Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013

ΑΡΘΡΟ / Οι νε­ο­να­ζι­στές δεν ξε­φύ­τρω­σαν α­πό το πα­ρελ­θό­ν / Π. Λαμπρου

* Πρώ­το μέ­λη­μα της Αρι­στε­ράς
η ι­δε­ο­λο­γι­κή α­ντι­πα­ρά­θε­ση

Για πολ­λά χρό­νια, ό­σο οι νε­ο­να­ζι­στές δεν ή­ταν τί­πο­τα πα­ρα­πά­νω α­πό μια πε­ρι­θω­ρια­κή γκρού­πα, ό­χι μό­νο η πλειο­ψη­φία της κοι­νω­νίας, αλ­λά και ση­μα­ντι­κό τμή­μα της Αρι­στε­ράς δεν τους θεω­ρού­σε ι­διαί­τε­ρα και ά­με­σα ε­πι­κίν­δυ­νους. Πε­ριό­ρι­ζε τις α­να­φο­ρές στο ι­στο­ρι­κό πα­ρελ­θόν, για­τί πί­στευε στην...
ου­σία ό­τι εί­χα­με τε­λειώ­σει με το φα­σι­στι­κό φαι­νό­με­νο.

Αλλά και πρό­σφα­τα, πριν τη δο­λο­φο­νία του Παύ­λου Φύσ­σα, ο­ρι­σμέ­νοι υ­πο­τι­μού­σαν το βά­θος της α­νό­δου της νε­ο­να­ζι­στι­κής συμ­μο­ρίας, λέ­γο­ντας ό­τι εί­ναι πρό­σκαι­ρη, α­πο­τέ­λε­σμα της ορ­γής που υ­πάρ­χει –λό­γω μνη­μο­νίου- στο κοι­νω­νι­κό σώ­μα. Γι' αυ­τό και α­κού­γα­με συ­χνά ό­τι πολ­λοί α­πό τους ψη­φο­φό­ρους της ΧΑ δεν εί­ναι φα­σί­στες και ρα­τσι­στές, ό­τι εί­ναι «κα­νο­νι­κοί» άν­θρω­ποι…

Πώς προέ­κυ­πτε, ό­μως, η αι­σιό­δο­ξη αυ­τή ε­κτί­μη­ση ό­τι οι άν­θρω­ποι αυ­τοί α­πλώς πα­ρα­σύρ­θη­καν α­πό την «α­ντι­συ­στη­μι­κή» ρη­το­ρι­κή της συμ­μο­ρίας και αρ­γά ή γρή­γο­ρα θα δια­χω­ρί­σουν τη θέ­ση τους; Έχω την ε­ντύ­πω­ση ό­τι πολ­λοί θεω­ρούν ό­τι αυ­τός που α­σπά­ζε­ται την ι­δε­ο­λο­γία και τις πο­λι­τι­κές θέ­σεις των φα­σι­στών ή να­ζι­στών δεν εί­ναι «κα­νο­νι­κός άν­θρω­πος», συ­νε­πώς δεν μπο­ρεί να υ­πάρ­χουν ε­κα­το­ντά­δες χι­λιά­δες «μη κα­νο­νι­κοί» που ψη­φί­ζουν ΧΑ. Δυ­στυ­χώς, ό­μως, έ­χει α­πο­δει­χθεί ό­τι και αυ­τοί εί­ναι ε­κνευ­ρι­στι­κά «κα­νο­νι­κοί». Και αυ­τή η «κα­νο­νι­κό­τη­τα» εί­ναι που πρέ­πει να μας φο­βί­σει, να μας κά­νει ό­χι μό­νο να με­λε­τή­σου­με το φαι­νό­με­νο σε βά­θος, αλ­λά να πά­ρου­με και τα μέ­τρα μας.

Ο ο­πα­δός του φα­σι­σμού, ό­πως α­πο­δεί­χθη­κε, μπο­ρεί να εί­ναι έ­νας κοι­νός τύ­πος αν­θρώ­που. Ο ο­πα­δός της ΧΑ ε­πί­σης. Και εν μέ­σω κρί­σης, εν μέ­σω μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών, του δί­δε­ται η ευ­και­ρία να εκ­δη­λώ­σει σε ό­λη της την α­κρό­τη­τα την α­πο­φα­σι­στι­κή ε­πί­δρα­ση που του έ­χουν ε­πι­βά­λει οι κυ­ρίαρ­χες κοι­νω­νι­κές α­ντι­λή­ψεις. Να προ­βά­λει με πά­θος το «πα­τρίς, θρη­σκεία, οι­κο­γέ­νεια», που τον έ­χουν δι­δά­ξει. Να εκ­δη­λώ­σει την α­πέ­χθειά του σε κά­θε τι «μη κα­νο­νι­κό». Να θέ­λει να α­πο­βά­λει το με­λα­ψό α­πό τη λευ­κή κοι­νω­νία. Να ε­πα­να­φέ­ρει στον ορ­θό δρό­μο τη σε­ξουα­λι­κό­τη­τα, να συ­ντρί­ψει τη­ν… εκ­τρο­πή της ο­μο­φυ­λό­φι­λης ε­πι­θυ­μίας. Να ε­πα­να­φέ­ρει τη θα­να­τι­κή ποι­νή, να στει­ρώ­σει τους α­νά­πη­ρους και τους ψυ­χι­κά πά­σχο­ντες.

Η ΧΑ, πράγ­μα­τι, α­ξιο­ποίη­σε την κοι­νω­νι­κή ε­ξα­θλίω­ση, την α­νέ­χεια, την πεί­να, την α­γα­νά­κτη­ση ε­νός κό­σμου για το πο­λι­τι­κό σύ­στη­μα, α­πευ­θυ­νό­με­νη κυ­ρίως σε έ­να συ­ντη­ρη­τι­κό α­κρο­α­τή­ριο, που ή­ταν καλ­λιερ­γη­μέ­νο α­πό και­ρό για να κά­νει το ε­πό­με­νο ποιο­τι­κό βή­μα.

Οι άλ­λες διαι­ρε­τι­κές το­μές

Ας κά­νου­με μια υ­πο­θε­τι­κή δη­μο­σκό­πη­ση με το ε­ρώ­τη­μα: Εί­στε υ­πέρ ή κα­τά της μα­ζι­κής α­πέ­λα­σης ό­λων των ξέ­νων α­πό τη χώ­ρα; Ποια θα ή­ταν η α­πά­ντη­ση; Και άλ­λη δη­μο­σκό­πη­ση: Να ε­πα­νέλ­θει η θα­να­τι­κή ποι­νή για τους ε­μπό­ρους ναρ­κω­τι­κώ­ν; Και άλ­λη μια: Ναι ή ό­χι στους γά­μους ο­μό­φυ­λων ζευ­γα­ριώ­ν; Φο­βά­μαι ό­τι η «κα­νο­νι­κό­τη­τά τους» θα έ­βγαι­νε κερ­δι­σμέ­νη. Και φο­βά­μαι συ­νε­πώς ό­τι η δι­κή μας α­πά­ντη­ση θα ή­ταν μειο­ψη­φι­κή^ ι­σχυ­ρή μεν, αλ­λά μειο­ψη­φι­κή.

Οι νε­ο­να­ζι­στές παίρ­νουν το α­πο­τέ­λε­σμα μιας ι­δε­ο­λο­γι­κής δου­λειάς που έ­χει γί­νει ο­λό­κλη­ρες δε­κα­ε­τίες -και μιας άλ­λης που δεν έ­χει γί­νει ό­σο θα έ­πρε­πε- και το με­τα­τρέ­πουν σε κί­νη­ση, σε πρά­ξη, σε προο­πτι­κή.

Οι νε­ο­να­ζι­στές δεν εί­ναι κε­ραυ­νός εν αι­θρία. Δεν ξε­φύ­τρω­σαν α­πό το πα­ρελ­θόν. Δεν εί­ναι α­πλώς οι α­πό­γο­νοι του Χίτ­λερ. Εί­ναι παι­διά του σή­με­ρα, που στέ­κο­νται με σα­φή­νεια σε συ­γκε­κρι­μέ­νες ό­χθες, αυ­τών των πολ­λα­πλών α­ντι­θέ­σεων που υ­πάρ­χουν μέ­σα στην κοι­νω­νία. Και ε­δώ εί­ναι το με­γά­λο λά­θος ό­σων α­πό την ε­δώ ό­χθη, υ­πο­στή­ρι­ζαν με δογ­μα­τι­σμό την ά­πο­ψη ό­τι ση­μα­σία έ­χει μό­νο η βα­σι­κή α­ντί­θε­ση, ου­σια­στι­κά η μό­νη α­ντί­θε­ση, κε­φα­λαίου – ερ­γα­σίας, οι­κο­δο­μώ­ντας μια οι­κο­νο­μί­στι­κη - ερ­γα­τί­στι­κη α­ντί­λη­ψη για την κοι­νω­νία του μέλ­λο­ντος. Μί­λα­γαν και μι­λούν α­κό­μη και σή­με­ρα για α­σή­μα­ντες, δευ­τε­ρεύου­σες α­ντι­θέ­σεις ή υ­πο­στη­ρί­ζουν ό­τι ό­λα θα λυ­θούν αν α­πε­λευ­θε­ρω­θεί η ερ­γα­τι­κή τά­ξη α­πό το ζυ­γό της κα­πι­τα­λι­στι­κής εκ­με­τάλ­λευ­σης. Ιστο­ρι­κά δεν α­πο­δεί­χτη­κε. Πο­λι­τι­κά και κοι­νω­νι­κά δεν προ­κύ­πτει. Η ερ­γα­τι­κή τά­ξη, τα υ­πο­τε­λή στρώ­μα­τα, οι φτω­χοί, δεν γί­νο­νται αυ­το­μά­τως α­ρι­στε­ροί λό­γω της κοι­νω­νι­κής τους θέ­σης. Δεν δια­κα­τέ­χο­νται α­πό ε­λευ­θε­ρια­κές, ρι­ζο­σπα­στι­κές α­ντι­λή­ψεις. Δεν εν­στερ­νί­ζο­νται τις ου­μα­νι­στι­κές ι­δέες και α­ξίες. Αντί­θε­τα, έ­να ση­μα­ντι­κό πο­σο­στό α­πό αυ­τά τα κοι­νω­νι­κά στρώ­μα­τα, το πιο κα­θυ­στε­ρη­μέ­νο, συ­ντη­ρη­τι­κο­ποιεί­ται, σκλη­ραί­νει, α­να­ζη­τά τον ε­χθρό στο ε­σω­τε­ρι­κό του. Το κοι­νω­νι­κό σώ­μα των φτω­χών δι­χά­ζε­ται. Οι κοι­νω­νι­κά α­πο­κλει­σμέ­νοι, φτιά­χνουν τις δι­κές τους ζώ­νες. Οι φτω­χοί Έλλη­νες, οι ά­νερ­γοι, φυ­σι­κά ό­χι ό­λοι, ε­χθρεύο­νται τους ξέ­νους. Οι ξέ­νοι, φυ­σι­κά ό­χι ό­λοι, ε­χθρεύο­νται άλ­λους ξέ­νους. Και αυ­τοί με τη σει­ρά τους, τους τσιγ­γά­νους, τους γύ­φτους. Οι τσιγ­γά­νοι τους ο­μο­φυ­λό­φι­λους… και πά­ει λέ­γο­ντας.

Τι α­ξιο­ποίη­σε η νε­ο­να­ζι­στι­κή συμ­μο­ρία

Η Χρυ­σή Αυ­γή α­ξιο­ποίη­σε την α­ντι­μνη­μο­νια­κή διά­θε­ση του κό­σμου, για να διεισ­δύ­σει στα φτω­χό­τε­ρα κοι­νω­νι­κά στρώ­μα­τα. Αξιο­ποίη­σε τη ξε­νο­φο­βι­κή ρη­το­ρεία, αλ­λά και την πρα­κτι­κή του κυ­ρίαρ­χου μπλοκ και τη με­τέ­τρε­ψε σε ι­δε­ο­λο­γι­κή στά­ση και α­κτι­βι­σμό. Αξιο­ποίη­σε το κλί­μα που υ­πάρ­χει στους κα­τα­σταλ­τι­κούς μη­χα­νι­σμούς του κρά­τους, για να συ­γκρο­τή­σει τάγ­μα­τα ε­φό­δου. Αξιο­ποίη­σε την τη­λε­ο­πτι­κή βαρ­βα­ρό­τη­τα, με­τα­φέ­ρο­ντας τα δελ­τία των ο­χτώ στους δρό­μους, δη­μιουρ­γώ­ντας ει­δή­σεις τρό­μου στα σο­κά­κια. Αξιο­ποίη­σε στε­ρεό­τυ­πα χρό­νων, συ­ντη­ρη­τι­κά α­ντα­να­κλα­στι­κά, μι­κρο­α­στι­κές νοο­τρο­πίες, δη­μιουρ­γώ­ντας μια δι­κή της α­φή­γη­ση, έ­να δι­κό της δρό­μο, μια δι­κή της κοι­νω­νία, ό­που οι «δια­φο­ρε­τι­κοί» θα έ­χουν στο μπρά­τσο τους τρί­γω­να, κόκ­κι­να, κα­φέ, ρο­ζ, πρά­σι­να. Αξιο­ποίη­σε τις δι­κές μας α­δυ­να­μίες, τον κα­τα­κερ­μα­τι­σμό του κι­νή­μα­τος, για να προ­βά­λει ως το α­ντί­πα­λο δέ­ος ε­νός συ­στή­μα­τος που μέ­χρι πρό­σφα­τα την τρο­φο­δο­τού­σε και την ε­νί­σχυε.

Οι άν­θρω­ποι που ζουν σε αυ­τόν τον τό­πο α­να­ζη­τούν διέ­ξο­δο, ελ­πί­δα. Ανα­ζη­τούν σω­τή­ρες. Και στα αυ­τιά αρ­κε­τών η ΧΑ φά­ντα­ζε ως τι­μω­ρός αυ­τών που… ξε­που­λούν την πα­τρί­δα, αυ­τών που ευ­θύ­νο­νται για τη δι­κή τους ε­ξα­θλίω­ση. «Φταίει η δη­μο­κρα­τία, οι 300 της Βου­λής, οι ε­λευ­θε­ρίες. Φταίει ό­τι δεν ή­μα­σταν πει­θαρ­χη­μέ­νοι, ό­τι χά­θη­καν τα ή­θη της φυ­λής, ό­τι η Ελλά­δα έ­γι­νε Ευ­ρώ­πη, ό­τι μα­ζεύ­τη­καν οι ξέ­νοι στη χώ­ρα μας. Φταίει ό­τι η γυ­ναί­κα σή­κω­σε κε­φά­λι και διεκ­δι­κεί ι­σό­τη­τα, ό­τι αμ­φι­σβη­τή­θη­κε το αρ­σε­νι­κό, η δύ­να­μη.
 
Φταίει ό­τι δεν κρε­μά­με τους ε­μπό­ρους ναρ­κω­τι­κών, ό­τι δεν έ­χου­με πολ­λές φυ­λα­κές, ό­τι ό­ταν λέ­με ι­σό­βια δεν εν­νοού­με ι­σό­βια».
Σε αυ­τά τα φταίει πρέ­πει να δώ­σου­με α­πά­ντη­ση και να προ­βά­λου­με αυ­τόν, τον άλ­λο κό­σμο, που ό­πως λέ­γα­με στο «Κοι­νω­νι­κό Φό­ρουμ», εί­ναι ε­φι­κτός.

Κό­ντρα στο ρεύ­μα που α­να­ζη­τά την α­πλού­στευ­ση και το κυ­νή­γι μα­γισ­σών, να μι­λή­σου­με για το διά­λο­γο και την α­νε­κτι­κό­τη­τα, για τη συ­νύ­παρ­ξη και το διε­θνι­σμό, για την αλ­λη­λεγ­γύη σε ό­λους και την α­ξιο­πρέ­πεια. Και ό­σο αυ­τοί ή ό,τι μεί­νει α­πό αυ­τούς με­τά τις τε­λευ­ταίες ε­ξε­λί­ξεις, θα κη­ρύσ­σουν το μί­σος στο δια­φο­ρε­τι­κό, ε­μείς θα λέ­με ό­λοι δια­φο­ρε­τι­κοί, ό­λοι ί­σοι. Όσο δί­πλα μας ο ρα­τσι­σμός θα συ­νε­χί­σει να ρί­χνει το δη­λη­τή­ριό του, ε­μείς θα διευ­ρύ­νου­με τα δί­κτυα αλ­λη­λεγ­γύης για ό­λους, θα υ­πε­ρα­σπι­ζό­μα­στε έ­μπρα­κτα τους με­τα­νά­στες που ζουν στα κρα­τη­τή­ρια και τις «Μα­νω­λά­δες». Όσο αυ­τοί θα ο­νει­ρεύο­νται νέες φυ­λα­κές, ε­μείς θα υ­πε­ρα­σπι­ζό­μα­στε τα δι­καιώ­μα­τα των κρα­του­μέ­νων και θα διεκ­δι­κού­με λι­γό­τε­ρη φυ­λα­κή. Όσο αυ­τοί θα πο­λε­μούν τη δη­μο­κρα­τία, ε­μείς θα μι­λά­με για διεύ­ρυν­σή της, για πε­ρισ­σό­τε­ρες ε­λευ­θε­ρίες.

Οι δι­κές μας ευ­θύ­νες

Αλλά εί­ναι και στιγ­μή α­να­στο­χα­σμού. Έχει και η α­ρι­στε­ρά τις ευ­θύ­νες της. Για­τί μπρο­στά στην α­γω­νία της να α­γκα­λιά­σει ευ­ρύ­τε­ρα κοι­νω­νι­κά στρώ­μα­τα, δεν ξε­δί­πλω­σε το δι­κό της ι­δε­ο­λο­γι­κό και α­ξια­κό φορ­τίο. Μπρο­στά στο φό­βο να κα­τη­γο­ρη­θεί για έλ­λειμ­μα πα­τριω­τι­σμού, ξέ­χνα­γε ε­νίο­τε το διε­θνι­σμό, την τα­ξι­κή, την ο­λι­κή της προ­σέγ­γι­ση. Μπρο­στά στους «νοι­κο­κυ­ραίους», με ό,τι αυ­τό ση­μα­το­δο­τεί, δεί­λια­σε να μι­λή­σει για την α­νά­γκη κα­θο­λι­κής α­πε­λευ­θέ­ρω­σης, να δώ­σει τη μά­χη της ι­δε­ο­λο­γι­κής η­γε­μο­νίας.

Ακό­μα και η δι­κή μας α­ρι­στε­ρά, ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, που οι δυ­νά­μεις του έ­δω­σαν και δί­νουν κα­θη­με­ρι­νούς α­γώ­νες ε­νά­ντια στο ρα­τσι­σμό, που στέ­κο­νται αλ­λη­λέγ­γυοι στους με­τα­νά­στες και τις κα­τα­πιε­σμέ­νες, στο δη­μό­σιο λό­γο του των η­με­ρών αυ­τών δεν μί­λη­σε ε­πί της ου­σίας για τα ζη­τή­μα­τα αυ­τά. Σε τε­λευ­ταίες α­να­κοι­νώ­σεις, αλ­λά και σε κε­ντρι­κές ο­μι­λίες, ό­πως αυ­τή στο φε­στι­βάλ των Νέων του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ο λό­γος μας ή­ταν πε­ρισ­σό­τε­ρο κε­ντρι­κο­πο­λι­τι­κός, λι­γό­τε­ρο κοι­νω­νι­κός και α­κό­μα λι­γό­τε­ρο α­ντι­ρα­τσι­στι­κός.

Αλλά πώς εί­ναι δυ­να­τό να υ­πάρ­ξει α­ρι­στε­ρά, που θέ­λει να αλ­λά­ξει τον κό­σμο, αν δεν στα­θεί με υ­πε­ρη­φά­νεια στη δι­κή της α­ξια­κή α­φε­τη­ρία; Αν δεν ε­ντεί­νει την ι­δε­ο­λο­γι­κή της α­ντι­πα­ρά­θε­ση; Αν δεν υ­πε­ρα­σπι­στεί με πά­θος τους κα­τα­πιε­σμέ­νους; Αν δεν στα­θεί με συ­νέ­πεια στις ου­μα­νι­στι­κές και ε­λευ­θε­ρια­κές ι­δέες; Αν δεν αλ­λά­ξει τον ί­διο της τον ε­αυ­τό, δεν γί­νει πα­ρά­δειγ­μα ε­λευ­θε­ρίας, υ­πό­δειγ­μα μιας κοι­νω­νίας της α­πε­λευ­θέ­ρω­σης;

Ήρθε, ό­μως, η Χρυ­σή Αυ­γή για να μας προ­ει­δο­ποιή­σει.
Το ε­ρώ­τη­μα εί­ναι αν θα α­πα­ντή­σου­με στην ι­στο­ρι­κή πρό­κλη­ση. Αν θα υ­πε­ρα­σπι­στού­με τον ε­αυ­τό μας, την ι­στο­ρία μας. Αν θα γί­νου­με ο­δό­φραγ­μα στην ι­δε­ο­λο­γι­κή α­ντε­πί­θε­ση του νε­ο­να­ζι­σμού. Αν θα α­πα­ντή­σου­με ο­λι­κά. Έχου­με πει πολ­λές φο­ρές ό­τι δεν εί­μα­στε α­πλώς έ­να α­ντι­μνη­μο­νια­κό κόμ­μα. Εί­μα­στε κόμ­μα της α­ρι­στε­ράς, που δί­νει μά­χη ε­νά­ντια στα μνη­μό­νια, την ε­ξα­θλίω­ση, και ταυ­τό­χρο­να δί­νει μά­χη ε­νά­ντια σε αυ­ταρ­χι­κές και συ­ντη­ρη­τι­κές πο­λι­τι­κές.
 

πηγη: ΕΠΟΧΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου