Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

Η αριστερά ως Άμλετ: «Να διαλυθεί ή να μη διαλυθεί η Χρυσή Αυγή, ιδού η απορία»

του Λ. Ε.


Οι δυνάμεις που προέρχονται από το κομμουνιστικό, αριστερό, εργατικό κίνημα –άσχετα από τη σημερινή τους θέση στην πολιτική γεωγραφία– έχουν δείξει οι περισσότερες μια στάση αρχών στο πρόβλημα του ρατσισμού. Εντυπωσιακή. Έχουν σταθεί με...
γενναιότητα δίπλα στους μετανάστες, τους σημερινούς ταπεινούς και καταφρονεμένους, τους ξεριζωμένους από κάθε σημείο του πλανήτη, της κάθε θρησκείας και κουλτούρας. Με σοβαρό πολιτικό τίμημα.

Την ίδια στιγμή όλες σχεδόν διέπρατταν ένα σοβαρότατο πολιτικό λάθος. Αποδέχονταν τη διχαστική πονηριά των φασιστών, τη διαίρεση του κόσμου της εργασίας σε Έλληνες και ξένους, αποδέχονταν τον ρόλο του άλλου πόλου με ένα σχεδόν χριστιανικό τρόπο. Δεν έμπαιναν στο μυαλό και την ψυχή των γηγενών στις συνοικίες της παρακμής, δεν αισθάνονταν τα βιώματα ταπείνωσης και τα πρακτικά προβλήματα της συμβίωσης, δεν κατανοούσαν τους συμβολισμούς, δεν μπόρεσαν να προβάλουν μια εναλλακτική πολιτική στη βάση του «προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε», με τέτοιο τρόπο που να γίνεται αισθητή κι από τις δύο πλευρές -όχι μόνο από τη μία, τους μετανάστες. Και το τίμημα ήταν πολύ βαρύ. Η εκρηκτική άνοδος της Χρυσής Αυγής. Δεν ήταν ούτε νομοτελειακή, ούτε αναπόφευκτη, ούτε αποτέλεσμα μόνο σχεδίου του συστήματος η απώλεια από την αριστερά της ηγεμονίας σε εργατικές συνοικίες σαν την Κοκκινιά ή το Κερατσίνι. Και μάλιστα σε συνθήκες κρίσης, που θα μπορούσε να ριζοσπαστικοποιήσει τον λαϊκό κόσμο, αντί αυτός να υποτάσσεται στην αποτρόπαιη γοητεία μιας τόσο καταστροφικής δύναμης, των ναζιστών.

Σήμερα, κι όλο αυτόν τον καιρό, οι δυνάμεις αυτές αριστερής προέλευσης, κάνουν κι επαναλαμβάνουν ένα δεύτερο λάθος. Είναι βέβαια πρώτες στην αντιφασιστική δράση. Είναι πρώτες στις διαδηλώσεις, ακόμα και με προσωπικό κίνδυνο του κάθε διαδηλωτή. Είναι πρώτες στην καταγγελία των εκδηλώσεων βίας των εγχωρίων SS, με την κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική δράση. Είναι πρώτες στην απαίτηση αυστηρών ποινών για τους χρυσαυγίτες και τους συνεργάτες τους μέσα στις κρατικές υπηρεσίες. Την ίδια στιγμή όμως δείχνουν μια εντυπωσιακή ανοχή στη νομική και πολιτική επιβίωση της Χρυσής Αυγής.

Είναι ευεξήγητο γιατί δεν ζητάν τη θέση της Χρυσής Αυγής εκτός νόμου. Και η εξήγηση δεν είναι χωρίς νόημα. Και δεν είναι ακατανόητη. Στην πρόσφατη πολιτική ιστορία της Ελλάδας οι κομμουνιστές έμπαιναν στην παρανομία, τις εξορίες, τα στρατόπεδα, τις εκτελέσεις. Οι φασίστες ζούσαν και βασίλευαν. Ήταν και σε κυβερνήσεις ακόμα – του Μεταξά, της επταετίας των συνταγματαρχών. Αν απονομιμοποιήσουν τη Χρυσή Αυγή σήμερα, θα θέσουν εκτός νόμου την αριστερά αύριο. Ήδη μιλάν για τα δύο άκρα. Είναι το ένστικτο της αυτοσυντήρησης πίσω από αυτό το μη αναμενόμενο και παράξενο «όχι» από τον χώρο της ιστορικής αριστεράς στη διάλυση της Χρυσής Αυγής.
Το επιχείρημα είναι υπαρκτό, αλλά όχι ισχυρό. Μας παραπέμπει σε ένα τραγικό παρελθόν της επαναστατικής αριστεράς. Σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας ζητούσε την ελευθερία πολιτικής δράσης για τον εαυτό της και για τους άλλους. Σε συνθήκες «μετάβασης στον σοσιαλισμό» -ας το πούμε έτσι για να συνεννοηθούμε– απαγόρευε τη δράση των πάντων που δεν συμφωνούσαν μαζί της. Όχι απλά ακροδεξιών. Αλλά Μενσεβίκων, Εσέρων, Αγροτιστών, Ριζοσπαστών, Σοσιαλιστών, Σοσιαλδημοκρατών, Τροτσκιστών.

Αυτή η διεστραμμένη άποψη ότι η αριστερά μπορεί να προβάλλει άλλες θέσεις όταν είναι από «κάτω» κι άλλες όταν είναι από «πάνω» δεν έχει θέση σήμερα. Φαντάζεται κανείς με μια αριστερή εξουσία -και δεν λέω απλώς «κυβέρνηση»- να γίνονται παρελάσεις με πυρσούς τύπου Νιρεμβέργης, να κυκλοφορούν στο δρόμο συντεταγμένοι μελανοχίτωνες, να αντιμετωπίζονται με σνομπισμό κηρύγματα βίας σε βάρος των Εβραίων ή των Πακιστανών, να λειτουργούν ναζιστικά δίκτυα σε σχολεία και γυμνάσια;

Στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, μια από τις μεθόδους της δίωξης των κομμουνιστών που αναζητούσαν μια δραστηριότητα για να ζήσουν, είτε ένα καροτσάκι με βιβλία είτε ένα μικρό καφενείο, ήταν η παραβίαση των αγορανομικών διατάξεων. Η θέση της αριστεράς δεν μπορούσε να είναι, και δεν ήταν, να καταργηθεί κάθε αγορανομική διάταξη, αλλά να αποδείξει ότι δεν υπήρχε παραβίαση, ότι η παραπομπή στα δικαστήρια γίνεται όχι γιατί το γιαούρτι είναι λιποβαρές, αλλά γιατί ο αυτός που έχει το καφενείο είναι κομμουνιστής.

Όλοι ξέρουμε πια τις παγίδες της άποψης «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Κανένας ιερός ταξικός σκοπός δεν μπορεί κάνει την αριστερά να χρησιμοποιήσει τα μέσα της Χρυσής Αυγής. Και η μόνη βία που η αριστερά αναγνωρίζει είναι η αυτοάμυνα, είτε σε διαστάσεις ατομικού περιστατικού, είτε σε μεγάλες κοινωνικές, κινηματικές διαστάσεις. Και στη βάση αυτή μπορεί να δημιουργήσει ένα ευρύ λαϊκό δίκτυο προστασίας γύρω της. Το σύστημα δεν είχε χρειασθεί καμία προηγούμενη διάλυση κάποιας Χρυσής Αυγής για να περάσει το «ιδιώνυμο» του Βενιζέλου ή να θέσει το ΚΚΕ εκτός νόμου, ή να κλείσει τους τίμιους λαϊκούς αγωνιστές στην Ακροναυπλία και να τους παραδώσει στους Γερμανούς.

Με αυτή την έννοια είναι ένα σημαντικό βήμα μπροστά και στις επεξεργασίες και στην ειλικρίνεια και στην πολιτική αντίληψη και για το καλό του τόπου η θέση του Σχεδίου Β για τη διάλυση της Χρυσής Αυγής. Πολύ περισσότερο που δεν χρειάζεται καμία παράκαμψη του Συντάγματος, μόνο η αξιοποίηση του Ποινικού Δικαίου, για τον χαρακτηρισμό της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης, την άμεση διάλυσή της, την παραδειγματική τιμωρία όλων, αναλόγως με τον βαθμό εμπλοκής τους, σε ενέργειες βίας, στις οποίες αρχηγοί, εμπνευστές και αρχινονοί είναι οι Μιχαλολιάκοι και οι Κασιδιάρηδες.

Ο άλλος δρόμος είναι αυτός που ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και σε ένα βαθμό και το ΚΚΕ. Να μη θέτεις θέμα διάλυσης της Χρυσής Αυγής, να επισκέπτεσαι τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας -για μια ακόμη φορά– για να ζητήσεις συνάντηση όλων των πολιτικών αρχηγών, να μπαίνεις –για μια ακόμη φορά– στο χρεωκοπημένο κάδρο ενός διαφθαρμένου και χρεωκοπημένου πολιτικού συστήματος και να θέτεις με μια γκρίζα εικόνα εθνικής ομοφωνίας σε δεύτερη και τρίτη μοίρα την υπ΄αριθμόν ένα προτεραιότητα για να ξεριζώσεις τον ναζισμό από την ελληνική κοινωνία: Με την κατάργηση του αντικοινωνικού εξτρεμισμού της Ευρωζώνης και του ΔΝΤ, την άμεση βελτίωση της ζωής για τα λαϊκά στρώματα, τη δυνατότητα να αισθανθούν ένα κράτος κοινωνικό, προστατευτικό και μητρικό και να ξαναβρούν την αισιοδοξία για το αύριο. Μόνο σε τέτοιες συνθήκες θα μπορέσει όλος ο ελληνικός λαός να επανεκτιμήσει την αξία της Δημοκρατίας και να κατανοήσει το θανάσιμο κίνδυνο από τα δήγματα του ναζιστικού όφεως.

http://sxedio-b.gr/index.php/articles/item/331-aristeraamlet

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου