Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

Παν. Μαυροειδής- Σκέψεις για το συνέδριο και την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ

του Παν. Μαυροειδή*
Είναι λογικό την επομένη μιας μαζικής πολιτικής διαδικασίας ενός πολιτικού φορέα της αριστεράς να κυριαρχεί το αισιόδοξο στοιχείο. Ακόμη και αν οι οργανωτικές αντιπαραθέσεις - πανταχού παρούσες ως λανθάνουσα μορφή πολιτικών ζητημάτων που έχουν τεθεί κάτω από το χαλάκι- έχουν σε ένα βαθμό τσαλακώσει την πολιτική αυτοπεποίθηση…
Είναι λοιπόν αναγκαίο, τουλάχιστον σε...
αυτές τις στιγμές, να κρίνονται οι πολιτικές στοχεύσεις, πριν απ’ όλα με βάση τις νεότατες πολιτικές διακηρύξεις και ανακοινωμένες στοχεύσεις. Καθένας δικαιούται (και οφείλει) να πηγαίνει και πέρα από τα γραπτά και τις διακηρύξεις, αλλά υποχρεούται να κάνει τον κόπο να ασχοληθεί και με ότι κάποιοι σύνεδροι κατέληξαν.
 
Ο κόσμος έχει τη δική του σοφία.
Είναι βαθειά πεισμένος πως αν ένα κόμμα λέει δέκα, εννοεί τα πέντε και από αυτά θα κάνει τα δύο, είτε γιατί δεν μπόρεσε, είτε γιατί δείλιασε, είτε γιατί …φταίγανε κάποιοι άλλοι.
Καμιά φορά νομίζουμε ότι ο κόσμος είναι εύπιστος, ξεχνάει εύκολα και δίνει ακάλυπτες επιταγές για να απογοητευτεί στη συνέχεια. Συνήθως δεν είναι ακριβώς έτσι. Αντίθετα, οι άνθρωποι κάνουν τον παραπάνω ιδιότυπο λογαριασμό, όχι με τον ίδιο τρόπο φυσικά ο καθένας. Αξιολογούν τα ‘’δέκα πράγματα’’ που υπόσχεται ένας πολιτικός φορέας, ζυγίζουν τα ‘’πέντε’’ που πιστεύουν ότι θα πεταχτούν εξ αρχής στη θάλασσα και ίσως περισσότερο ξεψαχνίζουν τα ένα-δύο ξεχωριστά πράγματα που πιστεύουν ότι θα γίνουν πράξη με ισχυρή πιθανότητα. Αξίζουν τον κόπο ή όχι;
Το ότι αυτή η αντιμετώπιση δεν αφορά μόνο τα χιλιο-ταϊσμένα αστικά κόμματα εξουσίας, δεξιά ή σοσιαλδημοκρατικά, αλλά και τις αριστερές δυνάμεις, είναι ένα γεγονός που δεν μπορεί να φορτωθεί στην …άγνοια του κόσμου και την αδυναμία να ….ξεχωρίσει. Αντίθετα, έχει τη βάση του, στην αρνητική για τα λαϊκά συμφέροντα παράδοση της αριστεράς, κάθε φορά που μπαίνει σε παιχνίδι διαχείρισης εντός του συστήματος.
 
Τα ‘’δέκα πράγματα’’ που υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ
Θα ξεκινήσουμε κάποιους συλλογισμούς ανάποδα. Από την καλή, την καλύτερη εκδοχή των πραγμάτων, όπως τουλάχιστον αυτή την ορίζει το σχέδιο πολιτικής απόφασης του πρώτου συνεδρίου της απόφασης (η οριστική μορφή της απόφασης, όταν γράφονταν αυτό το κείμενο, δεν είχε διατυπωθεί).
 
Πρέπει κανείς ασφαλώς να συμφωνήσει με τον νεοεκλεγμένο πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, που είπε και στο συνέδριο, πως ‘’ψηφίζοντας ΣΥΡΙΖΑ ο κόσμος, δεν σημαίνει πως έγινε και αριστερός’’. Συνεπώς, τόσο οι ψηφοφόροι, όσο και εκείνα τα χιλιάδες μέλη (πάνω από τους μισούς ειπώθηκε) που έτρεξαν να γραφτούν στο ΣΥΡΙΖΑ ακριβώς τώρα που αυτός έχει προοπτική κυβέρνησης, θα προσπεράσουν τα στοιχεία ανάλυσης του συνεδριακού κειμένου, για να πάνε κατ’ ευθείαν στο πολιτικό ‘’δια ταύτα’’.
 
Τι μας λέει λοιπόν το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, στην πιο αριστερή και καλή εκδοχή του, όπως πάντα προκύπτει από μια μαζική συνεδριακή διαδικασία;
 
Τι θα γίνει με το μνημόνια;
Το ρήμα που τελικά επιλέχτηκε σε ότι αφορά τα μνημόνια είναι ‘’ακυρώνουμε’’ και όχι καταργούμε, αλλά ας μη μείνουμε σε αυτό.
Ας προσέξουμε άλλες λέξεις με τη σημασία που έχουν. Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν υπόσχεται εδώ ότι θα εφαρμόσει ένα ‘’πρόγραμμα οικονομικής, κοινωνικής ανόρθωσης και παραγωγικής ανασυγκρότησης, το οποίο θα επουλώνει τα πλήγματα που έχουν δεχθεί οι εργαζόμενοι και θα αποκαθιστά σταδιακά τους όρους ασφαλούς εργασίας και αξιοπρεπούς διαβίωσης, με τους ανάλογους μισθούς και συντάξεις, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας. Πρώτο βήμα αποτελεί η αποκατάσταση στα προ του μνημονίου επίπεδα των εργασιακών σχέσεων, των συλλογικών διαπραγματεύσεων, του κατώτερου μισθού, της κατώτερης σύνταξης, του επιδόματος ανεργίας και των οικογενειακών επιδομάτων’’. (όλες οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας).
Σε γενικό μοτίβο, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ως οροφή των στοχεύσεών του, την αποκατάσταση, την επαναφορά στην προηγούμενη κατάσταση προ μνημονίων. Μια επιστροφή στην κοινωνική και πολιτική κατάσταση του 2009 ή του 2010.
 
‘’Σας πέφτει λίγο;’’, έρχεται γρήγορη η ειρωνική ερώτηση προϊόν της αβασάνιστης σκέψης. Είναι όμως επαρκής ή/και ρεαλιστική αυτή η στόχευση στις συνθήκες αυτής της καπιταλιστικής κρίσης, χωρίς αντικαπιταλιστική ανατροπή σε σοσιαλιστική κατεύθυνση;
 
Το ζήτημα δεν είναι μόνο ότι στο πλαίσιο της κρίσης και ειδικότερα στα όρια ενός ελληνικού καπιταλισμού σε φάση υποβάθμισης μέσα στην ευρωζώνη, η όποια ανάκαμψη και επιστροφή σε καπιταλιστική ανάπτυξη θα είναι αιματηρή, αντεργατική και κοινωνικά άδικη. Είναι και το γεγονός ότι δεν έχουν προβληθεί στοιχειώδη επιχειρήματα ότι αυτό μπορεί να συμβεί τουλάχιστον χωρίς ένα πλήρη εξανδραποδισμό των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης, μιας και ‘’υπάρχουν και αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια’’, όπως Βουλγαρία, Πακιστάν και άλλα τινά.
 
Η ειδικότερη και πολύ ουσιώδης πλευρά, είναι ότι αυτή η αποκατάσταση, κατά τον ΣΥΡΙΖΑ πάντα, θα έρθει σταδιακά. Στην περίπτωση των μισθών το ’’πρώτο βήμα’’ είναι η επαναφορά του κατώτερου μισθού. Όποιος λοιπόν βιάστηκε να χαρεί λέγοντας πως ‘’και αυτό δεν είναι λίγο’’, αμέσως αναλογίζεται ότι άλλο επαναφορά του κατώτατου και άλλο επαναφορά του μέσου μισθού.
 
Όποιος κάνει τον κόπο να κάνει μια στοιχειώδη επεξεργασία των μισθολογικών δεδομένων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, θα διαπιστώσει ότι από οικονομική άποψη ο κατώτερος μισθός αποτελεί μόνο ένα μέρος της συνολικής εργατικής δαπάνης, η οποία μάλιστα μπορεί να επηρεαστεί ελάχιστα ή και καθόλου αν ο μέσους μισθός εξακολουθεί να μειώνεται ή να μένει καθηλωμένος. Ο ίδιος ο ΣΕΒ πολλές φορές έχει επισημάνει ότι το ζητούμενο για αυτόν είναι ακριβώς η καθήλωση των μέσων πραγματικών αποδοχών για αυτό και αποδίδουν ξεχωριστή σημασία στη διάλυση των συμβάσεων, την κατάργηση των τριετιών και των επιδομάτων.
 
Αν λοιπόν η επιστροφή στο 2009 είναι η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, η τακτική είναι τα σταδιακά βήματα. Πόσο ‘’σταδιακά’’ αλήθεια; Εδώ η ασάφεια είναι πολύτιμος σύμμαχος…
 
Πριν βιαστεί κανείς να θεωρήσει υπερβολική αυτή την κριτική, ας δει το πώς αυτή εμφανίζεται σε όλα τα ζητήματα.

Διαγραφή ή όχι του χρέους;
Να ποια είναι η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ: ‘’Επαναδιαπραγματευόμαστε τις δανειακές συμβάσεις και ακυρώνουμε τους επαχθείς όρους τους, θέτοντας ως πρώτο θέμα τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, πραγματοποιώντας λογιστικό έλεγχο’’.
 
Είναι μία περίτεχνη πρόταση με τέσσερις ουσιώδεις τοποθετήσεις, που μάλλον πρέπει να διαβαστούν ανάποδα.
Ας μεταφράσουμε:
Θα γίνει πρώτα ένας λογιστικός έλεγχος. Λογικό, αλλά δεν υπάρχει ήδη κάποια άποψη για τη φύση του χρέους;
Θα εντοπιστούν οι επαχθείς όροι. Άραγε κάποιοι όροι είναι επαχθείς ή το χρέος;
 
Θα δρομολογηθεί η ανάγκη διαγραφής του μεγαλύτερου μέρους του χρέους. Μια στοιχειώδης συνέπεια ακόμη και με την παραπάνω λογική θα έλεγε: Θα διαγράψουμε όσο είναι σωστό και δίκαιο. Γιατί αυτή η προκαταβολική σπουδή να δηλωθεί ότι δεν γίνεται λόγος για ολόκληρο το χρέος, παρά για κάποιο ‘’κούρεμα’’, πως δεν είναι άλλωστε έξω από τη συζήτηση και των ίδιων των δανειστών;
 
Προκειμένου να γίνει αυτή έστω η διαγραφή θα γίνει επαναδιαπραγμάτευση των δανειακών συμβάσεων με τους δανειστές. Με λίγα λόγια μαζεύονται σε ένα δείπνο λύκοι και πρόβατα, με αντικείμενο συζήτησης ‘’τι θα φάμε απόψε;’’ Ποια να είναι άραγε η κατάληξη της δημοκρατικής συνεύρεσης διαλόγου;
 
Ο Ε. Τσακαλώτος κατά τη συζήτηση (πανηγυρικής απόρριψης) της πρότασης της Αριστερής Πλατφόρμας, που επεσήμανε την ανάγκη διαγραφής ολόκληρου του χρέους και κυρίως τη μη παραίτηση από το δικαίωμα των λεγόμενων ‘’μονομερών’’ ενεργειών, απάντησε: ‘’Η αριστερή πολιτική δεν μετριέται με ποσοστά διαγραφής του χρέους’’.
 
Οι απορίες είναι εύλογες: Θα μπορούσε να υπάρξει εθνική αντίσταση χωρίς ‘’μονομερείς’’ ενέργειες, αλλά με διαβούλευση με τους ναζί; Πόσα χρόνια δικτατορία θα είχαμε αν έπρεπε να μπει στο τραπέζι του διαλόγου με τους στρατηγούς το δικαίωμα αγώνα και εξέγερσης εναντίον τους;
Το εφεύρημα της επαναδιαπραγμάτευσης (θυμίζουμε πως ήταν η βασική πρόταση του Σαμαρά και ειδικότερα η πολιτική γέφυρα από την δήθεν αντιμνημονιακή του στάση, στην επιθετική μνμημονιακή του ανάνηψη), είναι μια συγκαλυμμένη παράδοση και άρνηση της διαγραφής του χρέους.
Πράγματι δεν είναι θέμα ποσοστών.
Ας ρωτήσουμε όμως.
Σε πιο πόλεμο άραγε προηγείται η διαπραγμάτευση νικητών-ηττημένων από τον ίδιο τον πόλεμο και τις μάχες του; Μόνο σε ένα πόλεμο που δεν έχει δοθεί, δηλαδή σε μια υπογραφή συνθήκης προκαταβολικής παράδοσης.
 
Μέσα ή έξω από την κόλαση της ευρωζώνης;
Όπως είναι γνωστό και εδώ καταψηφίστηκε η πρόταση της Αριστερής Πλατφόρμας που άφηνε ανοικτό τουλάχιστον το ζήτημα της εξόδου.
Εδώ ας ρίξουμε πρώτα μια ματιά στο μέρος της ανάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ.
‘’Το ευρώ αντιμετωπίζεται κυρίως ως όχημα της γερμανικής πολιτικής, εντείνοντας τις ανισότητες μεταξύ χωρών και τις ταξικές ανισότητες, ενώ εφαρμόζονται στις ευρωπαϊκές κοινωνίες ασιατικά πρότυπα προς όφελος του κεφαλαίου. Το μέλλον της Ευρωζώνης αλλά και της ίδιας της Ενωμένης Ευρώπης καθίσταται διαρκώς περισσότερο επισφαλές. Ένας παγκόσμιος ακήρυχτος πόλεμος βρίσκεται σε εξέλιξη με τα κύρια νομίσματα να επιχειρούν να κατακτήσουν ευνοϊκές θέσεις’’.
 
Μάλιστα! Όλη λοιπόν η πραγματικότητα μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης και μιας ευρωζώνης κομμένης και ραμμένης στην υπηρεσία του κεφαλαίου και σε ρόλο ενορχήστρωσης του ξεθεμελιώματος των δικαιωμάτων του κόσμου της εργασίας, αποδίδεται με ένα ‘’πόλεμο νομισμάτων’’. Και βέβαια, ως διεθνιστές και κοσμοπολίτες οι συντάκτες του κειμένου δεν καταδέχονται να μπλέξουν με τέτοιες ποταπές βρομοδουλειές…
 
Και ποια είναι η θέση; Ξεχωρίζουμε δύο αναφορές.
‘’Η προοπτική της Ελλάδας είναι συνυφασμένη με την προοπτική της Ευρώπης, στο πλαίσιο πάντα των ευρύτερων διεθνών εξελίξεων’’.
 
Μην ισχυριστεί κανείς ότι η αναφορά αυτή έχει γεωγραφική διάσταση στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο. Από ότι γνωρίζουμε, κανείς δεν πρότεινε να ξεκολλήσει η Ελλάδα από εκεί και να μεταφερθεί στην Αφρική. Ποιόν ωφελεί αλήθεια αυτή η δογματική εμμονή;
 
‘’Όπως ήθελε να συμπυκνώσει το σύνθημα «καμιά θυσία για το ευρώ», απόλυτη προτεραιότητα για εμάς είναι η αποτροπή της ανθρωπιστικής καταστροφής και η ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και όχι η υποταγή σε υποχρεώσεις που άλλοι ανέλαβαν υποθηκεύοντας τη χώρα’’.
Δύο σύντομες ερωτήσεις.
 
Το σύνθημα «καμιά θυσία για το ευρώ» ήθελε κάποια πράγματα ή τα θέλει ακόμη; Και αν όχι γιατί όχι πλέον;
Μήπως έχουμε ήδη πολλές θυσίες του ευρώ; Μήπως δεν αναγνώρισαν ήδη επίσημα οι επικεφαλής του ΔΝΤ ότι τα μέτρα στην Ελλάδα δεν πάρθηκαν για τη διαχείριση του χρέους, αλλά –μεταξύ των άλλων- για τη σωτηρία της ευρωζώνης; Που είναι λοιπόν η εφαρμογή της προτεραιότητας που έθετε ο ΣΥΡΙΖΑ;
 
Από πού θα βρεθούν οι πόροι για ανακούφιση;
Ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται γενικά ‘’αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου’’. Αυτό μπορεί να σημαίνει από το ελάχιστο τίποτα έως πολλά. Τι να υποθέσει κανείς, όμως, για όλο αυτό το μεγάλο εύρος ερμηνειών, όταν η διακήρυξη διευκρινίζει: ‘’Συγκροτούμε πλήρες κτηματολόγιο και περιουσιολόγιο, για την αποκατάσταση της οικονομικής δημοκρατίας’’.
 
Σημειώστε και πάλι την περίφημη ‘’αποκατάσταση’’ και κρατείστε την απορία για την ‘’οικονομική δημοκρατία’’.
Πως θα δημιουργηθούν ξανά δουλειές για τους ανέργους;
 
Με ‘’παραγωγική και οικολογική ανασυγκρότηση της χώρας’’, που ‘’θα βασιστεί στον δημόσιο τομέα, σε συνεταιριστικά και αυτοδιαχειριστικά σχήματα, σε εταιρίες λαϊκής βάσης, εγχειρήματα κοινωνικής οικονομίας, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις με καινοτόμες δράσεις’’, απαντά ο ΣΥΡΙΖΑ. Σε ένα βολικό τσουβαλάκι χώρεσαν όπως όπως όλα…
 
Εδώ είναι που καταψηφίστηκε η πρόταση για ρητή δέσμευση και στόχευση για εθνικοποίηση των τραπεζών και των μεγάλων κλάδων της οικονομίας.
Η επαναφορά των πρώην ΔΕΚΟ στον ‘’έλεγχο του δημοσίου’’, δεν αποτελεί απάντηση. Οι 1.300.00 άνεργοι δημιουργήθηκαν στον ιδιωτικό τομέα, ακριβώς εξ αιτίας της κυριαρχίας του κεφαλαίου στην παραγωγή. Λύση χωρίς κλονισμό της ιδιοκτησίας, του ρόλου και της εξουσίας της αστικής τάξης στο ζήτημα της απασχόλησης, δεν υπάρχει.
 
Μια ΔΕΗ με ‘’δημόσιο έλεγχο’’, από μόνη της όχι μόνο δεν προσθέτει απασχόληση, αλλά μέσα στο πλαίσιο του ανταγωνισμού με τις λοιπές ιδιωτικές εταιρείες ενέργειας, θα χρεοκοπήσει πολύ γρήγορα.
 
Από πού λοιπόν και πως θα δημιουργηθούν δουλειές; Από ιδιωτικές επενδύσεις ελλήνων και ξένων επιχειρηματιών; Εδώ αυτές δεν τις έχει φέρει ούτε ο Σαμαράς που υπόσχεται ‘’γή και ύδωρ’’… Και δεν πρόκειται να τις φέρει.
 
Απασχόληση χωρίς επιλογή για εθνικοποίηση επιχειρήσεων όπως ο ΚΑΤΣΕΛΗΣ ή η ΑΓΕΤ δεν μπορεί να υπάρξει.
Και αυτό δεν μπορεί να αφορά μόνο επιχειρήσεις που τις φουντάρουν τα αφεντικά τους,
Χρειάζεται για παράδειγμα εθνικοποίηση των τομέων διατροφής και ιδιωτικής υγείας, με όλα τα κερδοφόρα κομμάτια τους, από πάνω ως κάτω, αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε τον κίνδυνο ανθρωπιστικής κρίσης και να βάλουμε άλλες βάσεις για μια αξιοβίωτη ζωή.

Χρειάζεται δημόσιος τομέας ναυπηγείων, μηχανοκατασκευών, χαλυβουργίας και δομικών υλικών, αν για παράδειγμα είναι στόχος μια αναγέννηση της βιομηχανίας.

Και αυτά προϋποθέτουν, τόσο άρνηση των περιορισμών δράσεων που θέτει η ΕΕ, όσο και κλονισμό της μεγάλη καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και του ρόλου του μονοπωλιακού κεφαλαίου στην παραγωγή.

Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται και πάλι να ξεχνάει το βασικό χαρακτήρα αυτής της καπιταλιστικής κρίσης και ας τη βαφτίζει η πολιτική του απόφαση ‘’κρίση υπερ-συσσώρευσης’’. Δεν είναι ζήτημα ιδεολογικής συνέπειας: Απάντηση στην ανάγκη για δουλειές και εισόδημα χωρίς σύγκρουση με την καπιταλιστική ιδιοκτησία δεν μπορεί να υπάρξει.
 
Τι θα γίνει με την αγροτική παραγωγή που ξεκληρίζεται από την ΕΕ;
‘’Προωθούμε μια νέα ριζοσπαστική πολιτική στον αγροτικό τομέα, με στόχο τη διατροφική επάρκεια της χώρας. Επιδιώκουμε τη στροφή στην παραγωγή επώνυμων πιστοποιημένων προϊόντων, ενισχύουμε την ολοκληρωμένη διαχείριση και τη βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία (…) Προϋπόθεση για την υλοποίηση της πολιτικής μας είναι ο κριτικός επαναπροσδιορισμός των περιορισμών που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση’’.
 
Εδώ να μας επιτραπεί να πούμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν λέει απολύτως τίποτα. Ας παρατηρήσουμε μόνο ότι στη γνωστή οικογένεια λέξεων όπως επιστροφή, επαναδιαπραγμάτευση, αποκατάσταση κλπ, προστίθεται και ο ‘’επαναπροσδιορισμός’’, ο οποίος όμως μια και αναφέρεται στην ΕΕ που είναι μεγάλο ταμπού ως φαίνεται, διευκρινλίζεται πως θα είναι ‘’κριτικός’’. Ίσως όχι ‘’ισοπεδωτικός’’ δηλαδή.
 
Πόσες ακόμη ‘’επιστροφές’’ και ‘’αποκαταστάσεις’’;
Προτείνουμε το διάβασμα ολόκληρης της πολιτικής απόφασης του συνεδρίου στην τελική της μορφή. Η βασική λογική και πολιτική μεθοδολογία του ΣΥΡΙΖΑ, έχει ωστόσο διαφανεί από τα προηγούμενα: Στόχος η επιστροφή σε ένα καπιταλιστικό χθες που παρουσιάζεται πλέον καθαγιασμένο και έξω από τη δυναμική της αντιδραστικής ανασυγκρότησης του ολοκληρωτικού καπιταλισμού που σαρώνει ολόκληρο τον κόσμο, γεννώντας εξεγέρσεις. Είναι μια στόχευση απολύτως λαθεμένη και αντιρεαλιστική.
Σταχυολογούμε ορισμένες ακόμη ενδεικτικές αναφορές σε αυτό το μοτίβο:
’Αποκαθιστούμε και ενισχύουμε το κοινωνικό κράτος και τον εκδημοκρατισμό των λειτουργιών του’’
 
‘’Αναβαθμίζουμε τη δημοκρατική δομή και λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας στο επίπεδο του κεντρικού κράτους και της τοπικής αυτοδιοίκησης, θεσπίζοντας την απλή αναλογική και εισάγοντας μορφές άμεσης δημοκρατίας’’.
 
‘’Επαναφέρουμε και αναβαθμίζουμε το θεσμικό πλαίσιο για τις εργασιακές σχέσεις και το πλαίσιο συλλογικής διαπραγμάτευσης’’.
 
‘’Αποκαθιστούμε στη θεωρία και την πράξη, τις έννοιες «εθνικό» και «πατριωτικό», συνδέοντάς τες με το γνήσια λαϊκό’’.
 
Ψαρεύοντας στα απόνερα του ΠΑΣΟΚ ή κάπου παρακάτω;
Αναρωτήθηκε ρητορικά ο Αλέξης Τσίπρας στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ: ‘’Θα ήθελα να απευθυνθώ για άλλη μια φορά στο δημοκρατικό κόσμο που στήριξε ελπίδες και προσδοκίες στο ΠΑΣΟΚ και έδωσε μάχες για την αλλαγή: Έχει καμιά σχέση η συνιστώσα της ΝΔ που φέρει το όνομα ΠΑΣΟΚ με την τρίτη του Σεπτέμβρη και με το ΠΑΣΟΚ που επαγγέλθηκε αλλαγή, εθνική ανεξαρτησία και κοινωνική δικαιοσύνη;’’
Κάποιος μπορεί να σκέφτηκε πως δεν πρόκειται για κάτι περισσότερο από μια προσπάθεια προσεταιρισμού των ψηφοφόρων του πάλαι ποτέ ισχυρού ΠΑΣΟΚ. Θα ήταν εύλογο και θεμιτό.
 
Από το πολιτικό κοίταγμα όμως της όλης φυσιογνωμίας που διαμορφώνει ο ΣΥΡΙΖΑ, προκύπτει άλλο πράγμα. Όχι μόνο το πρόγραμμα που διαμορφώνει - ακόμη και στην καλύτερη εκδοχή του- ταυτίζεται ή/και συχνά υπολείπεται του προγράμματος του ΠΑΣΟΚ της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου του 1974, αλλά, όπως είδαμε πριν, σημείο αναφοράς είναι μάλλον το ΠΑΣΟΚ του …2009 και γενικά ο καπιταλισμός προ μνημονίων.
 
Συμφωνία κατά 95%;
Ας μας επιτραπεί τώρα ένας διαφορετικός σχολιασμός. Την επομένη του συνεδρίου, η είδηση φαινόταν να ήταν περίπου η εξής: ‘’ Ο Τσίπρας νίκησε, η Αριστερή Πλατφόρμα κέρδισε’’. Δεν βλέπουμε πουθενά αυτόν που έχασε…
 
Έχει μια λογική η είδηση: Η πλειοψηφία περί τον Τσίπρα στο ΣΥΡΙΖΑ, πήρε την πολιτική γραμμή, με σαφή μάλιστα απόρριψη (και χωρίς καταμέτρηση) των αριστερόστροφων τροπολογιών, αλλά η Αριστερή Πλατφόρμα βρέθηκε ενισχυμένη στις εκλογές για τη νέα Πολιτική Επιτροπή.
Συμφωνία λοιπόν κατά 95% με διαφορές σε κάποιες τροπολογίες;
 
Η τυπική μαθηματική λογική δεν βοηθάει πάντα. Ο άνθρωπος με τον πίθηκο μπορεί να έχει ένα κοινό γονιδίωμα κατά 99% και ακόμη παραπάνω. Και όμως αυτά τα ‘’κάτι ψιλά’’ είναι όλη η χωριστή ουσία και υπόσταση.
 
Πρέπει να εξηγηθεί πολιτικά, σε ποιο βαθμό συμβιβάζεται μια πολιτική ρήξης με την ευρωζώνη και το κεφάλαιο, με μια πολιτική απόρριψης αυτής της ρήξης.
Αρκεί το ενοποιητικό στοιχείο της πρότασης και προοπτικής για ‘’αριστερή κυβέρνηση;’’
Με την πρόταξη του στόχου της αριστερής κυβέρνησης η αντικαπιταλιστική αριστερά δεν είναι σύμφωνη. Σε ένα πανηγύρι που τα όργανα που δίνουν τον ρυθμό παίζουν καλαματιανό, αυτός που θα χορέψει συρτό, μάλλον ρεζίλι θα γίνει. Το ζητούμενο είναι η ανατροπή του καπιταλιστικού πλαισίου και των αντεργατικών πολιτικών και αυτό είναι που θα θέσει τους όρους για την εργατική δημοκρατία και την κυβέρνησή της. Όχι το αντίστροφο. Το αντίστροφο είναι η τραγωδία του ΑΚΕΛ στην Κύπρο. Αλλά και η εξαφάνιση της αριστεράς στην Ιταλία
 
Ας αφήσουμε όμως στην άκρη, προσωρινά, αυτή τη θεμελιώδη διαφορά της επαναστατικής αριστεράς με αριστερές τάσεις της κοινοβουλευτικής ρεφορμιστικής αριστεράς, όπως η Αριστερή Πλατφόρμα του ΣΥΡΙΖΑ.
 
Ας πούμε ότι λέμε το ελάχιστο, διαμορφώνοντας κριτήρια ‘’αναγνώρισης’’ μιας αριστερής ή εργατικής κυβέρνησης σε διάκριση από μια κυβέρνηση ‘’αριστερής’’ διαχείρισης του συστήματος. 
       
Θα λέγαμε το αυτονόητο: Αυτή δεν κρίνεται ούτε μόνο από τις διακηρύξεις της, ούτε από τη συμμετοχή αριστερών κατ’ όνομα κομμάτων (θυμάστε τη ΔΗΜΑΡ…), αλλά από το αν εφαρμόζει μια αριστερή αντικαπιταλιστική πολιτική κατά του κεφαλαίου. Εν προκειμένω μια πολιτική ρήξης με το κεφάλαιο, διαγραφής του χρέους, αποχώρησης από ευρωζώνη και ΕΕ, εθνικοποιήσεων και άλλων μέτρων.
Μια κυβέρνηση χωρίς αυτά, εξακολουθεί να είναι πάλι μια ‘’αριστερή κυβέρνηση’’ και θα θεωρείται ο βασικός στόχος σύμπτυξης ενός ‘’αριστερού ριζοσπαστικού μετώπου’’;
Αν η απάντηση σε αυτό είναι ΝΑΙ, τότε μοναδικός και απόλυτος νικητής του συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ είναι μόνο ο Αλέξης Τσίπρας και ας τσουρουφλίστηκε λιγάκι από το ένα πέμπτο των συνέδρων που δεν τον ψήφισε.
 
ΥΓ: Όλη η ουσία της ορθότητας και της αγωνιστικής ρεαλιστικότητας ενός πολιτικού προγράμματος αριστερής δύναμης των ‘’δέκα’’ ή των ‘’πέντε’’ σημείων, πέρα από τη διακήρυξή τους, βρίσκεται στη δυνατότητα επιβολής του, πάνω ατο σιδερόφρακτο μηχανισμό της καπιταλιστικής εξουσίας. Διαφορετικά είναι απλά κούφια λόγια σε μια εικονική δημοκρατία με υποτίθεται δυνατότητα ελεύθερης επιλογής, σα να μην υπάρχει κράτος. Αυτή η δυνατότητα, κρίνεται μόνο στο πεδίο της ταξικής πάλης και ειδικότερα του πολιτικού αγώνα του εργατικού κινήματος. Αυτή η διάσταση όχι μόνο απουσιάζει από την πολιτική απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς μόνο συμπληρωματικός ρόλος ανατίθεται σχετικά, αλλά ταυτόχρονα διαβάζουμε το εξής:
‘’Η κοινωνική ειρήνη και η ασφάλεια προϋποθέτουν δικαιοσύνη και άμβλυνση των ανισοτήτων’’.
Για ποια χώρα, ποιο κόσμο και ποια εποχή μιλάμε αλήθεια;

*Μέλος της ΚΣΕ ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στέλεχος ΝΑΡ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου