Παρασκευή 17 Αυγούστου 2012

Αιματοβαμμένοι και ...βραβευμένοι ηγέτες του Ισραήλ

του
Διον. Ελευθεράτου
Έγινε λοιπόν και αυτό: Τιμήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο της ελληνικής Βουλής ο Σιμόν Πέρες, για την «προσφορά τον στην παγκόσμια κοινότητα και την ειρήνη». Λεν ρωτήθηκε φυσικά κανείς, ούτε αναζητήθηκαν στοιχειώδεις επιφάσεις «θεσμικής εγκυρότητας» για την απόφαση αυτή. Σιγά μην «κολλούσαν» σε τέτοιες... λεπτομέρειες οι εγχώριες πολιτικές ελίτ και μάλιστα σε μία περίοδο, κατά την...
οποία εκτός όλων των άλλων αναγορεύουν το Τελ Αβίβ σε ύψιστο «σύμμαχο - προστάτη» στην παρτίδα των υδρογονανθράκων και της ΑΟΖ... Είναι προφανές ότι το ίδιο το ποιόν τον τιμώμενου προσώπου δεν έχει καμία σημασία: Εάν χρειαζόταν, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης θα ανακήρυττε μέγιστο ειρηνοποιό και... ευεργέτη της «παγκόσμιας κοινότητας» τον Αριέλ Σαρόν, ή τον (προσφάτως αποθανόντα) Γιτζάκ Σαμίρ, ή ακόμη και τον «Χ» τέως στρατιωτικό που θα καμάρωνε ότι συμμετείχε στη σφαγή των γυναικόπαιδων στους παλαιστινιακούς καταυλισμούς Σάμπρα καιΣατίλα, στοΛίβανο, το 1982...

Στην περίπτωση του σημερινού ισραηλινού προέδρου η βράβευση διαθέτει ένα «νομιμοποιητικό στοιχείο», από εκείνα που ενδέχεται να σημαίνουν κάτι στο νου των αδαών, των αφελών, των ηλιθίων ή των υποκριτών: Ο Σιμόν Πέρες τιμήθηκε το 1994 με Νόμπελ Ειρήνης για τις συνομιλίες που κατέληξαν στις Συμφωνίες τον Όσλο, όπως και ο συμπατριώτης τον Γιτζάκ Ράμπιν, αλλά και ο παλαιστίνιος ηγέτης Γιασέρ Αραφάτ. Νόμπελ Ειρήνης είχε απονεμηθεί το 1978 σε ένα από τα χειρότερα, τα πλέον αδίστακτα, αιμοσταγή «γεράκια» ολόκληρης της ισραηλινής πολιτικής και στρατιωτικής ιστορίας: Τον Μεναχέμ Μπέγκιν. Αυτός και ο τότε πρόεδρος της Αιγύπτου Ανουάρ Σαντάτ τιμήθηκαν για την περιβόητη Συμφωνία τον Καμπ Ντέιβιντ, η οποία επέβαλλε στη Μέση Ανατολή την Pax Americana με τρόπο ετεροβαρή και εξαιρετικά οδυνηρό για τους Παλαιστινίους, όπως θα έχουμε την ευκαιρία να θυμηθούμε στη συνέχεια.
Εάν το θέμα μας ήταν τα κριτήρια με τα οποία απονέμεται κατά καιρούς το Νόμπελ Ειρήνης, θα αρκούσε η υπόμνηση ενός ονόματος για παραδοθούμε στην οργή ή στο γέλιο- αμφότερα θα φάνταζαν λογικές αντιδράσεις: Το 1973 «νομπελίστας» ήταν ο .. Χένρι Κίσινγκερ, για τη συνεισφορά του-είπαν- στη συμφωνία ειρήνευσης στο Βιετνάμ! Η πολεμική ήττα, βεβαίως, των ΗΠΑ είχε ήδη καταστεί αναπόφευκτη, όταν ο «μάγος της αμερικανικής διπλωματίας» ανέλαβε να μεθοδεύσει τη σταδιακή απεμπλοκή της Ουάσιγκτον από τη χαμένη -πλέον- υπόθεση του Βιετνάμ. Έτσι, για να μην ξεχνάμε τι εστί (και τι όχι) Νόμπελ Ειρήνης...
Όλοι και όλα στον καιρό τους! Σα­ράντα ημέρες προτού βραβευθεί εν Αθήναις ο... ουμανιστής Πέρες, ο ελληνικός Τύπος τίμησε -με τον τρόπο του- τον άρτι αποθανόντα Γιτζάκ Σαμίρ. Τον ακροδεξιό πρωθυπουρ­γό του Ισραήλ κατά τις περιόδους 1983-84 και 1986-92.
Ο Σαμίρ πέθανε σε βαθιά γεράματα, καταβεβλημένος (και) από το αλτσχάιμερ. Θα έλεγε πάντως κανείς ότι έπασχαν από... εκούσιο αλτσχάιμερ οι συντάκτες των περισ­σότερων κειμένων, εξ όσων αφιέρωσαν στον εκλιπόντα τα ελληνικά ηλεκτρονικά και έντυ­πα ΜΜΕ. Ως συνήθως, οι τιμητικές εξαιρέ­σεις απλώς επιβεβαίωσαν τον κανόνα.

Ορισμένοι «δεν θυμήθηκαν» καν ότι επί πρωθυπουργίας Σαμίρ, το 1987, ξέσπασε η συγκλονιστική παλαιστινιακή πρώτη Ιντι-φάντα. Άλλοι... κάτι θυμήθηκαν, έτσι, δίχως περαιτέρω νύξεις. Κι ας επιστράτευσε τό­τε το ισραηλινό κράτος εναντίον της καθο­λικής, νεανικής «εξέγερσης της σφεντόνας» τόση κτηνωδία, ώστε ακόμη και η Ουάσιν­γκτον αναγκάστηκε να το επικρίνει για μεθό­δους «ωμές» και «ενίοτε ασυμβίβαστες προς τους διεθνείς κανόνες», στις 15 Δεκεμβρίου 1987. Μια εβδομάδα αργότερα το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο HE καταδίκασε ομόφωνα (οι ΗΠΑ απείχαν) «τους πυροβολισμούς του ισραηλινού στρατού εναντίον άοπλων Πα­λαιστινίων, που προκαλούν τον θάνατο και τον τραυματισμό πολλών από αυτούς».

Τα ημέτερα ΜΜΕ «δεν θυμήθηκαν»... Επήρεια του δόγματος «ο αποθανών δεδικαίωται»; Μπα, μάλλον εφαρμογή του άτυ­που «ο σιωνισμός εξωραΐζεται»... Με ανάλο­γη... ανόρεχτη μνήμη, η πλειονότητα του ελ­ληνικού Τύπου ανέφερε «ξερά» πως ο Σαμίρ στα νιάτα του υπήρξε μέλος εξτρεμιστικής σι­ωνιστικής οργάνωσης. Κάτι σαν νεανική τρέ­λα, βρε αδελφέ...

Ας αναφέρουμε λοιπόν εμείς λίγα πράγ­ματα ακόμη: Ο Σαμίρ είχε διατελέσει στέλε­χος της τρομοκρατικής συμμορίας «Στερν», γνωστής και ως «Λέχι». Λέγεται ότι ήταν ένας από τους τρεις επιτελείς της οργάνω­σης που σχεδίασαν τη δολοφονία του Κόμη Μπερναντότε, μεσολαβητή του ΟΗΕ για την Παλαιστίνη, τον Σεπτέμβριο του 1948. Δέ­κα μήνες νωρίτερα η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ είχε εγκρίνει το διαμελισμό της Πα­λαιστίνης και τη δημιουργία- εκεί- εβραϊκού κράτους (29 Νοεμβρίου 1947).

Προς τι η δολοφονία εκείνη; Απλούστα­τα, από το καλοκαίρι του 1948 η ισραηλινή κυβέρνηση του Μπεν Γκουριόν είχε αποφα­σίσει πως δεν θα δεχόταν καν συζήτηση για παλιννόστηση των παλαιστινίων προσφύγων. Αναμενόταν όμως ότι ο ΟΗΕ θα ζητούσε την επιστροφή των εκτοπισμένων, κάτι που έγι­νε κι επισήμως τον Δεκέμβριο του 1948. Το Ισραήλ επιθυμούσε να αποστείλει εγκαίρως το μήνυμα...

Κάποιος θα αναρωτηθεί: «Ποια σχέση μπορεί να έχει ο βραβευθείς Πέρες, ιστο­ρικό στέλεχος του Εργατικού Κόμματος, με τον Σαμίρ του ακροδεξιού Λικούντ»; Πώς δεν έχει...

Εν πρώτοις ο Πέρες διετέλεσε -κι αυτός-μέλος τρομοκρατικής, παραστρατιωτικής ορ­γάνωσης: Το 1947 εντάχθηκε στη «Χαγκάνα», την πολιτοφυλακή του Μπεν Γκουριόν, η οποία ανέπτυσσε διπλή δράση: Αφενός αντιμαχόταν τους Βρετανούς κι αφετέρου βοηθούσε τη «Στερν» και την «Ιργκούν» στο έργο της βίαιης εκδίωξης των Αράβων από τα εδάφη τους. Από τη «Χαγκάνα» πέρασαν κι άλλοι μετέπειτα πρωθυπουργοί, όπως οι ΣαρόνκαιΡάμπιν.
Περίπου 700.000 Παλαιστίνιοι επί συνό­λου 1,3 εκατομμυρίου έφυγαν κακήν κακώς το 1947-48, για να σωθούν από το μένος των σιωνιστικών συμμοριών.
Οταν ξέσπασε η Ιντιφάντα του 1987, το Εργατικό Κόμμα συγκυβερνούσε με το ακροδεξιό «Λικούντ» του πρωθυπουργού Σαμίρ. Τότε ο Πέρες ήταν υπουργός Εξωτε­ρικών. Υπουργός «Άμυνας» ήταν άλλο ιστο­ρικό στέλεχος των Εργατικών: Ο Γιτζάκ Ράμπιν, πρωθυπουργός κατά τα έτη 1974-77.

Το Εργατικό Κόμμα δεν ταυτιζόταν με το «Λικσύντ» εφ' όλης της ύλης του Παλαι­στινιακού Απέρριπτε βεβαίως- όπως κι ο Σαμίρ- τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαι­στινιακού κράτους, αλλά όχι και το διάλο­γο με την PLO. Επιδιώκοντας όμως να γίνει ο όποιος μελλοντικός διάλογος με αναμφι­σβήτητη και καταλυτική την ισραηλινή θέση ισχύος, οι Πέρες - Ράμπιν συναίνεσαν απο­λύτως στη «γραμμή» της αιματηρής κατάπνι­ξης της Ιντιφάντα. Ο δεύτερος μάλιστα, ως αρμόδιος υπουργός, είχε το «γενικό πρό­σταγμα»...

Στρατιώτες πυροβολούσαν στο κεφάλι ή την πλάτη άοπλους ή κατόχους... σφεντόνας. Έσπαγαν με πέτρες τα χέρια νεαρών. Έκα­ναν «γύρους του θανάτου» σε παλαιστινια­κούς καταυλισμούς με τζιπ, από τους προφυλαχτήρες των οποίων ήταν δεμένοι Παλαι­στίνιοι. Ξυλοκοπούσαν με απίστευτη βαναυ­σότητα μικρά παιδιά, αρκετά εκ των οποίων ξεψυχούσαν με σπασμένη σπονδυλική στήλη ή από εσωτερική αιμορραγία.

Αυτά και άλλα παρόμοια «ανδραγαθή­ματα», βεβαιωμένα από δημοσιογράφους, γιατρούς και παρατηρητές της αρμόδιας υπηρεσίας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες (UNRWA), «πιστώθηκε» ο Ράμπιν το 1987. Ο ίδιος άνθρωπος το 1994- πρωθυπουργός τότε- βραβεύθηκε με... Νόμπελ Ειρήνης. Σχεδόν αγιοποιήθηκε το Νοέμβριο του '95, όταν τον σκότωσε ένας φανατικός, ακροδε­ξιός Εβραίος που δεν μπορούσε να ανεχθεί τη Συμφωνία του Όσλο με την PLO.
Ας ταξιδέψουμε όμως μακρύτερα στο χρόνο. Στο πρωινό της 9ης Απριλίου 1948: Στο ήσυχο αραβικό χωριό Ντέιρ Γιασίν, χα­ρούμενες παιδικές φωνές υποδέχονταν τη νέα ημέρα. Αυτή όμως έμελλε να είναι η τε­λευταία για 251 άνδρες, γυναίκες, παιδιά και γέρους. Ένοπλοι της ακροδεξιάς, σιωνι­στικής, δολοφονικής οργάνωσης «Ιργκοΰν» έκαναν επιδρομή στο χωριό και τους κατα­κρεούργησαν.

Οι ίδιοι οι θύτες παρουσίασαν στον Τύ­πο τις σορούς των θυμάτων. Σε άλλες αρα­βικές κοινότητες, μεγάφωνα τοποθετημένα σε φορτηγά διαλαλούσαν ότι ο πληθυσμός είχε δύο επιλογές: Να εγκαταλείψει την πε­ριοχή, ή να έχει το τέλος των κατοίκων του Ντέιρ Γιασίν.
Επικεφαλής των σφαγέων του Ντέιρ Για­σίν, της «Ιργκούν», ήταν ο Μεναχέμ Μπέγκιν, ο άνθρωπος που θα γινόταν πρωθυ­πουργός στα έτη 1977-1983.

Νωρίτερα, τον Ιούλιο του 1946, υπό τις δι­αταγές του η «Ιργκούν» ανατίναξε το ξενο­δοχείο «King David* της Ιερουσαλήμ, όπου έδρευαν βρετανοί στρατιωτικοί επιτελείς. Σκοτώθηκαν περίπου εκατό άνθρωποι- Άρα­βες, Εβραίοι, Βρετανοί. Ο Μπέγκιν δήλωσε-σύμφωνα με ορισμένους απολογητικά, κατ' άλλους... πανηγυρικά: «Η ένταση της έκρη­ξης ξεπέρασε τις προσδοκίες μας!».

Ο Μπέγκιν ήταν ο πρωθυπουργός δυο εισβολών οτο Λίβανο, το '78 και το '82. Στη δεύτερη τα ισραηλινά στρατεύματα άφησαν πίσω τους 18.000 νεκρούς αμάχους. Ανάμε­σα τους, εκείνοι των Σάμπρα - Σατίλα.

Υπουργός «Άμυνας» τότε ήταν ο Αριέλ Σαρόν και φυσικά πρόσθεσε άλλη μία «χρυ­σή σελίδα» στο αιμοσταγές ιστορικό του: Εκτελεστής 69 γυναικόπαιδων στο παλαιστι­νιακό χωριό Κίμπια το 1953, υπεύθυνος για τους φόνους 270 αιγυπτίων αιχμαλώτων πο­λέμου το 1956, για την εν ψυχρώ δολοφονία 104 Παλαιστινίων το 1971. Διετέλεσε πρωθυ­πουργός στα έτη 2001-2006.

Τελικά, στο Ισραήλ η προϋπηρεσία κά­ποιου ως δημίου αμάχων φαίνεται πως απο­τελεί ισχυρότατο σημείο του «βιογραφικού» ενός υποψήφιου πρωθυπουργού! Κι όμως, οι αρχές ενός τέτοιου κράτους έχουν την ξετσιπωσιά να χαρακτηρίζουν ως εν δυνάμει «τρομοκράτες» - και να συμπεριφέρονται αναλόγως- ακόμη και τους ακτιβιστές που μεταφέρουν τρόφιμα και φάρμακα στη Λω­ρίδα της Γάζας!
Η «εκκαθάριση» του 1947-1948 και τα συ­μπαρομαρτούντα ιδεολογήματα περί «ανω­τερότητας» του «περιούσιου εβραϊκού λα­ού» δεν σηματοδότησαν απλώς μια ετερο­χρονισμένη οικειοποίηση ναζιστικών μεθό­δων και αντιλήψεων. Φαντάζει απίστευτο, εί­ναι όμως αληθινό: Το 1940- 41, δηλαδή όταν ήδη εξελίσσονταν οι αντισημιτικές διώξεις στο Τρίτο Ράιχ, σκληροπυρηνικοί σιωνιστές της «Λέχι» πρότειναν τη συμμέτοχη των ένο­πλων εβραϊκών οργανώσεων στον πόλεμο, στο πλευρό της ναζιστικής Γερμανίας! Στό­χος: Να εκδιωχτούν οι Άγγλοι από την Πα­λαιστίνη.

Τίποτε δεν μένει όμως δίχως ιστορική συ­νέχεια, αν είναι βαθιά ριζωμένο: Η διαρκής μιλιταριστική παράκρουση την οποία βιώ­νει η ισραηλινή κοινωνία τα τελευταία χρό­νια, σε συνδυασμό με την επιρροή της ρατσι­στικής αυταρέσκειας των «περιουσίων», εμ­φανίζει στην πολιτική σκηνή της χώρας ακό­μη και δεδηλωμένους θαυμαστές του Χίτ­λερ, όπως είναι ο Μοσέ Φάιγκλιν του «Λικούντ».

Ας το έχουν αυτό υπόψη οι μικρόνοες οι οποίοι, όχι μόνο εθελοτυφλούν μπροστά στην προφανή συγγένεια του φασισμού με τον σιωνισμό, αλλά επιπλέον πασχίζουν κατ' εξακολούθηση να μετατρέπουν τον δικαιο­λογημένο παγκόσμιο σεβασμό προς τα θύ­ματα του Ολοκαυτώματος σε ανοχή προς τα εγκλήματα του Τελ Αβίβ.

Να δεχθούμε, μήπως, ότι θα ήταν υπερ­βολή ή και εμπάθεια να μνημονεύονται σήμερα ως στοιχεία του DNA των ισραη­λινών ελίτ οι δολοφόνοι της «Λέχι» ή της «Ιργκούν»- όσοι VIP κι αν «γαλουχήθη­καν» κάποτε στις τάξεις τους, οτιδήποτε κι αν έχει συμβεί τα τελευταία (ας πούμε) δέ­κα χρόνια στη Τζενίν, το Λίβανο ή την απο­κλεισμένη Γάζα;
Μα το ερώτημα είναι κατά πόσο το ίδιο το Τελ Αβίβ θα επιθυμούσε μια τέτοια - φρα­στική και θεωρητική, έστω- παραγραφή. Αυ­τό είναι που δηλώνει... υπερήφανο!Την πε­ρασμένη άνοιξη πραγματοποιήθηκαν εκδη­λώσεις για τα είκοσι χρόνια από το θάνα­το του Μπέγκιν. Σε μία ομιλία του ο πρωθυ­πουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έπλεξε το εγκώμιο της «Ιργκούν», λέγοντας ότι σε αυ­τήν οφείλεται εν πολλοίς η δημιουργία ισρα­ηλινού κράτους...

Ναι, της «Ιργκούν» των σφαγέων. Ναι, ο Νετανιάχου. Αλήθεια, αυτόν πότε θα τον βραβεύσεις Βαγγέλη Μεϊμαράκη;
Όταν οι ''ειρηνοποιοί νομπελίστες'' βάφτζαν το δόρυ ...κλαδί ελιάς!
Μπορεί άραγε ένα κοπάδι αρπα­κτικών πουλιών να καλυφθεί πίσω από ένα κλαδί ελιάς - και μάλιστα ψεύτικο; Όχι ασφα­λώς...

Το παραμύθι των «ειρηνοποιών» του Τελ Αβίβ εδράζεται κυρίως σε ένα χονδροειδές αξίωμα: Όποιος υπογράφει, κάπου, κάπο­τε, κάποια συμφωνία που θεωρείται - άλλο αν είναι στην πραγματικότητα- «καταπραϋ­ντική», τότε τον αγκαλιάζουν τα καθαρτήρια νερά μιας κολυμπήθρας του Σιλωάμ και εξα­λείφουν σωρείες εγκλημάτων, όπως τα προ­αναφερθέντα.

Με αυτή τη «λογική» είναι να αναρωτιέ­σαι: Μήπως θα έπρεπε σε λίγες ημέρες να δώσουμε κανένα μεταθανάτιο Νόμπελ Ειρή­νης και στον... φον Ρίμπεντροπ, τον υπουργό Εξωτερικών της χιτλερικής Γερμανίας, τον πρώτο εκ των καταδικασθέντων στη Νυρεμ­βέργη που ανέβηκε στο ικρίωμα και απαγχονίστηκε στις 16 Οκτωβρίου 1946;

Εξηγούμαστε: Στις 23 Αυγούστου είναι επέτειος της σύναψης του Συμφώνου μη Επί­θεσης (γνωστού και ως «Συμφωνία Μολότοφ- Ρίμπεντροπ»), του 1939, ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και το Τρίτο Ράιχ. Εάν λοιπόν οι δια­χρονικές θωπείες της «διεθνούς κοινότητας» προς το Τελ Αβίβ προάγουν μια τόσο... πα­ρανοϊκή επιτομή της έννοιας «ειρηνοποιός», ίσως είναι ώρα να «καθαριστεί» κάτι κι από το «όνομα» προσώπων όπως ο φον Ρίμπε­ντροπ, του οποίου άλλωστε οι τελευταίες λέ­ξεις ήταν «εύχομαι ειρήνη στον κόσμο». Κα­λό δεν ακούγεται; «Σφαγείς, αλλά με συμ­βολή στην ειρήνη». Κάπως, κάποτε, για κά­ποιους λόγους...

Η αλήθεια είναι ότι δεν στερείται λογι­κής -κάθε άλλο- μια παρατήρηση: Προτού εκδώσει ετυμηγορίες, η Ιστορία (κι όχι φυ­σικά ως θύμα... βιασμού και συγγραφικής αυθαιρεσίας των εκάστοτε επικυρίαρχων) οφείλει να συνεκτιμά όλες τις παραμέτρους, σεβόμενη πριν από όλα τον ίδιο τον τρόπο της εξέλιξης της: Δεν κινείται ευθύγραμμα, δεν «ανασαίνει» δίχως σκαμπανεβάσματα και αντιφάσεις.

Υπό αυτό το πρίσμα, θα μπορούσε άραγε να θέσει η Ιστορία στη ζυγαριά της τους... «νο­μπελίστες» ηγέτες του Τελ Αβίβ και να αναθέσει στα «μετριοπαθή» τους πεπραγμένα ρόλο υπολο­γίσιμου αντίβαρου σε θηριωδίες ετών ή δεκαετι­ών; Μα η ίδια η «ποιότητα» των εν λόγω «ειρη­νεύσεων» και τα αποτελέσματα των αντίστοιχων συμφωνιών θα καθιστούσαν πικρό ανέκδοτο τυ­χόν καταφατική απάντηση!

«Στο Καμπ Ντέιβιντ ο Σαντάτ αντάλλαξε την αραβική Ιερουσαλήμ με την έρημο του Σι­νά», είπε το Σεπτέμβριο του '78, οργισμένος, ο Αραφάτ, σχολιάζοντας το... επίτευγμα της φιλο-αμερικανικής (πλέον) κυβέρνησης του Καίρου και, αντιστοίχως, την κατ' ευφημισμόν «διαλλακτι­κότητα» του Μπέγκιν. Δύσκολα θα διαφωνούσε κανείς με τον Αραφάτ. Το ετεροβαρές του πράγ­ματος ήταν, όντως, εξόφθαλμο.

Το '78 ο Μπέγκιν δεν... κουνήθηκε ρούπι από την κατηγορηματική άρνηση του να αποδεχθεί δημιουργία παλαιστινιακού κράτους. Η συμφω­νία αρκέστηκε σε κάποια φραστικά ...νεφελώμα­τα περί παλαιστινιακής αυτοδιάθεσης που δεν σή­μαιναν απολύτως τίποτε, όπως θα επιβεβαιωνό­ταν τάχιστα.

Ως προς τους ισραηλινούς εποικισμούς στα κα­τεχόμενα, μάλιστα, η συμφωνία του Καμπ Ντέι­βιντ απετέλεσε τραγελαφικό... γρίφο: Τόσο ο Σα­ντάτ όσο κι ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζίμι Κάρτερ, θεωρούσαν ότι ο Μπέγκιν δεσμεύτηκε να σταμα­τήσει τους εποικισμούς επί μια μεταβατική πεντα­ετία. Ο ίδιος όμως είπε ότι δεσμεύτηκε για λίγους μήνες. Τι έγινε τελικά; Ναι, σωστά μαντέψατε...

Συνολικά στην περίοδο της εξαετούς διακυ­βέρνησης του Μπέγκιν, οι έποικοι στη Δυτική 'Όχθη σχεδόν εξαπλασιάστηκαν: Από 4.000 το 1977 έγιναν 23.000το 1983. Το υπενθύμισε η ισρα­ηλινή εφημερίδα Haaretz την περασμένη άνοιξη, κατά τις ημέρες των κρατικών «ταρατατζούμ» για τα είκοσι χρόνια από το θάνατο του Μπέγκιν.

Οι άλλοι δυο «νομπελίστες» του Τελ Αβίβ, ο Πέρες και ο Ράμπιν, εξυμνήθηκαν για τις δι­απραγματεύσεις που απέφεραν τις Συμφωνίες του Όσλο, έτσι όπως εξειδικεύτηκαν στο Κάιρο το 1994 (Όσλο 1)και την Τάμπα το 1995 (Όσλο 2). Νωρίτερα, το 1993, είχε συμφωνηθεί η στα­διακή επιστροφή κατεχόμενων εδαφών εκ μέ­ρους του Ισραήλ.

Φαινομενικά, το Τελ Αβίβ έκανε το '93 έναν αξιοσημείωτο, αξιέπαινο συμβιβασμό. Ο προ­σεκτικός παρατηρητής όμως θα συγκρατούσε -από το '93- τον ενθουσιασμό του, ανεπηρέαστος ων από κάθε πνεύμα «παλαιστινιακού μαξιμαλισμσύ» (η ίδια η PLO άλλωστε μόνο για κάτι τέ­τοιο δεν θα μπορούσε να επικριθεί), προσμετρώ­ντας τα πολλά και σημαντικά κενά της συμφωνίας. Ασάφεια περιέβαλε την τύχη της Ιερουσαλήμ, το μέλλον των εκατομμυρίων παλαιστινίων προσφύ­γων, τους ισραηλινούς εποικισμούς, τα σύνορα του μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους.

Τα πράγματα επιδεινώθηκαν δραματικά για τον παλαιστινιακό πληθυσμό από το '94- '95, όταν καθορίστηκε ο τρόπος της επιστροφής των κατε­χομένων. Τα παλαιστινιακά εδάφη κατατμήθηκαν, έτσι ώστε να μοιάζουν με «βραχονησίδες» (πυκνές αλλά ασύνδετες μεταξύ τους), σε μια «θά­λασσα» δρακόντειου ισραηλινού ελέγχου. Ακόμη και η μετακίνηση προς εργασιακούς προορισμούς κατέληξε οδύσσεια Η καθημερινή ζωή της συντρι­πτικής πλειονότητας των Παλαιστίνιων χειροτέρε­ψε σε βαθμό ασύλληπτο, εν συγκρίσει προς την εποχή της ολοκληρωτικής ισραηλινής κατοχής!

Επρόκειτο για ένα είδος «στραγγαλισμού»:
Από το 1992 (λίγο πριν από το «ευεργετικό» Όσλο) μέχρι το 19%, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μει­ώθηκε κατά 36% στα κατεχόμενα. Στις παραμο­νές της δεύτερης Ιντιφάντα (2000) η ανεργία ήταν τετραπλάσια εκείνης που καταγραφόταν στη δε­καετία του '80. Την άνοιξη του 1999 η Διεθνής Αμνηστία περιέγραφε τα κατεχόμενα ως «μια χώ­ρα φραγμάτων ανάμεσα στη μια πόλη και την άλ­λη, το ένα χωριό και το άλλο», σημειώνοντας ότι οι συλλήψεις, οι ξυλοδαρμοί και οι πυροβολισμοί είχαν γίνει είδος ρουτίνας «εκεί όπου μπορεί να απαγορευτεί η διέλευση Παλαιστίνιων».

Ο αμερικανός δημοσιογράφος Κρις Χέτζες έγραφε στο Foreign Affairs, τον Μάιο του 2003: «Η Γάζα και η Δυτική Όχθη θυμίζουν τα γκέτο των μαύρων στη Νότια Αφρική της εποχής του απαρτχάιντ»...

Για αυτές τις... λαμπρές «παραχωρήσεις», απόρροιες των Συμφωνιών του Όσλο, πήρε Νό­μπελ Ειρήνης το «μετριοπαθές» δίδυμο Πέρες -Ράμπιν, το «έργο» του οποίου - βεβαίως, βεβαί­ως- αμφισβητείται μόνον από «ακραίους»!

 Κάτι τέτοια λένε οι απανταχού ανεκδιήγητοι που αξί­ζουν Νόμπελ (Αλ)Χημείας...
δημοσιεύτηκε στο ΠΡΙΝ 12/8/2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου