Το πολιτικό και κοινωνικό υπόστρωμα πάνω στο οποίο ανδρώθηκε η νέο-φασιστική οργάνωση.
Του Γιώργου Τσίπρα
Μας έτυχε και αυτό. Μια ναζιστική, φιλοχιτλερική οργάνωση, κατσικωμένη στο 7% και στη Βουλή. Παγκόσμια πρωτοτυπία και, μάλιστα, στη χώρα του Δίστομου και της Καντάνου. Στη χώρα του μετεμφυλιακού κράτους και της επταετίας.
Δίπλα στα αστικά κόμματα και τις πολιτικές τους, δίπλα στον επιχειρηματικό κόσμο, στο κράτος και... τους κατασταλτικούς του μηχανισμούς θα έχουμε τώρα και τη Χ.Α. Είναι μια σοβαρή αλλαγή. Επειδή δεν είναι ακριβές ό,τι μας «έτυχε», ας έρθουμε αντιμέτωποι με τους αληθινούς όρους του φαινομένου.
Δίπλα στα αστικά κόμματα και τις πολιτικές τους, δίπλα στον επιχειρηματικό κόσμο, στο κράτος και... τους κατασταλτικούς του μηχανισμούς θα έχουμε τώρα και τη Χ.Α. Είναι μια σοβαρή αλλαγή. Επειδή δεν είναι ακριβές ό,τι μας «έτυχε», ας έρθουμε αντιμέτωποι με τους αληθινούς όρους του φαινομένου.
Διεθνής πρωτοτυπία η υπόθαλψη του παρακράτους
Η ατιμωρησία που απολαμβάνει η Χ.Α. στις εγκληματικές της επιθέσεις χρόνια τώρα είναι μοναδική, στη Δυτική Ευρώπη τουλάχιστον. Είναι κυρίως αυτή η ατιμωρησία ο εκ των ων ουκ άνευ λόγος που ανδρώθηκε η Χ.Α.
Για παράδειγμα, η ασυλία που απόλαυσε η Χ.Α. στα πογκρόμ στο κέντρο της Αθήνας τον Μάη του 2011, όταν μπροστά στις κάμερες μαχαίρωναν και ξυλοκοπούσαν με ρόπαλα δεκάδες μετανάστες που έτρεχαν να σωθούν, θα ήταν εξωφρενική σε οποιαδήποτε χώρα. Ασυλία όχι μόνο από το έννομο κράτος αλλά και από τα ΜΜΕ και τα κόμματα που, επενδύοντας τότε στο μεταναστευτικό για να ξεχάσουμε το Μνημόνιο, απλώς καταδίκαζαν την… αυτοδικία! «Καταδίκη» που ισοδυναμεί με επιβράβευση όταν πρόκειται για μαζικές δολοφονικές επιθέσεις εγκληματικής οργάνωσης και όχι για κάποιον ανθρωπάκο που έπεσε θύμα ληστείας. Συγκρίνετε την υστερία ΜΜΕ και κομμάτων όταν καταστρέφονται βιτρίνες στο κέντρο της Αθήνας με την ασυλία της «αυτοδικίας» της Χ.Α., ενώ μαχαιρώνονται άνθρωποι.
Όλα αυτά τα χρόνια ήταν απλή υπόθεση το ανακριτικό έργο της σύνδεσης πολλών από τις δολοφονικές επιθέσεις με τη Χ.Α. και την αντιμετώπισή της ως οργανωμένο έγκλημα, με το οποίο άλλωστε η Χ.Α. διατηρεί σχέσεις. Ακόμη και το Human Rights Watch σε πρόσφατη έκθεση επισημαίνει πως δεν υπάρχουν αναλύσεις της αστυνομίας ή δικαστικές αποφάσεις που να συσχετίζουν τη Χρυσή Αυγή με τις επιθέσεις, ενώ υπάρχουν στοιχεία που το υποδεικνύουν! Το ανακριτικό αυτό έργο δεν υπήρξε ποτέ γιατί η Χ.Α. ήταν το αγαπημένο παιδί και μακρύ χέρι παρακρατικών μηχανισμών που εξέθρεψαν ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. Η δύναμη της Χ.Α. στα Σώματα Ασφαλείας είναι μονάχα μια εκδήλωση αυτή της σχέσης, επίσης μοναδικό φαινόμενο στη Ευρώπη (με εξαίρεση την Ουγγαρία).
Η άλλη όψη της ατιμωρησίας της Χ.Α. είναι η ατιμωρησία της ίδιας της αστυνομίας που συστηματικά παρανομεί ή κλείνει τα μάτια στην παρανομία και διώκει με κριτήριο όχι τη νομιμότητα αλλά το ποιος κάνει τι. Η φιλοσοφία του «βαθέως κράτους» των ελληνικών Αρχών Ασφαλείας δεν απέχει από την «αυτοδικία» της Χ.Α. Πώς ένα τέτοιο κράτος θα συγκινηθεί από τα εγκλήματα της ΧΑ; Πώς μια αστυνομία που κάνει τα ίδια με τη Χ.Α. θα κυνηγήσει τη Χ.Α.; Για παράδειγμα, η συστηματική βαναυσότητα της καταστολής των διαδηλώσεων και η αστυνομική αυθαιρεσία που επιβεβαίωσαν τα προηγούμενα δύο χρόνια δεκάδες ξένοι δημοσιογράφοι, είναι μια ακόμη ελληνική πρωτοτυπία.
Τέλος, τη Χ.Α. υπέθαλψαν όχι μόνο ως κρατούντες μηχανισμών αλλά και ως κόμματα με υπόγειες σχέσεις και με την όλη πολιτική τους στάση, ιδιαίτερα η Ν.Δ. Είναι τυχαίο ότι η Χ.Α. προεκλογικά επιτέθηκε κυρίως σε ΛΑΟΣ και Καμμένο (εκτός βέβαια της Αριστεράς) παρά σε Ν.Δ.;
Εν κατακλείδι, δεν είναι ιδιαίτεροι οι Έλληνες που ένα 7% ψήφισε νεοναζισμό. Η πραγματική πρωτοτυπία έγκειται στη για δεκαετίες πολιτική, κρατική και παρακρατική υπόθαλψη της αστυνομικής αυθαιρεσίας και μιας νεοναζιστικής οργάνωσης από το επίσημο πολιτικό σύστημα. Οπουδήποτε κι αν γινόταν αυτό θα αποτελούσε ευνοϊκότατο όρο εκτίναξης του νεοφασισμού. Απ’ την άλλη, όσοι υποκριτικά υποστηρίζουν πως ακόμα και ένα αντιδημοκρατικό κόμμα πρέπει να αντιμετωπίζεται με δημοκρατικά μέσα θα έπρεπε να συμπληρώνουν πως δημοκρατικά μέσα μέχρι προχθές για τη Χ.Α. θα σήμαινε το λιγότερο να έχει τεθεί εκτός νόμου ως εγκληματική οργάνωση και να έχουν διωχθεί τα στελέχη της για τις δολοφονικές της επιθέσεις.
Η ατιμωρησία που απολαμβάνει η Χ.Α. στις εγκληματικές της επιθέσεις χρόνια τώρα είναι μοναδική, στη Δυτική Ευρώπη τουλάχιστον. Είναι κυρίως αυτή η ατιμωρησία ο εκ των ων ουκ άνευ λόγος που ανδρώθηκε η Χ.Α.
Για παράδειγμα, η ασυλία που απόλαυσε η Χ.Α. στα πογκρόμ στο κέντρο της Αθήνας τον Μάη του 2011, όταν μπροστά στις κάμερες μαχαίρωναν και ξυλοκοπούσαν με ρόπαλα δεκάδες μετανάστες που έτρεχαν να σωθούν, θα ήταν εξωφρενική σε οποιαδήποτε χώρα. Ασυλία όχι μόνο από το έννομο κράτος αλλά και από τα ΜΜΕ και τα κόμματα που, επενδύοντας τότε στο μεταναστευτικό για να ξεχάσουμε το Μνημόνιο, απλώς καταδίκαζαν την… αυτοδικία! «Καταδίκη» που ισοδυναμεί με επιβράβευση όταν πρόκειται για μαζικές δολοφονικές επιθέσεις εγκληματικής οργάνωσης και όχι για κάποιον ανθρωπάκο που έπεσε θύμα ληστείας. Συγκρίνετε την υστερία ΜΜΕ και κομμάτων όταν καταστρέφονται βιτρίνες στο κέντρο της Αθήνας με την ασυλία της «αυτοδικίας» της Χ.Α., ενώ μαχαιρώνονται άνθρωποι.
Όλα αυτά τα χρόνια ήταν απλή υπόθεση το ανακριτικό έργο της σύνδεσης πολλών από τις δολοφονικές επιθέσεις με τη Χ.Α. και την αντιμετώπισή της ως οργανωμένο έγκλημα, με το οποίο άλλωστε η Χ.Α. διατηρεί σχέσεις. Ακόμη και το Human Rights Watch σε πρόσφατη έκθεση επισημαίνει πως δεν υπάρχουν αναλύσεις της αστυνομίας ή δικαστικές αποφάσεις που να συσχετίζουν τη Χρυσή Αυγή με τις επιθέσεις, ενώ υπάρχουν στοιχεία που το υποδεικνύουν! Το ανακριτικό αυτό έργο δεν υπήρξε ποτέ γιατί η Χ.Α. ήταν το αγαπημένο παιδί και μακρύ χέρι παρακρατικών μηχανισμών που εξέθρεψαν ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. Η δύναμη της Χ.Α. στα Σώματα Ασφαλείας είναι μονάχα μια εκδήλωση αυτή της σχέσης, επίσης μοναδικό φαινόμενο στη Ευρώπη (με εξαίρεση την Ουγγαρία).
Η άλλη όψη της ατιμωρησίας της Χ.Α. είναι η ατιμωρησία της ίδιας της αστυνομίας που συστηματικά παρανομεί ή κλείνει τα μάτια στην παρανομία και διώκει με κριτήριο όχι τη νομιμότητα αλλά το ποιος κάνει τι. Η φιλοσοφία του «βαθέως κράτους» των ελληνικών Αρχών Ασφαλείας δεν απέχει από την «αυτοδικία» της Χ.Α. Πώς ένα τέτοιο κράτος θα συγκινηθεί από τα εγκλήματα της ΧΑ; Πώς μια αστυνομία που κάνει τα ίδια με τη Χ.Α. θα κυνηγήσει τη Χ.Α.; Για παράδειγμα, η συστηματική βαναυσότητα της καταστολής των διαδηλώσεων και η αστυνομική αυθαιρεσία που επιβεβαίωσαν τα προηγούμενα δύο χρόνια δεκάδες ξένοι δημοσιογράφοι, είναι μια ακόμη ελληνική πρωτοτυπία.
Τέλος, τη Χ.Α. υπέθαλψαν όχι μόνο ως κρατούντες μηχανισμών αλλά και ως κόμματα με υπόγειες σχέσεις και με την όλη πολιτική τους στάση, ιδιαίτερα η Ν.Δ. Είναι τυχαίο ότι η Χ.Α. προεκλογικά επιτέθηκε κυρίως σε ΛΑΟΣ και Καμμένο (εκτός βέβαια της Αριστεράς) παρά σε Ν.Δ.;
Εν κατακλείδι, δεν είναι ιδιαίτεροι οι Έλληνες που ένα 7% ψήφισε νεοναζισμό. Η πραγματική πρωτοτυπία έγκειται στη για δεκαετίες πολιτική, κρατική και παρακρατική υπόθαλψη της αστυνομικής αυθαιρεσίας και μιας νεοναζιστικής οργάνωσης από το επίσημο πολιτικό σύστημα. Οπουδήποτε κι αν γινόταν αυτό θα αποτελούσε ευνοϊκότατο όρο εκτίναξης του νεοφασισμού. Απ’ την άλλη, όσοι υποκριτικά υποστηρίζουν πως ακόμα και ένα αντιδημοκρατικό κόμμα πρέπει να αντιμετωπίζεται με δημοκρατικά μέσα θα έπρεπε να συμπληρώνουν πως δημοκρατικά μέσα μέχρι προχθές για τη Χ.Α. θα σήμαινε το λιγότερο να έχει τεθεί εκτός νόμου ως εγκληματική οργάνωση και να έχουν διωχθεί τα στελέχη της για τις δολοφονικές της επιθέσεις.
Το κοινωνικό υπόστρωμα - τα κακά νέα
Στο νεοφιλελευθερισμό κερδίζει έδαφος η κοινωνία της βίας καθώς και το ιδεολογικό φτώχεμα προς αταβιστικές μορφές σκέψης και συμπεριφοράς. Πολλαπλασιάζονται τα κρούσματα μπούλινγκ και ο συμμοριτισμός στη νεολαία, αυξάνονται συνολικά οι μορφές μοριακού εκφασισμού των κοινωνικών σχέσεων, πολλαπλασιάζονται οι «απόβλητοι» και η προσφυγή τους σε σχέσεις εξουσίας, στη βία ή την παραβατικότητα, ενώ μεγεθύνεται το οργανωμένο έγκλημα και ο υπόκοσμος. Αυτό δεν είναι ελλαδικό φαινόμενο. Προσθέστε σε αυτή τη δεξαμενή τους κάθε είδους «πονεμένους» της κοινωνίας. Άπαξ και ένα μέρος αυτού όλου του ψυχοκοινωνικού δυναμικού βρει συστηματική έκφραση στο νεοναζισμό, όπως πάει να συμβεί στη χώρα μας, η αντιστροφή του φαινομένου είναι εξαιρετικά δύσκολη αν δεν χτυπηθούν οι ρίζες του με αντίρροπες κοινωνικές πολιτικές κι αν η Αριστερά δεν ανακαταλάβει τον κοινωνικό χώρο που καταλαμβάνει ο νεοναζισμός, ανακαταλάβει με όρους κινήματος ενάντια σε αυτή την κοινωνία και πολιτική.
Αυτό ακριβώς πουλάει η Χ.Α.: ένα κίνημα «ενάντια» σε αυτή την κοινωνία και πολιτική. Συνεπώς οι ιδεολογικού και διδακτικού τύπου καμπάνιες ενάντια στο ρατσισμό και το φασισμό θα έχουν περιορισμένο αποτέλεσμα σε αυτά τα κοινωνικά «βάθη» που τροφοδοτούν τη νεοναζιστική βία… Είναι δύσκολο να πείσεις ενάντια στην ατομική βία σε μια κοινωνία που περιβάλλει με ατομισμό, εγκατάλειψη και βία. Δύσκολο να πείσεις υπέρ της δημοκρατίας σε μια κοινωνία που αποκλείει. Μπορείς να πείσεις μόνο αν έμπρακτα προωθείς την αλληλεγγύη και αγωνίζεσαι για την ανατροπή αυτής της κοινωνίας.
Είναι αυτονόητο ότι η αντιστροφή του φαινομένου περιλαμβάνει και τη συγκρότηση μαζικών και θεσμικών μηχανισμών αντι-βίας, συνεπώς και καταστολής της φασιστικής βίας, αποφεύγοντας βέβαια να γίνει αυτή η κύρια μορφή περιορισμού.
Στο νεοφιλελευθερισμό κερδίζει έδαφος η κοινωνία της βίας καθώς και το ιδεολογικό φτώχεμα προς αταβιστικές μορφές σκέψης και συμπεριφοράς. Πολλαπλασιάζονται τα κρούσματα μπούλινγκ και ο συμμοριτισμός στη νεολαία, αυξάνονται συνολικά οι μορφές μοριακού εκφασισμού των κοινωνικών σχέσεων, πολλαπλασιάζονται οι «απόβλητοι» και η προσφυγή τους σε σχέσεις εξουσίας, στη βία ή την παραβατικότητα, ενώ μεγεθύνεται το οργανωμένο έγκλημα και ο υπόκοσμος. Αυτό δεν είναι ελλαδικό φαινόμενο. Προσθέστε σε αυτή τη δεξαμενή τους κάθε είδους «πονεμένους» της κοινωνίας. Άπαξ και ένα μέρος αυτού όλου του ψυχοκοινωνικού δυναμικού βρει συστηματική έκφραση στο νεοναζισμό, όπως πάει να συμβεί στη χώρα μας, η αντιστροφή του φαινομένου είναι εξαιρετικά δύσκολη αν δεν χτυπηθούν οι ρίζες του με αντίρροπες κοινωνικές πολιτικές κι αν η Αριστερά δεν ανακαταλάβει τον κοινωνικό χώρο που καταλαμβάνει ο νεοναζισμός, ανακαταλάβει με όρους κινήματος ενάντια σε αυτή την κοινωνία και πολιτική.
Αυτό ακριβώς πουλάει η Χ.Α.: ένα κίνημα «ενάντια» σε αυτή την κοινωνία και πολιτική. Συνεπώς οι ιδεολογικού και διδακτικού τύπου καμπάνιες ενάντια στο ρατσισμό και το φασισμό θα έχουν περιορισμένο αποτέλεσμα σε αυτά τα κοινωνικά «βάθη» που τροφοδοτούν τη νεοναζιστική βία… Είναι δύσκολο να πείσεις ενάντια στην ατομική βία σε μια κοινωνία που περιβάλλει με ατομισμό, εγκατάλειψη και βία. Δύσκολο να πείσεις υπέρ της δημοκρατίας σε μια κοινωνία που αποκλείει. Μπορείς να πείσεις μόνο αν έμπρακτα προωθείς την αλληλεγγύη και αγωνίζεσαι για την ανατροπή αυτής της κοινωνίας.
Είναι αυτονόητο ότι η αντιστροφή του φαινομένου περιλαμβάνει και τη συγκρότηση μαζικών και θεσμικών μηχανισμών αντι-βίας, συνεπώς και καταστολής της φασιστικής βίας, αποφεύγοντας βέβαια να γίνει αυτή η κύρια μορφή περιορισμού.
Δεύτερη πρωτοτυπία η βόμβα του μεταναστευτικού
Το μεταναστευτικό ζήτημα στην Ελλάδα απέκτησε διαστάσεις που δεν έχει σε καμιά άλλη χώρα της Ευρώπης. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης η χώρα έγινε υποδοχέας μεγάλων προσφυγικών ρευμάτων. Οι κυβερνήσεις ποτέ δεν κατέδειξαν (πώς θα μπορούσαν;) τις αιτίες, τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και οικονομικές πολιτικές που επιβάλλουν ΗΠΑ και Ε.Ε., κατάδειξη που έχει, για τη διεκδίκηση διεθνοποιημένης λύσης, σημασία πολιτική και όχι φιλολογική. Αδιαφόρησαν για το πρόβλημα και στάθηκαν με δουλικό τρόπο απέναντι στην Ε.Ε. που ήθελε την Ελλάδα χωματερή ανθρώπων. Ακόμη χειρότερα, ενώ άφηναν το πρόβλημα να διογκώνεται το χρησιμοποιούσαν ως εργαλείο χειραγώγησης του λαού, επίθεσης στην Αριστερά. Ήταν ζήτημα χρόνου να «αναλάβει» σε αυτές τις συνθήκες η Χ.Α., όταν μάλιστα είχε γίνει επείγον ζήτημα η τεχνητή αλλαγή της πολιτικής ατζέντας.
Το λάθος της Αριστεράς ήταν ότι αντιμετώπισε το ζήτημα λειψά, περιοριζόμενη στην προβολή ενός ουμανισμού ενάντια στο ρατσισμό κράτους, πολιτικών δυνάμεων και τμημάτων της κοινωνίας, ενώ το μεταναστευτικό είχε διαστάσεις μιας προφανούς ανθρωπιστικής κρίσης για τους μετανάστες με επιπτώσεις και πάνω σε τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, διαστάσεις που απαιτούσαν και διεθνείς δράσεις (διακυβερνητικές, ΟΗΕ, Ε.Ε. κ.λπ.). Ενώ οι διαδοχικές κυβερνήσεις ήταν ο υπεύθυνος για το πρόβλημα από αδιαφορία για τους μετανάστες και για την κοινωνία και από δουλικότητα απέναντι στην Ε.Ε., ήταν η Αριστερά που βρέθηκε απολογούμενη για τον αντιρατσιστικό της λόγο. Δεν πρόκειται για μεγάλη της επιτυχία.
Ενώ η Χ.Α. είναι μακρύ χέρι ενός μηχανισμού που από τη μια αφήνει σκόπιμα να διογκώνεται το πρόβλημα και από την άλλη σπεκουλάρει πάνω σε αυτό για να επιβάλλει αυταρχικότερες και ρατσιστικές πολιτικές, είναι η Ακροδεξιά που πιστώνεται την ανάδειξη (δήθεν) του προβλήματος και τη χρέωση της κυβερνητικής αδιαφορίας, με την Αριστερά μάλιστα στο κάδρο της συνενοχής. Ήταν αντίθετα εφικτό να έχει χρεώσει η Αριστερά πρώτη, από θέση υπεροχής, σε ουμανιστική, αντίθετη από τη σημερινή, κατεύθυνση, τις ευθύνες του εθελόδουλου, ρατσιστικού και αδιάφορου για το λαό πολιτικού συστήματος, υποδεικνύοντας λύσεις κόντρα στις πολιτικές της Ευρώπης-φρούριο με μια Ελλάδα-χωματερή μεταναστών.
Περιττεύει ίσως να σημειώσουμε πως μια ορισμένη γραμμή παρέμβασης κυρίως του αντιεξουσιαστικού χώρου, γραμμή που επιδεικτικά χλευάζει προβλήματα της κοινωνίας που συνδέονται με το μεταναστευτικό και δεν σχετίζονται αναγκαία με ξενοφοβική διάθεση, γραμμή που εμφανώς επιδιώκει να προκαλέσει τον κόσμο που στέκεται στη μέση για να τον χαρίσει τελικά στην άλλη πλευρά, είναι γραμμή καταδικασμένη σε πολιτική ήττα και υποβοηθά τον αντίπαλο. Γενικότερα, ο εγκλωβισμός των δύο αντιθετικών γραμμών Δεξιάς και Αριστεράς για το μεταναστευτικό ζήτημα στο απλουστευτικό δίπολο ρατσισμός/αντιρατσισμός ευνοεί πολιτικά του πόλο του ρατσισμού και της Δεξιάς.
Το μεταναστευτικό ζήτημα στην Ελλάδα απέκτησε διαστάσεις που δεν έχει σε καμιά άλλη χώρα της Ευρώπης. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης η χώρα έγινε υποδοχέας μεγάλων προσφυγικών ρευμάτων. Οι κυβερνήσεις ποτέ δεν κατέδειξαν (πώς θα μπορούσαν;) τις αιτίες, τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και οικονομικές πολιτικές που επιβάλλουν ΗΠΑ και Ε.Ε., κατάδειξη που έχει, για τη διεκδίκηση διεθνοποιημένης λύσης, σημασία πολιτική και όχι φιλολογική. Αδιαφόρησαν για το πρόβλημα και στάθηκαν με δουλικό τρόπο απέναντι στην Ε.Ε. που ήθελε την Ελλάδα χωματερή ανθρώπων. Ακόμη χειρότερα, ενώ άφηναν το πρόβλημα να διογκώνεται το χρησιμοποιούσαν ως εργαλείο χειραγώγησης του λαού, επίθεσης στην Αριστερά. Ήταν ζήτημα χρόνου να «αναλάβει» σε αυτές τις συνθήκες η Χ.Α., όταν μάλιστα είχε γίνει επείγον ζήτημα η τεχνητή αλλαγή της πολιτικής ατζέντας.
Το λάθος της Αριστεράς ήταν ότι αντιμετώπισε το ζήτημα λειψά, περιοριζόμενη στην προβολή ενός ουμανισμού ενάντια στο ρατσισμό κράτους, πολιτικών δυνάμεων και τμημάτων της κοινωνίας, ενώ το μεταναστευτικό είχε διαστάσεις μιας προφανούς ανθρωπιστικής κρίσης για τους μετανάστες με επιπτώσεις και πάνω σε τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, διαστάσεις που απαιτούσαν και διεθνείς δράσεις (διακυβερνητικές, ΟΗΕ, Ε.Ε. κ.λπ.). Ενώ οι διαδοχικές κυβερνήσεις ήταν ο υπεύθυνος για το πρόβλημα από αδιαφορία για τους μετανάστες και για την κοινωνία και από δουλικότητα απέναντι στην Ε.Ε., ήταν η Αριστερά που βρέθηκε απολογούμενη για τον αντιρατσιστικό της λόγο. Δεν πρόκειται για μεγάλη της επιτυχία.
Ενώ η Χ.Α. είναι μακρύ χέρι ενός μηχανισμού που από τη μια αφήνει σκόπιμα να διογκώνεται το πρόβλημα και από την άλλη σπεκουλάρει πάνω σε αυτό για να επιβάλλει αυταρχικότερες και ρατσιστικές πολιτικές, είναι η Ακροδεξιά που πιστώνεται την ανάδειξη (δήθεν) του προβλήματος και τη χρέωση της κυβερνητικής αδιαφορίας, με την Αριστερά μάλιστα στο κάδρο της συνενοχής. Ήταν αντίθετα εφικτό να έχει χρεώσει η Αριστερά πρώτη, από θέση υπεροχής, σε ουμανιστική, αντίθετη από τη σημερινή, κατεύθυνση, τις ευθύνες του εθελόδουλου, ρατσιστικού και αδιάφορου για το λαό πολιτικού συστήματος, υποδεικνύοντας λύσεις κόντρα στις πολιτικές της Ευρώπης-φρούριο με μια Ελλάδα-χωματερή μεταναστών.
Περιττεύει ίσως να σημειώσουμε πως μια ορισμένη γραμμή παρέμβασης κυρίως του αντιεξουσιαστικού χώρου, γραμμή που επιδεικτικά χλευάζει προβλήματα της κοινωνίας που συνδέονται με το μεταναστευτικό και δεν σχετίζονται αναγκαία με ξενοφοβική διάθεση, γραμμή που εμφανώς επιδιώκει να προκαλέσει τον κόσμο που στέκεται στη μέση για να τον χαρίσει τελικά στην άλλη πλευρά, είναι γραμμή καταδικασμένη σε πολιτική ήττα και υποβοηθά τον αντίπαλο. Γενικότερα, ο εγκλωβισμός των δύο αντιθετικών γραμμών Δεξιάς και Αριστεράς για το μεταναστευτικό ζήτημα στο απλουστευτικό δίπολο ρατσισμός/αντιρατσισμός ευνοεί πολιτικά του πόλο του ρατσισμού και της Δεξιάς.
Ατιμωρησία, νεοφιλελευθερισμός, μεταναστευτικό - Τι λείπει;
Το νεοφιλελεύθερο κοινωνικό υπόστρωμα, που δεν είναι μόνο ελλαδικό αλλά επιδεινώνεται τραγικά με το μνημόνιο, συνδυάζεται με μια σημαντική διεθνή ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, το μεταναστευτικό πρόβλημα, και με απαραίτητο όρο τη χρόνια υπόθαλψη ενός παρακράτους, φτάνουμε στην εκτίναξη της Χ.Α. Ωστόσο, δεν ακόμη έχουμε αντιμετωπίσει το σύνολο του προβλήματος. Το μεταναστευτικό ήταν μόνο η αναγκαία θρυαλλίδα. Ακόμη και στις περιοχές όπου είναι ιδιαίτερα οξυμένο το μεταναστευτικό, η Χ.Α. δεν παίρνει «τρελά» ποσοστά. Παίρνει ποσοστά μεγαλύτερα από το μέσο ποσοστό της σε παραδοσιακά πιο δεξιές περιοχές και σε υποβαθμισμένες, φτωχοποιημένες περιοχές, όχι μόνο εκεί που είναι οξυμένο το μεταναστευτικό: η άνοδος της Χ.Α. οφείλεται εκτός από τα παραπάνω στην εκμετάλλευση των ιδιαιτεροτήτων του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Και είναι αυτές που κυρίως υποτιμώνται από την Αριστερά.
Το νεοφιλελεύθερο κοινωνικό υπόστρωμα, που δεν είναι μόνο ελλαδικό αλλά επιδεινώνεται τραγικά με το μνημόνιο, συνδυάζεται με μια σημαντική διεθνή ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, το μεταναστευτικό πρόβλημα, και με απαραίτητο όρο τη χρόνια υπόθαλψη ενός παρακράτους, φτάνουμε στην εκτίναξη της Χ.Α. Ωστόσο, δεν ακόμη έχουμε αντιμετωπίσει το σύνολο του προβλήματος. Το μεταναστευτικό ήταν μόνο η αναγκαία θρυαλλίδα. Ακόμη και στις περιοχές όπου είναι ιδιαίτερα οξυμένο το μεταναστευτικό, η Χ.Α. δεν παίρνει «τρελά» ποσοστά. Παίρνει ποσοστά μεγαλύτερα από το μέσο ποσοστό της σε παραδοσιακά πιο δεξιές περιοχές και σε υποβαθμισμένες, φτωχοποιημένες περιοχές, όχι μόνο εκεί που είναι οξυμένο το μεταναστευτικό: η άνοδος της Χ.Α. οφείλεται εκτός από τα παραπάνω στην εκμετάλλευση των ιδιαιτεροτήτων του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Και είναι αυτές που κυρίως υποτιμώνται από την Αριστερά.
Εθνική υποτέλεια και σάπιο πολιτικό σύστημα
Είναι κυρίως τον τελευταίο χρόνο που ο ΣΥΡΙΖΑ (όχι όμως και το ΚΚΕ ή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ) υιοθέτησε μια στάση που στην ουσία και στη συνθηματολογία έθεσε το ζήτημα της εθνικής κυριαρχίας απέναντι στο Μνημόνιο συνυφασμένο με τη λαϊκή κυριαρχία και τη δημοκρατία, εκφράζοντας μια πατριωτική Αριστερά. Όπως αποδείχτηκε, η στροφή δεν ήρθε πολύ αργά ώστε να εκφράσει ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό το μεγάλο ρεύμα αλλαγής που τον εκτόξευσε στο 27%, ήρθε όμως αργά για να ανακόψει την αντίστοιχη καπηλεία από την ακροδεξιά και τη Χ.Α.
Αν και αντικειμενικά προνομιακό πεδίο για την Αριστερά, το ζήτημα της πολιτικής και οικονομικής ανεξαρτησίας, της εθνικής υποτέλειας και της εθελοδουλίας του πολιτικού συστήματος, χαρίζεται δεκαετίες τώρα στο τερέν μιας «πατριωτικής Δεξιάς» που αργά ή γρήγορα θα εμφανιζόταν ισχυρότερη, και πράγματι εμφανίστηκε από τη μια με τον Π. Καμμένο και απ’ την άλλη με τη Χ.Α. Παρά τις συντριπτικές για αυτήν την ιδεολογική αγκύλωση όψεις της πραγματικότητας που αποκαλύφθηκαν τα προηγούμενα 2 χρόνια, η αγκύλωση αυτή επιμένει για μεγάλο μέρος της Αριστεράς τόσο εντός όσο κυρίως εκτός ΣΥΡΙΖΑ. Σύμπτωμα αυτής της αγκύλωσης είναι και μια ορισμένη «φοβία», ειδικά απέναντι στα εθνικά ζητήματα.
Η εσωτερική όψη του εθελόδουλου σε υπερεθνικά κέντρα ισχύος πολιτικού συστήματος είναι αυτή ενός συστήματος σάπιου, όπου κυριαρχεί η διαπλοκή, η διαφθορά, το πελατειακό σύστημα, η αδιαφορία και εγκατάλειψη, πλευρές άλλωστε που σχετίζονται με το βάθος της ελληνικής κρίσης. Ενώ η Αριστερά δεν βρισκόταν στο εσωτερικό αυτού του συστήματος και των οφελών του, κατά ένα μέρος δεν βρισκόταν εντελώς έξω από το κάδρο του και, κυρίως, άργησε πολύ να ξεχωρίσει πρακτικά τη θέση της. Η εξαιρετική επιφυλακτικότητα ή και αντίθεσή της απέναντι στο κίνημα των πλατειών και το «Ουστ» που βροντοφωνάχτηκε εκεί απέναντι σε αυτό το πολιτικό σύστημα, είναι ενδεικτική του διαφορετικού μήκους κύματος στο οποίο αντιλαμβάνονται τέτοια πράγματα ο λαός και η Αριστερά.
Η Χ.Α. κατάφερε με το φασιστικό λαϊκισμό της να εκφράσει για ένα τμήμα μιας καθυστερημένης πολιτικά μερίδας του κόσμου της εγκατάλειψης την αντίθεση σε αυτό το πολιτικό σύστημα και τους πολιτικούς του που αυτοαναπαράγεται, αυτοσυντηρείται και αδιαφορεί για τη μοίρα των από κάτω. Συνδυάζει στον πολιτικό της λόγο αυτή τη σαπίλα με την εθνική υποτέλεια και το μεταναστευτικό. Πρόκειται κι εδώ για μια διαδικασία που δεν πρόκειται να αντιστραφεί με ιδεολογικού τύπου αντιφασιστικές καμπάνιες. Θα αντιστραφεί μόνο αν η Αριστερά αποφασίσει πραγματικά να ξηλώσει αυτό το πολιτικό σύστημα -και για πρώτη φορά διαγράφεται αυτή η δυνατότητα στον ορίζοντα- και αν ταυτόχρονα ξανακάνει αυτό που εγκατέλειψε εδώ και δεκαετίες: το άνθρωπος-άνθρωπος, πόρτα-πόρτα, δουλειά μέσα στον κόσμο, στη γειτονιά και στο χώρο εργασίας.
Είναι κυρίως τον τελευταίο χρόνο που ο ΣΥΡΙΖΑ (όχι όμως και το ΚΚΕ ή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ) υιοθέτησε μια στάση που στην ουσία και στη συνθηματολογία έθεσε το ζήτημα της εθνικής κυριαρχίας απέναντι στο Μνημόνιο συνυφασμένο με τη λαϊκή κυριαρχία και τη δημοκρατία, εκφράζοντας μια πατριωτική Αριστερά. Όπως αποδείχτηκε, η στροφή δεν ήρθε πολύ αργά ώστε να εκφράσει ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό το μεγάλο ρεύμα αλλαγής που τον εκτόξευσε στο 27%, ήρθε όμως αργά για να ανακόψει την αντίστοιχη καπηλεία από την ακροδεξιά και τη Χ.Α.
Αν και αντικειμενικά προνομιακό πεδίο για την Αριστερά, το ζήτημα της πολιτικής και οικονομικής ανεξαρτησίας, της εθνικής υποτέλειας και της εθελοδουλίας του πολιτικού συστήματος, χαρίζεται δεκαετίες τώρα στο τερέν μιας «πατριωτικής Δεξιάς» που αργά ή γρήγορα θα εμφανιζόταν ισχυρότερη, και πράγματι εμφανίστηκε από τη μια με τον Π. Καμμένο και απ’ την άλλη με τη Χ.Α. Παρά τις συντριπτικές για αυτήν την ιδεολογική αγκύλωση όψεις της πραγματικότητας που αποκαλύφθηκαν τα προηγούμενα 2 χρόνια, η αγκύλωση αυτή επιμένει για μεγάλο μέρος της Αριστεράς τόσο εντός όσο κυρίως εκτός ΣΥΡΙΖΑ. Σύμπτωμα αυτής της αγκύλωσης είναι και μια ορισμένη «φοβία», ειδικά απέναντι στα εθνικά ζητήματα.
Η εσωτερική όψη του εθελόδουλου σε υπερεθνικά κέντρα ισχύος πολιτικού συστήματος είναι αυτή ενός συστήματος σάπιου, όπου κυριαρχεί η διαπλοκή, η διαφθορά, το πελατειακό σύστημα, η αδιαφορία και εγκατάλειψη, πλευρές άλλωστε που σχετίζονται με το βάθος της ελληνικής κρίσης. Ενώ η Αριστερά δεν βρισκόταν στο εσωτερικό αυτού του συστήματος και των οφελών του, κατά ένα μέρος δεν βρισκόταν εντελώς έξω από το κάδρο του και, κυρίως, άργησε πολύ να ξεχωρίσει πρακτικά τη θέση της. Η εξαιρετική επιφυλακτικότητα ή και αντίθεσή της απέναντι στο κίνημα των πλατειών και το «Ουστ» που βροντοφωνάχτηκε εκεί απέναντι σε αυτό το πολιτικό σύστημα, είναι ενδεικτική του διαφορετικού μήκους κύματος στο οποίο αντιλαμβάνονται τέτοια πράγματα ο λαός και η Αριστερά.
Η Χ.Α. κατάφερε με το φασιστικό λαϊκισμό της να εκφράσει για ένα τμήμα μιας καθυστερημένης πολιτικά μερίδας του κόσμου της εγκατάλειψης την αντίθεση σε αυτό το πολιτικό σύστημα και τους πολιτικούς του που αυτοαναπαράγεται, αυτοσυντηρείται και αδιαφορεί για τη μοίρα των από κάτω. Συνδυάζει στον πολιτικό της λόγο αυτή τη σαπίλα με την εθνική υποτέλεια και το μεταναστευτικό. Πρόκειται κι εδώ για μια διαδικασία που δεν πρόκειται να αντιστραφεί με ιδεολογικού τύπου αντιφασιστικές καμπάνιες. Θα αντιστραφεί μόνο αν η Αριστερά αποφασίσει πραγματικά να ξηλώσει αυτό το πολιτικό σύστημα -και για πρώτη φορά διαγράφεται αυτή η δυνατότητα στον ορίζοντα- και αν ταυτόχρονα ξανακάνει αυτό που εγκατέλειψε εδώ και δεκαετίες: το άνθρωπος-άνθρωπος, πόρτα-πόρτα, δουλειά μέσα στον κόσμο, στη γειτονιά και στο χώρο εργασίας.
(Στο επόμενο φύλλο θα δημοσιευτεί το δεύτερο μέρος του άρθρου που αφορά τις πραγματικές πολιτικές αντιλήψεις της Χ.Α., την αντιπαράθεση απέναντί της και την απομόνωσή της)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου