Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2013

Η Εκκλησία, η Αριστερά, ο διάλογος και το Συνέδριο της Θεσσαλονίκης

του Ν. Παπαχρήστου
Είναι αξιοπρόσεκτη η απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος να θέσει υπό την αιγίδα της το εξαιρετικά ενδιαφέρον συνέδριο που διοργανώνει το Τμήμα Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με θέμα, «Εκκλησία και Αριστερά». Σε μια εποχή δοκιμασίας για τον τόπο, όπου η συνεργασία ευρύτερων πολιτικών και...
κοινωνικών δυνάμεων για την υπέρβαση της κρίσης είναι ένα από τα ζητούμενα και κατά την οποία ο ελληνικός λαός εμπιστεύθηκε σε ένα κόμμα της Αριστεράς τον σημαντικό κοινοβουλευτικό ρόλο της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως ενώ ένα άλλο αριστερό κόμμα στηρίζει στην σημερινή Κυβέρνηση, η διοίκηση της Εκκλησίας έδειξε πως δεν επιθυμεί να συνεχίσει να παραμένει εγκλωβισμένη σε ιδεοληψίες και φοβικά σύνδρομα του παρελθόντος. Αυτά άλλωστε, τα οποία εν πολλοίς καλλιεργήθηκαν και ενισχύθηκαν – αν δεν επιβλήθηκαν - στη συνείδηση της Διοίκησης της Εκκλησίας στην Ελλάδα από εξωγενείς παράγοντες συγκεκριμένης πολιτικό-ιδεολογικής απόχρωσης, αποστέρησαν σε μεγάλο βαθμό την σταθερή και απευθείας επικοινωνία της με την πολιτική έκφραση μιας σημαντικής μερίδας του ελληνικού λαού,επιτρέποντας έτσι να εμφιλοχωρήσουν στις μεταξύ τους σχέσεις τους η άγνοια, οι παρεξηγήσεις και η αμφιβολία. Ασφαλώς το δικό της μερίδιο ευθύνης έχει και η ελληνική Αριστερά η οποία επί τω πλείστον αντιμετώπισε την Εκκλησία σαν στυλοβάτη του πολιτικού κατεστημένου, συνοδοιπόρο της Δεξιάς, απαξιώνοντας ή και παρερμηνεύοντας – αν όχι διαστρεβλώνοντας – τον μακραίωνο πνευματικό-θρησκευτικό της ρόλο και την συνολική προσφορά της στο Γένος καθώς και τη συμβολή της στη διαμόρφωση της σύγχρονης ταυτότητάς του.

Υπό τις σημερινές συνθήκες, ύστερα και από τις διεθνείς πολιτικές μεταβολές που συνέβησαν πριν από δύο δεκαετίες και ό,τι τις ακολούθησε, θα ήταν μάλλον άδικο και για τη διοίκηση της Εκκλησίας αλλά και για την Αριστερά – στην οποία πολιτικά,αναμφίβολα, ανήκει ένα τμήμα του χριστεπώνυμου πληρώματος – να μην υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας και να μην ενθαρρύνεται, εφόσον υπάρχει η καλή διάθεση και των δύο πλευρών, ο μεταξύ τους διάλογος που θα βοηθήσει στην αλληλογνωριμία, θα άρει παρεξηγήσεις, θα δώσει διευκρινήσεις.
Για να είμαστε ακριβείς αυτή η προσπάθεια, με προσεκτικά βήματα και παρά τις κατά καιρούς παλινωδίες και εντάσεις, έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια. Και συνεχίζεται από τον σημερινό Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο και μεγάλο αριθμό Ιεραρχών οι οποίοι δείχνουν να μην φοβούνται την επικοινωνία και τον εποικοδομητικό διάλογο με εκπροσώπους της Αριστεράς, ιδιαίτερα όταν αυτός αποσκοπεί στην ανεύρεση τρόπων στήριξης των εμπερίστατων από την σημερινή οικονομική κρίση συνανθρώπων μας.

Στο Συνέδριο της Θεσσαλονίκης, που θα πραγματοποιηθεί σε έναν κατεξοχήν χώρο διαλόγου και ανταλλαγής προβληματισμών, όπως είναι το Πανεπιστήμιο, αναμένεται να τεθούν μια σειρά από ζητήματα, κάποια από τα οποία άπτονται των σχέσεων της Εκκλησίας με την Αριστερά, έτσι όπως αυτές διαμορφώθηκαν κατά τον 20ο αιώνα, και κάποια άλλα που σχετίζονται με την θέση της Εκκλησίας στο πλαίσιο της Πολιτείας και τις σχέσεις της με το Κράτος, όπως είναι η μισθοδοσία του κλήρου, η εκκλησιαστική περιουσία, τα θρησκευτικά σύμβολα και η θρησκευτικότητα στο δημόσιο χώρο κ.α. Συναφώς θα συζητηθεί και η στάση Εκκλησίας και Αριστεράς, έναντι ζητημάτων αμοιβαίου ενδιαφέροντος, όπως το μεταναστευτικό, αλλά και οι πρωτοβουλίες και οι δράσεις τους στην Ελλάδα της κρίσης.

Όπως ήταν αναμενόμενο το συνέδριο έχει στοχοποιηθεί από ακραίους – και όχι μόνο - πολιτικό-εκκλησιαστικούς κύκλους που είτε αντιτίθενται σε κάθε μορφής διάλογο, είτε βλέπουν την Εκκλησία ως το μέσο επίτευξης των δικών τους μικροκομματικών επιδιώξεων. Καλούν μάλιστα τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο και τους Μητροπολίτες να μην παραστούν σε αυτό, λες και φοβούνται ότι θα κινδυνεύσει ή θα μιανθεί η Εκκλησία από τον συγχρωτισμό Ιεραρχών της με εκπροσώπους της Αριστεράς. Ενδεχομένως να μην βλέπουν πως αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τη διοίκηση της Εκκλησίας να προβάλει τα επιχειρήματά της, στο πλαίσιο ενός Ακαδημαϊκού διαλόγου, ενισχύοντας έτι περαιτέρω τη θέση της έναντι των επικριτών της.

Θέλω να πιστεύω και να ελπίζω ότι η διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν θα υποκύψει σε κάθε είδους – εσωτερικές ή εξωτερικές – πιέσεις και θα στηρίξει, με την αυτοπρόσωπη παρουσία της ηγεσίας της Ιεραρχίας της, την απόφαση της να θέσει υπό την αιγίδα της μια πολύ σημαντική πανεπιστημιακή πρωτοβουλία από την οποία έχει μόνο να κερδίσει.

Σε κάθε άλλη περίπτωση το αποτέλεσμα θα είναι να αυτοαναιρεθεί αφού θα έχει κάνει ένα βήμα μπροστά και δύο πίσω. Όσο για τους Ιεράρχες που θα υποκύψουν σε πιέσεις και δεν θα παραστούν στο Συνέδριο θα δείξουν ότι είναι περισσότερο τολμηροί στα λόγια παρά στις πράξεις.

Ο μακαριστός Χριστόδουλος ήταν ο πρώτος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών ο οποίος αφενός ζήτησε συγνώμη για το «Ανάθεμα» κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου και αφετέρου επισκέφθηκε το «Σπίτι του Λαού» στον Περισσό όπου τον υποδέχθηκε η Γεν. Γραμματέας του ΚΚΕ κυρία Αλέκα Παπαρήγα. Δύο συμβολικές ενέργειες που είχαν όμως εξαιρετικά θετικό αντίκτυπο για την Εκκλησία.
Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι αν σήμερα η διοίκηση της Εκκλησίας επιθυμεί, λόγω και πράξει, να κάνει ένα βήμα πιο πέρα στην επικοινωνία της με την Αριστερά…
____________
Σημείωση: Το συνέδριο θα πραγματοποιηθεί στις 22 και 23 Ιανουαρίου, στην Αίθουσα Τελετών της Παλαιάς Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ.

πηγή: ΑΜΗΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια: