Η κρίση στα ΜΜΕ της χώρας είναι γνωστή και δεδομένη, αφού δεν θα μπορούσαν σε καμιά περίπτωση να ξεφύγουν από τη δίνη της οικονομικής κρίσης και της πτωχευμένης ευρωπαϊκής χώρας που ονομάζεται Ελλάδα και μαθαίνει ακόμη και σήμερα, δηλαδή μετά από 33 χρόνια παρουσίας, το πρωτόκολλο εκπροσώπησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στη Θεσσαλονίκη, η κρίση των ...
ΜΜΕ εμφανίστηκε ακόμη πιο έντονη απ’ ό,τι στην Αθήνα, λόγω των μικρών διαστάσεων του εκδοτικού και γεωγραφικού χώρου: μπορεί στην πρωτεύουσα να έκλεισε ουσιαστικά η Ελευθεροτυπία (παρά το σποραδικό και συγκινητικό Απεργιακό Φύλλο των Εργαζομένων), μπορεί να έβαλε λουκέτο το ALTER, μπορεί ο Γιώργος Κουρής να συνελήφθη προσωρινά για χρέη προς το δημόσιο και ο Θανάσης Λάλας να βάρεσε «εκδοτικό κανόνι», όμως συνέχισαν να υπάρχουν άλλα, ναι, σοβαρά, αντικειμενικά και «αξιόπιστα» έντυπα για να μεταδίδουν καθημερινά λίγες καλές ειδήσεις και πολλές ελαφριές πληροφορίες για όλους εμάς τους κουτόφραγκους που πιστεύουμε στην έγκυρη ενημέρωση.
Αντίθετα, στη «συμπρωτεύουσα» ή καλύτερα «δευτερεύουσα», πάντοτε υπήρχε ουσιαστικά μια εφημερίδα και μόνο, η «Μακεδονία». Η Μακεδονία ιδρύθηκε στις 10 Ιουλίου του 1911 για να μακροημερεύσει, αλλά κάποια χρόνια μετά τη διεύθυνσή της από την Άννα Βελλίδη (όποιοι συνειρμοί με την περίπτωση της «Ελευθεροτυπίας» και της Μάνιας Τεγόπουλου είναι αυθαίρετοι, άστοχοι και όλως συμπτωματικοί) άρχισε να καρκινοβατεί.
Τότε ήταν που ο Αλέξανδρος Μπακατσέλος αποφάσισε να ιδρύσει τον Αγγελιοφόρο και σύντομα να επεκτείνει το πεδίο δράσης του πέρα από το χώρο των αγγελιών στο χώρο της ειδησεογραφίας, καθιστώντας τον μια κανονική εφημερίδα.
Μπορεί να είχε εξαρχής λάθος όνομα, αφού ο παπάς που το βάπτισε «στην κολυμπήθρα έριξε νερό αλκοολούχο» και το παιδί αντί του ορθότερου «Αγγελιαφόρος» βαπτίστηκε κατά το λαϊκόν «Αγγελιοφόρος» αλλά τι σημασία έχει ή είχε πότε τελικά; Επίσης δεν θυμάμαι ακριβώς το πότε ιδρύθηκε, δεν μπορεί κανείς να το βρει κανείς εύκολα αυτό στο διαδίκτυο και δεν υπάρχει ούτε καν στο ελληνικό λήμμα της Γουικιπαιδείας, αλλά σύμφωνα με τον πρώτο επικήδειο της εφημερίδας στις 2 Δεκεμβρίου του 2011 πρέπει να ήταν το Σεπτέμβριο του 1996.
Ωστόσο, πραγματική εφημερίδα έγινε μόνο μετά την έλευση του Πάνου Θεοδωρίδη.
Ο Πάνος Θεοδωρίδης, συγγραφέας, «πρώην ποιητής», αρχιτέκτων ανασκαφών-αναστηλωτής του Υπουργείου Πολιτισμού και τελευταίος καλλιτεχνικός διευθυντής του Οργανισμού για την Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Θεσσαλονίκης το 1997 (μια θέση που τον στιγμάτισε σε πολλούς, ακόμη θυμάμαι ένα φίλο χαράκτη να μου διηγείται πως εκδιώχθηκε κακήν κακώς μήνες πολλούς μετά το πέρας της Πολιτιστικής από το γραφείο του όταν πήγε να ζητήσει τα οφειλόμενα: «Και τι ήρθατε να επαιτήσετε από το Δημόσιο; Ήρθατε να γίνετε επαίτης του Δημοσίου; Έξω από ‘δω!») ήταν αυτός που ζωντάνεψε την εφημερίδα και της προσέδωσε κύρος.
Με την καθημερινή του στήλη «Στο Καναβάτσο» και αργότερα «Γνώμες» -ίσως τις καλύτερες στήλες που είχε χωρίς ίχνος υπερβολής ελληνική εφημερίδα τα τελευταία 20 χρόνια- ο Πάνος Θεοδωρίδης απέδειξε πως ένας καλός λογοτέχνης και γνώστης της ιστορίας και της σύγχρονης ελληνικής ανθρωπογεωγραφίας μπορεί να μεταμορφωθεί αν οι ανάγκες το απαιτήσουν στον καλύτερο Έλληνα αρθρογράφο. «Μ’ ένα ιδιότυπο, παραβολικά συχνά στυλ» δίδασκε καθημερινά και επί πολλά έτη όχι μόνο ιστορία, γεωγραφία, θεολογία, φιλοσοφία, ρητορική αλλά και την τέχνη της συγγραφής, χωρίς ο ίδιος πάντοτε να τελεί εν γνώσει αυτού του σπουδαίου του έργου, να το συνειδητοποιεί ή να το εκτιμά επαρκώς.
Όταν μετά τις 2 Δεκεμβρίου 2011 ο «Αγγελιοφόρος» άρχισε να βγάζει στο πέρασμα του αγγελιαφόρου του εκδοτικού σκότους τους επιθανάτιους ρόγχους του, ο Πάνος Θεοδωρίδης ανέλαβε αγόγγυστα και επιπλέον στήλες προκειμένου να βοηθήσει τον Aγγελιοφόρο να συνεχίσει να μοιάζει με εφημερίδα.
Τα κείμενά του βέβαια παρέμειναν το ίδιο παραβολικά και αιχμηρά, όμως οι εποχές είχαν αλλάξει άρδην. Το άρθρο «Η Κύρια και η Λαίδη» για τη νεαρή κυρία Όλγα Κεφαλογιάννη που έγινε αξιοκρατικά Υπουργός Τουρισμού ενόχλησε πολύ, ενώ το δεύτερο άρθρο για το φαινόμενο της ελληνικής οικογενειοκρατίας και την άρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να γίνει αναπληρωτής υπουργός (γιος του Μητσοτάκη και αναπληρωτής υπουργός, άκου τώρα;!;) ξεχείλισε το ποτήρι.
Στη συνέχεια όλα ήταν απλά: μια παραπαίουσα και οικονομικά καχεκτική διοίκηση εφημερίδας μπορεί εύκολα να οδηγηθεί στην εκδοτική της αυτοκτονία με δυο-τρια δίλεπτα τηλεφωνήματα.
Έτσι εν συντομία ο Αγγελιοφόρος να διαθέτει πλέον και το επίχρισμα μιας αληθινής εφημερίδας.
Κανείς φυσικά δεν έγραψε τίποτα. Ούτε ασχολήθηκε η ΕΣΗΕΜ-Θ και ο πρόεδρός της κύριος Μόσχος (ή Μάκης) Βοϊτσίδης. Ένας φίλος δημοσιογράφος μου απολογήθηκε κατ’ ιδίαν λέγοντας «Δεν ήξερα τίποτα. Αλλά και πάλι τι θα ήθελες να γράψω;! Ένα δημοσιογραφάκος είμαι κι εγώ. Τι νομίζεις;»
Δεν είπα τίποτα. Σώπασα ή, αν θέλετε, κρατήθηκα. Σεβάστηκα το τρομαχτικό άγχος της επιβίωσης υπό το κράτος του τρόμου και της οικονομικής κρίσης. Ήθελα όμως να του πω: «Νομίζω ότι αν διάβαζες τόσα χρόνια τακτικότερα τη στήλη του Πάνου Θεοδωρίδη, ίσως να μην ένιωθες δημοσιογραφάκος, αλλά πως πρέπει και μπορείς να γίνεις ένας μεγάλος δημοσιογράφος.»
http://www.intellectum.org/2012/07/01/killing-the-messenger/
Στη Θεσσαλονίκη, η κρίση των ...
ΜΜΕ εμφανίστηκε ακόμη πιο έντονη απ’ ό,τι στην Αθήνα, λόγω των μικρών διαστάσεων του εκδοτικού και γεωγραφικού χώρου: μπορεί στην πρωτεύουσα να έκλεισε ουσιαστικά η Ελευθεροτυπία (παρά το σποραδικό και συγκινητικό Απεργιακό Φύλλο των Εργαζομένων), μπορεί να έβαλε λουκέτο το ALTER, μπορεί ο Γιώργος Κουρής να συνελήφθη προσωρινά για χρέη προς το δημόσιο και ο Θανάσης Λάλας να βάρεσε «εκδοτικό κανόνι», όμως συνέχισαν να υπάρχουν άλλα, ναι, σοβαρά, αντικειμενικά και «αξιόπιστα» έντυπα για να μεταδίδουν καθημερινά λίγες καλές ειδήσεις και πολλές ελαφριές πληροφορίες για όλους εμάς τους κουτόφραγκους που πιστεύουμε στην έγκυρη ενημέρωση.
Αντίθετα, στη «συμπρωτεύουσα» ή καλύτερα «δευτερεύουσα», πάντοτε υπήρχε ουσιαστικά μια εφημερίδα και μόνο, η «Μακεδονία». Η Μακεδονία ιδρύθηκε στις 10 Ιουλίου του 1911 για να μακροημερεύσει, αλλά κάποια χρόνια μετά τη διεύθυνσή της από την Άννα Βελλίδη (όποιοι συνειρμοί με την περίπτωση της «Ελευθεροτυπίας» και της Μάνιας Τεγόπουλου είναι αυθαίρετοι, άστοχοι και όλως συμπτωματικοί) άρχισε να καρκινοβατεί.
Τότε ήταν που ο Αλέξανδρος Μπακατσέλος αποφάσισε να ιδρύσει τον Αγγελιοφόρο και σύντομα να επεκτείνει το πεδίο δράσης του πέρα από το χώρο των αγγελιών στο χώρο της ειδησεογραφίας, καθιστώντας τον μια κανονική εφημερίδα.
Μπορεί να είχε εξαρχής λάθος όνομα, αφού ο παπάς που το βάπτισε «στην κολυμπήθρα έριξε νερό αλκοολούχο» και το παιδί αντί του ορθότερου «Αγγελιαφόρος» βαπτίστηκε κατά το λαϊκόν «Αγγελιοφόρος» αλλά τι σημασία έχει ή είχε πότε τελικά; Επίσης δεν θυμάμαι ακριβώς το πότε ιδρύθηκε, δεν μπορεί κανείς να το βρει κανείς εύκολα αυτό στο διαδίκτυο και δεν υπάρχει ούτε καν στο ελληνικό λήμμα της Γουικιπαιδείας, αλλά σύμφωνα με τον πρώτο επικήδειο της εφημερίδας στις 2 Δεκεμβρίου του 2011 πρέπει να ήταν το Σεπτέμβριο του 1996.
Ωστόσο, πραγματική εφημερίδα έγινε μόνο μετά την έλευση του Πάνου Θεοδωρίδη.
Ο Πάνος Θεοδωρίδης, συγγραφέας, «πρώην ποιητής», αρχιτέκτων ανασκαφών-αναστηλωτής του Υπουργείου Πολιτισμού και τελευταίος καλλιτεχνικός διευθυντής του Οργανισμού για την Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Θεσσαλονίκης το 1997 (μια θέση που τον στιγμάτισε σε πολλούς, ακόμη θυμάμαι ένα φίλο χαράκτη να μου διηγείται πως εκδιώχθηκε κακήν κακώς μήνες πολλούς μετά το πέρας της Πολιτιστικής από το γραφείο του όταν πήγε να ζητήσει τα οφειλόμενα: «Και τι ήρθατε να επαιτήσετε από το Δημόσιο; Ήρθατε να γίνετε επαίτης του Δημοσίου; Έξω από ‘δω!») ήταν αυτός που ζωντάνεψε την εφημερίδα και της προσέδωσε κύρος.
Με την καθημερινή του στήλη «Στο Καναβάτσο» και αργότερα «Γνώμες» -ίσως τις καλύτερες στήλες που είχε χωρίς ίχνος υπερβολής ελληνική εφημερίδα τα τελευταία 20 χρόνια- ο Πάνος Θεοδωρίδης απέδειξε πως ένας καλός λογοτέχνης και γνώστης της ιστορίας και της σύγχρονης ελληνικής ανθρωπογεωγραφίας μπορεί να μεταμορφωθεί αν οι ανάγκες το απαιτήσουν στον καλύτερο Έλληνα αρθρογράφο. «Μ’ ένα ιδιότυπο, παραβολικά συχνά στυλ» δίδασκε καθημερινά και επί πολλά έτη όχι μόνο ιστορία, γεωγραφία, θεολογία, φιλοσοφία, ρητορική αλλά και την τέχνη της συγγραφής, χωρίς ο ίδιος πάντοτε να τελεί εν γνώσει αυτού του σπουδαίου του έργου, να το συνειδητοποιεί ή να το εκτιμά επαρκώς.
Όταν μετά τις 2 Δεκεμβρίου 2011 ο «Αγγελιοφόρος» άρχισε να βγάζει στο πέρασμα του αγγελιαφόρου του εκδοτικού σκότους τους επιθανάτιους ρόγχους του, ο Πάνος Θεοδωρίδης ανέλαβε αγόγγυστα και επιπλέον στήλες προκειμένου να βοηθήσει τον Aγγελιοφόρο να συνεχίσει να μοιάζει με εφημερίδα.
Τα κείμενά του βέβαια παρέμειναν το ίδιο παραβολικά και αιχμηρά, όμως οι εποχές είχαν αλλάξει άρδην. Το άρθρο «Η Κύρια και η Λαίδη» για τη νεαρή κυρία Όλγα Κεφαλογιάννη που έγινε αξιοκρατικά Υπουργός Τουρισμού ενόχλησε πολύ, ενώ το δεύτερο άρθρο για το φαινόμενο της ελληνικής οικογενειοκρατίας και την άρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να γίνει αναπληρωτής υπουργός (γιος του Μητσοτάκη και αναπληρωτής υπουργός, άκου τώρα;!;) ξεχείλισε το ποτήρι.
Στη συνέχεια όλα ήταν απλά: μια παραπαίουσα και οικονομικά καχεκτική διοίκηση εφημερίδας μπορεί εύκολα να οδηγηθεί στην εκδοτική της αυτοκτονία με δυο-τρια δίλεπτα τηλεφωνήματα.
Έτσι εν συντομία ο Αγγελιοφόρος να διαθέτει πλέον και το επίχρισμα μιας αληθινής εφημερίδας.
Κανείς φυσικά δεν έγραψε τίποτα. Ούτε ασχολήθηκε η ΕΣΗΕΜ-Θ και ο πρόεδρός της κύριος Μόσχος (ή Μάκης) Βοϊτσίδης. Ένας φίλος δημοσιογράφος μου απολογήθηκε κατ’ ιδίαν λέγοντας «Δεν ήξερα τίποτα. Αλλά και πάλι τι θα ήθελες να γράψω;! Ένα δημοσιογραφάκος είμαι κι εγώ. Τι νομίζεις;»
Δεν είπα τίποτα. Σώπασα ή, αν θέλετε, κρατήθηκα. Σεβάστηκα το τρομαχτικό άγχος της επιβίωσης υπό το κράτος του τρόμου και της οικονομικής κρίσης. Ήθελα όμως να του πω: «Νομίζω ότι αν διάβαζες τόσα χρόνια τακτικότερα τη στήλη του Πάνου Θεοδωρίδη, ίσως να μην ένιωθες δημοσιογραφάκος, αλλά πως πρέπει και μπορείς να γίνεις ένας μεγάλος δημοσιογράφος.»
http://www.intellectum.org/2012/07/01/killing-the-messenger/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου