Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

Αριστερά και Ευρωζώνη: Πώς να διαχειριστούμε την (αναπόφευκτη) ρήξη; / Π. Κοσμάς

Του Πάνου Κοσμά*


Η συζήτηση για την Ε.Ε., την Ευρωζώνη και το ενιαίο νόμισμα στην Ελλάδα, σταδιακά τα τελευταία χρόνια έπαψε υποχρεωτικά να εντάσσεται στον ορίζοντα μιας απώτερης στρατηγικής ή να υποτάσσεται σε αφηρημένα "συστήματα αξιών": το βίαιο ξέσπασμα της ιστορικών διαστάσεων δομικής κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού από το 2010, αλλά και το άνοιγμα με ρεαλιστικούς όρους της προοπτικής για...
εκλογική νίκη και "κυβέρνηση της Αριστεράς" συνέδεσε ευθέως τη συζήτηση με την προοπτική μιας τέτοιας κυβέρνησης αλλά και με τη συζήτηση για ένα συνολικότερο μεταβατικό πολιτικό σχέδιο ανατροπής. Η Κύπρος την άνοιξη του 2013 και η Ουκρανία μόλις πρόσφατα δεν άφησαν (αφήνουν) κανένα περιθώριο για αυταπάτες όσον αφορά την αντίδραση των κυβερνήσεων του ευρωπαϊκού κεφαλαίου σε ένα εγχείρημα πολιτικής ρήξης και ανατροπής της λιτότητας σε μια χώρα-μέλος: απέδειξαν με αδιαμφισβήτητο τρόπο ότι η ιμπεριαλιστική Ε.Ε. είναι αποφασισμένη να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα (περιλαμβανομένων των ανοιχτών εκβιασμών, του οικονομικού στραγγαλισμού, ακόμη και της ανοιχτής συνεργασίας με ναζιστές) για να καταπνίξει ένα τέτοιο εγχείρημα.
Από την άλλη, τα τελευταία τριάμισι χρόνια, αρχίζοντας από το πρώτο ελληνικό μνημόνιο το Μάιο του 2010 και στο πλαίσιο της διαχείρισης της κρίσης στην Ευρωζώνη, έχει οικοδομηθεί το θεσμικό και λειτουργικό πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού "υπερ-μνημονίου", με πυλώνες του την "οικονομική διακυβέρνηση", το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το νέο Δημοσιονομικό Σύμφωνο και την τραπεζική εκκαθάριση-εποπτεία. (1) Με αυτά τα μέσα, θεσπίζεται ουσιαστικά ένα πλαίσιο πανευρωπαϊκού μνημονίου, με ασφυκτικούς μηχανισμούς παρακολούθησης των οικονομιών των κρατών-μελών, με προέγκριση των προϋπολογισμών τους από τις Βρυξέλλες, με καθορισμό ορίων κίνησης για σειρά βασικών οικονομικών δεικτών (και όχι μόνο για το έλλειμμα και το χρέος), με διαδικασίες αποφάσεων-εξπρές και με πρωτοφανούς σκληρότητας ποινές για τις "απείθαρχες" χώρες-μέλη. Από όλες αυτές τις διαδικασίες, εκκρεμεί μόνο η ολοκλήρωση του πλαισίου της τραπεζικής εκκαθάρισης - εποπτείας, αλλά και εδώ έχει αποφασιστεί το βασικό πλαίσιο, βάσει του περιβόητου bail-in που περιλαμβάνει και το "κούρεμα" καταθέσεων.   
Από τα εθνικά μνημόνια, στο ευρωπαϊκό υπερ-μνημόνιο
Ενόψει της πλήρους ενεργοποίησης όλων των μηχανισμών αυτού του ευρωπαϊκού υπερ-μνημονίου, του οποίου την ευθύνη θα έχουν η Κομισιόν και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (στο ζήτημα της τραπεζικής εκκαθάρισης - εποπτείας), προετοιμάζεται η μετάβαση από τη διαχείριση της κρίσης στην Ευρωζώνη με τα "παραδοσιακά" και αντιδημοφιλή μέσα των εθνικών μνημονίων και της τρόικας, στη διαχείρισή της στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού υπερ-μνημονίου, με "πρότζεκτ μάνατζερς" την Κομισιόν και την ΕΚΤ. Οι ιδιαίτερες εκλογικές ανάγκες διαχείρισης των ευρωεκλογών της 25ης Μαΐου 2014, έδωσαν ένα τόνο επίσπευσης στη διαδικασία μιας τέτοιας μετάβασης, με τη χρήση επικοινωνιακών μέσων όπως η έρευνα του Ευρωκοινοβουλίου για τα "έργα και ημέρες" της τρόικας στις χώρες-μέλη των μνημονίων, ακόμη και με μια έρευνα για τις ανισορροπίες στο γερμανικό εμπορικό ισοζύγιο (που κατέληξε γρήγορα και διασκεδαστικά στο αναμενόμενο αποτέλεσμα: ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα με αυτό...).
Όμως πέρα από τις "αυτοκρατορικές σκηνοθεσίες", που είναι κυρίως επικοινωνιακού τύπου, η μετάβαση από το "καθεστώς" της τρόικας και των επιμέρους μνημονίων στο νέο ευρωπαϊκό υπερ-μνημόνιο είναι λεπτή υπόθεση για το ιμπεριαλιστικό κέντρο των Βρυξελλών, αφού θέλουν να αποφύγουν οποιοδήποτε "ατύχημα" ή "αρρυθμία" σε αυτή τη διαδικασία που θα μπορούσε να οδηγήσει σε -σχετική έστω- απώλεια των "κεκτημένων" της ακραίας λιτότητας και του ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Έτσι, ενώ οι χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας εξέρχονται από το "καθεστώς" της τρόικας και των μνημονίων (αλλά όχι και από το "καθεστώς" της ακραίας λιτότητας...), για την Ελλάδα τα πράγματα παραμένουν διαφορετικά - όπως και ήταν πάντα, από το ξέσπασμα της κρίσης μέχρι τώρα, παρά τις πολλές αναλογίες και ομοιότητες.     
Η Ελλάδα είναι "διαφορετική περπίπτωση" και γι' αυτό θα τύχει "ιδιαίτερης μεταχείρισης" στο στάδιο της μετάβασης από το δικό της μνημόνιο στο ευρωπαϊκό υπερ-μνημόνιο, για δύο βασικούς λόγους:
Ο πρώτος -και μακράν πιο κρίσιμος και αποφασιστικός- είναι ότι μόνο στην Ελλάδα η πολιτική κρίση έχει προσλάβει τέτοιο βάθος και ο συνολικός ταξικός συσχετισμός δύναμης είναι τέτοιος, ώστε να έχουν δημιουργηθεί οι ρεαλιστικές προϋποθέσεις για εκλογική νίκη και "κυβέρνηση της Αριστεράς", δηλαδή για μια πολιτική ανατροπή με αιχμή την ανατροπή της λιτότητας. Άσχετα από την εκτίμηση που μπορεί να έχει καθένας για το πόσο μακριά θα πάει ή με πόση αποφασιστικότητα θα διαχειριστεί αυτή τη δυνατότητα η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, για το γερμανικό ιμπεριαλισμό και τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών ένα τέτοιο ενεδεχόμενο είναι μια μεγάλη απειλή. Στα χρόνια της κρίσης έχτισαν ένα πλαίσιο και μηχανισμούς διαχείρισης της κρίσης με βάση τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό και την ακραία λιτότητα - δεν έχουν λοιπόν καμία διάθεση να το θέσουν σε αμφισβήτηση έστω και σε συμβολικό επίπεδο, και μάλιστα στην ευαίσθητη μεταβατική περίοδο που αυτό το πλαίσιο τείνει να γίνει πανευρωπαϊκό. Οποιαδήποτε αυταπάτη πάνω σε αυτό, ισοδυναμεί στην καλύτερη περίπτωση με πολιτική αφέλεια. Αν πρόκειται να εφαρμοστεί έστω και ένα διστακτικό πρόγραμμα ανατροπής της λιτότητας, τότε η ρήξη με την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. είναι αναπόφευκτη! Θα λέγαμε μάλιστα ότι μια τέτοια ρήξη είναι αναπόφευκτη σε κάθε περίπτωση ύστερα από μια αποφασιστική εκλογική νίκη της Αριστεράς (του ΣΥΡΙΖΑ) στην Ελλάδα!    
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η Ελλάδα, μακράν μπροστά από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρωζώνης και της Ε.Ε., έχει το κρατικό της χρέος σε τρομακτικά υψηλά επίπεδα (πάνω από 170% του ΑΕΠ) ενώ το μεγαλύτερο μέρος του το ελληνικό κράτος το χρωστάει στο διεθνή "επίσημο τομέα": στα κράτη-μέλη και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δευτερευόντως στο ΔΝΤ και σε άλλες κεντρικές τράπεζες. Έχοντας να πάρουν πίσω τόσα πολλά δανειακά από την Ελλάδα, τα κράτη-δανειστές και η ΕΚΤ θέλουν ιδιαίτερες διασφαλίσεις. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν με τη νέα αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους (με επιμήκυνση της διάρκειάς του κατά 10 επιπλέον χρόνια και νέα μείωση του επιτοκίου) η περίοδος αποπληρωμής του θα εκταθεί περίπου μέχρι και το 2050. Η βασικότερη από αυτές τις διασφαλίσεις είναι ένα νέο μνημόνιο-γέφυρα προς το ευρωπαϊκό υπερ-μνημόνιο, ώστε να μη χαθεί ο έλεγχος στο κρίσιμο μεταβατικό διάστημα.     
Από την άλλη, το πολύ υψηλό κρατικό χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ δίνει ένα αποφασιστικό όπλο στα χέρια του ευρωπαϊκού ιμπεριαλιστικού κέντρου: τη ρήτρα του νέου Δημοσιονομικού Συμφώνου ότι χώρες-μέλη των οποίων το χρέος υπερβαίνει το όριο του 60% του ΑΕΠ, πρέπει να αποπληρώνουν κάθε χρόνο το 5% του υπερβάλλοντος ποσοστού! Για την Ελλάδα, με χρέος 174% του ΑΕΠ, αυτό θα σήμαινε ότι πρέπει να αποπληρώνει κάθε χρόνο χρέος ίσο με το 5,7% του ΑΕΠ της! Σε αυτή τη ρήτρα, πρέπει να προσθέσουμε και μια άλλη, εξίσου σημαντική, που προβλέπει ότι κάθε χώρα-μέλος που χρωστάει στο διεθνή "επίσημο τομέα", θα παραμένει υπό ευρωπαϊκό οικονομικό έλεγχο μέχρι να αποπληρώσει το 75% του χρέους της προς αυτόν! Αυτό σημαίνει, προκειμένου για την Ελλάδα, παράταση των μνημονίων και του διεθνούς οικονομικού ελέγχου περίπου μέχρι και το 2040!  Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν τι μπορεί να σημαίνουν αυτά, όταν στα χρόνια του μνημονίου, με την τεράστια κοινωνική καταστροφή λόγω των "αιματηρών" περικοπών και της φοροληστείας, το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξανόταν αντί να μειώνεται...  
Η μέσω ενός, πιθανότατα βραχύβιου (μέχρι και τα μέσα του 2016), τρίτου μνημονίου, με ένα μικρό νέο χρηματοδοτικό πρόγραμμα, μετάβαση της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό υπερ-μνημόνιο είναι έτσι η πιθανότερη λύση. Παρ' όλα αυτά, αν ο ΣΥΡΙΖΑ νικήσει στις εκλογές και αρνηθεί ή ακυρώσει ένα τέτοιο τρίτο μνημόνιο, θα έχει να αντιμετωπίσει την πρόκληση (πέρα από οτιδήποτε άλλο) της άμεσης μετάβασης στο ευρωπαϊκό υπερ-μνημόνιο. Το οποίο ειδικά για την περίπτωση της Ελλάδας θα είναι εξίσου σκληρό με το τωρινό και τα παρελθόντα μνημόνια και σε κάθε περίπτωση δεν θα έχει καμία ουσιαστική διαφορά από αυτά.
Η πολιτική των Σαμαρά - Βενιζέλου είναι ακριβώς αυτή: μετάβαση στο ευρωπαϊκό υπερ-μνημόνιο χωρίς νέο ελληνικό μνημόνιο - με προφανή στόχο να "πουλήσουν" την προπαγάνδα ότι μόνο με τα μνημόνια μπορούσαμε να... βγούμε κάποτε από τα μνημόνια, αλλά και για να ανακτήσουν κάποιους μικρούς βαθμούς ελευθερίας στη διαχείριση της κρίσης για λογαριασμό τμημάτων της αστικής τάξης.   
Για τον ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά όμως, ο στόχος της μετάβασης από την τρόικα και τα εθνικά μνημόνια στο ευρωπαϊκό υπερ-μνημόνιο με ευρωπαϊκό "μάνατζμεντ" είναι απλώς απαράδεκτος! Το πολιτικό μας σχέδιο δεν μπορεί παρά να στηρίζεται στην ανατροπή της λιτότητας, είτε αυτή επιβάλλεται μέσω της τρόικας και των εθνικών μνημονίων είτε επιβάλλεται μέσω του ευρωπαϊκού υπερ-μνημονίου. (2)
Η ρήξη με την Ευρωζώνη είναι υποχρεωτική! Πώς να τη διαχειριστούμε;
Τούτων δοθέντων, ένα εγχείρημα πολιτικής ανατροπής και ανατροπής της λιτότητας σε μια χώρα-μέλος είναι αναπόφευκτο να οδηγηθεί σε μετωπική σύγκρουση και ρήξη με την Ευρωζώνη. Έχουμε πια όλα τα στοιχεία για να καταλήξουμε σ' αυτό το αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα: Η Κύπρος και η Ουκρανία μαρτυρούν ότι η ιμπεριαλιστική Ευρωζώνη και Ε.Ε. θα υπονομεύσει και θα προσπαθήσει να καταπνίξει με όλα τα μέσα ένα εγχείρημα ανατροπής της λιτότητας σε χώρα-μέλος. Το ευρωπαϊκό υπερ-μνημόνιο μας υποχρεώνει να αναμετρηθούμε μαζί του αν θέλουμε πραγματικά να ανατρέψουμε τη λιτότητα. Και η Ευρωζώνη και Ε.Ε. έχει πλέον οριστικά και αμετάκλητα μετατραπεί σε πολεμική μηχανή του κεφαλαίου, σε ευρωπαϊκή "Ιερά Συμμαχία" των αστικών τάξεων ενάντια στην εργατική τάξη και τους λαούς. Στο πλαίσιο αυτής της Ευρωζώνης και αυτής της Ε.Ε., κανένα εγχείρημα έστω και ελάχιστης αποστασιοποίησης από το κυρίαρχο πλαίσιο δεν μπορεί να σταθεί.  
Το ολόσωστο αυτό συμπέρασμα, όμως, είναι η αρχή και όχι το τέλος του συλλογισμού. Πρέπει τώρα να μας απασχολήσει το εξής προφανές πρόβλημα: αν η ρήξη με την Ευρωζώνη είναι αναπόφευκτη, πώς πρέπει να τη διαχειριστούμε; Και για να κάνουμε την πολιτική αυτή "άσκηση" ακόμη πιο συγκεκριμένη, τι θα έπρεπε να κάνει σε σχέση με την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. μια κυβέρνηση της Αριστεράς την "επόμενη μέρα"; Θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε αυτό το κρίσιμο ερώτημα μέσα από 6 βασικά σημεία, αφού πρώτα κάνουμε ένα γενικό σχόλιο: τόσο η Αριστερά του "εντός ευρώ" όσο και η Αριστερά του "εκτός ευρώ" συμφωνούν σε ένα πράγμα: ότι ρήξη με την Ευρωζώνη σημαίνει άμεση και μονομερή έξοδο από αυτήν. Έτσι όμως "λύνεται" χωρίς καν να συζητηθεί το κρίσμο ζήτημα: αν η ρήξη με την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. είναι υποχρεωτική (και πράγματι είναι!) πώς πρέπει να τη διαχειριστούμε; Με αυτοματισμούς του τύπου "Ρήξη = άμεση και μονομερής αποχώρηση από την Ευρωζώνη" δεν απαντάμε καθόλου σε αυτό το ερώτημα, απλώς ταυτίζουμε το πολιτικό συμπέρασμα περί του αναπόφευκτου της ρήξης με την τακτική διαχείρισης αυτής της ρήξης!     
1. Υπάρχει μια σχέση προτεραιότητας που η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει όχι μόνο να "σεβαστεί", αλλά και να αναδείξει: Ότι η ρήξη με την Ευρωζώνη και την Ε.Ε., αλλά και με το διεθνές σύστημα εν γένει (μην ξεχνάμε: υπάρχουν καπιταλισμός, ιμπεριαλισμός και λιτότητα και... εκτός Ε.Ε.), πρέπει να εδράζεται και να "νομιμοποιείται" στη σύγκρουση με το "δικό μας" σύστημα εκμετάλλευσης, το "δικό μας" καπιταλισμό, τη "δική μας" αστική τάξη. Πρέπει την "επόμενη μέρα" (στην κυριολεξία!) η κυβέρνηση της Αριστεράς να πάρει άμεσα μέτρα ανακούφισης της εργατικής τάξης, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας (αποκατάσταση του κατώτερου μισθού και σύνταξης στα προ των μνημονίων επίπεδα, αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων, δημιουργία μιας πραγματικά εργατικής Επιθεώρησης Εργασίας, αύξηση επιδόματος ανεργίας, προστασία πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς και μια "σεισάχθεια" για τα φτωχά λαϊκά στρώματα κ.λπ.), να ξηλώσει το αστικό μιντιακό σύστημα, να ενεργοποιήσει διαδικασίες ώστε να πληρώσουν όσοι καταχράστηκαν δημόσιο χρήμα ή ευθύνονται για πράξεις καταστολής ή υπονόμευσης των δημοκρατικών δικαιωμάτων, να αποκαταστήσει δικαιώματα και ελευθερίες - εννοείται όλα αυτά πέραν της "ιδρυτικής πράξης" της κατάργησης του μνημονίου. Πρέπει, με άμεσα μέτρα, ο κόσμος της εργασίας και τα θύματα της ανεργίας και της φτώχειας να ανασάνουν, να ανακτήσουν την αυτοπεποίθησή τους και να πάνε στους χώρους εργασίας με το κεφάλι ψηλά.
Με αυτό τον τρόπο, πρώτο η Αριστερά θα "οχυρωθεί" πίσω από αυτά τα μέτρα, θα αποκτήσει την πιο ενεργό και πλατιά συμμετοχή και στήριξη της εργατικής τάξης, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας, δεύτερο θα πετύχει μια ιδεολογική αποκάλυψη σε μαζική κλίμακα αποδεικνύοντας ποια μέτρα μπλοκάρουν και πολεμούν η Ε.Ε. και η Ευρωζώνη, τρίτο θα δημιουργήσει έτσι τους όρους και τα "κίνητρα" για πλατιά λαϊκά στρώματα να συστρατευτούν στην αναγκαία ρήξη με την Ευρωζώνη και την Ε.Ε.
Αν αντίθετα, η πρώτη πράξη της κυβέρνησης της Αριστεράς είναι η μονομερής έξοδος από το ευρώ, θα είναι πολύ δύσκολο έως ακατόρθωτο να δημιουργήσει αυτές τις προϋποθέσεις και, αντίθετα, θα διακινδυνεύσει να βρεθεί απέναντι σε αρνητικά ανακλαστικά του κόσμου, που πριν πάρει μια σαφή γεύση μέτρων ανακούφισης, πριν "τσεκάρει" την ειλικρίνεια των προθέσεων της κυβέρνησης της Αριστεράς, πριν ανακτήσει αυτοπεποίθηση και υπερηφάνεια, θα κληθεί να αναμετρηθεί με το φόβο μιας "περιπέτειας" με άγνωστο τέλος. (3)
Θα πρέπει με αυτό τον τρόπο να κερδηθεί η εμπιστοσύνη της εργατικής τάξης, των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας, ώστε να στρατευτεί και να "αντέξει" στις τεράστιες απαιτήσεις μιας ρήξης με την Ευρωζώνη, την Ε.Ε. και το διεθνές σύστημα. Τη ρήξη με την Ευρωζώνη πρέπει να την κάνει η «δική τους κυβέρνηση», και για να γίνει δική τους πρέπει να καταργήσει το μνημόνιο και να διώξει την τρόικα, να πάρει άμεσα μέτρα ανακούφισης της εργατικής τάξης, να πάρει άμεσα μέτρα «αφοπλισμού» των σκληρών πυρήνων της αντίδρασης (μιντιάρχες, κύκλωμα διαπλοκής, φασίστες), να πάρει άμεσα μέτρα ενάντια στην υπονόμευση από την αστική τάξη (φυγή κεφαλαίων και επιχειρήσεων, εργοδοτικά λοκ άουτ κ.λπ.).  
2. Από την άλλη, αυτά τα μέτρα θα είναι το ισχυρό όπλο της κυβέρνησης για να πυροδοτηθεί ένα ευρωπαϊκό και διεθνές "ντόμινο" αλληλεγγύης προς την Ελλάδα της ρήξης, αλλά και "μίμησης" του ελληνικού παραδείγματος στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και διεθνώς. Μια μονομερής αποχώρηση από το ευρώ "σε πρώτο χρόνο" δεν θα διευκολύνει και αντίθετα μπορεί να αναστείλει και σε κάθε περίπτωση να υποσκάψει μια τέτοια δυναμική διεθνούς αλληλεγγύης και πολιτικού - κινηματικού "ντόμινο".
Πίσω από αυτό υπάρχει ξανά μια στρατηγική ιδέα, που όμως απαντάει και σε μια άμεση, πρακτική - πολιτική ανάγκη. Η στρατηγική ιδέα είναι ότι ο σοσιαλισμός σε μία μόνο χώρα είναι ανέφικτος: η ανατροπή ξεκινά σε εθνικό επίπεδο, αλλά στερεώνεται και νικάει μόνο σε διεθνές. Και από μια πιο τακτική και πρακτικά πολιτική άποψη: αν δεν μεταδώσουμε τη "φωτιά" της ανατροπής στα μετόπισθεν του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, στις άλλες χώρες-μέλη, δεν έχουμε καμία ελπίδα. Αυτή η κατεύθυνση μόνο με ένα τρόπο υλοποιείται: χωρίς άμεση μονομερή αποχώρηση από την Ευρωζώνη και, αντίθετα, με το κέρδισμα χρόνου μέχρι να αρχίσει να λειτουργεί το ευρωπαϊκό και διεθνές πολιτικό και κινηματικό "ντόμινο". Το μήνυμα για να μπει φωτιά" στο διεθνή "κάμπο" μπορεί να είναι μόνο ένα: στην Ελλάδα, το κίνημα και η Αριστερά έδιωξαν την τρόικα, κατάργησαν τα μνημόνια και άρχισαν να ξηλώνουν το οικοδόμημα της λιτότητας. Ώστε το επόμενο βήμα να έλθει απόλυτα φυσικά: "επειδή η ιμπεριαλιστική Ευρωζώνη και Ε.Ε. τούς αρνείται αυτό το δικαίωμα, γι' αυτό είναι αναγκασμένοι να έρθουν σε ρήξη μαζί της, και θα έχουν την υποστήριξή μας σε αυτό!".
Η ρήξη με την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. θέλουν όχι μόνο μια εθνική αλλά και μια διεθνική νομιμοποιητική βάση: για τη ρήξη ευθύνεται όχι ο ελληνικός λαός και η κυβέρνηση της Αριστεράς στην Ελλάδα, αλλά ο γερμανικός ιμπεριαλισμός και οι ιμπεριαλιστές σύμμαχοί του στην Ευρωζώνη και την Ε.Ε., που τους απειλούν με στραγγαλισμό. Το ζήτημα της «νομιμοποίησης» της επιλογής ρήξης είναι σημαντικό: έχει μεγάλη σημασία τη ρήξη και την έξοδο να τη χρεωθεί ο αντίπαλος. Επιταχύνουμε τα φιλεργατικά μέτρα στο εσωτερικό, κερδίζουμε χρόνο στο εξωτερικό. Διαπραγματευόμαστε και λειτουργούμε στο κρίσιμο αυτό πρώτο διάστημα «αμυντικά»: οι απέναντι είναι οι επιθετικοί. Οχυρωνόμαστε πίσω από την «ανθρωπιστική κρίση» και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ για την προτεραιότητα των θεμελιωδών αναγκών και δικαιωμάτων των εργαζομένων σε σχέση με τις οφειλές στους δανειστές. Αν αυτοί δεν δεχτούν καν να συζητήσουν για διαγραφή χρέους, αναστολή πληρωμών τοκοχρεολυσίων και πρόγραμμα ανατροπής της λιτότητας, τότε προβαίνουμε σε «αμυντικού χαρακτήρα» μονομερή αναστολή πληρωμών τοκοχρεολυσίων. Βαδίζοντας έτσι, δεν αποφεύγουμε τη ρήξη, αλλά τη διαχειριζόμαστε με τρόπο που αφενός δίνει χρόνο και "πατήματα" για την ανάπτυξη της διεθνούς αλληλεγγύης και του κινηματικού - πολιτικού "ντόμινο" και αφετέρου μεταθέτει τις ευθύνες για τη ρήξη στο ιμπεριαλιστικό ευρωπαϊκό κέντρο, μεγιστοποιώντας έτσι τη ζημιά στο ευρωπαϊκό ιμπεριαλιστικό οικοδόμημα.    
Φυσικά, δεν μιλάμε για αναμονή μακρού χρόνου (αυτό θα ισοδυναμούσε με υποταγή), αλλά για ένα μικρό μεν αλλά κρίσιμο πρώτο διάστημα. Ένα κλασικό ιστορικό παράδειγμα για το πόσο σημαντικό είναι να εξαντληθούν τα περιθώρια για την πρόκληση διεθνούς "ντόμινο" αλλά και για να χτιστούν οι βάσεις της αλληλεγγύης και του διεθνισμού, είναι το παράδειγμα της στάσης της κυβέρνησης των Μπολσεβίκων στις διαπραγματεύσεις με το γερμανικό ιμπεριαλισμό που οδήγησαν τελικά στη συνθήκη ειρήνης του Μπρεστ - Λιτόφκ. Για να δώσουν χρόνο στη γερμανική επανάσταση αλλά και για να μη δώσουν το λάθος μήνυμα στη γερμανική εργατική τάξη ότι την προδίδουν κλείνοντας συνθήκη ειρήνης με το γερμανικό ιμπεριαλισμό πίσω από τις πλάτες της και ενάντιά της, οι Μπολσεβίκοι έφτασαν να χάσουν μεγάλο μέρος της σοβιετικής επικράτειας από τα στρατεύματα του Κάιζερ, και έκλεισαν ειρήνη υπό δυσμενείς όρους και αφού ήταν πλέον σαφές ότι το κάνουν για να σώσουν τη ρωσική επανάσταση που κινδύνευε άμεσα.
Μια τέτοια τακτική δεν μπορεί να κρατήσει για πολύ - ίσως λίγους ή και ελάχιστους μόνο μήνες. Όμως στη διάρκεια αυτού του μικρού μεν αλλά κρίσμου διαστήματος θα διερευνηθεί στην πράξη κάτι πολύ σημαντικό, που τώρα, στατικά, δεν μπορούμε να το εκτιμήσουμε: η έκταση που θα πάρει το "ντόμινο" αλληλεγγύης και ρήξης, αλλά και το μέγεθος της ζημιάς (με τη μορφή αποσταθεροποίησης, περιπλοκών κ.λπ.) που θα προκληθεί στο ευρωπαϊκό ιμπεριαλιστικό τερατούργημα της Ευρωζώνης και της Ε.Ε. Ο μάξιμουμ στόχος είναι φυσικά η ενεργοποίηση διαδικασιών διάλυσης της "υπαρκτής" Ευρωζώνης και Ε.Ε. στο έδαφος των οποίων η Αριστερά θα θέσει το αίτημα για μια ευρωπαϊκή σοσιαλιστική ομοσπονδία. Αλλά και χωρίς αυτόν, η δημιουργία περιπλοκών, αστάθειας κ.λπ. σε συνδυασμό με την ανάπτυξη σε αξιόλογη έκταση του κινηματικού - πολιτικού "ντόμινο" θα είναι μια βαθιά ανάσα για το εγχείρημα πολιτικής ανατροπής στην Ελλάδα. Γι' αυτή την πολύτιμη βαθιά ανάσα, αξίζει τον κόπο να εξαντλήσουμε όλα τα περιθώρια των κινήσεων και τακτικών που θα την εξασφαλίσουν!       
3. Αν αυτό το σύντομο αλλά κρίσιμο πρώτο διάστημα λήξει χωρίς μείζονες ανατροπές στην Ευρώπη, τότε η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα είναι ασφαλώς υποχρεωτική από την ίδια τη δυναμική των οικονομικών καταναγκασμών (προβλήματα ρευστότητας και χρηματοδότησης στην οικονομία), και η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν θα πρέπει να διστάσει ούτε στιγμή να το κάνει! Η άποψη πως οτιδήποτε είναι αποδεκτό, εκτός από την έξοδο από το ευρώ (που τάχα είναι "εξ ορισμού" καταστροφική) ισοδυναμεί με προαναγγελία συμβιβασμού και πρέπει να παραμεριστεί αποφασιστικά.
Εξίσου αποφασιστικά όμως πρέπει να παραμερίσουμε και μια άλλη άποψη: τη "συμφωνημένη" έξοδο από το ευρώ. (4) Η άποψη αυτή ξεκινά από τη διαπίστωση ενός πραγματικού προβλήματος που θα έχει να διαχειριστεί η κυβέρνηση της Αριστεράς στην περίπτωση επανόδου στο εθνικό νόμισμα: τη μη ελεγχόμενη και μεγάλου εύρους υποτίμηση του εθνικού νομίσματος. Ωστόσο, αν είναι ουτοπικό να πιστεύει κανείς ότι η Ευρωζώνη θα χρηματοδοτήσει και θα αποδεχτεί μια ανατροπή της λιτότητας εντός ευρώ, είναι εξίσου ουτοπικό να πιστέψουμε ότι η Ευρωζώνη θα στηρίξει και με μια έννοια θα χρηματοδοτήσει ένα εγχείρημα ανατροπής της λιτότητας εκτός ευρώ. Αν για την κυβέρνηση της Αριστεράς υπάρχει μια ελπίδα να γίνει αποδεκτή εντός ευρώ, αυτό θα γίνει μόνο αν αυτή η κυβέρνηση υποταχτεί πλήρως στις πολιτικές των μνημονίων - ώστε να επιβεβαιωθεί με τον πιο θεαματικό τρόπο ότι δεν υπάρχει δρόμος έξω από τα μνημόνια. Αντίστοιχα, αν μια κυβέρνηση της Αριστεράς έχει κάποια ελπίδα να εξασφαλίσει "μεταβατική" στήριξη, για το νόμισμα και την οικονομία της, για την έξοδο από το ευρώ, αυτό θα γίνει μόνο αν πρόκειται για ένα σενάριο λιτότητας εκτός ευρώ - ώστε να επιβεβαιωθεί ξανά ότι η λιτότητα εκτός ευρώ μποορεί ενδεχομένως να είναι ακόμη σκληρότερη...       
4. Το σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης με βασικό εργαλείο το εθνικό νόμισμα και ισχυρό όπλο της αύξηση των εξαγωγών (5) πρέπει να απορριφτεί, αφού είναι συνώνυμο της ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού με συμπίεση του εργατικού μισθού! Καταρχήν, για να δώσει σημαντική ώθηση στην αύξηση των εξαγωγών η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, υπονοείται ότι λόγω της υποτίμησής του θα μειωθεί το εργατικό κόστος εξαιτίας ακριβώς της υποτίμησης του νομίσματος - αλλιώς, η αύξηση των εξαγωγών πρέπει να στηριχτεί σε διαρθρωτικά πλεονεκτήματα, που είναι άσχετα με το νόμισμα. Είναι λοιπόν προφανές ότι δεν μπορεί να είναι στόχος της Αριστεράς μια τέτοια "παραγωγική ανασυγκρότηση" που συμπιέζοντας τους μισθούς θα δώσει "φτερά" στις εξαγωγές των Ελλήνων καπιταλιστών.
5. Στο μικρό αλλά κρίσιμο πρώτο διάστημα που θα πρέπει να οργανωθεί και "νομιμοποιηθεί" με τους δικούς μας όρους η ρήξη με την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. και πριν την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα (που με τα σημερινά δεδομένα μοιάζει το ισχυρότερο ενδεχόμενο σαν κατάληξη της ρήξης), θα πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσες προκλήσεις και εκβιασμοί: η φυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό, ο στραγγαλισμός των τραπεζών από διακοπή παροχής ρευστότητας από την ΕΚΤ και το πρόβλημα ρευστότητας στην οικονομία. 
α. Φυγή κεφαλαίων: Επειδή η φυγή καταθέσεων (bank run) μπορεί να εκδηλωθεί ήδη από την προεκλογική περίοδο και να αυξηθεί δραματικά τις πρώτες μέρες μετά την εκλογική νίκη της Αριστεράς, η αντιμετώπισή της θα πρέπει να είναι άμεση: αφενός άμεσος έλεγχος των τραπεζών από το Δημόσιο, αφετέρου απαγόρευση εξόδου κεφαλαίων από τη χώρα για ένα διάστημα. (Η Κύπρος "νομιμοποίησε" ένα τέτοιο μέτρο!) Για όσους μεγαλοκαπιταλιστές έχουν συμμετάσχει στη μαζική έξοδο κεφαλαίων, η απάντηση πρέπει να είναι σκληρή: η κυβέρνηση της Αριστεράς θα πρέπει να κινηθεί κατά όλων των περιουσιακών τους στοιχείων και των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων στην Ελλάδα με όλα τα διαθέσιμα μέσα. (6) Αυτή η -βέβαιη- πρώτη "ανταρσία" της αστικής τάξης πρέπει να "κατασταλεί" παραδειγματικά!  
β. Διακοπή παροχής ρευστότητας στις τράπεζες: Η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να φανεί συνεπής με τη δέσμευσή της για μια γενναία "σεισάχθεια" (διαγραφή χρεών) για τους άνεργους, τους φτωχούς εργαζόμενους, τα φτωχά λαϊκά στρώματα, ή και αναχρηματοδότηση χρεών με πιο ευνοϊκούς όρους για ένα άλλο τμήμα των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Αυτό σημαίνει ότι ένα μεγαλύτερο από το σημερινό επίσημα αποδεκτό μέρος των επισφαλειών των τραπεζών θα μετατραπεί σε άμεσες νέες κεφαλαιακές ανάγκες. Από την άλλη, το πιθανότατο κλείσιμο της στρόφιγγας παροχής ρευστότητας προς τις ελληνικής τράπεζες από την ΕΚΤ θα δημιουργήσει άμεσο πρόβλημα ρευστότητας με προφανή αποσταθεροποιητικά αποτελέσματα. Εδώ πρέπει να εξεταστούν όλα τα νόμιμα μονομερή μέτρα παροχής ρευστότητας από την Τράπεζα της Ελλάδος ακόμη και πραγματοποιώντας "απείθεια" προς την ΕΚΤ. Κυρίως όμως όλα αυτά θα δημιουργήσουν την ανάγκη για μια άμεση και ρηκτική παρέμβαση στον τραπεζικό χώρο, όπου η δημόσια ιδιοκτησία είναι η αφετηρία και όχι το τέλος της διαδρομής. Πρέπει στο έδαφος της δημόσιας ιδιοκτησίας να γίνει μια γενναία εκκαθάριση του χαρτοφυλακίου των τραπεζών με τη μέθοδο της band και good bank, αλλά εφαρμοσμένη ανάποδα: το καλό χαρτοφυλάκιο να μείνει στις υπό δημόσια ιδιοκτησία τράπεζες και το κακό χαρτοφυλάκιο να επιβαρύνει τους μεγαλομετόχους και γενικά τους ιδιώτες μετόχους. Η Κύπρος επίσης "νομιμοποίησε" μια τέτοια πρακτική εντός Ευρωζώνης: αν το "κακό" ενεργητικό των τραπεζών μπορεί να βαρύνει το δημόσιο χρέος, γιατί να μη μπορεί να βαρύνει τους ιδιώτες μετόχους; (7)
γ. Πρόβλημα ρευστότητας στην οικονομία: Πριν την τελεσίδικη επιστροφή στο εθνικό νόμισμα και για να διευκολυνθεί το κέρδισμα χρόνου στο πρώτο, μικρό αλλά κρίσιμο διάστημα, η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο μιας μορφής "διπλού νομίσματος", αλλά επίσης με "ανάποδη" λειτουργία και φιλοσοφία από αυτήν που προτείνεται από διάφορους "γκουρού" του νεοφιλελευθερισμού. (8) Δηλαδή όχι για να γίνει το ευρώ το νόμισμα των πλουσίων και η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα να πορεύονται έχοντας στα χέρια τους κάποια υποτιμημένα και αμφίβολης αξίας χρεόγραφα. Ξανά, το όριο και το κριτήριο και γι' αυτή την επιλογή είναι ταξικό: πώς θα στηριχτούν τα δικαιώματα της εργατικής τάξης και όχι πώς θα υποτιμηθεί ο εργατικός μισθός για να δώσει αναπτυξιακή ώθηση στον ελληνική καπιταλισμό. Η χρήση μιας μορφής "διπλού νομίσματος" σε αυτό το πλαίσιο και με αυτά τα κριτήρια δεν πρέπει να αποκλειστεί ούτε να θεωρείται ανέφικτη. (9)  
6. Είναι σωστό αυτό που λέγεται ότι το νόμισμα δεν παράγει αξία, αλλά αυτή η σωστή διαπίστωση καθόλου δεν σημαίνει ότι η μετάπτωση από το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα (το ευρώ) στο εθνικό νόμισμα είναι μια διαδικασία χωρίς  συνέπειες. Η πλέον σημαντική από αυτές είναι η μη ελεγχόμενη και μεγάλου ύψους υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, που, μέσω του υψηλού πληθωρισμού, μπορεί να επιφέρει μεγάλη υποτίμηση της αγοραστικής αξίας του εργατικού μισθού. Όμως, μια τέτοια, μεγάλη υποτίμηση της εργασίας και των αξιών γενικότερα δεν είναι υποχρεωτική - όπως δεν ήταν υποχρεωτική και η υποτίμηση της εργασίας που έχει ήδη επέλθει μέσω των μνημονίων και της "εσωτερικής υποτίμησης" εντός ευρώ. Όλα εξαρτώνται από το ποια τάξη έχει τη δύναμη να μεταφέρει τα βάρη μιας τέτοιας υποτίμησης στην αντίπαλή της. Και όπως μέχρι σήμερα η αστική τάξη βρήκε τα μέσα και τη δύναμη να μεταφέρει τα βάρη της "εσωτερικής υποτίμησης" στην εργασία, έτσι και στην περίπτωση επιστροφής στο εθνικό νόμισμα το ποιος θα πληρώσει την υποτίμηση εξαρτάται απόλυτα από το ταξικό πρόσημο της πολιτικής που θα εφαρμοστεί. Αν λοιπόν μιλάμε για μια μεγάλη υποτίμηση του εθνικού νομίσματος που είναι συνέπεια μιας ρήξης η οποία οργανώνεται από την Αριστερά για την εφαρμογή ενός προγράμματος ανατροπής της λιτότητας, τότε είναι καταρχήν εφικτό οι συνέπειες αυτής της υποτίμησης να μετατεθούν στην αστική τάξη.
Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο - όπως όλα, είναι πάλη. Είναι όμως σίγουρο ότι μια τέτοια μετάθεση των συνεπειών της υποτίμησης στην αντίπαλη τάξη, τους καπιταλιστές, δεν θα γίνει με "τεχνικού" χαρακτήρα λύσεις ούτε με ευφάνταστα ευρήματα, αλλά μέσα από σκληρή πάλη. Και προϋποθέτει αναπόφευκτα ένα γενναίο "κούρεμα" της αστικής τάξης, με πολλούς και συνδυασμένους τρόπους. Μια ρήξη με την ελληνική αστική τάξη και την Ευρωζώνη, δηλαδή με το εγχώριο και διεθνές σύστημα, δεν μπορεί να παραπέμπει σε εκδοχές ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού σε φιλολαϊκή βάση. Και η ελληνική Αριστερά πρέπει να αποτινάξει το ζυγό των "δύο δεν": δεν είναι ώριμες οι συνθήκες ή δεν μπορούμε να δώσουμε τη μάχη για την πολιτική εξουσία - δεν είναι ώριμες οι συνθήκες ή δεν μπορούμε να δώσουμε τη μάχη για το σοσιαλισμό. Αντίθετα με τη θεωρία των "δύο δεν", που συνιστά επανέκδοση της σταλινικής θεωρίας των σταδίων (σε αυτό το "στάδιο" φιλολαϊκή ανασυγκρότηση του καπιταλισμού, ώστε να δημιουργηθούν οι όροι για την άσκηση σοσιαλιστικών πολιτικών σε επόμενο "στάδιο"), πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν χρειαζόμαστε ένα "μίνιμουμ" πρόγραμμα αλλά ένα μεταβατικό πρόγραμμα. Ότι μια "παραγωγική ανασυγκρότηση" (10) του ελληνικού καπιταλισμού με φιλολαϊκό πρόσημο είναι ουτοπική και ανέφικτη, ιδιαίτερα στις συνθήκες της "υπαρξιακού" χαρακτήρα δομικής κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού.       
Όσον δε αφορά το ευρώ, την Ευρωζώνη και την Ε.Ε., έρχονται να υπογραμμίσουν διπλά την παραπάνω αλήθεια, αφού είτε θα λειτουργήσουν σαν το ρόπαλο της πλήρους υποταγής είτε θα γίνουν ο "επιταχυντής" προς το σοσιαλισμό - μέση λύση δεν υπάρχει! Στη βάση των "δύο δεν" η Αριστερά δεν μπορεί να κάνει απολύτως τίποτε πέρα από το να υποταχτεί! Αν θέλει να πετύχει έστω και τα ελάχιστα, θα πρέπει να βάλει πολύ σοσιαλισμό στο κρασί της αντί να το αραιώνει διαρκώς με τις αυταπάτες για φιλολαϊκή παραγωγική ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλισμού. Σε αυτές ιδιαίτερα τις συνθήκες, ακόμη και για να καταφέρεις να είσαι στοιχειωδώς συνεπής κεϊνσιανός, θα πρέπει να γίνεις "πολύ λενινιστής"... Η κλιμάκωση των σοσιαλιστικών μέτρων και της πάλης για την εξουσία είναι η μόνη ρεαλιστική απάντηση!
Συμπέρασμα
Αν μιλάμε από τη σκοπιά εφαρμογής ενός προγράμματος ανατροπής της λιτότητας, η ρήξη με την Ευρωζώνη είναι αναπόφευκτη. Και η απάντηση δεν μπορεί να είναι νομισματική (παρόλο που δεν θα πρέπει να υπάρξει ο παραμικρός δισταγμός για την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, υπό τις προϋποθέσεις που προαναφέρθηκαν), αλλά ταξική, διεθνιστική και σοσιαλιστική!
Τόσο το σχέδιο που οργανώνεται γύρω από την υπόθεση της σε κάθε περίπτωση παραμονής στην Ευρωζώνη όσο και το σχέδιο που οργανώνεται γύρω από την κεντρικότητα του εθνικού νομίσματος, είναι λάθος. Η πρώτη είναι λύση ταξικής υποταγής. Η δεύτερη δεν μπορεί να εξασφαλίσει καν την εφαρμογή για κάποιο αξιόλογο διάστημα μιας πολιτικής αριστερού και αντιμπεριαλιστικού κεϊνσιανισμού: θα οδηγήσει άμεσα σε ένα σκληρό πρόγραμμα προσαρμογής και ανασυγκρότησης του ελληνικού καπιταλισμού εκτός ευρώ. 
Ο ριζοσπαστισμός και η ρήξη δεν είναι το πρόβλημα αλλά η λύση! Και ο σοσιαλισμός δεν είναι το ερώτημα, αλλά η απάντηση!
Σημειώσεις
(1) βλέπε άρθρο "Αφού καταργήσουμε το μνημόνιο, θα καταγγείλουμε και το ευρωπαϊκό υπερ-μνημόνιο;", www.rproject.gr, 17.2.2014
(2) "Η τρόικα είναι σε αποδρομή", δήλωσε στις 15/2/2014 το μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παππάς. Η δήλωση ήταν πολύ αόριστη, ώστε να αφήνει μετέωρα όλα τα ερωτήματα: Είναι σε αποδρομή και το μνημόνιο; Και ποια είναι η άποψή του για τη μετάβαση από το ελληνικό μνημόνιο στο νευρωπαϊκό υπερ-μνημόνιο;
(3) Από αυτή την άποψη, οι δηλώσεις Ν. Βούτση, Γ. Δραγασάκη κ.λπ. ότι σε περίπτωση που η διαπραγμάτευση με την Ευρωζώνη δεν έχει αίσιο τέλος "θα καταφύγουμε στο λαό" με δημοψήφισμα κ.λπ. δεν αποσαφηνίζουν το βασικό: η "προσφυγή στο λαό" με ερωτήματα που θα αφορούν τη σχέση με την Ευρωζώνη, θα γίνει αφού πρώτα η κυβέρνηση της Αριστεράς θα πάρει μέτρα ανακούφισης  σαν αυτά που αναφέραμε, ή η λήψη αυτών των μέτρων θα είναι υπό ανασστολή ενόσω διαρκεί η διαπραγμάτευση με την Ευρωζώνη; Στην πρώτη περίπτωση, θα ισχύσουν όσα είπαμε παραπάνω: η κυβέρνηση της Αριστεράς, παίρνοντας άμεσα μέτρα ανακούφισης, θα κερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου και θα τον έχει μαζί της σε πιθανό δημοψήφισμα ύστερα από την (βέβαιη για μας) αποτυχία των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, κερδίζοντας όχι μόνο το δημοψήφισμα αλλά και μια αποφασιστική νίκη που θα μας βάλει με το δεξί στη διαδικασία της αναπόφευκτης ρήξης με την Ευρωζώνη. Αν, αντίθετα, η λήψη άμεσων μέτρων ανακούφισης ανασταλεί ενόψει της διαπραγμάτευσης και η κυβέρνηση της Αριστεράς προσφύγει σε δημοψήφισμα, τότε κινδυνεύει και να χάσει το δημοψήφισμα και να καταρρεύσει πολιτικά.  
(4) Η άποψη αυτή περιέχεται στην πολιτική πρόταση του ΑΚΕΛ, που εκπονήθηκε υπό τη γενική εποπτεία του Κώστα Λαπαβίτσα. 
(5) Μια τέτοια έμφαση και γενικότερα μια έμφαση "νομισματικού φετιχισμού" υπάρχει σαφώς στα ντοκουμέντα του "Σχεδίου Β".
(6) Η άποψη που παρουσιάζουν οι Έλληνες καπιταλιστές ότι ανά πάσα στιγμή έχουν την ευχέρεια να πάρουν τα κεφάλαιά τους και να πάνε στο εξωτερικό, ώστε μια κυβέρνηση της Αριστεράς να μη μπορεί να τους αγγίξει, συνιστά επίδειξη "άνεσης" που δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα: μπορούν να βγάλουν χρήματα στο εξωτερικό "με το πάτημα ενός κουμπιού", αλλά όχι και τις επιχειρήσεις τους και τα περιουσιακά τους στοιχεία στην Ελλάδα...
(7) Χωρίς μια τέτοια εκκαθάριση, όντως θα περάσει στη δημόσια ιδιοκτησία και πολύ "σάπιο" χαρτοφυλάκιο που θα κρατήσει τις τράπεζες για μεγάλο διάστημα σε αδυναμία να χρηματοδοτήσουν την οικονομία. Ίσως επειδή δεν τολμούν να σκεφτούν μια τέτοια λύση ή και επειδή γενικώς είναι δυσανεκτικοί με τα σενάρια της ρήξης, στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ όπως ο Γ. Δραγασάκης μιλούν για δημόσιο έλεγχο και όχι δημόσια ιδιοκτησία, προβάλλουν το σενάριο της Σουηδίας (πέρασμα στη δημόσια ιδοκτησία, "εξυγίανση" και απόδοση στον ιδιωτικό τομέα) και συστήνουν τη δημιουργία νέων επενδυτικών τραπεζών (αποδεχόμενοι ουσιαστικά ότι μέχρι να ολοκληρωθεί ο κύκλος της "εξυγίανσης" και απόδοσης ξανά στον ιδιωτικό τομέα, οι υπάρχουσες τράπεζες θα έχουν αχρηστευτεί ως μηχανισμοί χρηματοδότησης της οικονομίας).
(8) Βλέπε πρόταση του Ινστιτούτου Levy, που συνδυάζει από τη μια την έκδοση "παράλληλου νομίσματος" με τη μορφή ομολόγων με μηδενικό επιτόκιο (Geuro) για τη διευκόλυνση των εσωτερικών συναλλαγών (πληρωμή μισθών, απόδοση φόρων και γενικώς μεταβιβάσιμα) και από την άλλη πρόσληψη 550.000 εργαζομένων με το σημερινό κατώτατο μισθό (586 ευρώ) που θα πληρώνονται σε Geuro. Προφανώς μια τέτοια εκδοχή "παράλληλου νομίσματος" δεν μπορεί να φορά τη δική μας Αριστερά. Η μεγάλη διαφορά δεν είναι στα "τεχνικά" στοιχεία της πρότασης, αλλά στο ταξικό της πλαίσιο και τις ταξικές της στοχεύσεις, και άρα σε ποιο συνολικό, πολιτικό και προγραμματικό πλαίσιο τοποθετείται. Όλες οι διευθετήσεις και τα εργαλεία που αφορούν το νόμισμα ή "υποκατάστατά" του διαβεσολαβούν και γίνονται όργανα ταξικών πολιτικών. Δεν κρίνονται λοιπόν από τα "τεχνικά" τους στοιχεία (παρόλο που και αυτά είναι μεγάλης σημασίας και θέλουν ιδιαίτερη προσοχή), αλλά από τους ταξικούς σκοπούς που θέλουν να υπηρετήσουν. Αυτό σημαίνει -μεταξύ άλλων - ότι είμαστε ενάντια στο "νομισματικό φετιχισμό", είτε θετικό είτε αρνητικό.    
(9) Όπως ακριβώς με τις τράπεζες η εκκαθάριση του χαρτοφυλακίου τους με τη μέθοδο του χωρισμού σε band και good bank μπορεί να φορτώσει το "σάπιο" χαρτοφυλάκιο είτε στο Δημόσιο (όπως έγινε στην Κύπρο, στην Ελλάδα και παντού) είτε στους ιδιώτες μετόχους πετάγοντάς τους έξω από τις τράπεζες, έτσι και με το διπλό νόμισμα: μπορεί να είναι είτε όργανο της λιτότητας (να έχει η αστική τάξη το ευρώ και η εργατική τάξη υποτιμημένα χρεόγραφα για υποτιμημένους μισθούς) είτε το όργανο μιας ταξικής πολιτικής υπέρ της εργατικής τάξης. Σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση, που προϋποθέτει αυστηρό προσδιορισμό και κρατικές εγγυήσεις για τη λειτουργία ενός τέτοιου "παράλληλου νομίσματος", πρέπει αυτονόητα να συνδυάζεται και με μέτρα αύξησης των μισθών, ελέγχου και περιορισμού στην κίνηση κεφαλαίων, εξοστρακισμού των ιδιωτών μεγαλομετόχων από τις τράπεζες κ.λπ.
(10) Η "παραγωγική ανασυγκρότηση" έχει γίνει τα τελευταία χρόνια μια σχεδόν "μυθική" έννοια στους χώρους της Αριστεράς. Αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο: είναι η έννοια-κλειδί για τους πολιτικούς χώρους, τις τάσεις και τα ρεύματα που χωρίς να το διακηρρύσσουν ευθέως, έχουν την αντίληψη των "σταδίων": η κυβέρνηση της Αριστεράς σε ένα πρώτο στάδιο δεν θα πάρει σοσιαλιστικά μέτρα, αλλά απλώς θα ανασυγκροτήσει παραγωγικά "την οικονομία". Επειδή όμως η "οικονομία" δεν είναι ουδέτερο έδαφος που πάνω του οι κυβερνήσεις της Δεξιάς ή της Αριστεράς εφαρμόζουν σχέδια "ανασυγκρότησης", αλλά είναι καπιταλιστική οικονομία, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ευθύς εξαρχής αν ο στόχος σε αυτό το πρώτο "στάδιο" είναι να ανασυγκροτήσουμε σε "παραγωγική βάση" τον καπιταλισμό. Και για να το θέσουμε από μια άλλη σκοπιά: Σε συνθήκες όπου οι καπιταλιστές έχουν την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και όπου ελέγχουν όλους τους μηχανισμούς" της οικονομίας, οι πόροι (επενδύσεις και εργαζόμενοι) κατανέμονται με βάση το κέρδος και τον ανταγωνισμό των ιδιωτικών κεφαλαίων για το κέρδος. Και επιπλέον, οι 'Ελληνες καπιταλιστές, από τον πιο μικρό ως τον πιο μεγάλο, έχουν "προικοδοτηθεί" με μια γενναία μείωση του εργατικού κόστους και με τη διάλυση των εργασιακών σχσέσεων στα χρόνια του μνημονίου. Πώς φαντάζονται οι οπαδοί της θεωρίας των σταδίων την "παραγωγική ανασυγκρότηση" χωρίς να αμφισβητηθούν όλα αυτά; Αν, από την άλλη, αμφισβητηθούν όλα αυτά, αν θιγεί η καπιταλιστική ιδιοκτησία και η παραγωγή για το κέρδος, τότε δεν θα μιλάμε για σοσιαλιστικά μέτρα, οπότε πάει περίπατο η θεωρία των σταδίων;

Τα ίδια ακριβώς ισχύουν και για την πιο ριζοσπαστική εκδοχή της έννοιας "κοινωνία των αναγκών": αυτή η "κοινωνία των αναγκών" είναι ο "φιλολαϊκά ανασυγκροτούμενος" καπιταλισμός ή ο σοσιαλισμός; Ή κάποιο καινοφανές υβρίδιο των δύο; 

*Μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ      

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου