της Μαρίας Μπόλαρη* |
«Κερδήθηκε μια μάχη,
όχι όμως ο πόλεμος, η δύσκολη διαπραγμάτευση είναι μπροστά, μας» τόνισε στο
διάγγελμά του ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σ. Αλέξης Τσίπρας. Δεν
συμφωνώ, αντίθετα, όσο περνούν οι ώρες και «φωτίζεται το περιεχόμενο της
συμφωνίας στο Eurogroup», θωρώ ότι χάσαμε μια σημαντική μάχη, αλλά ότι υπάρχει
ακόμα η δυνατότητα να κερδηθεί ο πόλεμος. Υπό την προϋπόθεση ότι η κυβέρνηση,
έστω και στο και πέντε, θα....
επαναφέρει στο τραπέζι τις πραγματικές «κόκκινες
γραμμές», αυτές με τις οποίες εκλέχτηκε.
Σε αυτή την
κατεύθυνση καθοριστικός είναι ο ρόλος τω μελών και των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Που
στις συντεταγμένες διαδικασίες του χρειάζεται να απαιτήσει από την ηγεσία του
κόμματος και από την κυβέρνηση την υλοποίηση των συνεδριακών αποφάσεων του
ΣΥΡΙΖΑ, των προεκλογικών δεσμεύσεων και των προγραμματικών δηλώσεων.
Έχουν ήδη γραφτεί σε
αριστερά sites, και όχι μόνο, πολλά που εξηγούν γιατί τα συμφωνηθέντα στο
Eurogroup αποτελούν σοβαρή υποχώρηση της κυβέρνησης, ανατροπή τη δέσμευσης για
την κατάργηση του μνημονίου και αντιστροφής των μέτρων της λιτότητας. Επίσης,
πολλοί σύντροφοι έχουν αρθρογραφήσει για την πραγματική ανάγκη της κυβέρνησης
να κερδίσει χρόνο, αλλά και για το τι θα έπρεπε να γίνει ώστε να
αντιμετωπιστούν οι αναμενόμενοι εκβιασμοί, ο αναμενόμενος πόλεμος από την μεριά
της ΕΕ, το ΔΝΤ, της ντόπιας κυρίαρχης τάξης. Το τι θα έπρεπε να γίνει ώστε να
αντιμετωπιστούν οι αναμενόμενες πιέσεις και δυσκολίες. Πιστεύω ότι δεν είναι οι
μόνοι «σοφοί». Σύντροφοι οικονομολόγοι του ΣΥΡΙΖΑ, όπως π.χ. ο σ. Γιάννης Δραγασάκης,
διαθέτουν γνώσεις, οικονομικές και τεχνικές. Όμως, το ζήτημα ήταν και παραμένει
ζήτημα Πολιτικής και αντίστοιχων επιλογών.
Εγώ θέλω να θυμίσω
ότι πολλοί και πολλές, ανάμεσά τους κι εγώ, την περίοδο των προγραμματικών
αιχμών της ΔΕΘ, υποστηρίζαμε ότι το ταξικό πρόσημό τους υπέρ των λαϊκών
στρωμάτων ήταν αυτό που τους προσέδιδε δυναμική και σχημάτιζε τείχος προστασίας
ενάντια στον φόβο που καλλιεργούσαν η κυρίαρχη τάξη και τα κυρίαρχα ΜΜΕ.
Δυναμική που κατά τη γνώμη μας θα μπορούσε και τότε να αναπτυχθεί ακόμη
περισσότερο με πρόσθετες επιλογές. Επισημαίναμε ότι οι «πυλώνες» του
προγράμματος της ΔΕΘ θα μπορούσαν να υπάρξουν μόνο εάν χτιζόντουσαν ενιαία.
Μόνο εάν ο ένας εξαρτιόταν από τον άλλον. Ζητούσαμε επιπλέον μέτρα. Όχι
υπερφίαλα, του τύπου το 751 ευρώ να γίνει 1.400 ευρώ. Γιατί ξέραμε την
πραγματικότητα, ξέραμε τον συσχετισμό δύναμης, έτσι όπως αυτός είχε διαμορφωθεί
μετά από 5 χρόνια άγριας λιτότητας, εσωτερικής υποτίμησης και επιβολής
εργοδοτικού δικαίου. Προτείναμε π.χ. ένα γενναίο πρόγραμμα δημόσιων
επενδύσεων ικανό να απορροφήσει σημαντικά ποσοστά ανεργίας. Έτσι ώστε να
υπάρχει το πραγματικό περιθώριο για την εφαρμογή του 751 ευρώ κατώτατο μισθό
και την απελευθερωτική λειτουργία της αποκατάστασης των συλλογικών συμβάσεων.
Κυρίως, όμως, ασκούσαμε κριτική γιατί η «αφήγηση» εξελισσόταν σε ένα ομαλό
περιβάλλον, χωρίς αντιπαραθέσεις, συγκρούσεις και ρήξεις με τη υπαρκτή ΕΕ και
τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης.
Δώσαμε τη μάχη ως
κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ για την ανάδειξη του σε πρώτο κόμμα χωρίς «ναι μεν αλλά».
Έχοντας πλήρη επίγνωση του διακυβεύματος στην Ελλάδα και την Ευρώπη για την
Αριστερά και τα λαϊκά στρώματα. Έχοντας εμπιστοσύνη στο ριζοσπαστικό
προσανατολισμό, τις εμπειρίες και τις κατακτήσεις του ανθρώπινου δυναμικού του
ΣΥΡΙΖΑ. Έχοντας πάντα τα μάτια στραμμένα στο κίνημα, επιμένοντας σε
πρωτοβουλίες για την ενεργοποίησή του.
Κρατήσαμε την ίδια
στάση και μετά τη συγκρότηση της κυβέρνησης με τους ΑΝΕΛ. Όμως, εκτιμήσαμε ότι
η πρόταση και η εκλογή του Προκόπη Παυλόπουλου στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας
ήταν αρνητική εξέλιξη, η οποία επιπλέον «προειδοποιούσε» ότι στην επερχόμενη
τότε συνάντηση του Eurogroup δεν θα πάμε για τη μεγάλη σύγκρουση –χρησιμοποιώ
τον α’ πληθυντικό για να υπογραμμίσω την ταύτιση με τον ΣΥΡΙΖΑ- αλλά για
ραγδαία οπισθοχώρηση.
Δεν επιχαίρω για την
επιβεβαίωσή μας. Στο κάτω-κάτω, 15 χρόνια από τη διεθνή διαδήλωση στη Γένοβα
και τη συγκρότηση του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ, 11 χρόνια μετά από τη πρώτη
εκλογική κάθοδο του σχήματος ΣΥΡΙΖΑ, μετά από τότες και τόσες πολιτικές και κινηματικές
μάχες, μιλάμε για βαρύνουσες επιλογές της οργάνωσής μου, της ΔΕΑ, και όχι
μόνο, πολλών τμημάτων της ρεφορμιστικής, ριζοσπαστικής και επαναστατικής
αριστεράς και των ανθρώπων που τις απαρτίζουν.
Κυρίως, όμως, είναι
αυτό που προανέφερα. Το διακύβευμα είναι τεράστιο, πρέπει να μπορεί να πετύχει.
Πρέπει και μπορούμε να αντιστρέψουμε τα όσα συντελέστηκαν τις προηγούμενες
ημέρες. Τρόποι υπάρχουν. Εμείς οι ίδιοι τους έχουμε περιγράψει στα συλλογικά
κείμενά μας. Στους «εταίρους» μας μπορούμε να πούμε ότι τα συμφωνηθέντα δεν
γίνονται δεκτά από τον κόσμο που μας ψήφισε. Για να αποκτήσει επιτέλους και
νόημα η φράση που ακούγεται συχνά από υπουργούς μας ότι η Δημοκρατία μετράει.
Κατανοώ ότι κάποιοι θα πουν αυτά δεν γίνονται. Ότι θα γίνουμε ρεζίλι, θα χάσουμε
τη διαπραγματευτική μας ισχύ. Ας σκεφτούν ότι σε λίγο δεν θα μείνει ίχνος από
αυτήν, γιατί οι εχθροί μας θα μας θεωρήσουν εύκολο αντίπαλο όπως και τους
προηγούμενους. Και στον κόσμο μας, πρέπει να πούμε ότι δοκιμάσαμε με έναν
τρόπο που θεωρήσαμε τον πιο εύκολο, τον λιγότερο επώδυνο, αλλά ότι αυτός δεν
«βγαίνει». Να του πούμε ας δοκιμάσουμε όλοι και όλες μαζί το «ούτε βήμα πίσω».
Και επιτέλους να του εξηγήσουμε ό,τι ζητούσε πάντα να μάθει. Το πώς μπορεί να
αξιοποιήσει τη δύναμή του για να αντισταθεί και να νικήσει.
ΥΓ1. Κάποιοι
απαντώντας στη σημερινή δήλωση του σ. Μανώλη Γλέζου –κατά τη γνώμη μου
συγκλονιστική στην απλότητα, την ειλικρίνεια και τη γενναιότητά της- είπαν ότι
είναι μάλλον κακώς πληροφορημένος. Υποτιμούν δεκαετίες εμπειρίας ενός στελέχους
της Αριστεράς που έχοντας περάσει πολλά έχει πλήρη οξύνοια. Νομίζω ότι οι ίδιοι
πρέπει να τιμήσουν τη δική τους εμπειρία στην Αριστερά, γιατί μια απλή
αντιπαραβολή των κειμένων από την μια της συμφωνίας του Eurogroup και από την
άλλη όχι μόνο των συνεδριακών αποφάσεων του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και αυτών των αιχμών
της ΔΕΘ, των προεκλογικών δεσμεύσεων, των προγραμματικών δηλώσεων, τους
διαψεύδει οικτρά.
ΥΓ2. Αν δεν ήμουν
πρώτη επιλαχούσα της Α’ Αθήνας, αλλά βουλευτής της θα έκανα ό,τι έκανε η σ.
Ιωάννα Γαϊτάνη.
ΥΓ3. Ο Γιάνης
Βαρουφακης στη συνέντευξη Τύπου μετά τα Eurogroup κάπου αναφέρθηκε στις
μεταρρυθμίσεις που πρέπει να κάνουμε σε αυτά που πρέπει να αποφύγουμε, γι αυτό
κατά τη γνώμη του θα πρέπει να δεθούμε στα κατάρτια ενός πλοίου για να μην μας
παρασύρουν οι Σειρήνες. Θέλω να πιστεύω ότι ξέρει όλη την Οδύσσεια. Γιατί στα
επεισόδιά της ο Οδυσσέας βρήκε τη δύναμη να ξεφύγει από τα θέλγητρα της
Καλυψούς, τραυμάτισε θανατηφόρα τον Πολύφημο και βρήκε τον τρόπο να γυρίσει
πίσω στην Ιθάκη. Εκεί τον περίμενε πιστή η Πηνελόπη, τον αναγνώρισε από τα
παλιά τραύματά του η θεραπαινίδα του και ο πιστός υπηρέτης του και τον
αποδέχθηκε ο επαναστατημένος γιος του ο Τηλέμαχος. Ας ελπίσουμε ότι η δικιά μας
Οδύσσεια θα βρει κάποια αντιστοίχιση στο λαμπρό ποίημα του Ομήρου.
*μέλος της ΚΕ του
ΣΥΡΙΖΑ, πρώην βουλευτής της Α’ Αθήνας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου