του Σ. Ανδρονίδη* |
Το κείμενο αφιερώνεται στο Νίκο Ρωμανό, που ώρα που περνά,
μας δείχνει τι πραγματικά σημαίνει ‘να
αντικρίζεις τον ήλιο’».
«Τουλάχιστον εμείς ζήσαμε μια καπνισμένη νιότη. Καπνοί από
φλόγες πυρπολημένων παθών, καπνισμένοι από αγωνίες, από σχέσεις, από φιλίες,
από προδοσίες, από σιωπές και κουβέντες. Καπνίσαμε το παρελθόν, καπνίσαμε το
παρόν και καπνίζουμε το μέλλον». (‘Είμεθα Καπνισταί’, Αναφέρεται στο βιβλίο
‘Ανησυχία. Μια καταγραφή του αυθόρμητου τον Δεκέμβριο του 2008).
Ο Νίκος Ρωμανός τον τελευταίο καιρό διεξάγει απεργία πείνας,
διεκδικώντας το....
αυτονόητο δικαίωμα της πρόσβασης στις εκπαιδευτικές δομές.
Έχοντας πετύχει την εισαγωγή του στο ΤΕΙ (Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα) της
Αθήνας, ζήτησε την χορήγηση των απαραίτητων εκπαιδευτικών αδειών για την
απρόσκοπτη εξέλιξη των σπουδών. Κι όμως, η «κρισιακή» κρατική δομή (μέσω της
δικαστικής εξουσίας) αρνείται να του χορηγήσει τις καθ’όλα νόμιμες
εκπαιδευτικές άδειες. Η «κρισιακή» κρατική υπερδομή ενσωματώνει τα
χαρακτηριστικά μίας προσίδιας «αυταρχικότητας» και «κανονικότητας».
Σε αυτό το πλαίσιο, στο πρόσωπο του Νίκου Ρωμανού
συμπυκνώνεται ο μετασχηματισμός της μορφής του κράτους: στο «χωρικό» και
«χρονικό» πλαίσιο της βαθιάς οικονομικής κρίσης συντελείται ο μετασχηματισμός
της μορφής του κράτους που αποκρυσταλλώνεται στο πεδίο του κοινωνικού.
Έτσι, η «ενεργοποίηση» των κατασταλτικών μηχανισμών
«εγχαράζει» στο πεδίο του κοινωνικού εκείνες τις «βίαιες» μορφές που ορίζουν
και προσδιορίζουν την «νέα» κρατική επιβολή και «μηχανική». Στο πρόσωπο του
Νίκου Ρωμανού, η κρατική δομή «τιμωρεί» την «ολική» διαλεκτική της
αντιμνημονιακής εναντίωσης και πράξης. Με αυτόν τον τρόπο, συντελείται η ριζική
«αντιστροφή
των όρων»: η σωματική εξάντληση του Νίκου Ρωμανού νοείται και ως
ταυτόχρονη και περαιτέρω «ισχυροποίηση» του κράτους, το οποίο με αυτό τον τρόπο
συγκροτεί το «αντιπαράδειγμα της κρατικής διαλεκτικής».
Για κάθε έναν «κρατούμενο» που αγωνίζεται και διεκδικεί τα
αυτονόητα δικαιώματα του, το κράτος αντιτάσσει, προτάσσει και «εγχαράζει»
συνάμα πάνω στο σώμα του τα «θεμελιώδη» σημάδια της δικής του επιβολής και
ισχύος. Όπως σημειώνει και η Αφροδίτη Κουκουτσάκη: «Οι μαζικές προσαγωγές, οι
προληπτικές κρατήσεις υπόπτων, η διαπόμπευση συλληφθέντων κλπ., δεν απαιτούν παρά την πολιτική
συναίνεση και ενθάρρυνση, ή, με άλλα λόγια, είναι δράσεις που οι νόμοι τις
«αθωώνουν» ενόψει της διαφύλαξης του νοούμενου ως μείζονος αγαθού, δηλαδή της
δημόσιας τάξης (κάτι διαφορετικό, δηλαδή, από το θεσπίζουν ή επιβάλλουν καθώς
ενέχει την παραβίαση κανόνα ή την ad hoc αναστολή της ισχύος του)».[1]
Η κρατική ισχύς επιβάλλεται ως κανονικότητα και θεσμοποίηση
πάνω στο πρόσωπο και στο σώμα του Νίκου Ρωμανού, και ακριβώς μέσω του Νίκου
Ρωμανού διαχέεται και στο πεδίο του κοινωνικού.
Ο νέος και περιώνυμος «αυταρχικός κρατισμός» αφενός μεν συγκροτεί το
πλαίσιο μίας «βίαιης» ρύθμισης της κοινωνικής «ολότητας» που συμπληρώνει
οργανικά και αρμονικά την δημοσιονομική διαχείριση της οικονομικής κρίσης,
αφετέρου δε οριοθετεί έναν «συμπαγή» κοινωνικό χώρο από τον οποίο δεν δύναται
να «κυλήσουν» οι προσίδιες αντιθετικές «ροές». Και σε αυτή την περίπτωση,
ομιλούμε για μία «διάρρηξη» της εργατικής-κινηματικής σφαίρας, η οποία λόγω της
εξόχως φορτισμένης και ιδεολογικής λειτουργίας του όλου κανονιστικού πλαισίου (το κράτος διατηρεί το
μονοπώλιο της άσκησης βίας), προσλαμβάνει τα χαρακτηριστικά της
«νομιμοποίησης».
Το κράτος δεν αίρει τα τυπικά συγκροτησιακά του
χαρακτηριστικά. Αντιθέτως, δρώντας εντός του ευρύτερου «κρισιακού» κοινωνικού
και πολιτικού περιβάλλοντος «υπερπροσδιορίζεται» «ποιοτικά». Με αυτόν τον
τρόπο, συντελείται η ριζική, δομική και «πραγματική» μετατόπιση του κράτους στο
πεδίο του κοινωνικού. Η τυπική κανονιστική του συγκρότηση, ήτοι η τυπική έννομη
τάξη δεν αίρεται, αλλά κύρια πλέον εγκολπώνεται και ενσωματώνει τα θεμελιώδη
χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν σε έναν «κρισιακό» μετασχηματισμό της μορφής
του κράτους.
Ο μετασχηματισμός της μορφής του κράτους τείνει να εγγράψει
τα συστατικά στοιχεία μίας νέας «αυταρχικής κανονικότητας» η οποία καθορίζει
και επικαθορίζει το κοινωνικό «όλον». Η ύψιστη πράξη εναντίωσης του Νίκου
Ρωμανού, απειλεί να «ενσταλάξει» (στον κοινωνικό χώρο) εκείνους τους τύπους της
αντικρατικής και αντιαυταρχικής ρύθμισης. Για αυτόν τον λόγο, το κράτος
επαναδιατυπώνει τους όρους της διεξαγωγής της απεργίας πείνας.
Έτσι, οι θεμελιώδεις ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους
αίρουν τον συγκροτησιακό πυρήνα του αιτήματος του Νίκου Ρωμανού,
«απονομιμοποιώντας» ταυτόχρονα το ίδιο το νόημα της πράξης του. Σε αυτή την
περίπτωση, η έμφαση δίδεται: 1. Στο «νομιμοποιητικό» εύρος της διεξαγωγής μίας
εξαντλητικής απεργίας πείνας, 2. Στο ίδιο το γεγονός της διεξαγωγής της
απεργίας πείνας, και όχι στα βασικά και θεμελιώδη αιτήματα του Νίκου Ρωμανού,
3. Στα αίτια της προφυλάκισης του, και, 4. Στην ίδια την κοινωνική «καταγωγή»
και προέλευση του.
Όπως επισημαίνει με ακρίβεια ο Νίκος Πουλαντζάς: «Από την
άποψη αυτή, το χαρακτηριστικό αυτού του κράτους, (σ.σ: του καπιταλιστικού
κράτους), είναι ότι κατέχει το μονοπώλιο της οργανωμένης φυσικής καταπίεσης, σε αντίθεση μ’ άλλους κοινωνικούς
σχηματισμούς, όπου θεσμοί όπως η Εκκλησία, η δεσποτική εξουσία, κ.λπ., είχαν, παράλληλα
με το Κράτος, το προνόμιο της άσκησης της. Η οργανωμένη φυσική καταπίεση
παίρνει μ’ αυτό τον τρόπο έναν καθαρά πολιτικό χαρακτήρα. Γίνεται το
αποκλειστικό κτήμα της πολιτικής εξουσίας, και η νομιμότητα της από δω και πέρα
συμμετέχει στη νομιμότητα του Κράτους: παρουσιάζεται σαν «θεσμοθετημένη» βία
και υποτάσσεται στη ρύθμιση των κανόνων του «Κράτους δικαίου». Μ’ αυτό το
νόημα, το καπιταλιστικό Κράτος κατέχει το μονοπώλιο της νόμιμης δύναμης, καθορίζοντας και τους μετασχηματισμούς της
νομιμότητας».[2]
Και ακριβώς το αστικό
κράτος καθορίζει και επικαθορίζει «τους μετασχηματισμούς της νομιμότητας». Στην
εποχή της βαθιάς οικονομικής-καπιταλιστικής κρίσης η κρατική δομή προσλαμβάνει
τα χαρακτηριστικά μίας εκ «των άνω» διευθέτησης και «νομιμοποίησης»,
«νομιμοποίησης» που πολλές φορές επιβάλλεται μέσω του «βίαιου» πράττειν.
Η έννοια της κρατικής εκδίκησης για την κοινωνική και
πολιτική δράση και δραστηριοποίηση του Νίκου Ρωμανού, μετασχηματίζεται ακριβώς
σε έναν τύπο «κρατικής αυταρχικότητας». Η περίπτωση του Νίκου Ρωμανού ανάγεται
στο κρατικό «όλον», αποτελώντας χαρακτηριστικό παράδειγμα του πως ένα σώμα
συγκεντρώνει πάνω του το «βίαιο» κρατικό
προτσές.
Η αντίληψη περί κρατικής εκδίκησης είναι υπεραπλουστευτική,
στο βαθμό που το ίδιο το κράτος δεν εκδικείται απλώς, τείνει να «συρρικνώσει»
και να «αποφορτίσει» αφενός μεν την κοινωνική «ολότητα», αφετέρου δε τα
ανθρώπινα σώματα που παράγουν τις «ροές» της κάθετης κινηματικής κίνησης.
Ο Νίκος Ρωμανός επιμένει και θα νικήσει. Τούτες τις κρίσιμες
στιγμές, χρειάζεται την πλήρη εργατική αλληλεγγύη. Διότι το ίδιο το νόημα της
πράξης του τείνει να υπερβεί τις προσίδιες και οξυμμένες «γωνίες» της κρατικής
επιβολής και ισχύος, λειτουργώντας ταυτόχρονα ως πολιτικός «συμπυκνωτής» μίας
εναντιωτικής οντολογίας.
[1]
Βλ.σχετικά, Κουκουτσάκη Αφροδίτη, ‘Από το κοινωνικό
στο «ποινικό» κράτος. Η Χρυσή Αυγή και οι συμβολικές λειτουργίες των ποινικών
θεσμών’, στο, Εμμανουηλίδης Μάριος & Κουκουτσάκη Αφροδίτη, (επιμ.), ‘Χρυσή
Αυγή και στρατηγικές διαχείρισης της κρίσης’, Εκδόσεις Futura, Αθήνα, 2013, σελ. 119.
[2]
Βλ.σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική Εξουσία
και Κοινωνικές Τάξεις’, τόμος β’, γ’ έκδοση, Μετάφραση: Χατζηπροδρομίδης Λ.,
Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1982, σελ. 67-68.
Φίλε, ό,τι έχεις διαβάσει μέχρι τώρα ξαναδιάβασέ το. Και πάρε και ένα λεξικό, μια γραμματική και ένα συντακτικό γιατί τα ελληνικά σου είναι χάλια. Εννιά στους δέκα όρους που χρησιμοποιείς του χρησιμοποιείς λάθος. Δεν ξέρω από που να το πιάσω, για' αυτό θα κάνω δυο παρατηρήσεις ελάχιστες σε σχέση με κάποιους ορους:
ΑπάντησηΔιαγραφή1. Ο όρος "οντολογία" ανήκει στον τομέα της φιλοσοφίας που ονομάζεται "μεταφυσική". Σκέψου λοιπόν τί δουλειά έχει σε ένα κείμενο υλιστικής πολιτικής θεωρίας, πως μετασχηματίστηκε για να χρησιμοποιηθεί εκεί και τί ακριβώς λειτουργία επιτελεί. Είναι εργαλείο κι όχι συμπέρασμα.
2. Το κράτος δεν μετατοπίζεται ποτέ στο "κοινωνικό", όπως γράφεις. Είναι διακριτά πεδία και μέσω της δομικής τους σχέσης επι μέρους στοιχεία και ιδιότητές τους εμπλέκονται σε επι μέρους σχέσεις, αλλά μέχρι εκεί.