του Σωτ. Μαρτάλη |
Π έρασε μια ολόκληρη περίοδο...
όπου η Αριστερά, αντί να αξιοποιήσει την κρίση του συστήματος υπέρ του εργατικού κινήματος, συμμετείχε στη διαδικασία εκτόνωσής της.
Ας δούμε όμως τα γεγονότα από την αρχή. Η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εγκατέλειψε σύντομα την Κεϊνσιανή διαχείριση και διάψευσε τις ελπίδες της εργατικής τάξης. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 η στροφή αυτή ήταν πια οφθαλμοφανής. Ο Γεράσιμος Αρσένης, υπερυπουργός στα υπουργεία Οικονομικών και Συντονισμού, ο λεγόμενος τότε «τσάρος της οικονομίας», υλοποιεί την πολιτική «συγκράτησης των μισθών», καθιερώνει τον ετεροχρονισμό της ΑΤΑ (Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή) και προετοιμάζει επιθέσεις στα συνδικάτα (περιορισμό του δικαιώματος της απεργίας με το περίφημο «άρθρο 4»). Η κορύφωση της επίθεσης έρχεται μετά τις εκλογές του 1985, με το πρόγραμμα «σταθεροποίησης» του Σημίτη. Η κυβέρνηση επιβάλει τη σκληρότερη λιτότητα της μεταπολίτευσης μαζί με μια σειρά «μεταρρυθμίσεων» υπέρ της «ελεύθερης αγοράς» και της «απελευθέρωσης» του τραπεζικού συστήματος.
Αυτή η πορεία όμως είχε και πισωγυρίσματα από τις αντιστάσεις. Για μια τριετία (1985-88) η αγανάκτηση και η οργή των εργαζομένων εκφράστηκε με μαζικές γενικές απεργίες που οργανώθηκαν από τους «26» της ΓΣΕΕ (διαφωνούντες της ΠΑΣΚΕ) μαζί με την ΕΣΑΚ (ΚΚΕ) και το ΑΕΜ (ΚΚΕ εσ). Μια σειρά κλάδοι ξεπερνάνε τις 24ωρες γενικές απεργίες και προχωράνε σε απεργίες διαρκείας ενάντια στη λιτότητα: ναυτεργάτες, εργαζόμενοι στους δήμους, ΔΕΗ, τραπεζοϋπάλληλοι και εκπαιδευτικοί. Αυτή η αγανάκτηση καταγράφηκε και σε εκλογικό επίπεδο στις δημοτικές εκλογές του 1986. Οι μεγάλοι δήμοι Αθήνας, Θεσσαλονίκης και Πειραιά βρέθηκαν περικυκλωμένοι από τους δήμους που κέρδισε η Αριστερά μαζί με τους διαγραμμένους του ΠΑΣΟΚ.
Η ρεφορμιστική Αριστερά, στο διάστημα της ανάπτυξης των αγώνων, κράτησε «υπεύθυνη» στάση, αντιτιθέμενη στις προτάσεις για μαχητικές απεργίες. Η αρθρογραφία του Ριζοσπάστη υπερθεμάτιζε ενάντια στα «γιουρούσια της πρωτοπορίας». Παράλληλα, υποκλινόμενη στις θεωρίες που άνθιζαν διεθνώς για την υποχώρηση τάχα της εργατικής τάξης και τη σημασία των νέων μεσοστρωμάτων, αναζητά τις «νέες μήτρες» για την ανάπτυξη της Αριστεράς πέρα από την εργατική τάξη
Το «Κοινό Πόρισμα»Το Μάη του 1988 το ΚΚΕ δίνει τις κατευθύνσεις για μια πολιτική συμφωνία των δυνάμεων της Αριστεράς και το Δεκέμβρη ακολουθεί το «Κοινό Πόρισμα» ΚΚΕ-ΕΑΡ (η μετεξέλιξη του ΚΚΕεσ). Το «Κοινό Πόρισμα» προϊδέαζε για την προοπτική κυβερνητικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ.
Το Φλεβάρη του 1989, σε κοινή σύσκεψη ΚΚΕ, ΕΑΡ, ΕΔΑ, ΕΣΠΕ, ΑΚΕ, μαζί με τους Γιώτα, Δρεττάκη, Νέστωρα και Κωνσταντόπουλο (αποχωρήσαντες από το ΠΑΣΟΚ), εκδίδουν πολιτική δήλωση που προσδιορίζει την ταυτότητα και τους στόχους του Συνασπισμού.
Μέσα σε ένα κύμα δυσαρέσκειας, που έθρεψαν οι εργατικοί αγώνες από το 1985, η διαφθορά, τα σκάνδαλα και η κρίση στο ΠΑΣΟΚ δυσκολεύουν την αστική τάξη.
Το σκάνδαλο Κοσκωτά ξεδιπλώνεται στα μέσα του 1988 (υπολογίζεται ότι υπεξαίρεσε από την Τράπεζα Κρήτης περί τα 33 δισ. δρχ, ποσό τεράστιο για την εποχή). Σ’ αυτό εμπλέκονται πρωτοκλασάτα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, ενώ συγχρόνως τα σκάνδαλα των υποκλοπών, του καλαμποκιού, σε συνδυασμό με την ασθένεια του Παπανδρέου και τον αγώνα της διαδοχής δημιουργούν το πλαίσιο μιας μεγάλης κρίσης. Τελικά η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αναγκάζεται να προκηρύξει εκλογές στις 18 Ιούνη του 1989.
Στις εκλογές πήραν: Ν.Δ. 44,25% και 145 έδρες, ΠΑΣΟΚ 39,15% και 125, Συνασπισμός 13,12% και 28. Δεν υπήρχε αυτοδύναμη κυβέρνηση. Η ρεφορμιστική Αριστερά αποτελεί τον κοινοβουλευτικό ρυθμιστή και αντί να αξιοποιήσει την κρίση υπέρ του εργατικού κινήματος, αναζητά τρόπους για να την εκτονώσει. Πραγματικοί ρυθμιστές βέβαια των πολιτικών εξελίξεων παραμένουν τα δύο μεγάλα κόμματα. Τελικά ΚΚΕ και ΕΑΡ αναγνωρίζουν τη ΝΔ σαν θεμιτό συνομιλητή και σαν δημοκρατική δύναμη κάθαρσης.
Συμφωνούν για τη δημιουργία συγκυβέρνησης ΝΔ-Συνασπισμού, με σκοπό την άρση της ασυλίας του Παπανδρέου και την παραπομπή του σε δίκη για το σκάνδαλο Κοσκωτά. Βέβαια, από τη στιγμή που καταπιάστηκε η Βουλή με την παραπομπή των υπουργών, τα αδικήματά τους δεν παραγράφονται. Μάλιστα, όπως ομολόγησε ο Μητσοτάκης, η μη παραγραφή θα μπορούσε να εξασφαλιστεί αμέσως μόλις στήθηκαν οι ανακριτικές επιτροπές, αν υπήρχε πολιτική βούληση των κομμάτων. Αλλά και ο Φλωράκης στην προεκλογική του συνέντευξη είπε ότι το ζήτημα της παραγραφής μπορεί να ξεπεραστεί με δέσμευση όλων των κομμάτων. Αντί να επιλέξουν όμως αυτές τις λύσεις, προτίμησαν τη συγκυβέρνηση.
Ο ενιαίος Συνασπισμός πήρε το υπουργείο Δικαιοσύνης με το Φώτη Κουβέλη, το Εμπορίου ο Γιάννης Δραγασάκης και η Μαρία Δαμανάκη το προεδρείο της Βουλής. Ποια ήταν τα αποτελέσματα των 3 μηνών της κυβέρνησης Τζαννετάκη; Δύο σκιώδεις κοινοβουλευτικές επιτροπές με γνωμοδοτικό χαρακτήρα, η κατάργηση του νόμου για το τραπεζικό απόρρητο και η δωρεάν παραχώρηση των ραδιοτηλεοπτικών συχνοτήτων στους μεγαλοεκδότες Λαμπράκη, Μπόμπολα, Αλαφούζο, Κυριακού κλπ. Αυτά ήταν τα «κέρδη» της Αριστεράς. Στο ίδιο διάστημα «πάγωσαν» τους αγώνες και τις πολιτικές διεκδικήσεις σε όλα τα μέτωπα εκτός από αυτό της κάθαρσης. Η συγκυβέρνηση οδήγησε την Αριστερά στην ουρά των αστικών δυνάμεων, συντέλεσε στην αποκλιμάκωση της κρίσης και δημιούργησε τους όρους για τη μελλοντική νίκη της ΝΔ.
Η συμμετοχή στην κυβέρνηση οδήγησε σε διάσπαση, μικρότερη για το ΚΚΕ, αλλά τεράστια για την ΚΝΕ, τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου.
Εκλογές
Η κυβέρνηση Τζαννετάκη παραιτήθηκε στις 7 Οκτώβρη 1989. Στις εκλογές που έγιναν ένα μήνα αργότερα, τα αποτελέσματα ήταν: ΝΔ 46,19% (+1,94) και 148 έδρες, ΠΑΣΟΚ 40,67% (+1,52) και 128, Συνασπισμός 10,97% (-2,15) και 21. Πάλι δεν υπήρχε αυτοδύναμη κυβέρνηση και το πρόβλημα λύθηκε με το σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης και πρωθυπουργό τον Ξ. Ζολώτα. Σ’ αυτή συμμετείχαν ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Συνασπισμός. Ξανά συμμετοχή στο όνομα των θεσμών. Επειδή δεν επιτεύχθηκε η αναγκαία πλειοψηφία για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, έγιναν ξανά εκλογές στις 8 Απρίλη του 1990. Τα αποτελέσματα ήταν: ΝΔ 46,88% (+0,69) και 150 έδρες, ΠΑΣΟΚ 38,61% και 123, Συνασπισμός 10,28% και 19, «Ανεξάρτητοι» 1,02% και 4 (2 προσχώρησαν στο ΠΑΣΟΚ και 2 στον Συν), Οικολόγοι Εναλλακτικοί 0,77% και 1, Εμπιστοσύνη και Πεπρωμένο 0,70% και 2, τέλος ΔΗΑΝΑ 0,67% και 1 έδρα που προσχώρησε στη ΝΔ. Με 151 βουλευτές η ΝΔ σχημάτισε την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Σε μία λοιπόν κρίση του συστήματος, ο ενιαίος Συνασπισμός (ΚΚΕ και ΕΑΡ) αντί να χρησιμοποιήσει το κοινοβουλευτικό αδιέξοδο για να συνεγείρει την εργατική τάξη, να απομονώσει τη Δεξιά, να ξεσκεπάσει το ΠΑΣΟΚ και να προετοιμάσει αγώνες ενάντια στη λιτότητα και τις ιδιωτικοποιήσεις, στρογγυλοκάθισε στο τραπέζι της «εθνικής ενότητας» με τους «τίμιους» από τους αστούς πολιτικούς. Οι λύσεις που έδωσε, μας οδήγησαν, όπως ήταν λογικά αναμενόμενο, στην κυβέρνηση της Δεξιάς.
http://www.dea.org.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου