Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

ΑΛΛΑΓΗ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΟΣ ΤΩΡΑ! / Π. Σωτήρης

Του ΠΑΝ. ΣΩΤΗΡΗ*

Η αέναη επίκληση μιας κρίσης που βαθαίνει και ενός λαού που διαρκώς ξεσηκώνεται, ρητορική που διαπερνά τις περισσότερες τοποθετήσεις της Αριστεράς, δεν μπορεί να υποκαταστήσει την αναμέτρηση με την πρωτοτυπία της συγκυρίας.

Προφανώς, η ύφεση στην ελληνική οικονομία συνεχίζεται οξύνοντας ακόμη περισσότερο την κοινωνική κρίση, ενώ όλα δείχνουν ότι δύσκολα η κυβέρνηση θα αποφύγει την λήψη νέων μέτρων, δηλ. επιπλέον περικοπών που...
με την σειρά τους θα συντηρήσουν τις υφεσιακές δυναμικές. Την ίδια στιγμή σε ένα τοπίο όπου ήδη έχουν εμπεδωθεί εξαιρετικά ελαστικές σχέσεις εργασίας και τεράστια μείωση του κόστους εργασίας διάφοροι επιχειρηματικοί κύκλοι σπεύδουν να πλασαριστούν, ιδίως μέσα από το εντυπωσιακό ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας και την «απελευθέρωση κλάδων» που είναι σε εξέλιξη, οικοδομώντας ταυτόχρονα και μια συμμαχία γύρω από την κυβερνητική πολιτική. Άλλωστε, όπως έχουμε τονίσει πολλές φορές, το περιβόητο success story μπορεί να μην υπήρξε ποτέ, όμως υπήρξαν πολλά μικρά success stories μεμονωμένων εταιριών. Άρα το κυρίαρχο μπλοκ ανασυγκροτείται, έστω και σε ένα δύσβατο έδαφος γι' αυτό.

Όμως, το πιο σημαντικό είναι η κατάσταση του ίδιου του λαϊκού παράγοντα. Προφανώς και η εξαθλίωση της κοινωνίας βαθαίνει. Πλάι στην τεράστια μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και την αύξηση της ανεργίας, μεγάλα τμήματα του πληθυσμού έχουν να αντιμετωπίσουν και την απώλεια πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες και αγαθά, από το ηλεκτρικό ρεύμα μέχρι την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Όμως, η ένταση της εξαθλίωσης δεν συνεπάγεται από μόνη της και εξέγερση της κοινωνίας. Αυτό απαιτεί και συγκεκριμένους πολιτικούς και ιδεολογικούς όρους: να διαπερνάται η κοινωνία από την ελπίδα ότι μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα, να εμπνέονται κομμάτια του πληθυσμού από μια εναλλακτική αφήγηση, να υπάρχουν συλλογικές μορφές που να αποπνέουν την αίσθηση της αποτελεσματικότητας.

Και εδώ είναι που βρίσκεται η συμπύκνωση της αντίφασης. Εάν από το Μάη του 2010 μέχρι τον Ιούνη του 2012 η ελληνική κοινωνία βρέθηκε σε έναν εξεγερσιακό κύκλο, πρωτοφανή για ευρωπαϊκή χώρα τις τελευταίες δεκαετίες, έναν κύκλο που συνεχίστηκε εν μέρει μέχρι και τις κινητοποιήσεις του φθινοπώρου του 2012, έκτοτε είναι σαφές ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει. Όχι γιατί δεν υπάρχουν αγώνες - κάθε άλλο υπήρξαν αντιστάσεις μεγάλες με πραγματικό ηρωισμό, οι διοικητικοί, οι καθαρίστριες, οι κάτοικοι της Χαλκιδικής είναι τέτοια παραδείγματα – αλλά γιατί δεν υπάρχει η ίδια αίσθηση ότι είναι σε κινητοποίηση μια ολόκληρη κοινωνία και ότι υπάρχει συλλογική αισιοδοξία ότι μπορούν να πάνε τα πράγματα αλλιώς. Ας μην ξεχνάμε ότι οι μεγάλες ανατροπές προϋποθέτουν όχι την απελπισία αλλά ένα ελάχιστο χνάρι ελπίδας, μια συλλογική εμπιστοσύνη πως όλα αυτά μπορούν να έχουν αποτέλεσμα. Αντίθετα έχουμε μια κοινωνία αποκαρδιωμένη, καταδικαστική απέναντι σε όποιον θεωρεί υπεύθυνο αλλά και επιφυλακτική απέναντι σε όποιον παρουσιάζεται ως αντιπολίτευση.

Ακόμη χειρότερα, μπορεί κανείς να πει ότι η συγκυρία της υποχώρησης του εξεγερσιακού κύκλου οδηγεί σε κοινωνία μειωμένων προσδοκιών, σε μια κοινωνία έτοιμη να θεωρήσει, μέσα στην αγωνία για την καθημερινή επιβίωση, λύση οποιοδήποτε βήμα είτε περιορισμένης αναδιανομής είτε απασχόλησης, έστω και με δυσμενέστερους όρους. Εξ ου και η προσπάθεια της κυβέρνησης να βρει έναν τρόπο να δημιουργήσει mini-jobs και μια προσδοκία ανακοπής της ύφεσης, μπας και ανακόψει και την καθοδική εκλογική πορεία της.

Κατά παράδοξο, όμως, τρόπο στο κλίμα υποχώρησης των αγώνων επενδύει και η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Η ολοένα και πιο δεξιά στροφή της οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, αποτέλεσμα πραγματικών πολιτικών και ιδεολογικών ορίων, με πιο χαρακτηριστικό τον αθεράπευτο ευρωπαϊσμό του και την ευλαβική αποδοχή του ευρώ, έρχεται να συναντηθεί με την αποκαρδίωση της κοινωνίας. Πλέον, η πιθανότητα εκλογικής επιτυχίας του ΣΥΡΙΖΑ, με όρους κοινωνικής δυναμικής και προσδοκιών, δεν είναι η εκρηκτική πίεση για ανατροπή του Μάη του 2012 αλλά οι «μειωμένες προσδοκίες» για μια κυβερνητική εναλλαγή ενός συστημικών ορίων.

Φαίνεται ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει στο νου της το ακόλουθο σενάριο: η κυβέρνηση της ΝΔ θα πάρει τα περισσότερα μέτρα, μετά θα καταρρεύσει, ο ΣΥΡΙΖΑ θα ανέβει στην εξουσία ακριβώς όταν η ΕΕ θα αρχίζει να συνειδητοποιεί τα όρια των πολιτικών της οπότε θα έχει το περιθώριο μιας μικρής αναδιανομής αλλά και της μικρής ανάκαμψης μετά το τέλος της ύφεσης.

Μόνο που αυτό το σενάριο κάθε άλλο παρά βέβαιο είναι ότι ευοδωθεί. Ούτε δεδομένη είναι η στάση των Ευρωπαίων – ο ωμός εκβιασμός και η υπονόμευση μοιάζει να είναι μάλλον το κύριο ενδεχόμενο. Ούτε είναι βέβαιο ότι θα είναι τόσο ομαλή η επαναδιαπραγμάτευση του χρέους και της λιτότητας ιδίως από τη στιγμή που η ρήξη με το ευρώ και η παύση πληρωμών / διαγραφή του χρέους αποκηρύσσονται εξαρχής.
Όμως και η αντικαπιταλιστική Αριστερά δείχνει να προσαρμόζεται σε μια τέτοια κατεύθυνση, παρά την αναμφίβολα μεγάλη συνεισφορά σε όλους τους αγώνες που ξέσπασαν το τελευταίο διάστημα. Η πιο χαρακτηριστική συμπύκνωση του προβλήματος είναι η νέα παλινωδία γύρω από το θέμα της μετωπικής συμπόρευσης της Αριστεράς που επιθυμεί τη ρήξη με το ευρώ και την ΕΕ.

Η απροθυμία αυτή δεν είναι άσχετη με την υποχώρηση του κινήματος και την πίεση που ασκούσε σε μια μετωπική κατεύθυνση. Ας μην ξεχνάμε ότι υπόθεση της συμπόρευσης δεν ξεκίνησε το 2012 αλλά αρκετά πριν, ήδη από το 2010, όταν μέσα στη συγκυρία των μεγάλων κινητοποιήσεων, των πρώτων μνημονίων αλλά και της απήχησης που ολοένα και περισσότερο είχαν οι απόψεις που επέμεναν στη διαγραφή του χρέους και την έξοδο από το ευρώ, φάνηκε ότι υπήρχαν ευρύτερα ρεύματα που μπορούσαν να συγκλίνουν.
Ας μην ξεχνάμε ότι πολύ πριν φτάσουμε στη σημερινή συζήτηση κατά βάση ανάμεσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το Σχέδιο Β, η αρχική συζήτηση αφορούσε και κομμάτια όπως το Αριστερό Ρεύμα, που έπαιρνε ρητή θέση κατά του ευρώ, άλλη τμήματα του ΣΥΡΙΖΑ (π.χ. όσες και όσους συσπειρώθηκαν γύρω από την αρχική εκδοχή του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής) κ.ά. Ότι τότε δεν υπήρξε ετοιμότητα και αποφασιστικότητα για τη διαμόρφωση ενός αριστερού ριζοσπαστικού μετώπου, που έστω και με το τίμημα «εσωκομματικών» ρήξεων θα έφτιαχνε έναν άλλο συσχετισμό στην Αριστερά, είχε κόστος αργότερα, καθώς έλειψε, ιδίως στην κορύφωση των «Πλατειών» και των μεγάλων κινητοποιήσεων που ακολούθησαν, ένας χώρος που να συνδυάζει την κινηματική αποφασιστικότητα με το αναγκαίο μεταβατικό πρόγραμμα. Έτσι, οδηγηθήκαμε στην εκρηκτική αντίφαση ανάμεσα στη δυναμική που εξέφρασε η στήριξη στο ΣΥΡΙΖΑ και την πραγματική πολιτική δράση του που κινείται ολοένα και δεξιόστροφα.

Παρ' όλα αυτά και μετά τις εκλογές του 2012, υπήρχε και υπάρχει η πραγματική ανάγκη για έναν τρίτο αριστερό πόλο, γύρω από τη ρήξη με χρέος, ευρώ και ΕΕ και την επιμονή σε έναν άλλο δρόμο, ταυτόχρονα ανασυγκρότησης και σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Ένας τέτοιος πόλος θα έπρεπε να ξεφύγει από μια λογική «αριστερής καταγγελίας» να κάνει πραγματικές προγραμματικές τομές, ξεπερνώντας την ευκολία των απλών συνθημάτων, και πάνω από όλα να αναμετρηθεί με τα ερωτήματα της εξουσίας, και της ηγεμονίας. Ένα τέτοιο αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο, ακόμη και εάν δεν μπορούσε σε πρώτη φάση να ανατρέψει εκλογικούς συσχετισμούς, θα διαμόρφωνε άλλο συσχετισμό μέσα στην Αριστερά, να αντιπαλεύει μέσα από την προβολή μιας συγκεκριμένης εναλλακτικής αφήγησης την αποκαρδίωση και την απελπισία, να είναι σε θέση όταν τυχόν κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ προσέκρουσε σε ανεπίλυτες αντιφάσεις να μπορεί να έχει καταλυτικό ρόλο.

Ωστόσο αυτή η κατεύθυνση εξακολουθεί να προσκρούει σε συγκεκριμένες λογικές. Ότι το «μέτωπο της άρνησης» της συμπόρευσης μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ διαρκώς επικαλείται την αυτοτέλεια της επαναστατικής Αριστεράς, δεν αναιρεί ότι στην πραγματικότητα σκέπτεται μόνο με όρους μιας «αντικαπιταλιστικής ομάδας πίεσης» προς το ΣΥΡΙΖΑ. Από την άλλη είχαμε τη συνεχή ταλάντευση ανάμεσα σε μια λογική αριστερού μετώπου και μια λογική «πόλου της αντικαπιταλιστικής - επαναστατικής Αριστεράς» που οδηγούσε σε ατέλειωτη λογική απαίτησης «εγγυήσεων», ως εάν η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να μην μπορεί να πάρει ποτέ θέση. Η υποτίμηση της μετωπικής λογικής είναι αποτέλεσμα και της φοβικής αντιμετώπισης του ερωτήματος της εξουσίας και της ηγεμονίας – δεν αποτελεί απάντηση η γενικόλογη απόρριψη των «κυβερνήσεων εντός του συστήματος» – που τελικά κάνει την επίκληση στην «αντικαπιταλιστική επανάσταση» μια αδύναμη απάντηση στην εκλογική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ.

Όμως, δεν βοήθησε ούτε η άλλη ταλάντευση, ανάμεσα στο αίτημα ενός αριστερού ριζοσπαστικού μετώπου και τον διαρκή πειρασμό για «κόμμα της δραχμής» με έναν ιδιότυπο μετα-αριστερό λαϊκισμό. Όμως, από την ελληνική κοινωνία δεν λείπει απλώς ο σωστός «λαϊκός» και «απλός - κατανοητός» λόγος που θα την συνεπάρει, αλλά μια αριστερή πολιτική με πραγματική γείωση μέσα στο λαό και τους αγώνες, με οικοδόμηση συλλογικών μορφών οργάνωσης και όχι απλώς επικοινωνιακών διαύλων, με συστηματική επεξεργασία του «άλλου δρόμου» ως ταξικής στρατηγικής.
Όλα αυτά δείχνουν ότι χρειαζόμαστε μια «αλλαγή παραδείγματος» μέσα στη ριζοσπαστική Αριστερά. Μια ριζική αλλαγή συσχετισμών, αντιλήψεων, νοοτροπιών. Σήμερα υπάρχουν λογικές, πρακτικές, «ιστορικές ηγεσίες» που μας εμποδίζουν να συναντηθούμε με μεγάλες και κρίσιμες προκλήσεις. Ήταν και είναι οργανώσεις και ρεύματα που την «ποίησή τους» δεν την αντλούν από το μέλλον των ανατρεπτικών δυνατοτήτων της εποχής αλλά από το παρελθόν της ήττας και των φοβικών αντανακλαστικών.

Σήμερα είναι απόλυτα προφανές ότι η συγκυρία της ηγεμονικής κρίσης, της συστημικής βίας των μνημονίων και της ακραίας μετάλλαξης της ΕΕ, και έχει αντικειμενικά διαμορφώσει έναν πολιτικό χώρο που είναι ακάλυπτος. Είναι ο χώρος μιας αντιευρωπαϊκής Αριστεράς, μιας σύγχρονης γραμμής σοσιαλιστικού μετασχηματισμού και εθνικής ανεξαρτησίας, που να μπορεί να αναμετρηθεί με το ερώτημα της ηγεμονίας και σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής. Ότι από διαφορετικές πλευρές τόσο ο κλασικός αριστερισμός όσο και ο μεταμοντέρνος αριστερός λαϊκισμός αδυνατούν να κατανοήσουν αυτή την αναγκαιότητα είναι ένδειξη της κρίσης. Όπως ένδειξη της κρίσης είναι ότι όσες και όσοι μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ έχουν τέτοιες αγωνίες – κύρια συσπειρωμένοι μέσα στην Αριστερή Πλατφόρμα αλλά και αλλού – υφίστανται ταυτόχρονα τα αδιέξοδα του παραγκωνισμού αλλά και τους «πειρασμούς» ενός δυνάμει κόμματος εξουσίας.

Επομένως μέσα στο τοπίο της ριζοσπαστικής Αριστεράς σήμερα θέλουμε νέα προσεγγίσεις και νέες σκέψεις και νέες πρακτικές. Ούτε εύκολες «φανέλες» που αποδεικνύονται «πουκάμισα αδειανά», ούτε σχήματα «μιας χρήσης». Αποφεύγοντας τις ρήξεις χωρίς προσανατολισμό αλλά και τον εγκλωβισμό στη στασιμότητα της πεπατημένης. Για να οικοδομήσουμε έναν άλλο πραγματικό συσχετισμό, πλατφόρμες, επεξεργασίες και πρακτικές που να φέρνουν κοντά όλες τις αναζητήσεις, τις ευαισθησίες και τις αγωνίες για την Αριστερά της εξουσίας, της ηγεμονίας και του μετασχηματισμού, για την Αριστερά του σύγχρονου ιστορικού μπλοκ, για την Αριστερά του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα.



* Ο Παναγιώτης Σωτήρης είναι μέλος του ΚΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου