευρώπη ως έναν “ιμπεριαλιστικό κοινωνικό σχηματισμό” και ως μια “ιμπεριαλιστική μητρόπολη“4. Ταυτόχρονα, παρόλο που αναφέρεται στην ύπαρξη μιας αμερικάνικης ηγεμονίας στο εσωτερικό της Ευρώπης, δεν σπεύδει να προτείνει ως πανάκεια την αυτονόμηση της Ευρώπης από τον ατλαντισμό (σύνθημα αρκετά διαδεδομένο στις μέρες μας), καθώς θεωρεί ότι η Ευρώπη εμφανίζει τις δικές της, αυτόνομες επεκτατικές τάσεις.
Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι τόσο ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, όσο και ο ιμπεριαλισμός των άλλων μητροπολιτικών κέντρων, συμπεριλαμβανομένης και της τότε Ευρωπαϊκής Κοινότητας, εμπλέκονται σε μια αέναη πάλη για την “κυριαρχία και την εκμετάλλευση” των κυριαρχούμενων σχηματισμών στην καπιταλιστική περιφέρεια5. Με σαφήνεια εντοπίζει την κρίση όχι μόνο στην ηγεμονία του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, αλλά του συνόλου του συστήματος του ιμπεριαλισμού. Όσο για την προσπάθεια αμφισβήτησης αυτής της ηγεμονίας από μερίδες των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων, ο Πουλαντζάς θεωρεί ότι η μάχη γίνεται για τη “μοιρασιά της λείας“6.
Σε αντίθεση με τους τωρινούς θιασώτες του Ευρωστρατού, ο ίδιος αρνείται να πάρει θέση και να επιλέξει το μικρότερο κακό. Αντίθετα, καλεί σε ρήξη με το σύνολο του ιμπεριαλισμού και με τα κρατικά και υπερ-κρατικά μορφώματα που δρουν στο πλαίσιό του.
Στην ανάλυσή του, ο Πουλαντζάς καταρρίπτει ένα ένα τα μυθεύματα πάνω στα οποία στηρίζεται σήμερα η πολιτική πρόταση του “αριστερού ευρωπαϊσμού“. Ένα από αυτά είναι η δήθεν δυνατότητα ενοποίησης του πολιτικού και συνδικαλιστικού αγώνα των εργατικών τάξεων όλων των ευρωπαϊκών χωρών. Η Ε.Ε. προβάλλεται συχνά ως το μέσο με το οποίο θα καταστεί δυνατή η ταυτόχρονη αγωνιστική συμπόρευση των εργαζομένων πέρα από σύνορα. Επαναφέροντας τον Λένιν, ο Πουλαντζάς απαντά ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο, εξαιτίας της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού. Γράφει χαρακτηριστικά:
“Τι γίνεται από την πλευρά της εργατικής τάξης των ευρωπαϊκών χωρών; […] ενώ […] στην ουσία του ο αγώνας τους είναι διεθνής, η εθνική μορφή είναι εκείνη που προέχει. Τούτο, αντίθετα απ’ ό,τι υποστηρίζουν οι διάφορες ιδεολογίες της “παγκοσμιοποίησης” οφείλεται, κατά ένα μέρος, στην άνιση ανάπτυξη και στις συγκεκριμένες ιδιομορφίες του κάθε κοινωνικού σχηματισμού, κατά συνέπεια σε γνωρίσματα που ανάγονται στην ίδια τη φύση του καπιταλισμού” (σελ. 96, 97).
Με άλλα λόγια, κάνουν λάθος όσοι ονειρεύονται μια συντονισμένη πάλη 27 εθνικών εργατικών τάξεων για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της Ευρώπης, ή, ακόμα χειρότερα, όσοι φαντάζονται την ανάδυση μιας υπερεθνικής εργατικής τάξης με δυνατότητα παρέμβασης για τη μεταρρύθμιση των Βρυξελλών. Δεν είναι τυχαίο ότι μέχρι σήμερα, παρά την κυρίαρχη φιλολογία για την “παγκοσμιοποίηση της δράσης”, την “υπερεθνική κοινωνία των πολιτών” κλπ., οι συντονισμένες, οργανωμένες παρεμβάσεις άμεσης δράσης της εργατικής τάξης σε ευρωπαϊκό επίπεδο μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Οι μικρές νίκες που μπορεί να πετύχουν οι φιλεργατικές δυνάμεις μέσα στους θεσμούς της Ε.Ε. είναι όλες αμυντικού χαρακτήρα, όπως με σαφήνεια έδειξε η πρόσφατη υπόθεση αλλαγής του εβδομαδιαίου ορίου εργάσιμου χρόνου και διάκρισης αυτού σε ενεργό και ανενεργό. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, αυτές οι “νίκες” δεν χαρακτηρίζονται από κάποιον συντονισμένο αγώνα σε όλη την Ευρώπη και στα κράτη μέλη, παρά από μάχες χαρακωμάτων στους διαδρόμους των Βρυξελλών.
Η προσπάθεια εφαρμογής ενός πουλαντζιανού αναλυτικού σχήματος στην περίπτωση της Ε.Ε. υπονοεί την οικοδόμηση ενός ευρωπαϊκού υπερεθνικού κράτους. Με άλλα λόγια, η περιγραφή της διαδικασίας ευρωπαϊκής ενοποίησης με όρους θεωρίας του κράτους υποδηλώνει την ιδέα ότι η Ε.Ε. είναι, ή θα γίνει ένα νέο, υπερεθνικό κρατικό μόρφωμα. Ούτε εδώ όμως φαίνεται να συμφωνεί ο Πουλαντζάς:
“Δεν βρισκόμαστε εδώ μπροστά στην εμφάνιση ενός νέου κράτους πάνω από τα έθνη, αλλά μάλλον σε διασπάσεις της εθνικής ενότητας που βρίσκονται στη βάση των υπαρχόντων εθνικών κρατών […] η διεθνοποίηση του κεφαλαίου επιφέρει περισσότερο ένα κομμάτιασμα του έθνους, όπως αυτό είχε σχηματιστεί ιστορικά, παρά μιαν υπερ-εθνικοποίηση του κράτους” (σελ. 98-99).
Το έθνος-κράτος στην Ευρώπη αποτέλεσε ιστορικά πεδίο παρέμβασης πολλαπλών κοινωνικών δυνάμεων, μέσα σε μια μακρά διαδικασία γένεσής του. Αντίθετα, η Ε.Ε., από την αφετηρία της μέχρι σήμερα, αποτέλεσε ουσιαστικά μια συμφωνία κορυφής της διεθνοποιημένης μερίδας των εθνικών αστικών τάξεων των κυρίαρχων οικονομικά κρατών της Ευρώπης. Η Ένωση δεν είναι και δεν υπήρξε ποτέ καρπός ταξικών συγκρούσεων και δημιουργίας ενός κρατικού μορφώματος ως αποτέλεσμα της έκφρασης των πρώτων. Συνεπώς, η Ε.Ε. δεν αντανακλά την οποιανδήποτε κοινωνική ταξική σύνθεση και συσχετισμούς, με τον τρόπο που αυτοί αντανακλούνται στο πεδίο του αστικού κράτους.
Η φιλολογία περί αλλαγής των συσχετισμών μέσα στην Ε.Ε. είναι κενή περιεχομένου, εφόσον η Ε.Ε. συνιστά όχι πεδίο αλλά μηχανισμό υπερ-κρατικής και “παρα-κρατικής” παρέμβασης, συχνά σε αντιπαράθεση προς τους αντιπροσωπευτικούς κρατικούς θεσμούς των κρατών-μελών. Γι’ αυτό, η ιδέα του Πουλαντζά ότι το πρωταρχικό είναι “η πάλη των λαϊκών μαζών στην Ευρώπη ενάντια στις δικές τους αστικές τάξεις και στα δικά τους κράτη” παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη7. Όπως συμπεραίνει και ο Μπομπ Τζέσοπ, για τον Πουλαντζά “η πάλη για τον σοσιαλισμό πρέπει ακόμα να είναι οργανωμένη γύρω από την κατάκτηση της κρατικής εξουσίας στο επίπεδο του έθνους-κράτους“8.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕ ΜΗΧΑΝΙΣΤΙΚΑ ΤΙΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΟΥΛΑΝΤΖΑ
Συμπερασματικά, σε καμία περίπτωση δεν νομιμοποιείται η μηχανιστική μεταφορά και εφαρμογή των επεξεργασιών του Πουλαντζά για το αστικό κράτος πάνω στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η εκ βάθρων αμφισβήτηση της δυνατότητας σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της Ε.Ε. “από τα μέσα” συνιστά βασική κληρονομιά του Πουλαντζά, η μαρτυρία του οποίου ακυρώνει πλήρως την ιδέα ότι η Ε.Ε. είναι ένα ακαθόριστο πεδίο, στο οποίο όλα μπορούν να συμβούν ως παράγωγα κάποιων αιωρούμενων ιδεολογικών συσχετισμών.
Αν πάλι η ιδέα ότι η Ε.Ε. είναι κράτος έχει εντυπωθεί βαθιά σε κάποιους, ας θυμηθούν την κριτική του Πουλαντζά προς στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα στα μέσα της δεκαετίας του 1970, καθώς το τελευταίο αντιλαμβανόταν τις οικονομικές λειτουργίες του αστικού κράτους ως τεχνικές και ουδέτερες, οι οποίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τις εκμεταλλευόμενες τάξεις με μια απλή αλλαγή στην κρατική εξουσία.
Ο Πουλαντζάς μιλάει αντίθετα για την ανάγκη συντριβής του αστικού κρατικού μηχανισμού9. Ακόμα κι αν θεωρήσουμε λοιπόν –χάριν του επιχειρήματος– την Ε.Ε. ως ένα κρατικό μόρφωμα και πεδίο ταξικών συσχετισμών, δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από την αναγκαιότητα συντριβής της, ως προϋπόθεση του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Συνεπώς, αυτοί που σπεύδουν να κατακεραυνώσουν ως εθνολαϊκιστικά απομεινάρια όσους και όσες βλέπουμε το μέλλον του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού εκτός της Ε.Ε., καλό θα ήταν να (ξανα)διαβάσουν και τον Πουλαντζά.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Μιχάλης Σαμπατακάκης, “ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο;”, Η Αυγή, 5.4.2009.
2. “Ευρωπαϊκή Ένωση και Αριστερά”, στο ένθετο “Μαχητό Τεκμήριο”, Η Αυγή, 11.10.2008.
3. Νίκος Πουλαντζάς, Οι κοινωνικές τάξεις στον σύγχρονο καπιταλισμό, μετ. N. Μηλιόπουλος, επιμ. Γ. Κρητικός, Θεμέλιο, Αθήνα 2001. Εφεξής οι παραπομπές στα παραθέματα, εντός παρένθεσης, γίνονται στην έκδοση αυτή.
4. Στο ίδιο, σ. 47, 57.
5. Στο ίδιο, σ. 58.
6. Στο ίδιο, σ. 108.
7. Στο ίδιο, σ. 108.
8. Bob Jessop, Nicos Poulantzas: Marxist Theory and Political Strategy, St. Martin’s Press, Νέα Υόρκη 1985, σ. 177.
9. Ν. Πουλαντζάς, Οι κοινωνικές τάξεις…, ό.π., σ. 101.
*Ο Ηρακλής Οικονόμου είναι πολιτικός επιστήμονας
Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύθηκε στην «Αυγή» στις 10 Μαΐου 2009.
ΠΗΓΗ: iskra
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου