Σάββατο 5 Μαΐου 2012

Τι να ψηφίσω ρε φίλε;

Όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές, όλο και περισσότερος κόσμος μου απευθύνει αυτό το ερώτημα. Συγγενείς, φίλοι, συνάδελφοι, ακόμα και μαθητές: «Και για πες εσύ που είσαι και πιο πολιτικοποιημένος. Πες καμιά ιδέα… Τι σκατά να ψηφίσουμε;».
Χαίρομαι γι’ αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί η συντριπτική πλειοψηφία αυτών στο πρόσφατο παρελθόν ψήφιζε ή έχει ψηφίσει ΠΑ.ΣΟ.Κ. ή Ν.Δ. και τώρα φεύγοντας από τη σιγουριά του δικομματισμού και των «παραδοσιακών κριτηρίων ψήφου» (εμείς στην οικογένεια μια ζωή ΠΑ.ΣΟ.Κ., με τη Ν.Δ. κατεβαίνει ο τάδε χωριανός, ο δείνα μου έταξε να με «χώσει» εκεί, κ.λ.π.) είναι λογικό να...
αισθάνονται μπερδεμένοι. Αλήθεια, μέχρι τώρα σε ένα τεράστιο κοινωνικό περίγυρο δεν έχω συναντήσει κανέναν να μου πει ότι θα ψηφίσει τα κόμματα της συγκυβέρνησης, κάτι που επίσης μπορεί να σημαίνει δύο τινά:
α) Τα ποσοστά που εμφανίζονται να παίρνουν τα δύο (κάποτε) μεγάλα κόμματα στις δημοσκοπήσεις είναι φουσκωμένα σε βαθμό αηδίας, αντανακλώντας μία απέλπιδα προσπάθεια στήριξης του δικομματισμού από τα Μ.Μ.Ε. και τις εταιρίες δημοσκοπήσεων.
β) Όσοι σκοπεύουν να τους ψηφίσουν, το κρατάνε για την πάρτη τους και ντρέπονται να το θέσουν σε δημόσια διαβούλευση υπό το φόβο ακραίων αντιδράσεων εξοργισμένων συμπολιτών τους, οι οποίοι όχι μόνο δεν καταδικάζουν τη «βία από όπου και αν προέρχεται», αλλά ενίοτε την ασκούν κιόλας. Πως αλλάζουν οι καιροί… Παλιά φοβόσουν να πεις ότι είσαι κομμουνιστής και τώρα φοβάσαι να πεις ότι είσαι ΠΑΣΟΚος!
Η δεύτερη πηγή της χαράς μου απηχεί περισσότερο εγωιστικά κίνητρα. Πρώτη φορά ακούω να μου απευθύνεται αυτό το «πολιτικοποιημένος» ως κάτι θετικό από ανθρώπους που μέχρι τώρα δεν είχαν τέτοιες ανησυχίες. Ένας όρος που παλαιότερα σε τοποθετούσε κάπου ανάμεσα σε γραφικό, παρωχημένο, πωρωμένο, αιθεροβάμονα, κ.λ.π., τώρα παίρνει την έννοια του ψαγμένου, του ενημερωμένου, του κατασταλαγμένου, αυτού που εμπιστεύεσαι τέλος πάντων τη γνώμη του. Ελπίζω μαζί με τη θετική (επανα)φόρτιση της λέξης να επιστρέψει και η υγιής πολιτικοποίηση στην κοινωνία.
Και ποιος είμαι εγώ ρε μεγάλε να σου πω τι να ψηφίσεις;
Από την άλλη, δεν κρύβω ότι, το να μου ζητάει κάποιος να του πω τι θα ψηφίσει, με κάνει να αισθάνομαι κάπως άβολα. Άσχετα αν εγώ αυτά τα ζητήματα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τα είχα πάντα ληγμένα, δεν επεφύλασσα ποτέ για τον εαυτό μου το ρόλο του πολιτικού ινστρούκτορα ή καθοδηγητή. Πάντα είχα την άποψη ότι ο άλλος πρέπει να ψαχτεί και λίγο μόνος του, να κάνει τις επιλογές του, να μετανιώσει για αυτές, να επαναπροσδιορίσει, κ.λ.π.. Να σου πω ρε φίλε την άποψη μου, να τη συζητήσουμε αλλά η απόφαση είναι όλη δική σου. Άσε που στο βλέμμα κάποιων εντοπίζω και μία διάθεση μετάθεσης ευθυνών. Αυτός που έμαθε στη λογική της ανάθεσης (εκλέγω κάποιον να αποφασίζει για μένα, πέφτω σε πολιτικό λήθαργο για τέσσερα χρόνια-οι πορείες και οι απεργίες είναι βλέπεις λίγο μπανάλ-, στην καλύτερη βρίζω λίγο από τον καναπέ μου αυτόν που εξέλεξα αλλά τελικά πάω και τον ξαναψηφίζω για να έχω πάλι κάποιον να βρίζω and the world goes round…) δύσκολα αποβάλλει αυτό το χούι. Πες μου λοιπόν τι να ψηφίσω, γιατί, τώρα που τα πράγματα ζόρισαν, τώρα που καταλαβαίνω ότι πρέπει να αναλάβω τις ευθύνες μου, μου πέφτει λίγο βαρύ. Πες στην τελική για να μπορώ να βρίζω εσένα, αν κάτι πάει στραβά.
Μια μεθοδολογική προσέγγιση
Αποφάσισα λοιπόν να μην κάνω τη χάρη σε κανένα και να του πω τι να ψηφίσει, αλλά να προσεγγίσω το θέμα με έναν λίγο παράδοξο «και καλά» επιστημονικό τρόπο. Να ποια είναι τα δεδομένα -πάντα σύμφωνα με την ξεκάθαρα υποκειμενική, προσωπική μου αντίληψη- αγαπητέ συγγενή, φίλε, συνάδελφε, μαθητή, γονέα, περαστικέ διαβάτη, τυχαίε αναγνώστη, κ.α., αλλά σε κάθε περίπτωση αναποφάσιστε ψηφοφόρε(στο εξής Α.Ψ.). Θα ορίσουμε το πρόβλημα, θα θέσουμε τα βασικά ερωτήματα προς απάντηση, θα εξετάσουμε τις διάφορες εναλλακτικές και θα καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα.
Το πρόβλημα
Επειδή είμαι υπέρ της ανακαλυπτικής μάθησης, θα αφήσω τον Α.Ψ. να καταλήξει μόνος του στον προσδιορισμό του προβλήματος μέσα από μια σειρά ερωταποκρίσεων. Στον παρακάτω διάλογο ο Α.Ψ. ενσαρκώνει τον μέσο Έλληνα ελαστικά εργαζόμενο μισθωτό, ο οποίος είναι μορφωμένος, κάτι του φταίει αλλά δεν ξέρει τι ακριβώς, ενώ παράλληλα έχει ενσωματώσει μία σειρά ενοχικά σύνδρομα που τον μπερδεύουν ακόμα περισσότερο.
Εγώ: Που ακριβώς νομίζεις ότι βρίσκεται το πρόβλημα αγαπητέ Α.Ψ.;
Α.Ψ.: Το μνημόνιο! Αυτό φταίει… Μας κόβουν μισθούς, συντάξεις, επιδόματα, δεν έχουμε δουλειές! Πως θα ζήσουμε;
Εγώ: Μμμμ… Εντάξει, για αρχή καλά το πάμε αλλά δε φτάνει… Και πως φτάσαμε ρε Α.Ψ. στο μνημόνιο;
Α.Ψ.: Το χρέος! Χρωστάμε πολλά-300 δις! 30 χιλιάρικα το κεφάλι! Που θα βρούμε να τα πληρώσουμε; Όλα αυτά τα χρόνια ήμασταν σπάταλοι και ξοδεύαμε περισσότερα από όσα βγάζαμε. Όλοι κάτι φάγαμε, όλοι βάλαμε το χεράκι μας.
Εγώ: Λες, ε; Δηλαδή ρε Α.Ψ., εσύ ήσουν άνετος πριν την κρίση; Είχες σταθερή δουλειά; Στάνταρ ωράριο; Ένσημα έπαιρνες; Τα λεφτά; Σε φτάνανε, τα λεφτά;
Α.Ψ.: Τώρα που το λες και τότε σκατά ήταν. Όχι τόσο σκατά, όσο σήμερα αλλά σίγουρα σκατά. Ένα σκασμό δουλειές είχα αλλάξει. Τις πιο πολλές μαύρος, σαν φοιτητής αλλά και μετά. Όσο για δουλειά πάνω στο πτυχίο; Άστο καλύτερα. Τελευταία, είχα βρει μια δουλίτσα σε ένα γραφείο. Εντάξει, τα λεφτά δεν ήταν και τίποτα σπουδαίο-που να βγεις με 700 ευρώ- ούτε να νοικιάσω δε μπορούσα. Άσε το τρέξιμο και το πήξιμο. 10ωρα και 12ωρα δούλευα και για υπερωρίες ούτε λόγος. Έγραφα όμως μια προϋπηρεσία και μετά θα έβρισκα κάτι καλύτερο. Έτσι πάει. Στην αρχή ζορίζεσαι αλλά μετά «φτιάχνεσαι». Άλλωστε, όποιος έχει μυαλό και όρεξη για δουλειά προχωράει. Με διώξανε μαζί με αρκετούς άλλους, όταν ξεκίνησε η κρίση. Κάτι ακαταλαβίστικα μας είπε εκεί ο υπεύθυνος προσωπικού, κάτι για «μείωση του κύκλου εργασιών», «αναδιάρθρωση της εταιρίας για να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες», «εξορθολογισμό τους μισθολογικού κόστους», κ.α.. Εγώ το μόνο που κατάλαβα είναι ότι απολύθηκα. Και όσοι έμειναν τους κόψαν αρκετά λεφτά. Από τότε ψάχνω για δουλειά αλλά τζίφος. Μόνο κάτι περιστασιακά μεροκάματα. Με τη σύνταξη της μάνας μου τη βγάζουμε στο σπίτι. Γάμα-τα!
Εγώ: Και πάλι πιστεύεις ότι φταις; Να πας να σε κοιτάξει κανένας γιατρός λέω εγώ! Τέλος πάντων, και τώρα τι λες να κάνεις;
Α.Ψ.: Έλεγα να φύγω έξω. Εκεί έχει ακόμα δουλειές. Αλλά εύκολο είναι; Άσε που από ότι έχω μάθει δε μας γουστάρουν, λέει, και πολύ έξω τους Έλληνες. Είμαστε τεμπέληδες, λέει, και απατεώνες και δε θέλουνε να πληρώνουνε για μας. Αν μπορούσαν, λέει, θα μας πετούσαν με τις κλωτσιές από την Ευρώπη αλλά μας ανέχονται, γιατί φοβούνται για το ευρώ. Ρατσισμός στο φουλ σου λέω! Λες και φταίμε εμείς για όλα! Είμαι εγώ τώρα να πάω έξω και να με αντιμετωπίζουν σαν Αλβανό;
Εγώ: Είδες που τελικά δεν είναι τόσο ωραίο να σε θεωρούν κάποιοι υπεύθυνο για όλα τα προβλήματά τους; Να φταις εσύ για όλα; Απ’ ό,τι καταλαβαίνω. δύσκολα θα φύγεις έξω λοιπόν. Κάτι άλλο έχεις σκεφτεί;
Α.Ψ.: Έλεγα να γυρίσω στο χωριό μου να ασχοληθώ με τα αγροτικά. Κάθομαι που κάθομαι… Έχω εκεί κάτι χωραφάκια, τα οποία τα είχαμε παρατημένα. Που να κάνεις τον αγρότη εκείνη την εποχή! Αλλά και τώρα μη νομίζεις ότι βγαίνει μεροκάματο. Έχω ένα ξάδερφό μου που έμεινε στο χωριό και μου τα λέει. Όλα τα λεφτά τα βγάζουν οι εμπόροι. Άσε που πλέον όλα είναι εισαγωγής: Πατάτες Αιγύπτου, λεμόνια Τουρκίας, κοτόπουλα Αργεντινής! Και να ‘ταν μόνο τα αγροτικά; Μήπως δεν έφυγαν όλες οι βιοτεχνίες από τη Β. Ελλάδα και πήγαν Βουλγαρία; Δεν παράγουμε ούτε οδοντογλυφίδες! Όλα τα εισάγουμε!
Εγώ: Καλά τα λες! Και που καταλήγουμε;
Α.Ψ.: Εεεε… Δεν ξέρω. Που καταλήγουμε;
Εγώ: Αν τα κάνεις όλα τα προηγούμενα μια σούμα, θα δεις ότι το πραγματικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας δεν ξεκινάει με την κρίση αλλά έχει τις ρίζες του στα προηγούμενα χρόνια, αυτά της οικονομικής ανάπτυξης, της ισχυρής Ελλάδας, των Ολυμπιακών αγώνων. Μιας ανάπτυξης που διάλυσε την αγροτική και τη βιομηχανική/βιοτεχνική παραγωγή. Μιας ανάπτυξης για λίγους, την ώρα που οι πολλοί ίσα που τα φέρναν βόλτα (ευκολότερα ή δυσκολότερα, δεν έχει πολύ μεγάλη σημασία). Κάποιοι μπορεί να έχουν μνήμη χρυσόψαρου, εμείς όμως δεν μπορούμε να ξεχάσουμε ότι κάποιοι έβγαλαν πολλά λεφτά εκείνη την περίοδο, ενώ κάποιους άλλους δεν μας κάλεσαν στο πάρτυ.
Α.Ψ.: Δε σε πιάνω. Εγώ πάντως ξέρω ότι ζούσαμε πιο άνετα σε σχέση με τους παππούδες μας.
Εγώ: Ε, αυτό δα έλειπε να ζούσαμε χειρότερα! Τότε οργώναν ακόμα με τα βόδια-σήμερα έχουμε τρακτέρ! Η τεχνολογία αναπτύσσεται και μαζί της οι παραγωγικές δυνατότητες μιας οικονομίας, όπως και ο πλούτος που παράγει. Μη συγκρίνεις λοιπόν ανόμοια πράγματα. Το ξέρεις ότι το 2008 το Α.Ε.Π. ήταν περίπου 233 δισ. ευρώ, κάτι που σήμαινε περίπου 22.000 ευρώ εισόδημα για κάθε κάτοικο της χώρας, νηπίων, γερόντων, ανέργων και ασθενών συμπεριλαμβανομένων. Ότι ακόμα και σήμερα, μετά από δύο χρόνια βαθιάς ύφεσης και πείνας αντιστοιχούν 19.500 ευρώ σε καθέναν από εμάς; Εσύ πόσα έβγαζες;
Α.Ψ.: Πολύ, πολύ λιγότερα αλλά για κάτσε, είναι σοβαρό πράγμα αυτό που μου λες; Έτσι κάνεις απλά μια διαίρεση και καθάρισες; Τόσα έπρεπε να βγάζει ο καθένας μας άσχετα αν δουλεύει ή όχι, αν είναι μεγαλοεπιχειρηματίας ή δουλεύει ντιλίβερι; Θες να με τρελάνεις;
Εγώ: Σόρρυ, αλλά εσύ άρχισες πρώτος, όταν μου είπες ότι χρωστάμε 30.000 ευρώ ο καθένας άσχετα από το αν δουλεύαμε και πόσο, άσχετα αν πήραμε δημόσια έργα ή μίζες, άσχετα αν φοροδιαφεύγαμε νόμιμα ή παράνομα, άσχετα από τις κοινωνικές παροχές που (δεν) είχαμε και του πόσο πληρώναμε για αυτές[1]. Προφανώς το πώς θα μοιραστεί πιο δίκαια ο πλούτος που παράγεται, είναι τεράστιο ζήτημα και προϋποθέτει πολύ βαθύτερες αλλαγές που προφανώς δεν έχουν σχέση με τις εκλογές. Είναι ενδεικτικό όμως, του πόσο πλουσιότεροι γίναν οι πλούσιοι το προηγούμενο διάστημα και πόσο (συγκριτικά και απόλυτα) φτωχότεροι γίναν οι φτωχοί τα χρόνια που προηγήθηκαν της κρίσης.
Α.Ψ.: Καλά-καλά, ας δεχτώ ότι έχεις δίκιο. Περσινά ξινά σταφύλια όμως. Τώρα, τι γίνεται;
Εγώ: Τώρα καλούμαστε αυτοί που δε φάγαμε να πληρώσουμε το λογαριασμό. Παράλληλα, προσπαθούν να μας δημιουργήσουν ενοχές και να μας πείσουν ότι, αν δεν δεχθούμε τα μνημόνια και τη δανειακή σύμβαση, αν φύγουμε από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου, θα πέσουν πάνω μας οι 7 πληγές του Φαραώ, θα χτυπήσει τη χώρα τσουνάμι κ.λ.π..
Α.Ψ.: Ωραία, και τι εναλλακτικές έχουμε λοιπόν;
Προσδιορισμός των εναλλακτικών λύσεων
Το πολιτικό κατεστημένο της χώρας πάνω στον πανικό του και προκειμένου να δημιουργήσει φοβικά σύνδρομα στον κόσμο έχει φτάσει να προσεγγίσει το πραγματικό δίλλημα. «Πιστή εφαρμογή του μνημονίου ή δραχμή»[2] μας λένε και πράγματι κάπως έτσι είναι τα πράγματα. Το πρόβλημα της χώρας δεν είναι (μόνο) το μνημόνιο αλλά ένα σύνθετο ζήτημα που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων:
Α) ένα δημόσιο χρέος που είναι αδύνατο να πληρωθεί και αυτό πλέον το αντιλαμβάνεται και ο πιο «σκληρός» μνημονιακός.
Β) ένα χαώδες έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο το οποίο έχει εκτιναχθεί μετά την είσοδό μας στο ευρώ[3].
Γ) μία διαλυμένη αγροτοκτηνοτροφική και βιομηχανική παραγωγή, κάτι επίσης καθόλου άσχετο ούτε με την Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ε.Ε. και τις αλλαγές που επέβαλε, ούτε με την ελευθερία κίνησης εμπορευμάτων στα πλαίσιά της.
Δ) μία εσωτερική ζήτηση σε καθίζηση, καθώς τα νοικοκυριά αδυνατούν να καλύψουν ακόμα και τις βασικές τους ανάγκες.
Ε) ένα επί της ουσίας χρεωκοπημένο τραπεζικό σύστημα που χωρίς τις ενέσεις ρευστότητας της Ε.Κ.Τ., τα πακέτα στήριξης από το ελληνικό δημόσιο και την ανακεφαλαιοποίηση μετά το PSI δε θα άντεχε ούτε μια βδομάδα.
Στ) Τεράστια ανεργία και φτώχια για την πλειοψηφία του λαού ως αποτέλεσμα όλων των προηγούμενων.
Κάθε λύση λοιπόν που προτείνεται θα πρέπει να αναμετρηθεί με όλα αυτά τα ζητήματα. Και εδώ οι εναλλακτικές χονδρικά είναι δύο:
1) Εφαρμογή του μνημονίου-αποπληρωμή του χρέους-παραμονή στο ευρώ-εσωτερική υποτίμηση.
Ό,τι βιώνουμε τα τελευταία δύο χρόνια. Τώρα δεν ξέρω κατά πόσο μπορείς να αποκαλέσεις λύση μία πολιτική που έχει οδηγήσει σε μείωση του ΑΕΠ κατά 13%, αύξηση της επίσημης ανεργίας κατά 14%, αύξηση του χρέους κατά 60-70 δις ευρώ και πληθωρισμό της τάξης του 4-5%. Στην καλύτερη περίπτωση περιμένουμε η μείωση του εργατικού κόστους να οδηγήσει σε μείωση των τιμών, προκειμένου να ενισχυθούν οι εξαγωγές και να έρθει από εκεί η ανάκαμψη. Αυτό όμως μοιάζει πιο πολύ με ευχολόγιο παρά με σοβαρή πιθανότητα και το πιο πιθανό σενάριο είναι ακόμα βαθύτερη ύφεση και στασιμοπληθωρισμός. Μία άλλη διέξοδος είναι αφού «φτηνύνουμε» αρκετά να προσελκύσουμε ξένες επενδύσεις που θα τονώσουν την παραγωγή. Για να συμβεί αυτό, θα πρέπει οι μισθοί να πέσουν κάτω από τα επίπεδα των μισθών της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας και των υπόλοιπων γειτονικών χωρών χωρίς και πάλι το αποτέλεσμα να είναι βέβαιο. Αλλά και ανάκαμψη να έρθει με αυτό τον τρόπο, δε σημαίνει ότι μετά θα αυξηθούν ξανά οι μισθοί, γιατί τότε θα ξαναχαθεί η «ανταγωνιστικότητά» μας σε σύγκριση με Βουλγαρία, Κίνα, Ινδία, κλπ. Στο ζήτημα του χρέους σαφώς κανένας δεν έχει την αυταπάτη ότι θα πληρωθεί στο σύνολό του, θα τεθούν όμως οι όροι, ώστε οι δανειστές με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να εξασφαλίσουν τα χρήματά τους. Το PSI όπου τελικά ο μόνος ουσιαστικά χαμένος ήταν τα ασφαλιστικά ταμεία αποτέλεσε δείγμα γραφής σε αυτή την κατεύθυνση[4]. Η «λύση» λοιπόν αυτή απαντάει στο Α και το Ε με ένα τρόπο που συμφέρει μόνο τους τραπεζίτες, φιλοδοξεί να απαντήσει στο Β , ενώ από την άλλη όχι μόνο δεν ενδιαφέρεται να απαντήσει αλλά αντίθετα επιδιώκει τα Γ, Δ και ΣΤ.
2) Άρνηση πληρωμής του χρέους-έξοδος από το ευρώ και την ΕΕ-καταγγελία της δανειακής σύμβασης- εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος.
Σίγουρα όχι μία εύκολη επιλογή αλλά από την άλλη η μόνη κατεύθυνση μέσω της οποίας μπορεί να δοθεί μία λύση προς το συμφέρον της πλειοψηφίας του λαού. Η έξοδος από το ευρώ και η αρχική υποτίμηση του νέου νομίσματος θα δημιουργήσει για κάποιο διάστημα προβλήματα στις εισαγωγές βασικών αγαθών. Η τόνωση όμως των εξαγωγών θα σταθεροποιήσει την ισοτιμία αρκετά γρήγορα και σε συνδυασμό με την αύξηση της εσωτερικής ζήτησης θα δημιουργήσει γρήγορα νέες θέσεις εργασίας. Ο φόβος του υπερπληθωρισμού και της ακατάσχετης αύξησης των τιμών είτε λόγω της αύξησης του κόστους των εισαγόμενων πρώτων υλών (πληθωρισμός κόστους) είτε λόγω της έκδοσης χρήματος για τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων και του τραπεζικού συστήματος (πληθωρισμός ζήτησης) είναι περισσότερο καταστροφολογικό σενάριο παρά υπαρκτή πιθανότητα[5]. Η ανάκτηση όμως της δημοσιονομικής, νομισματικής, συναλλαγματικής και εμπορικής πολιτικής δεν μπορεί να γίνει χωρίς την έξοδο από την ΕΕ.
Τα ερωτήματα για την ψήφο
Αν θέλουμε να θέσουμε λοιπόν κάποια κριτήρια για την ψήφο, αυτά δε μπορούν παρά να είναι οι απαντήσεις που δίνει κάθε συνδυασμός σε κάποια συγκεκριμένα ερωτήματα.
  1. Αποπληρωμή του χρέους ή άρνησή του;
  2. Ναι ή όχι στο Μνημόνιο και τις πολιτικές του;
  3. Ευρώ ή εθνικό νόμισμα;
  4. Παραμονή ή έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση;
Με βάση τις απαντήσεις που δίνει κάθε συνδυασμός μπορούμε να κατατάξουμε τα κόμματα ως εξής:
Α) «Ντούρα» μνημονιακά: ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΔΗ.ΣΥ, ΔΗΜ.ΑΡ., ΛΑΟΣ, ΔΡΑΣΗ
Εγγυώνται το σεβασμό των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η χώρα, θέλουν να αποπληρώσουν το χρέος στο σύνολό του, επιδιώκουν παραμονή στην «ευρωπαϊκή οικογένεια», η οποία εγγυάται την ασφάλεια της χώρας. Το μεγαλύτερο πολιτικό ανέκδοτο αποτελεί «η επαναδιαπραγμάτευση των όρων του μνημονίου» που ευαγγελίζονται όλοι τους. Την είδαμε και την επαναδιαπραγμάτευση του Σαμαρά πόσο πετυχημένη ήταν. Αποτελούν την πρώτη ύλη της μελλοντικής κυβέρνησης συνεργασίας (όσοι από αυτούς μπουν στη Βουλή).
Β) Και καλά αντιμνομονιακά: ΣΥΡΙΖΑ, Ανεξάρτητοι Έλληνες, Κοινωνική Συμφωνία.
Διακηρύσσουν ότι είναι ενάντια στο μνημόνιο, θα διώξουν την Τρόικα αλλά θα παραμείνουν στην ΕΕ (η οποία ελέγχει τα 2/3 της Τρόικας) και το ευρώ (κάτι που επιβάλλει την εσωτερική υποτίμηση του μνημονίου έτσι και αλλιώς). Κατά τη γνώμη μου, ή είναι πολιτικά αφελείς ή χρήζουν ψυχιατρικής παρακολούθησης ή είναι πολιτικοί απατεώνες ολκής (ή όλα μαζί). Να με συγχωρέσουν οι σύντροφοι από το ΣΥΡΙΖΑ αλλά δεν έχω καταλάβει τι ακριβώς προτείνει για το χρέος. Μερική διαγραφή; Σε ποιο ύψος; Ευκολίες πληρωμής και περίοδο χάριτος; Ο Καμμένος (όνομα και πράμα) από την άλλη, θέλει να διαγράψει και αυτός μέρος του χρέους, θέλει όμως και τις περισσότερες πολιτικές του μνημονίου χωρίς αυτό (ιδιωτικοποιήσεις, απολύσεις στο δημόσιο, απελευθέρωση αγοράς εργασίας, κ.α.). Σαν το Σαμαρά δηλαδή πριν υπογράψει το δεύτερο μνημόνιο με λίγο πιο ριζοσπαστικά αιτήματα και φρασεολογία. Για την Κοινωνική Συμφωνία επίσης, δεν έχω καταλάβει πολλά πράγματα αλλά ποιος ασχολείται με ένα κόμμα που φτιάξαν η Κατσέλη και ο Μπίστης. Κοινωνική Συμφωνία και Ανεξάρτητοι Έλληνες θα αποτελέσουν τη βοηθητική ύλη στο σχηματισμό συγκυβέρνησης, αν δε «βγουν τα κουκιά» με τους συμμετέχοντες στην πρώτη κατηγορία.
Γ) Δραχμολαγνικά: ΟΧΙ (ΕΠΑΜ-Παπαθεμελής)
Ο Καζάκης είναι μία κατηγορία μόνος του. Ξεκίνησε δυναμικά κάνοντας μία πολύ καλή και χρήσιμη ανάλυση περί χρέους, ήταν από τους πρώτους που πρότεινε στάση πληρωμών του εξωτερικού χρέους βοηθώντας να ξεπεραστεί το αρχικό μούδιασμα και να διαμορφωθεί μία εναλλακτική πρόταση. Ως αναλυτής καλός, ως πολιτική προσωπικότητα-κλάφτα! Αφού φλέρταρε με κομμάτια της αριστεράς το πρώτο διάστημα, με το Θεοδωράκη σε δεύτερο, αποφάσισε ότι δεν του αξίζει τίποτα λιγότερο από την ηγετική θέση σε ένα προσωποπαγές, πατριωτικό κόμμα. Η κατάληξή του με τον Παπαθεμελή (αφού δεν τα βρήκε με τον Καμμένο) νομίζω ότι αποτελεί την καλύτερη νέμεση για την ύβρη που διέπραξε χλευάζοντας το Μανώλη Γλέζο(μεταξύ πολλών άλλων βέβαια). Στο πολιτικό πρόγραμμα έξοδος από το ευρώ, αλλά παραμονή στην ΕΕ, αντίσταση στη νέα Κατοχή και ρίξιμο όλου του φταιξίματος στους κακούς Γερμανούς και γενικά απλώς λαϊκισμός και ψάρεμα στα θολά νερά αριστερά και (κυρίως) δεξιά.
Δ) Συνδυασμοί ρήξης και ανατροπής: ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΚΚΕ μ-λ Μ-Λ ΚΚΕ και λοιποί συνδυασμοί της εξωκοινοβουλευτικής, κομμουνιστικής αριστεράς.
Για να παραφράσω ένα σύνθημα του ΚΚΕ «36 κόμματα-δύο πολιτικές». Πρόκειται για όσους (με τις όποιες διαφοροποιήσεις) προκρίνουν τη δεύτερη λύση ως στάδιο, ως προαπαιτούμενο για συνολικότερες κοινωνικές μεταβολές προς όφελος του λαού. Πρόκειται για τις δυνάμεις που δε θα τις βρεις μόνο στο κοινοβούλιο αύριο αλλά θα τους τρακάρεις στα σωματεία, στο δρόμο, στους αγώνες, στις αυριανές μάχες που είναι και το σημαντικότερο. Κάθε ψήφος εδώ είναι κέρδος άσχετα από την είσοδο ή όχι στη Βουλή του συνδυασμού.
Στο δια ταύτα…
Αυτά είναι τα δεδομένα αγαπητέ Α.Ψ. και η επιλογή είναι καθαρά δική σου. Δε μπορώ να σου πω τι να κάνεις, θα σου πω όμως τι θα κάνω εγώ, αν και δεν έχει μεγάλη σημασία. Προσωπικά που λες, θα στηρίξω ΑΝΤΑΡΣΥΑ άσχετα αν μπορεί να έχω διαφωνίες σε κάποια ζητήματα(πως συγκροτήθηκε, ποιοι συμμετέχουν, πως παίρνονται κάποιες αποφάσεις,κα). Αυτά είναι θέμα διαλόγου στους κόλπους του κινήματος και η ιστορία θα δείξει πως θα καταλήξουν. Θα στηρίξω που λες κριτικά ΑΝΤΑΡΣΥΑ γιατί
  • Είναι ευκαιρία να καταγραφεί και να ενισχυθεί η φωνή μίας αριστεράς με πραγματικά ριζοσπαστικά, αγωνιστικά χαρακτηριστικά και πέρα από τις παραδοσιακές αριστερές δυνάμεις, οι οποίες αυτή τη στιγμή αδυνατούν να παρακινήσουν και να εμπνεύσουν το λαό.
  • Διατύπωσε εξαρχής συγκεκριμένες θέσεις για το πώς μπορεί να διαμορφωθεί μία άλλη πρόταση με άξονα την άρνηση πληρωμής του χρέους, την έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ και επιχείρησε να περιγράψει με απλό και κατανοητό τρόπο τα αποτελέσματα μιας τέτοιας επιλογής.
  • Είναι ενωτικό εγχείρημα χωρίς να καταλήγει στο να μη λέει και να μην προτείνει τίποτα προκειμένου να μην διαταραχθεί η όποια ενότητα στο εσωτερικό της.
  • Γιατί διατηρεί κάποια αμεσοδημοκρατικά χαρακτηριστικά στις διαδικασίες της που αποτελούν προϋπόθεση για μία πραγματική εσωτερική δημοκρατία.
  • Δε φοβάται τη συνεργασία και τη συμπόρευση με άλλα κομμάτια της αριστεράς σε σωματεία, λαϊκές συνελεύσεις και διαδηλώσεις.
  

[1] Για μία ανάλυση για τις κοινωνικές δαπάνες, την κατανομή της φορολογίας και τον κοινωνικό μισθό στην Ελλάδα τα χρόνια που προηγήθηκαν της κρίσης βλ. http://www.bankofgreece.gr/BoGDocuments/13-5_%CE%9C%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%AC%CF%84%CE%B7%CF%82.pdf
[2] Για την ακρίβεια «δραχμή και χάος» είναι το σλόγκαν

Δεν υπάρχουν σχόλια: